Νέο βιβλίο δίνει πληροφορίες για την άγνωστη ιστορία των περίπου 200 γυναικών δημοσιογράφων, από 29 χώρες, που είχαν καλύψει τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο.
Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και ο Άρθουρ Κέστλερ ήταν μεταξύ των συγγραφέων που έχτισαν τ' όνομά τους με ρεπορτάζ για τον πόλεμο. Ο Μπερνάρντο Ντιάθ Νόστι στο βιβλίο του «Periodistas extranjeras en la Guerra Civil» (Ξένες γυναίκες δημοσιογράφοι στον Εμφύλιο Πόλεμο) αποκαλύπτει, όμως, και τις ιστορίες 183 γυναικών που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή.
Τα γραπτά τους έδωσαν νέα οπτική στη σύγκρουση μεταξύ 1936-1939, διαφορετική από τις αρρενωπές και πολεμοχαρείς ιστορίες της ζωής στο μέτωπο, όπως αναφέρεται στο βιβλίο των 900 σελίδων.
Ενδιαφέρονταν λιγότερο για «την μάτσο ανταγωνιστικότητα της βίας» αναφέρει ο Νόστι, καθηγητής δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα.
Ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος ήταν ο πρώτος κατά τον οποίο εξαπολύθηκαν αεροπορικές επιθέσεις αδιακρίτως και οι γυναίκες δημοσιογράφοι ενδιαφέρονταν περισσότερο για τις επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή των αμάχων και όχι για τις επικές ιστορίες μάχης.
«Ο θάνατος δεν υπήρχε μόνο στην πρώτη γραμμή» λέει ο συγγραφέας, «αλλά και στην οπισθοφυλακή, χτυπώντας τους ανυπεράσπιστους των οποίων η προστασία και η επιβίωση εξαρτιόταν κυρίως από τις γυναίκες».
«Υπάρχει ένας σιωπηλός ηρωισμός στα δεινά των ηλικιωμένων και γυναικόπαιδων, που δεν φαίνεται να εντοπίζεται στις καλύψεις του μετώπου. Ακόμα και όταν γυναίκες πήγαν εκεί, μετέδιδαν με μία πιο ανθρωπιστική ματιά για το πώς υποφέρουν οι νέοι άνδρες».
Στο μέτωπο είχαν μεταβεί γυναίκες από Καναδά, Περού, Βρετανία, ΗΠΑ, Γαλλία, Γερμανία αλλά και Αργεντινή, Αυστρία, Ιταλία και Ρωσία.
Η Αμερικανίδα Μάρθα Γκέλχρον, ήταν μία εκ των δημοσιογράφων η δουλειά της οποίας στην εμφύλια σύρραξη είναι αρκετά γνωστή. Σύμφωνα με τον Νόστι, η Γαλλίδα Ελέν Γκοσέ, που βρέθηκε στη χώρα τη μαύρη εκείνη περίοδο, σημείωσε πως οι γυναίκες ήταν ειρηνίστριες, εκ φύσεως, και τα παιδιά που πέθαιναν κάθε μέρα από τους βομβαρδισμούς «θυσιάζονταν στον βωμό της ανδρικής τρέλας».
Πολλές από τις δημοσιογράφους «ήταν Εβραίες, πολλές μέλη κομμουνιστικών κομμάτων, μεταξύ αυτών Γερμανίδες και Ιταλίδες εξόριστες, που ζούσαν στο Παρίσι, το Λονδίνο και πήγαν στον πόλεμο για προάσπιση της Δημοκρατίας και καταπολέμηση του ρατσισμού» γράφει ο καθηγητής.
Τέτοια ήταν και η περίπτωση της Γκέρντα Τάρο, εύπορης Εβραίας από την Πολωνία, η οποία το είχε σκάσει από τους Ναζί. Ταξίδεψε στην Ισπανία ως φωτογράφος, μαζί με τον σύντροφό της Έντρε Έρνο Φρίντμαν, και οι φωτογραφίες τους είχαν δημοσιευτεί με το ψεύτικο όνομα Ρόμπερτ Κάπα. Η Τάρο είχε σκοτωθεί σε ατύχημα, προς το τέλος του πολέμου, όταν την πάτησε τανκ.
Άλλη μία, η Αυστριακή Ίλσε Γουλφ, επίσης Εβραία, μετά την κάλυψη του πολέμου πήγε στο Λονδίνο όπου και έκανε αντιναζιστικές εκπομπές για το BBC.
«Πολύ μεγάλη μερίδα εκ των γυναικών που ήρθαν είχαν πανεπιστημιακή μόρφωση και προέρχονταν από τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Ανήσυχες γυναίκες, που ήθελαν να έρθουν σε ρήξη με τις συμβατικές ιδέες».
Μεταξύ των πολλών Βρετανίδων, ήταν και η Τζόσι Σέρκλιφ, η οποία έγραφε για την Daily Herald με το ψευδώνυμο Χοσέ Σέρκλιφ. Έγινε η ανταποκρίτρια των Times στη Λισαβόνα, όπου - κατά πληροφορίες - εργαζόταν και ως κατάσκοπος.
Η Κέιτ Μάνγκαν, καλλιτέχνης και ηθοποιός, έλαβε μέρος σε αποστολή των Διεθνών Ταξιαρχιών, αλλά κατέληξε να γράφει για τον δημοκρατικό Τύπο στη Βαλένθια. Το «Never More Alive» (Ποτέ ξανά τόσο ζωντανή), τα απομνημονεύματά της για την περίοδο που πέρασε στην Ισπανία, εκδόθηκε το 2020, με τη συνδρομή του ιστορικού Πολ Πρέστον.
Στη δεκαετία του 1930, οι γυναίκες απολάμβαναν στιγμές μεγάλης ελευθερίας, αναφέρει ο Νόστι, και διαπίστωσαν ότι είχαν πολλά να χάσουν εάν επικρατούσε ο φασισμός. «Ήταν εκείνες που προειδοποίησαν πως εάν δεν νικιόταν ο φασισμός στην Ισπανία, θα οδηγούσε σε πόλεμο στην Ευρώπη».
Πάνω από το 90% από τις δημοσιογράφους δραστηριοποιούνταν σε δημοκρατικές ζώνες, οι οποίες ήταν πιο προσιτές στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αλλά είχαν και πιο σύγχρονες απόψεις για το ρόλο της γυναίκας. Οι περισσότερες έγραφαν, επίσης, για αριστερές ή κεντροαριστερές εκδόσεις.
Δεν έλειψαν, ωστόσο, και εκείνες που συντάχθηκαν με την άλλη πλευρά. Η Γκέρτρουντ Γκάφνεϊ, για παράδειγμα, που έγραφε για τον Independent, είδε τον Φράνκο ως αντίδοτο στην άθεη αποστολή του κομμουνισμού.
Η ανταποκρίτρια του Reuters, Ντόρα Λέοναρντ, έγινε η προσωπική δασκάλα αγγλικών του δικτάτορα αλλά και έκανε εκπομπές στο αγγλικό και το ισπανικό κρατικό ραδιόφωνο, μέχρι την απόσυρσή της από τον χώρο.
Με πληροφορίες από Guardian