Κάποτε, ο καλός συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός -νομίζω ως δημοτικός σύμβουλος στην Αθήνα- είχε ξεσπαθώσει, με στόχο να καταργηθούν όλα τα ονόματα των δρόμων που αφορούσαν βασιλιάδες. Αν δεν κάνω λάθος, εκείνο που τον είχε πειράξει περισσότερο ήταν το Βασιλίσσης Σοφίας. Φαντάζομαι, θυμάται πως κάποτε, στο Παρίσι -ήταν, ίσως, ο καλύτερος πρεσβευτής μας στην Unesco-, τον ρώτησα: «Εφόσον τα έχεις βάλει με τους βασιλιάδες και ζητάς αλλαγή ονομάτων, δεν θα έπρεπε να ζητήσεις κι εσύ αλλαγή του επιθέτου Βασιλικός;».
Συχνά αντιλαμβάνομαι ότι σε κάποια «αντιστασιακά» ή «εθνικιστικά» μας ξεσπάσματα η ιστορία δεν απέχει πολύ απ’ την κωμωδία.
Πας στο «γραφικό» καφενεδάκι και παραγγέλνεις:
-Έναν τούρκικο!
Ο ιδιοκτήτης ή σερβιτόρος -με ύφος απόγονου αυτοκράτορα του Βυζαντίου- σε θεωρεί περίπου πράκτορα:
-Δεν έχουμε «τούρκικο»!
- Τι έχετε;
- Ελληνικό ή βυζαντινό.
- Αφήστε τον καφέ. Ούζο υπάρχει;
- Μάλιστα. Έχουμε καλό ρακί. Με μεζέ, κεφτέδες, ιμάμ, μουσακά, ντολμάδες, τζατζίκι.
- Από γλυκά;
- Κανταΐφι και μπακλαβά.
Άφησε τον «τούρκικο» καφέ και μετά χρησιμοποίησε μόνο τούρκικες -και, σωστά, ελληνοποιημένες- λέξεις.
Απορώ πώς δεν ζήτησαν αλλαγή και σε όρους φαγητών. Θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, ν’ απαγορεύσουμε τη χρήση του «ιμάμ μπαϊλντί» και να χρησιμοποιήσουμε το ωραιότατο ελληνικό ο «ταλαιπωρημένος ιερεύς»! Εφόσον άλλαξαν το Τουρκολίμανο σε Μικρολίμανο, απορώ γιατί δεν άλλαξαν και την ονομασία Τουρκοβούνια σε Ελληνοβούνια.
Τον τελευταίο καιρό, η ανησυχία των μονίμως ανησυχούντων για την «υποβάθμιση» της ελληνικής γλώσσας γνωρίζει έξαρση. Θυμάμαι, όταν πριν χρόνια η κ. Διαμαντοπούλου ζήτησε να γίνουν τ’ αγγλικά η δεύτερη επίσημη γλώσσα μας, όλοι οι γλωσσαμύντορες -συχνά χωρίς να γνωρίζουν όχι αγγλικά αλλά ούτε ελληνικά της προκοπής- ξεσηκώθηκαν.
«Οι νέοι έτσι, οι νέοι αλλιώς», βαρέθηκα όλη αυτή τη φαντασίωση για τη λεγόμενη γλωσσική υποβάθμιση της νέας γενιάς. Ακούστε, σας παρακαλώ, το λεξιλόγιο των μεγαλύτερων. Σταθείτε σ’ ένα επαρχιακό καφενείο και προσπαθήστε να παρακολουθήσετε μια συζήτηση εξηντάρηδων. Στη συνέχεια, κάντε σύγκριση με το γειτονικό τραπέζι, όπου κάθονται νέοι. Οι οποίοι γνωρίζουν περισσότερες λέξεις απ’ τους παλαιότερους.
Ας μου επιτραπεί ν’ αντιγράψω ένα μικρό τμήμα από επιφυλλίδα ενός ποιητή που δημοσιεύτηκε πριν από καιρό στα «ΝΕΑ» και ο οποίος διαμαρτύρεται σ’ όλους τους τόνους για τη χρήση της αγγλικής γλώσσας: «Έτσι, το πιο σημαντικό δεν είναι ότι γινόμαστε ένα γλωσσικό προτεκτοράτο, αλλά ότι προχωράμε μ’ ενθουσιαστικά βήματα προς μια ακραία γλωσσική σχιζοφρένεια, που πάει να μας κάνει, νομίζω, ν’ αφήσουμε τα ελληνικά χωρίς Έλληνες». Φυσικά, ο ίδιος χρησιμοποιεί τον όρο προτεκτοράτο, τον οποίο θεωρεί κι ελληνικό, ενώ είναι ελληνοποιημένος αγγλικός!
Όταν κατέχεις, έστω και όχι τέλεια, μια γλώσσα, είναι λογικό να τη χρησιμοποιείς. Αντιλαμβάνομαι, προφανώς, το μέγεθος των υπερβολών, αλλά, συγχρόνως, θα πρέπει να τονίσω και το γεγονός ότι οι παλαιότεροι χρησιμοποιούσαν σε κάθε τρεις λέξεις και μία τούρκικη. Από το σοβάς και μπαταχτσής μέχρι το μπατίρης! Επιτρέψτε ένα ακόμη μικρό δείγμα τούρκικων λέξεων: αγιάζι ,γιαούρτι, καρπούζι, μενεξές, σουγιάς, φλιτζάνι, τσέπη, ταβάνι, τζάκι , καΐκι, μελτέμι, μανάβης, μπακάλης. Αλλά και τι γλώσσα είναι άραγε τα επίθετα που αρχίζουν από το καρά (=μαύρος), καθώς κι εκείνα που τελειώνουν σε -ογλού (=τέκνο);
σχόλια