Πρόσφατα, μερικοί έφηβοι συναντήθηκαν στα σκαλιά της Κεντρικής Βιβλιοθήκης στην Grand Army Plaza του Μπρούκλιν, για την εβδομαδιαία συγκέντρωση της Λέσχης Luddite. Μέλη της είναι μαθητές λυκείου που προωθούν έναν τρόπο ζωής και «αυτοαπελευθέρωσης από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και την τεχνολογία» όπως λένε.
Καθώς οι δώδεκα έφηβοι κατευθύνονταν στο πάρκο Prospect, έκρυβαν τα iPhone τους - ή, στην περίπτωση των πιο αφοσιωμένων μελών, τα παλιότερα, πτυσσόμενα κινητά τηλέφωνα με πορτάκι. Κάποιοι τα είχαν διακοσμήσει με αυτοκόλλητα και βερνίκι νυχιών.
Ανέβηκαν σε έναν λόφο προς το καθιερωμένο σημείο συνάντησης, μακριά από τον υπόλοιπο κόσμο που συχνάζει στο πάρκο. Ανάμεσά τους ήταν και η Odille Zexter-Kaiser, τελειόφοιτος του λυκείου Edward R. Murrow, η οποία περπατούσε μέσα στα φύλλα φορώντας Doc Martens και μάλλινες κάλτσες με διαφορετικό μοτίβο σε κάθε πόδι.
«Αν κάποιος δεν έρθει, επικρίνεται ελαφρώς», ομολογεί η Odille. «Είμαστε εδώ κάθε Κυριακή ακόμα και με χιόνι. Δεν κρατάμε επαφή (σ.σ π.χ ηλεκτρονικά, πέρα από τις διά ζώσης συναντήσεις), οπότε πρέπει να ερχόμαστε εδώ».
Αφού τα μέλη της λέσχης συγκέντρωσαν κούτσουρα σχηματίζοντας έναν κύκλο, κάθισαν στην αυτοσχέδια «φούσκα γαλήνης».
Κάποιοι σχεδίαζαν σε τετράδια. Άλλοι ζωγράφιζαν με σετ ακουαρέλας. Ένας έκλεισε τα μάτια του για να ακούσει τον άνεμο. Πολλοί διάβαζαν με προσοχή - στα σακίδια τους κουβαλούσαν βιβλία, μεταξύ των οποίων, το «Έγκλημα και τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι, το "Maus II" του Art Spiegelman και την «Παρηγοριά της φιλοσοφίας» του Βοήθιου. Τα μέλη της λέσχης αναφέρουν ως «ήρωες» τους συγγραφείς όπως ο Hunter S. Thompson και ο Jack Kerouac και έχουν αδυναμία σε έργα που καταδικάζουν την τεχνολογία, όπως το "Player Piano" του Kurt Vonnegut.
«Πολλοί από εμάς έχουμε διαβάσει το βιβλίο "Into the Wild"», δήλωσε η Λόλα Σουμπ, τελειόφοιτη της Ακαδημίας Essex Street, αναφερόμενη στο έργο του Τζον Κρακάουερ, του 1996, για τον νομά Κρις ΜακΚάντλες που πέθανε προσπαθώντας να ζήσει στην έρημο της Αλάσκας. «Όλοι έχουμε αυτή τη θεωρία ότι δεν είμαστε προορισμένοι να περιοριζόμαστε μόνο σε κτίρια και να εργαζόμαστε. Και αυτός ο τύπος βίωνε τη ζωή. Πραγματική ζωή. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα τηλέφωνα δεν είναι πραγματική ζωή».
«Όταν γύρισα στο τηλέφωνο με πορτάκι, τα πράγματα άλλαξαν αμέσως», συνέχισε η Λόλα. «Άρχισα να χρησιμοποιώ το μυαλό μου. Με έκανε να παρατηρήσω τον εαυτό μου ως άτομο. Προσπαθούσα να γράψω και ένα βιβλίο. Είναι περίπου 12 σελίδες τώρα».
Τα μέλη συζήτησαν για το πώς πήγαινε η διάδοση του «ευαγγελίου» τους. Η λέσχη ιδρύθηκε πέρυσι από έναν άλλο μαθητή του λυκείου Murrow, τον Logan Lane, και πήρε το όνομά της από τον Ned Ludd, τον Άγγλο εργάτη της κλωστοϋφαντουργίας του 18ου αιώνα, ο οποίος υποτίθεται πως έσπασε έναν μηχανοποιημένο αργαλειό, εμπνέοντας άλλους να εξεγερθούν κατά της εκβιομηχάνισης.
«Μόλις οργάνωσα την πρώτη επιτυχημένη συνάντηση στο Beacon», είπε ο Biruk Watling, τελειόφοιτος του λυκείου Beacon στο Μανχάταν, ο οποίος επίσης χρησιμοποιεί ένα «απηρχαιωμένο» τηλέφωνο με πορτάκι, με πράσινη μπογιά και μια φωτογραφία της Lauryn Hill της εποχής των Fugees. «Ακούω ότι υπάρχει συζήτηση για την επέκταση του στο Brooklyn Tech», απάντησε κάποιος άλλος. Μερικά μέλη εκθείασαν τα οφέλη αυτού του τρόπου ζωής που έχουν υιοθετήσει.
Ο Τζέιμσον Μπάτλερ, ένας φοιτητής με μπλουζάκι των Black Flag χάραζε ένα κομμάτι ξύλο με έναν σουγιά, μονολογώντας: «Έχω ξεχωρίσει με ποιους θέλω να είμαι φίλος. Τώρα χρειάζεται δουλειά για να διατηρήσω φιλίες. Κάποιοι με πλησίασαν όταν έβγαλα το iPhone και μου είπαν: "Δεν μου αρέσει πια να στέλνω μηνύματα μαζί σου επειδή τα μηνύματά σου είναι πράσινα". Αυτό μου είπε πολλά».
Η Vee De La Cruz, με ένα αντίτυπο του βιβλίου "The Souls of Black Folk" του W.E.B. Du Bois στα χέρια, σχολίασε στον δημοσιογράφο των New York Times που παρακολούθησε την συνάντηση της λέσχης: «Ανεβάζεις κάτι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν παίρνεις αρκετά likes, τότε δεν αισθάνεσαι καλά με τον εαυτό σου. Αυτό δεν θα έπρεπε να συμβαίνει σε κανέναν. Το να είμαι σε αυτό το κλαμπ μου θυμίζει ότι όλοι ζούμε σε έναν πλωτό βράχο και ότι όλα θα πάνε καλά».
Λίγες ημέρες πριν από τη συγκέντρωση, μετά το κουδούνι λήξης στις 3 μ.μ. στο Γυμνάσιο Murrow, οι μαθητές ξεχύθηκαν από το κτίριο στο δρόμο. Πολλοί από αυτούς κοιτούσαν τα smartphones τους, όχι όμως και η Λόγκαν, η 17χρονη ιδρύτρια της Λέσχης. Λίγο πιο κάτω από το σχολείο, παραχώρησε μια συνέντευξη σε μια καφετέρια Chock full o'Nuts. Φορούσε ένα φαρδύ κοτλέ μπουφάν και ένα καπιτονέ τζιν που είχε ράψει μόνη της με μια ραπτομηχανή Singer.
«Δυσκολευόμαστε να φέρουμε νέα μέλη» είπε, «αλλά δεν μας πειράζει καθόλου. Όλοι μας έχουμε δεθεί με αυτόν τον μοναδικό σκοπό. Το να είσαι στη Λέσχη Luddite , εμπεριέχει κάτι το περιθωριακό. Δεν ήμουν πάντα έτσι, φυσικά».
Όλα ξεκίνησαν κατά τη διάρκεια των lockdown, είπε, όταν η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης πήρε ανησυχητική, για την ίδια, τροπή.
«Αναλώθηκα εντελώς», είπε. «Δεν μπορούσα να μην δημοσιεύσω μια καλή φωτογραφία αν την τραβούσα. Και είχα υιοθετήσει αυτή τη διαδικτυακή περσόνα του τύπου "δεν με νοιάζει", αλλά στην πραγματικότητα με ένοιαζε. Σίγουρα εξακολουθούσα να παρακολουθώ τα πάντα». Τελικά, πολύ εξαντλημένη για να σκρολάρω προς τα κάτω σε ακόμα μία τέλεια selfie στο Instagram, διέγραψε την εφαρμογή. «Αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό», είπε. «Έτσι έβαλα το τηλέφωνό μου σε ένα κουτί».
Για πρώτη φορά βίωσε τη ζωή στην πόλη ως έφηβη χωρίς iPhone. Δανειζόταν μυθιστορήματα από τη βιβλιοθήκη και τα διάβαζε μόνη της στο πάρκο. Άρχισε να θαυμάζει τα γκράφιτι όταν ταξίδευε με το μετρό και στη συνέχεια άρχισε να κάνει παρέα με κάποιους εφήβους που της έμαθαν πώς να ζωγραφίζει με σπρέι σε μια αποθήκη τρένων στο Κουίνς. Ξυπνά χωρίς ξυπνητήρι στις 7 το πρωί, χωρίς να την παίρνει ο ύπνος δίπλα στην αναμμένη οθόνη του τηλεφώνου της τα μεσάνυχτα. Κάποτε, όπως έγραψε αργότερα στο μανιφέστο της, φαντασιωνόταν ότι θα πετούσε το iPhone της στο κανάλι Gowanus.
Ενώ οι γονείς της Λόγκαν εκτιμούσαν τη μεταμόρφωσή της, ιδίως το γεγονός ότι επέστρεφε τακτικά στο σπίτι για δείπνο για να διηγηθεί τις περιπλανήσεις της, άρχισαν να στεναχωριούνται που δεν μπορούσαν να ελέγξουν την κόρη τους τα Σαββατοκύριακα. Και όταν εκείνη έχασε «βολικά» το smartphone που της είχαν ζητήσει να πάρει μαζί της στο Παρίσι για ένα καλοκαιρινό πρόγραμμα στο εξωτερικό, ταράχτηκαν. Επέμειναν ότι έπρεπε τουλάχιστον να αρχίσει να έχει μαζί της ένα κινητό τηλέφωνο.
«Ακόμα λαχταρώ το να μην έχω καθόλου τηλέφωνο», είπε. «Οι γονείς μου είναι τόσο εθισμένοι. Η μητέρα μου μπήκε στο Twitter και την έχω δει να διαλύεται. Αλλά και σε μένα αρέσει που μπορώ να νιώθω λίγο ανώτερη από αυτούς».
Σε μια συναυλία πανκ, συνάντησε μία έφηβη με ένα παλιό τηλέφωνο με πορτάκι και τους έδεσε η κοσμοθεωρία τους. «Ήταν μόλις πρωτοετής και δεν μπορούσα να πιστέψω πόσο καλά διαβασμένη ήταν», είπε η Λόγκαν. «Περπατήσαμε στο πάρκο με μηλίτη και ντόνατς και μοιραστήκαμε τις εμπειρίες μας. Αυτή ήταν η πρώτη συνάντηση της Λέσχης».
Όταν το σχολείο ξεκίνησε και πάλι να λειτουργεί διά ζώσης, η Λόγκαν άρχισε να κηρύσσει το «ευαγγέλιό» της στους διαδρόμους του ιδρύματος. Πρώτα έπεισε την Odille. Μετά τον Μαξ. Μετά τον Κλεμ. Κρέμασε αυτοσχέδιες αφίσες για την ιστορία του Νεντ Λαντ στους τοίχους των τάξεων.
Σε ένα προσκλητήριο της λέσχης, το τραπέζι για τις εγγραφές παρέμεινε «έρημο» όλη μέρα, αλλά σιγά σιγά η ομάδα άρχισε να μεγαλώνει. Σήμερα, η λέσχη αριθμεί περίπου 25 μέλη και το παράρτημα του Murrow συγκαλείται στο σχολείο κάθε Τρίτη. Καλωσορίζει τους μαθητές που δεν έχουν ακόμη εγκαταλείψει τα iPhone τους, προκαλώντας τους να αγνοήσουν τις συσκευές τους, τουλάχιστον για την ωριαία συνάντηση. Στις κυριακάτικες συγκεντρώσεις στο πάρκο, στήνουν συχνά αιώρες για να διαβάσουν όταν ο καιρός είναι καλός.
Καθώς η Λόγκαν αφηγούνταν την ιστορία της λέσχης τρώγοντας ένα κρουασάν αμυγδάλου στην καφετέρια, ένα νέο μέλος, ο Τζούλιαν, πέρασε από εκεί. Παρόλο που δεν είχε ακόμη κάνει τη μετάβαση σε ένα flip τηλέφωνο, είπε ότι ήδη επωφελήθηκε από το μήνυμα της ομάδας. Στη συνέχεια, αστειεύτηκε με τη Λόγκαν σχετικά με μια κριτική που είχε κάνει ένας μαθητής για την ομάδα.
«Ένα παιδί είπε ότι είναι ταξικό ζήτημα», είπε. «Νομίζω ότι η λέσχη είναι ωραία, γιατί κάνω ένα διάλειμμα από το τηλέφωνό μου, αλλά καταλαβαίνω τι εννοούν. Κάποιοι από εμάς χρειάζονται την τεχνολογία για να ενταχθούν στην κοινωνία. Κάποιοι από εμάς χρειάζονται ένα τηλέφωνο».
«Δεχόμαστε αντιδράσεις», παραδέχεται η Λόγκαν. «Το επιχείρημα που έχω ακούσει είναι ότι είμαστε ένα μάτσο πλούσια παιδιά και το να περιμένουμε από όλους να αφήσουν τα τηλέφωνά τους είναι αποτέλεσμα των προνομίων μας». Αφότου έφυγε ο Τζούλιαν, η Λόγκαν παραδέχτηκε ότι είχε προβληματιστεί από το θέμα που είχε προκαλέσει έντονη συζήτηση μεταξύ των μελών της λέσχης.
«Αποθαρρύνθηκα πραγματικά όταν άκουσα το ταξικό επιχείρημα και ήμουν σχεδόν έτοιμη να αποχαιρετίσω τη λέσχη», είπε. «Μίλησα όμως με τον σύμβουλό μου και μου είπε ότι οι περισσότερες επαναστάσεις στην πραγματικότητα ξεκινούν από ανθρώπους με εργατικό υπόβαθρο, όπως ο Τσε Γκεβάρα. Δεν περιμένουμε από όλους να έχουν ένα flip κινητό. Απλώς βλέπουμε ένα πρόβλημα με την ψυχική υγεία και τη χρήση της οθόνης».
Η Λόγκαν έπρεπε να πάει σπίτι της για να συναντηθεί με έναν καθηγητή, οπότε κατευθύνθηκε προς το μετρό. Με το τέλος της τελευταίας χρονιάς να πλησιάζει και τις πιέσεις της ενηλικίωσης να έρχονται όλο και πιο κοντά, αναλογίστηκε επίσης τι θα σήμαινε η αποχώρηση από το λύκειο, για τον τρόπο ζωής που έχει επιλέξει.
«Αν τώρα είναι η μοναδική φορά που θα το κάνω αυτό στη ζωή μου, τότε θα το κάνω να μετρήσει», είπε. «Αλλά πραγματικά ελπίζω ότι δεν θα τελειώσει».
Σε έναν καταπράσινο δρόμο στο Cobble Hill, μπήκε στο σπίτι της οικογένειάς της, όπου την υποδέχτηκε ένα Golden Doodle με το όνομα Phoebe, και ανέβηκε βιαστικά στο δωμάτιό της. Ο διάκοσμος αντανακλούσε τα ενδιαφέροντά της: Υπήρχαν στοίβες βιβλίων, τοίχοι με γκράφιτι και, εκτός από τη ραπτομηχανή, μια χειροκίνητη γραφομηχανή Royal και ένα κασετόφωνο Sony.
Στο σαλόνι στον κάτω όροφο, ο πατέρας της, ο Seth Lane, ένα στέλεχος που εργάζεται στον τομέα της πληροφορικής, καθόταν δίπλα στο τζάκι και μιλούσε για την κόρη του.
«Είμαι περήφανος γι' αυτήν και για ό,τι αντιπροσωπεύει ο σύλλογος», είπε. «Αλλά υπάρχει και η πλευρά των γονέων και δεν ξέρουμε πού βρίσκεται το παιδί μας. Τώρα μπορείτε ακολουθείτε τα παιδιά σας. Τα παρακολουθείτε. Είναι λίγο οργουελικό, αλλά είμαστε η γενιά των γονέων «ελικοπτέρων». Έτσι, όταν ξεφορτώθηκε το iPhone, αυτό αποτέλεσε πρόβλημα για εμάς, αρχικά».
Όσο για το θέμα των προνομίων: «Λοιπόν, είναι ταξικό και το να κάνεις τους ανθρώπους να έχουν ανάγκη τα smartphones, σωστά;» είπε ο κ. Lane. «Νομίζω ότι είναι υπέροχη αυτή η συζήτηση. Δεν υπάρχει σωστή απάντηση».
Λίγες μέρες αργότερα, καθώς η κυριακάτικη συνάντηση της Λέσχης έφτανε στο τέλος της στο Prospect Park, μερικοί από τους εφήβους έβαλαν στην άκρη τα τετράδια με τα σκίτσα και τα χαρτιά τους, ενώ άλλοι έσβησαν μια μικρή φωτιά που είχαν ανάψει. Ήταν τα 17α γενέθλια της Clementine Karlin-Pustilnik και, για να το γιορτάσουν, η λέσχη ήθελε να την πάει για δείπνο σε ένα ταϊλανδέζικο εστιατόριο στο Fort Hamilton Parkway.
Η νύχτα έπεφτε στο πάρκο καθώς οι έφηβοι περπατούσαν μέσα στο κρύο και αντάλλασσαν «κουτσομπολιά» από το λύκειο. Όμως ένα αίσθημα έντασης επικράτησε όταν άρχισαν να συζητούν το θέμα της φοίτησής του σε κολέγια. Τα μέλη της λέσχης αντάλλαξαν πληροφορίες για τα σχολεία στα οποία είχαν κάνει αίτηση σε όλη τη χώρα.
Η Odille ανέφερε ότι μπήκε στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης στο Purchase. «Σίγουρα θα μπορούσατε να ξεκινήσετε εκεί μια Λέσχη», είπε η Έλενα Σέρερ, τελειόφοιτη του Μάροου.
«Κόβοντας δρόμο, κατευθύνθηκαν σε ένα μονοπάτι που δεν φωτιζόταν από τους φανούς του πάρκου. Η κουβέντα τους ζωντάνεψε όταν συζήτησαν για την ποίηση του Λιούις Κάρολ, τις συνθέσεις για πιάνο του Ραβέλ και τα δεινά του TikTok. Η Έλενα έδειξε τη Σελήνη στον νυχτερινό ουρανό και εξήγησε πως το φεγγάρι «γεμίζει». Καθώς βάδιζαν μέσα στο σκοτάδι, το μόνο φως που έλαμπε στα πρόσωπά τους ήταν αυτό του φεγγαριού.»
Με πληροφορίες από New York Times