Ο Καναδάς υποδέχθηκε τον τελευταίο χρόνο περίπου 800 πρόσφυγες Γεζίντι από το Ιράκ, μέλη μιας μειονότητας που υπέστη διωγμό από την τζιχαντιστική οργάνωση Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ), ανακοίνωσε την Πέμπτη ο καναδός υπουργός Μετανάστευσης Άχμεντ Χουσέν.
Το καναδικό κοινοβούλιο είχε εγκρίνει πριν από έναν χρόνο μια απόφαση με την οποία χαρακτήριζε «γενοκτονία» τις ωμότητες που υπέστησαν οι Γεζίντι στο βόρειο Ιράκ και υποσχόταν η χώρα να υποδεχθεί 1.200 «πολύ ευάλωτους επιζήσαντες».
«Είμαι σήμερα υπερήφανος που ανακοινώνω ότι περίπου 800 γυναίκες και κορίτσια, καθώς και άλλοι επιζήσαντες (των διωγμών) του ΙΚ έχουν ήδη φθάσει εδώ κι έχουν αρχίσει να ξαναφτιάχνουν τη ζωή τους στον Καναδά χάρη στην υποστήριξη ιδιωτών και κοινοτήτων», δήλωσε στο κοινοβούλιο ο Άχμεντ Χουσέν.
«Συνεχίζει να με εκπλήσσει η γενναιοδωρία και η συμπόνια που έδειξαν οι Καναδοί απέναντι σε αυτή την πολύ ευάλωτη (εθνοτική) ομάδα», πρόσθεσε ο Χουσέν, κι ο ίδιος πρόσφυγας από τη Σομαλία που μετεγκαταστάθηκε στον Καναδά.
Οι Γεζίντι, μια μειονότητα που μιλάει την κουρδική γλώσσα με προϊσλαμική θρησκεία που έλκει εν μέρει την καταγωγή της από τον ζωροαστρισμό, δεν είναι Άραβες ούτε μουσουλμάνοι και το ΙΚ τους θεωρεί αιρετικούς πολυθεϊστές.
Χιλιάδες γυναίκες και έφηβες, ειδικά αυτές που ανήκαν στη μειονότητα των Γεζίντι, υπέστησαν φρικιαστική μεταχείριση στις περιοχές που έλεγχε το ΙΚ—βιασμούς, απαγωγές, δουλεία και άλλες μορφές απάνθρωπης συμπεριφοράς—σημείωνε στα τέλη του Αυγούστου ο ΟΗΕ.
Το 2014, οι τζιχαντιστές προχώρησαν στη σφαγή χιλιάδων Γεζίντι σε μια από τις περιοχές όπου ζούσαν οι περισσότεροι μειονοτικοί, το όρος Σίντζαρ, στο βόρειο Ιράκ, και πήραν ομήρους χιλιάδες γυναίκες και έφηβες, μετατρέποντας πολλές σε σεξουαλικές σκλάβες.
Περίπου 3.000 από αυτές συνεχίζουν να ζουν στην αιχμαλωσία, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Αποστολής των Ηνωμένων Εθνών για την Αρωγή στο Ιράκ και της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Από τα τέλη του Νοεμβρίου του 2015, ο Καναδάς έχει υποδεχθεί επίσης πάνω από 40.000 πρόσφυγες από τη Συρία.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ/AFP