Η κυβέρνηση κατάλαβε το μέγεθος της τραγωδίας όταν άρχισε να μετράει νεκρούς. Ως τότε υποβάθμιζε την καταστροφή και τα κυβερνητικά στελέχη μιλούσαν για υπερβολές του ΣΚΑΪ. Εκατοντάδες άνθρωποι έτρεχαν αβοήθητοι και απεγνωσμένοι για να σωθούν, χωρίς να έχει μπει σε εφαρμογή κανένα σχέδιο από την πολιτεία και την τοπική αυτοδιοίκηση.
Ο κρατικός μηχανισμός ήταν σε παράλυση, αλλά οι υπουργοί και τα κυβερνητικά στελέχη κατήγγελλαν όποιον τολμούσε να κάνει την αυτονόητη και τραγική διαπίστωση, καθώς βασική τους έγνοια εκείνες τις πρώτες ώρες έμοιαζε να είναι η αποφυγή του πολιτικού κόστους.
Σαν ένα μεγάλο πάρτι φανταζόταν τις μέρες αυτές η κυβέρνηση, αλλά, αντ' αυτού, κήρυξε στη χώρα δημόσιο πένθος λόγω της καταστροφικής πυρκαγιάς που πήρε διαστάσεις εθνικής καταστροφής.
Ο πρωθυπουργός, πάντως, πήρε το ρίσκο να πάει στην ανούσια εκδήλωση της Βοσνίας, ενώ είχε ξεσπάσει ήδη η καταστροφική πυρκαγιά που εξελίχθηκε σε τραγωδία. Προφανώς, υπήρξε αδυναμία να προβλέψει την εξέλιξη αυτή με βάση την ενημέρωση που του παρείχε το επιτελείο του, ωστόσο η απόφαση ήταν ενδεικτική τόσο της διορατικότητας όσο και των προτεραιοτήτων του.
Τη Δευτέρα ήταν η βράβευση του πρωθυπουργού από μια ΜΚΟ της Βοσνίας για τη «συμβολή του στην ειρήνη στα Βαλκάνια». Την Τρίτη θα γινόταν η δεξίωση για την αποκατάσταση της δημοκρατίας και για τις 20 Αυγούστου ετοίμαζαν τη μεγάλη φιέστα για την υποτιθέμενη έξοδο από τα μνημόνια.
Από την εκδήλωση στη Βοσνία ο Αλέξης Τσίπρας αναγκάστηκε να επιστρέψει άρον-άρον (αφού πρώτα πήρε το ρίσκο να πάει, ενώ μαινόταν ήδη η πυρκαγιά). Η δεξίωση για την αποκατάσταση της δημοκρατίας αναβλήθηκε.
Και η φιέστα της «εξόδου από τα μνημόνια», αν δεν μετατεθεί, είναι βέβαιο ότι δεν θα έχει τα αποτελέσματα που προσδοκούσε το Μαξίμου, καθώς η οργή για την απώλεια τόσων ζωών δεν θα υποχωρήσει εύκολα, όποια επικοινωνιακή διαχείριση και αν κάνουν.
Προκαλεί εντύπωση, ωστόσο, ότι το κύριο μέλημα των κυβερνητικών αυτές τις ώρες ήταν να μην κυριαρχήσει στον δημόσιο λόγο η συζήτηση περί πολιτικών ευθυνών καθώς και η αποφυγή της ανάληψής τους, ρίχνοντας το φταίξιμο οπουδήποτε αλλού.
Η πρώτη αντίδραση ήταν η υποτίμηση της πυρκαγιάς και η κριτική στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ ότι υπερβάλλει για το μέγεθος της καταστροφής προκειμένου να πλήξει την κυβέρνηση. Η δημόσια τηλεόραση και τα κρατικά ΜΜΕ, σε αντίθεση με τον ΣΚΑΪ, ακολουθούσαν την κυβερνητική γραμμή, επιχειρώντας να καθησυχάσουν την κοινή γνώμη, μέχρι που η καταστροφή δεν μπορούσε να αγνοηθεί άλλο πια.
Ο πρωθυπουργός μίλησε για «ασύμμετρη απειλή», ένα κυβερνητικό κλισέ το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ λοιδορούσε όσο ήταν εκτός εξουσίας. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση που είχε κάνει το 2007 ο Φώτης Κουβέλης ως στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ για τις πυρκαγιές που είχαν ξεσπάσει στην Ηλεία.
«Οι πυρκαγιές ήταν όντως μεγάλες» είχε πει, αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογούσε τη θεωρία των «ασύμμετρων απειλών», τις οποίες κατήγγελλε ότι η τότε κυβέρνηση επικαλέστηκε για να αποσείσει τις τεράστιες ευθύνες της.
Τα ίδια και χειρότερα έλεγαν ο Αλέξης Τσίπρας και η Κουμουνδούρου, που υποστήριζαν ότι η κυβέρνηση είχε «γελοιοποιηθεί πλήρως με τα επικοινωνιακά της ευρήματα περί ασύμμετρης απειλής».
Αυτά ακριβώς, δηλαδή, που σήμερα επαναλαμβάνουν οι ίδιοι, παρότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ποια μπορεί να είναι η ασύμμετρη απειλή, όταν όλοι γνώριζαν ότι λόγω της υψηλής θερμοκρασίας και των πολλών μποφόρ η μέρα ήταν εξαιρετικά επικίνδυνη για πυρκαγιές.
Η 23η Ιουλίου ήταν γνωστό ότι θα ήταν ημέρα υψηλού κινδύνου πυρκαγιάς. Συγκεκριμένα, ήταν η πρώτη μέρα υψηλού κινδύνου φέτος, για την οποία είχαν προειδοποιήσει οι μετεωρολόγοι, παρ' όλα αυτά ο κρατικός μηχανισμός αιφνιδιάστηκε.
Ο γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, Γιάννης Καπάκης (πρόταση του υπουργού Τόσκα, στέλεχος και αυτός της ομάδας «Πράττω» του Ν. Κοτζιά), στις 19 Ιουλίου, σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ, διαβεβαίωνε ότι έχουν πάρει όλα τα μέτρα και ότι είναι σε πλήρη ετοιμότητα. Την ημέρα της πυρκαγιάς, ωστόσο, διαπιστώθηκε ότι η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας αντιλήφθηκε την έκταση της καταστροφής όταν ήταν ήδη πολύ αργά και στους τόπους της φωτιάς είχαν αρχίσει να μετράνε τους πρώτους νεκρούς.
Είναι χαρακτηριστικά τα δημοσιεύματα του κρατικού πρακτορείου ειδήσεων, που ενώ η πυρκαγιά στην Κινέτα κινούνταν ανεξέλεγκτα από τις 12 το μεσημέρι που είχε στείλει σήμα στην Πυροσβεστική, το ΑΠΕ διαβεβαίωνε γύρω στις 15:00 ότι «δεν ελλοχεύει, αυτή την ώρα τουλάχιστον, κίνδυνος για κατοικημένες περιοχές», για να το αλλάξει λίγο μετά, προσεγγίζοντας τις πραγματικές διαστάσεις.
Ενδιαφέρον έχει όμως και ο τρόπος που αντιμετώπισε την καταστροφική πυρκαγιά το Μέγαρο Μαξίμου και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ο οποίος έχει δημιουργήσει έναν μηχανισμό προστασίας γύρω του, ώστε να μην τον αγγίζει καμία κριτική και να μην του αποδίδεται καμία ευθύνη.
Την 23η Ιουλίου ήταν προγραμματισμένη η βράβευσή του στο Μόσταρ της Βοσνίας από μία −όχι σπουδαία− ΜΚΟ. Εκεί θα παρευρισκόταν, μαζί με άλλους Βαλκάνιους ηγέτες, και για κάποιον λόγο αυτή η (ασήμαντη επί της ουσίας) εκδήλωση είχε μεγάλη σημασία για εκείνον.
Όταν ο Αλέξης Τσίπρας πέταξε για τη Βοσνία, η πυρκαγιά είχε ήδη ξεσπάσει. Προτίμησε, λοιπόν, να πάει στη βράβευση της ΜΚΟ παρά να μείνει, παραβλέποντας τον κίνδυνο.
Στο μεταξύ, και ενώ η φωτιά κατέκαιγε ανεξέλεγκτη, όλος ο κρατικός μηχανισμός καθυστερούσε εντυπωσιακά να δώσει την πραγματική και μεγάλη εικόνα. Ακόμα και η Πυροσβεστική αργά το βράδυ έκανε την πρώτη ανακοίνωσή της, ενώ κοντά στις 7 το απόγευμα το Μαξίμου έστελνε στα ΜΜΕ φωτογραφίες από τις πρώτες συναντήσεις του Τσίπρα από τη φιέστα της Βοσνίας.
Όταν η κυβέρνηση συνειδητοποίησε την απώλεια του ελέγχου, αποφάσισε να αναγνωρίσει το πρόβλημα και ο πρωθυπουργός να δηλώσει ότι ενημερώνεται και εκεί, μετά τις 9, να ανακοινώσει ότι θα επιστρέψει (καθώς ήταν βέβαιο ότι υπήρχαν νεκροί και η κατάσταση είχε ξεφύγει).
Η ροή της πραγματικής ενημέρωσης από τους δημόσιους φορείς καθυστέρησε πάρα πολύ και μόνο μετά τη μεταμεσονύχτια επίσκεψη του Τσίπρα στο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων της Πυροσβεστικής άρχισε αργά και διστακτικά να αποκαλύπτεται το πραγματικό μέγεθος της καταστροφής. Αυτό είναι το αντικειμενικό γεγονός. Αν πρόκειται για σύμπτωση ή για εσκεμμένη πολιτική απόφαση, δεν είναι γνωστό.
Ο πρωθυπουργός, πάντως, πήρε το ρίσκο να πάει στην ανούσια εκδήλωση της Βοσνίας, ενώ είχε ξεσπάσει ήδη η καταστροφική πυρκαγιά που εξελίχθηκε σε τραγωδία. Προφανώς, υπήρξε αδυναμία να προβλέψει την εξέλιξη αυτή με βάση την ενημέρωση που του παρείχε το επιτελείο του, ωστόσο η απόφαση ήταν ενδεικτική τόσο της διορατικότητας όσο και των προτεραιοτήτων του.
Η αρχική χαλαρότητα της κυβέρνησης και του κρατικού μηχανισμού είναι επίσης γεγονός και ενδεικτικές της υποβάθμισης της απειλής από πλευράς τους ήταν οι κατηγορίες περί υπερβολών εναντίον των ΜΜΕ που μετέδιδαν ως εκείνη την ώρα μια μικρή μόνο εικόνα από την πραγματική τραγωδία.
Η έκβαση της κατάσβεσης μιας πυρκαγιάς κρίνεται πάντα από την αρχική επέμβαση, έγραψε σε άρθρο του στην «Καθημερινή» ο Kώστας Συνολάκης, καθηγητής Φυσικών Καταστροφών στο Πολυτεχνείο Κρήτης και τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Και η κυβέρνηση, όπως και η τοπική αυτοδιοίκηση, τις πρώτες ώρες της πυρκαγιάς ήταν απούσες. Μετά, ήταν αργά.
Πολλοί κυβερνητικοί ζήτησαν να μη γίνει πολιτική κριτική, με την αιτιολογία ότι το θέμα δεν είναι πολιτικό. Ποια είναι, όμως, τότε τα πολιτικά θέματα; Η κυβέρνηση αυτή, με μια θεαματική στροφή που πραγματοποίησε αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, αποδέχτηκε να ακολουθήσει την πολιτική που έχουν επιβάλει στη χώρα οι δανειστές, περιορίζοντας τις αρμοδιότητές της στη διαχείριση του κρατικού μηχανισμού.
Παρά την απαίτηση του επικοινωνιακού επιτελείου της κυβέρνησης «να μην πολιτικοποιούμε το θέμα», αυτό είναι πολιτικό εκ των πραγμάτων. Είναι οι εκλεγμένοι πολιτικοί που ζήτησαν την ψήφο των πολιτών για να διαχειριστούν τον κρατικό μηχανισμό και θα κριθούν από το πώς το έκαναν. Δεν κάνουν όλοι οι πολιτικοί γι' αυτήν τη δουλειά και το αποτέλεσμα τούς κρίνει.
Όσοι νομίζουν ότι η κυβερνητική εξουσία είναι μόνο οι μισθοί και τα προνόμια είναι βέβαιο ότι κάνουν λάθος, γιατί, εκτός από αυτά, υπάρχουν και οι ευθύνες και οι υποχρεώσεις.