Οι πράκτορες είναι πάντα χρήσιμοι στο γράψιμο της Ιστορίας. Κάποτε και για πολλές δεκαετίες οι Αμερικανοί. Σπανίως οι Ρώσοι. Όχι, τουλάχιστον, στην Ελλάδα των μεταπολιτευτικών δημοκρατικών χρόνων, όπου το καυτό θέμα ήταν η Αμερική και όχι η τότε Σοβιετική Ένωση, για την οποία έσταζε μέλι ένα μεγάλο τμήμα του πολιτικού συστήματος και της διανόησης.
Μόνο στη μετεμφυλιακή εποχή το κράτος των νικητών του Εμφυλίου έψαχνε διαρκώς σλαβο-κομμουνιστές και κρυμμένα ρούβλια. Τα «ρούβλια» ήταν ακριβώς όπως τα «δολάρια» στη φαντασία του ελληνικού αντιαμερικανισμού: απόδειξη εκμαυλισμού και συνωμοτικής δράσης.
Τώρα, λοιπόν, τα ρεπορτάζ για τη ρωσική ανάμειξη στη χώρα με αφορμή τον ευαίσθητο μακεδονικό χώρο και τη συμφωνία με τα Σκόπια φαίνεται να σκάβουν ξανά ένα παράξενο παρελθόν. Οι περισσότεροι μιλούν για αμερικανο-ρωσική διένεξη μέσα από τις πρεσβείες, το υπουργείο Εξωτερικών, ομογενείς επιχειρηματικές φυσιογνωμίες ή αθωνικές διασυνδέσεις.
Η Ρωσία φαίνεται να ενισχύει ή να ενθαρρύνει όλες τις κινήσεις κατακερματισμού και αποδυνάμωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης: αποσχιστικές και ρετζιοναλιστικές κινήσεις, ριζοσπάστες εθνικιστές και «μεταφασίστες», όπως τους αποκαλεί ο ιστορικός Έντσο Τραβέρσο. Η επιδίωξη των Ρώσων είναι η ήδη κλονισμένη αυτοπεποίθηση της Δύσης να μην ξεπεραστεί σε μια νέα ενοποιητική δυναμική απαλλαγμένη από τα λάθη, τις στρατηγικές αμηχανίες και τα βαριά πολιτικά σφάλματα της προηγούμενης φάσης.
Αν όμως επιστρέψουμε για λίγο στον Ψυχρό Πόλεμο, η συζήτηση για τα παιχνίδια των Ρώσων είναι παλιά και όχι πάντα σημαδεμένη από το ξεπερασμένο, ψυχροπολεμικό πνεύμα και τους γραφικούς του. Τη δεκαετία του '70 άρχισε να κερδίζει σοβαρό έδαφος η ιδέα για σοβιετική και ανατολική ανάμειξη στην ένοπλη αριστερή βία δυτικών χωρών.
Βγήκαν βιβλία και έγιναν έρευνες που ενώθηκαν αργότερα με τα περιβόητα αρχεία της Στάζι και άλλων ανατολικοευρωπαϊκών υπηρεσιών. Κανείς όμως δεν είναι βέβαιος για το βάθος, την αξιοπιστία και την έκταση των πραγματικών σχέσεων της Μόσχας με την ένοπλη δράση στη Δύση.
Παρά τα στοιχεία από τα περίφημα αρχεία του πρώην πράκτορα Βασίλι Μιτρόχιν ή τις δικαστικές και δημοσιογραφικές έρευνες στην Ιταλία, στη Γερμανία και αλλού, το σκοτάδι είναι, εν τέλει, περισσότερο από τις όποιες αποδείξεις.
Μετά την πτώση της ΕΣΣΔ και ιδίως τα τελευταία δέκα χρόνια, έχει αναδειχτεί η αντίστροφη φορά: η προνομιακή σχέση της πουτινικής «μηχανής» με τη νέα ευρωπαϊκή δεξιά και ακροδεξιά.
Για την ακρίβεια, η Ρωσία φαίνεται να ενισχύει ή να ενθαρρύνει όλες τις κινήσεις κατακερματισμού και αποδυνάμωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης: αποσχιστικές και ρετζιοναλιστικές κινήσεις, ριζοσπάστες εθνικιστές και «μεταφασίστες», όπως τους αποκαλεί ο ιστορικός Έντσο Τραβέρσο.
Η επιδίωξη των Ρώσων είναι η ήδη κλονισμένη αυτοπεποίθηση της Δύσης να μην ξεπεραστεί σε μια νέα ενοποιητική δυναμική απαλλαγμένη από τα λάθη, τις στρατηγικές αμηχανίες και τα βαριά πολιτικά σφάλματα της προηγούμενης φάσης.
Με αυτή την έννοια, δεν είναι χωρίς αντίκρισμα πρακτορολογία το να υπολογίζει κανείς σοβαρά κι αυτού του είδους τη σκοτεινή χειραγώγηση. Άλλωστε, δεν έχει τα χοντροκομμένα χαρακτηριστικά των προηγούμενων εποχών και, φυσικά, δεν σχετίζεται με τα σοβιετικά σχέδια προ τριακονταετίας.
Μόνο στο κεφάλι κάποιων αστείων Ελλήνων αριστερών και δεξιών η Ρωσία σήμερα είναι άλλη μια ενσάρκωση της Σοβιετίας και του «κομμουνισμού» της. Στην πραγματικότητα, τα ιδρύματα, οι πολιτιστικές δομές και η ιδεολογία πίσω από το νέο ρωσικό ενδιαφέρον παραπέμπουν στην τσαρική κληρονομιά και ενσωματώνουν επιλεκτικά πτυχές του σοβιετικού παρελθόντος, ιδίως τις πατριωτικές και σοβινιστικές όψεις της σταλινικής περιόδου.
Έχουν, λοιπόν, τη σημασία τους όλες αυτές οι πληροφορίες και οι υποθέσεις για το ειδικό ρωσικό ενδιαφέρον, τη Βόρεια Ελλάδα, το Μακεδονικό. Η αντίληψη πως κάθε αναφορά στη δράση υπηρεσιών και στην αφανή πολιτική μάχη είναι «πρακτορολογία» και αστυνομική εκδοχή της Ιστορίας είναι λάθος. Γιατί, φυσικά, είναι μια διάσταση υπαρκτή και κατά καιρούς ικανή να δημιουργεί γεγονότα.
Το πρόβλημα αρχίζει όταν κάποιοι πάνε να ερμηνεύσουν ολόκληρα φαινόμενα της πολιτικής και της ιδεολογίας σαν να είναι «αστυνομικές ιστορίες». Το λάθος είναι να νομίσει κανείς πως η ΚGB (ή η GRU) «κατασκεύασε» τρομοκρατίες, εξεγέρσεις, εθνικιστικές συγκρούσεις, τα ίδια τα πάθη των ανθρώπων στη μία ή στην άλλη εποχή.
Το να βλέπει κανείς σε μια ιστορική συγκυρία και στις αντιθέσεις της μόνο ή κυρίως το αποτύπωμα πρακτόρων, μασονικών στοών ή άλλων μυστικών εταιρειών. Που έτσι παρουσιάζονται σαν γίγαντες μιας παντοδυναμίας τρομακτικής και εξωπραγματικής.
Αυτή είναι η αυταπάτη και συχνά η απάτη μιας λαϊκιστικής δημοσιογραφίας που έγινε κομμάτι των σύγχρονων αστικών μας μύθων και πέρασε στο μαζικό κοινό: η ιδέα ότι ιστορίες με εκατοντάδες και χιλιάδες συμμετόχους μπορεί να εξηγηθούν με βάση τη θεωρία του πιονιού και της μαριονέτας.
Λόγου χάρη, η αντίδραση πολλών πολιτών στη Βόρεια Ελλάδα εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών να αποδοθεί συνοπτικά σε ένα μάτσο ακροδεξιούς, εκκλησιαστικούς και άλλους επιχορηγούμενους από τα ρωσικά κονδύλια.
Η εκδοχή αυτή θυμίζει τα όσα έγραφαν ή έλεγαν διάφοροι για γεγονότα όπως ο Μάης του '68 στη Γαλλία, η ιταλική τρομοκρατία, ο ελληνικός Δεκέμβρης του 2008, οι πυρκαγιές των δασών στη Μεσόγειο και πάει λέγοντας.
Για όλα αυτά βρέθηκε ένας απλουστευτικός μηχανισμός πυροδότησης, ένας κωδικός «Πυθία» ανάμεσα στον μύθο και την αλήθεια, στην υπερβολή και σε κάποιο αχνό στοιχείο. Για να επιστρέψω στο σήμερα και στο πρόβλημα με τη ρωσική δραστηριότητα.
Το όποιο κατασκοπευτικό-διπλωματικό της σκέλος είναι δουλειά του ελληνικού κράτους. Η άλλη διάσταση της ιστορίας αυτής, όμως, θίγει τον κάθε πολίτη που δεν θέλει να δει την ελληνική εκδοχή θρησκευτικής δεξιάς να κάνει πολιτική στις πλάτες άλλων. Αν ο απώτερος στόχος είναι εδώ η δημιουργία μιας πολιτισμικής συμμαχίας της «ανατολικής» Ελλάδας με κατεύθυνση τη Μόσχα και την αντιδυτική φαντασίωση, το πράγμα διαφέρει. Δεν είναι απλώς γεωπολιτική ή συγκυριακή ανωμαλία, ούτε μόνο μια υπόθεση διαρροών χωρίς βάθος.
Το ότι οι πράκτορες δεν γράφουν την Ιστορία (ούτε οι συνωμοσίες) δεν σημαίνει πως δεν επιχειρούν να τη χειριστούν προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Και όταν η κατεύθυνση είναι αυτή που διαμορφώνει η συμμαχία ορθοδοξίας, πατριωτικού λυρισμού και «ρωσικού κόμματος» δικαιολογούνται η ανησυχία και η αντίδραση. Όχι, πάντως, το να λογαριάζονται όλα αυτά σαν μικρογεγονότα με τοπική, κυρίως, σημασία.
σχόλια