ΤO TOYΡΚΙΚΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΛΟΙΟ έφυγε τελικά το απόγευμα του Σαββάτου, ενώ μέχρι και το μεσημέρι της ίδιας μέρας υπήρχαν φήμες για έκδοση νέας NAVTEX που θα κορύφωνε τις προκλήσεις και θα έφερνε το Oruc Reis πιο κοντά στο Καστελόριζο.
Το ερευνητικό πλοίο αποχώρησε, όπως και τα πλοία του τουρκικού στόλου που το συνόδευαν, προκειμένου να αποφευχθούν τα χειρότερα, δηλαδή οι αποφάσεις για κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας στη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που θα γίνει στις 24-25 Σεπτεμβρίου.
Ο Ταγίπ Ερντογάν αναστάτωσε τους πάντες δημιουργώντας μια τεράστια ένταση στην ανατολική Μεσόγειο, χωρίς να πετύχει τον σκοπό του. Πάνε αρκετές μέρες, και ίσως μερικοί το έχουν ξεχάσει, αλλά ο Τούρκος Πρόεδρος αρχικά είχε απειλήσει και στη συνέχεια έστειλε το Oruc Reis, στην ελληνική –σύμφωνα με το δίκαιο της θάλασσας– αλλά μη οριοθετημένη και διεκδικούμενη και από την Τουρκία υφαλοκρηπίδα, προκειμένου να ακυρώσει η Ελλάδα τη συμφωνία που έκανε με την Αίγυπτο για την οριοθέτηση ΑΟΖ.
Ο Ερντογάν όμως όχι μόνο δεν κατάφερε να ακυρώσει τη συμφωνία, αλλά όσο συνέχιζε τις επιθετικές του ενέργειες, αυτές είχαν τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που προσδοκούσε: δυνάμωσε την Αθήνα και σε επίπεδο συμμαχιών και εξοπλισμών.
Η όλο και πιο απειλητική προοπτική κυρώσεων από την ΕΕ, που η Γερμανία ήθελε να αποφευχθεί με κάθε τρόπο, η επίδειξη ισχύος του Μακρόν με τη σύνοδο Med 7 και η επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών στην Κύπρο έπαιξαν τον ρόλο τους.
Η ελληνική κυβέρνηση όταν διαπίστωσε ότι δεν έχει να περιμένει πολλά από τη Γερμανία, στράφηκε προς τη Γαλλία, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το Ισραήλ, που όπως φαίνεται έδρασαν καθοριστικά και στο προσκήνιο και στο παρασκήνιο. Και παρά τα εμπόδια που συνάντησε για αυτό τους τελευταίους μήνες, η Ελλάδα αποφάσισε να αναβαθμίσει τις ένοπλες δυνάμεις της, αγνοώντας τη δυσαρέσκεια της Γερμανίας που δεν βλέπει με καλό μάτι την αγορά από τη Γαλλία (αλλά δεν μπορεί και να την εμποδίσει).
Η Τουρκία, χωρίς να το θέλει, φρόντισε να πειστούν σχεδόν όλοι για την αναγκαιότητα της αγοράς εξοπλισμών και κανείς δεν μπορεί να πει τίποτα για αυτό τώρα.
Όμως η όλο και πιο απειλητική προοπτική κυρώσεων από την ΕΕ, που η Γερμανία ήθελε να αποφευχθεί με κάθε τρόπο, η επίδειξη ισχύος του Μακρόν με τη σύνοδο Med 7 και η επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών στην Κύπρο έπαιξαν τον ρόλο τους.
Το βασικότερο, ωστόσο, είναι ότι όχι μόνο δεν κέρδιζε κάτι η Τουρκία όσο το συνέχιζε, αφού ο εκβιασμός δεν πέρασε, αλλά σώρευε και αρνητικές συνέπειες για αυτήν, από το αντιτουρκικό μέτωπο που δημιουργήθηκε εναντίον της μέχρι τη ζημιά της «επακούμβησης» σε τουρκική φρεγάτα και την ενίσχυση της θέσης της Ελλάδας.
Η αποχώρηση του Oruc Reis συνέπεσε με την επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, στην Κύπρο, το Σάββατο το βράδυ και φυσικά δεν πρόκειται για σύμπτωση.
Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν και στον τύπο, ο Μάικ Πομπέο φέρεται να είχε ενημερώσει τον Πρόεδρο της Κύπρου, Νίκο Αναστασιάδη, ότι οι Τούρκοι δεν θα ανανέωναν τη NAVTEX. Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών λέγεται ότι συζήτησε και τις τουρκικές ενέργειες στην κυπριακή ΑΟΖ, καθώς το ερευνητικό Barbaros και το γεωτρύπανο Yavuz εξακολουθούν να παραβιάζουν τα κυριαρχικά δικαιώματά της, αναφέροντας ότι θα επανέλθει σύντομα και γι' αυτό το ζήτημα, ενώ παραδέχθηκε ότι παραμένει ανήσυχος.
Στο εσωτερικό της Τουρκίας η αποχώρηση του Oruc Reis παρουσιάστηκε σαν μία κίνηση καλής θέλησης της Τουρκίας, ενώ η φιλοκυβερνητική εφημερίδα Γενί Σιαφάκ έγραψε για «Διάλειμμα λόγω εργασιών για διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ».
Ο κίνδυνος αναζωπύρωσης της έντασης φυσικά δεν έχει εξαλειφθεί, αντιθέτως παραμένει παρά την υποχώρηση της Τουρκίας, για την οποία κανείς δεν ξέρει αν είναι προσωρινή ή όχι. Ο υπουργός Άμυνας Χουλουσί Ακάρ, άλλωστε, με τις δηλώσεις του στην ουσία είπε ότι το ερευνητικό θα ξαναβγεί στην περιοχή όταν θα κρίνει η Τουρκία.
Μένει να δούμε τις επόμενες μέρες αν θα δρομολογηθεί η επιστροφή στις διερευνητικές επαφές Αθήνας-Άγκυρας, καθώς ο Έλληνας πρωθυπουργός δήλωσε για άλλη μια φορά την ελληνική θέση, ότι η Ελλάδα συζητά μόνο για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ και αν δεν τα βρούμε, τότε να πάμε στη Χάγη. Η Τουρκία όμως ζητά διάλογο χωρίς όρους και προϋποθέσεις, ενώ δεν δέχεται ως διαφορά μόνο αυτά που συζητάει η Ελλάδα.
Το επόμενο διάστημα, ειδικά μέχρι τις αμερικανικές εκλογές, θα είναι μια επικίνδυνη περίοδος σύμφωνα με τους περισσότερους αναλυτές, καθώς όσο στην εξουσία βρίσκεται ο Ντόναλντ Τραμπ, ο Ερντογάν θεωρεί ότι θα έχει –τουλάχιστον– την ανοχή του Λευκού Οίκου, ο οποίος ως τώρα όμως δεν κατάφερε να τον σώσει. Αντιθέτως το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εμφανίζεται πολύ πιο δραστήριο και σε διαφορετική κατεύθυνση, καθώς θεωρεί ότι από όλα αυτά που προκαλεί ο Ερντογάν τελευταία, αυτή που επωφελείται είναι η Ρωσία.