Μετά την αποτυχία των ρωσικών δυνάμεων να εξασφαλίσουν μια γρήγορη νίκη επί της Ουκρανίας, ανώτεροι αξιωματούχοι των ΗΠΑ βλέπουν ενδείξεις ότι το Κρεμλίνο στρέφεται σε μια νέα στρατηγική για την εξασφάλιση των βασικών εδαφικών στόχων, επιδιώκοντας παράλληλα να εξαναγκάσει την ουκρανική κυβέρνηση σε ουδετερότητα μεταξύ Ρωσίας και Δύσης.
Στην αρχή του πολέμου, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους εκτιμούσαν πως οι στόχοι του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν ότι περιλάμβαναν την κατάληψη του Κιέβου μέσα σε λίγες ημέρες και την αντικατάσταση της κυβέρνησης του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι με ένα φιλορωσικό καθεστώς.
Τίποτα από αυτά δεν έγινε πραγματικότητα και ανώτερος Αμερικανός αξιωματούχος δήλωσε στη Wall Street Journal πως μετά από περισσότερες από τρεις εβδομάδες εξαντλητικής μάχης όπου η Ουκρανία προβάλλει σθεναρή αντίσταση, ο Πούτιν εξωθείται να προσαρμόσει τη στρατηγική του.
Η νέα εκτίμηση των προθέσεων του κ. Πούτιν - όπως τις αναλύουν ανώτεροι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπάιντεν - είναι να υποχρεώσει το Κίεβο να αποδεχθεί τις ρωσικές διεκδικήσεις στα νότια και ανατολικά εδάφη της Ουκρανίας. Έχοντας καταλάβει τόσο την Κριμαία όσο και περιοχές του Ντονμπάς το 2014, η Ρωσία επιδιώκει να εξασφαλίσει μια «χερσαία γέφυρα» μεταξύ της δυτικής Ρωσίας και της χερσονήσου της Κριμαίας και να επεκτείνει τον ρωσικό έλεγχο στο Ντονμπάς.
Ο κ. Πούτιν θα συνεχίσει να ασκεί στρατιωτική πίεση, σφυροκοπώντας ουκρανικές πόλεις, θέλοντας να εξαναγκάσει τον Ζελένσκι να εγκαταλείψει τις ελπίδες του να ενταχθεί στη Δύση και να συμφωνήσει σε ένα ουδέτερο καθεστώς και άλλες ρωσικές απαιτήσεις.
Σε περίπτωση που οι απαιτήσεις του Πούτιν απορριφθούν, «εκτιμάται ότι θα προσπαθήσει να κρατήσει όλο το έδαφος που έχουν καταλάβει οι δυνάμεις του και να συνεχίσει να πολεμά», λένε Αμερικανοί αξιωματούχοι. «Από τις στρατιωτικές αναλύσεις μας, φαίνεται ότι επιστρέφει σε τακτικές πολιορκίας», δήλωσε άλλος Αμερικανός αξιωματούχος.
Για τους πολιορκημένους πολίτες της Ουκρανίας, η αλλαγή στρατηγικής σημαίνει εβδομάδες - πιθανώς μήνες - επιθέσεων από έναν αποδυναμωμένο ρωσικό στρατό, ο οποίος συχνά αρκείται στο να ρίχνει πυραύλους από απόσταση, είπαν. Η αλλαγή αυτή έχει σχεδιαστεί για να πιέσει την κυβέρνηση του Ζελένσκι να παραδώσει εδάφη.
Η αξιολόγηση του "σχεδίου Β" του Πούτιν, όπως το αποκάλεσε ένας αξιωματούχος, συνοδεύεται από ορισμένες σημαντικές επιφυλάξεις. Αμερικανοί αξιωματούχοι σημειώνουν ότι ο Πούτιν μπορεί να διευρύνει τους πολεμικούς του στόχους, εάν ο στρατός του σημειώνει μεγαλύτερες επιτυχίες εναντίον των δυνάμεων της Ουκρανίας. Το καθεστώς της πρωτεύουσας παραμένει ένα ανοιχτό ζήτημα και δεδομένης της σθεναρής ουκρανικής αντίστασης, δεν είναι σαφές εάν ο ρωσικός στρατός μπορεί να συγκεντρώσει επαρκή στρατεύματα για να αποκλείσει στενά το Κίεβο και να καταλάβει την ουκρανική πρωτεύουσα, σχολιάζουν ορισμένοι Αμερικανοί αξιωματούχοι.
Δεν συμφωνούν όλοι
Η ερμηνεία της στρατηγικής του Πούτιν δεν είναι αποτέλεσμα επίσημης αξιολόγησης της κοινότητας των μυστικών υπηρεσιών, αλλά αποτελεί την άποψη ορισμένων Αμερικανών αξιωματούχων με πρόσβαση σε διαβαθμισμένες πληροφορίες, οι οποίοι σε καμία περίπτωση δεν λένε ότι η στρατηγική θα αποδώσει. Ορισμένοι αναλυτές σημειώνουν τη δυσκολία αξιολόγησης των στόχων και των σκοπών του κ. Πούτιν και είναι επιφυλακτικοί στις εξωτερικές αναλύσεις του πεδίου της μάχης.
«Ο στόχος του δεν έχει αλλάξει καθόλου» δήλωσε ο Daniel Fried, πρώην ανώτερος αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο οποίος διετέλεσε πρέσβης των ΗΠΑ στην Πολωνία. «Αυτό που έχει αλλάξει είναι η τακτική του». «Ο γρήγορος αποκεφαλισμός της ουκρανικής κυβέρνησης δεν λειτούργησε», δήλωσε ο κ. Fried. «Τώρα θέλει απλώς να τη σφυροκοπεί επειδή αντιστέκεται και επομένως πρέπει να εκκαθαριστεί. Είναι σταλινικό».
Προς το παρόν, οι ρωσικές δυνάμεις αντιμετωπίζουν τεράστιες προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της ελαττωματικής υλικοτεχνικής υποδομής, της ελλιπούς προμήθειας πυρομαχικών ακριβείας και των αυξανόμενων απωλειών, που ενδεχομένως αγγίζουν τους 7.000 νεκρούς Ρώσους στρατιώτες στη μάχη, σύμφωνα με υπολογισμούς των ΗΠΑ.
Στη Μαριούπολη και σε άλλες πόλεις, οι δυνάμεις της Ρωσίας έχουν επιστρέψει σε ορισμένες από τις τακτικές πολιορκίας που εφάρμοσαν στο Γκρόζνι το 1999 και το 2000 κατά τη διάρκεια του δεύτερου πολέμου της Τσετσενίας, όταν ο Πούτιν ανέβηκε στην εξουσία ως πρωθυπουργός και στη συνέχεια ως πρόεδρος.
Στην Τσετσενία, οι ρωσικές δυνάμεις προσπάθησαν να αποκτήσουν τον έλεγχο μιας μεγάλης πόλης. Στην Ουκρανία, η Ρωσία αντιμετωπίζει μια διαφορετική πρόκληση αφού προσπαθεί να αποκτήσει τον έλεγχο πολλών πόλεων σε μια χώρα που είχε πληθυσμό 44 εκατομμυρίων.
Μετά από εβδομάδες σκληρών μαχών, τα ρωσικά στρατεύματα έχουν εισχωρήσει στους δρόμους του λιμανιού της Μαριούπολης, ενός σημαντικού στρατηγικού στόχου για τη Μόσχα, που επιδιώκει να δημιουργήσει έναν διάδρομο από τη χερσόνησο της Κριμαίας προς τη δυτική Ρωσία. Ο έλεγχος της πόλης θα δώσει στους Ρώσους μια νίκη στο πεδίο της μάχης, η οποία όμως θα επιτευχθεί με υψηλό κόστος.
«Είδαμε σκόπιμες στοχοποιήσεις πόλεων και κωμοπόλεων και αμάχων σε όλη τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων», δήλωσε ο υπουργός Άμυνας Λόιντ Όστιν την Κυριακή στο CBS News. Η Ρωσία, «λαμβάνει τέτοιου είδους μέτρα επειδή η εκστρατεία του έχει κολλήσει.»
Μετά τους αρχικούς γύρους διαπραγματεύσεων, το χάσμα Ουκρανίας και Ρωσίας παραμένει αγεφύρωτο σε βασικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων του Κρεμλίνου να αναγνωρίσει η κυβέρνηση Ζελένσκι τη ρωσική κυριαρχία στην Κριμαία, να παραχωρήσει επίσημα τον έλεγχο της περιοχής του Ντονμπάς και να παραιτηθεί από τη μακροπρόθεσμη φιλοδοξία της να ενσωματωθεί με τη Δύση, συμπεριλαμβανομένου του στόχου της να ενταχθεί τελικά στο ΝΑΤΟ».
Ο John Herbst, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ουκρανία, συμφώνησε ότι ο ρωσικός στρατός έχει αλλάξει την τακτική του στο πεδίο της μάχης, αλλά δήλωσε ότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη πως ο Πούτιν έχει υποχωρήσει από τις ύψιστες απαιτήσεις του.
Ο κύριος σκοπός του Πούτιν που συμφώνησε σε συνομιλίες με την Ουκρανία, είπε ο κ. Herbst, ήταν να ενθαρρύνει τη Δύση να προσφέρει παραχωρήσεις, δημιουργώντας παράλληλα την εντύπωση στο ρωσικό κοινό ότι είναι ανοιχτός στη διπλωματία. Αλλά στις συνομιλίες δεν ηγείται, από τη ρωσική πλευρά, κάποιος υψηλόβαθμος αξιωματούχος.
«Νομίζω ότι ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο επειδή συνειδητοποίησε ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά στο πεδίο της μάχης», δήλωσε ο κ. Herbst. «Εξακολουθεί να προσπαθεί να κερδίσει τον πόλεμο στο πεδίο της μάχης, αλλά δημοσίως δεν υποστηρίζει τίποτα άλλο πέρα από τη μαξιμαλιστική λίστα των απαιτήσεών του.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν θα μεταβή στις Βρυξέλλες για τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ την Πέμπτη και θα συμμετάσχει επίσης σε συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ο Μπάιντεν έχει δεχθεί τόσο επαίνους όσο και επικρίσεις στην πατρίδα του για τον χειρισμό της κρίσης. Ορισμένοι πολιτικοί συνεχίζουν να προωθούν ένα σχέδιο που θα μπορούσε να προμηθεύσει μαχητικά αεροσκάφη MiG-29 σοβιετικής κατασκευής στην Ουκρανία, μια ιδέα που ο Μπάιντεν και οι σύμβουλοί του έχουν απορρίψει.
Ο Ζελένσκι προσπάθησε να ασκήσει πίεση στον Μπάιντεν και στους ηγέτες άλλων χωρών για τη δημιουργία ζώνης απαγόρευσης πτήσεων ώστε να προστατευθεί η χώρα του από αεροπορικές επιθέσεις. Οι ΗΠΑ και οι χώρες του ΝΑΤΟ απορρίπτουν την πρόταση και περιορίζονται στην αποστολή περισσότερων συστημάτων αεράμυνας στην Ουκρανία, ώστε οι Ουκρανοί να μπορούν να υπερασπιστούν καλύτερα τον εναέριο χώρο τους μόνοι τους.
Την περασμένη εβδομάδα, ο Μπάιντεν προανήγγειλε ότι οι ΗΠΑ θα στείλουν επιπλέον 800 εκατομμύρια δολάρια σε βοήθεια για την ασφάλεια στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων αντιαεροπορικών συστημάτων Stinger που θα βοηθήσουν την Ουκρανία να υπερασπιστεί τον εναέριο χώρο της, αλλά και αντιαρματικών πυραύλων Javelin.
Η Ρωσία λέει ότι έχει εκτοξεύσει δύο υπερηχητικούς πυραύλους τις τελευταίες ημέρες σε μια προφανή προσπάθεια να δείξει ότι θα μπορούσε να ξεπεράσει μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων και οποιαδήποτε αεράμυνα θα μπορούσε να αναπτύξει η Ουκρανία, λένε οι ειδικοί. Ο κ. Όστιν δήλωσε στην τηλεοπτική του εμφάνιση ότι δεν θα «επιβεβαιώσει ούτε θα αμφισβητήσει» ότι οι Ρώσοι χρησιμοποίησαν ένα τέτοιο όπλο. Πρόσθεσε όμως ότι ο συγκεκριμένος πύραυλος «δεν ήταν κάτι που θα άλλαζε το παιχνίδι».
Με πληροφορίες από Wall Street Journal