Στην τελευταία σκηνή του Σωτηρία με λένε, όσο η νοσηλεύτρια μαζεύει τα σεντόνια της απούσας πια ασθενούς ακούγεται στη διαπασών το συγκλονιστικό «Ζεϊμπέκικο» του Διονύση Σαββόπουλου με τη δωρική φωνή της Μπέλλου. Εκείνη τη φωνή, το πολυτιμότερο προσόν της, που έχασε όταν χρειάστηκε να κάνει τραχειοτομή, λίγο πριν από το οριστικό της τέλος εξαιτίας του καρκίνου στον λάρυγγα, για τον οποίο νοσηλεύτηκε ενάμιση χρόνο στο Νοσοκομείο «Σωτηρία».
Αυτή την πτυχή, και συγκεκριμένα τις ώρες πριν από τη σοβαρή επέμβαση, ξαναζωντανεύει το έργο της Σοφίας Αδαμίδου που παρουσιάζεται στο Θέατρο του Νέου Κόσμου από τη Σαλονικιά ηθοποιό Έφη Σταμούλη. Πρόκειται για μια παράσταση που παίχτηκε δύο σεζόν στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας και επαναλαμβάνεται στην Αθήνα.
Λιγότερο από ένα 24ωρο μετά την παράσταση, πίνοντας καφέ μαζί της, η ιδιαίτερα αγαπητή στο θεσσαλονικιώτικο κοινό πρωταγωνίστρια, λόγω της μεγάλης της πορείας στην Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης», μου λέει:
«Μου λένε ότι άρχισα να μοιάζω της Μπέλλου και, απ' ό,τι βλέπω στις φωτογραφίες, αυτό ισχύει. Ουσιαστικά, όμως, αυτό που συνέβη είναι μια συνάντηση μαζί της με έναν τρόπο που δεν μπορούσα να φανταστώ. Αλλά, εκτός από αυτό τον εμβληματικό χαρακτήρα, συναντήθηκα και με μια Ελλάδα που έχουμε χάσει ανεπιστρεπτί, μια Ελλάδα της νεότητάς μου, που με συγκινεί βαθιά και την νοσταλγώ».
Δεν ήταν προβληματική η οικογένεια, εκείνη ήταν δύσκολος άνθρωπος. Μπορεί να το θαυμάζεις αυτό από απόσταση, πόσο ασυμβίβαστη και ελεύθερη ήταν, αλλά αυτό οδηγεί σε άλλες καταστάσεις
«Πόσο απαιτητικό είναι να υποδύεσαι ένα διάσημο πρόσωπο;»
«Είναι περίεργα προκλητικό με την έννοια ότι ναι μεν δεν οφείλεις να το μιμηθείς, αλλά δεν μπορείς να κάνεις ό,τι σου κατέβει κιόλας. Πόσο μάλλον όταν αυτό το πρόσωπο είναι οικείο ακόμα και σε πολύ νεότερους. Δεν διανοείστε τι υλικό υπάρχει στο Διαδίκτυο. Αφιερώματα, ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ, πάρα πολλά στιγμιότυπα. Για παράδειγμα, όταν της έδωσαν Χρυσό Δίσκο στη Λύρα με το περίφημο ζεϊμπέκικο του Τσαρούχη, είναι από τις λίγες φορές που χαμογελάει. Ένα άλλο είναι με τη Μαρινέλλα, όπου, νεότατη ακόμα, γελάει έτσι όπως δεν την έχω δει πουθενά αλλού».
«Η κυρία που καθόταν δίπλα μου ήταν δακρυσμένη σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της παράστασης», λέω. «Σαν να είναι κάπως μελό το έργο;»
«Η προσπάθεια η δική μας ήταν να μην έχει καθόλου το στοιχείο του μελό. Νομίζω ότι σε μεγάλο βαθμό το καταφέραμε. Η συγκίνηση είναι κάτι διαφορετικό. Όταν μια τραγουδίστρια σαν την Μπέλλου χτυπιέται με καρκίνο στον λάρυγγα και χάνει τη φωνή της, αυτό από τη φύση του είναι δραματικό. Ο λόγος που προσπαθήσαμε να μην είναι μελό είναι γιατί η ίδια η Μπέλλου δεν ήταν καθόλου μελό. Ήταν πάρα πολύ σκληρός άνθρωπος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ίδια και τους γύρω της. Πολύ δύσκολος, πολύ δύστροπος, αλλά και πολύ ευαίσθητος άνθρωπος, κρυφά όμως. Δεν είναι εύκολο να εξηγήσεις γιατί.
Προερχόταν από εύπορη οικογένεια της Χαλκίδας, αλλά εκείνη ήταν από τα γεννοφάσκια της ασυμβίβαστη. Δεν δεχόταν επ' ουδενί λόγω να μπει σε οποιαδήποτε νόρμα! Παντρεύτηκε πολύ νέα και, απ' ό,τι φαίνεται, ο άντρας της, ο Βαγγέλης, ήταν δική της επιλογή. Δεν την πίεσαν να τον παντρευτεί, αλλά αυτός την έδερνε και την απατούσε. Νομίζω πως το ότι του έριξε βιτριόλι στα μούτρα δείχνει την τρέλα της. Φυλακίστηκε γι' αυτό ‒ φανταστείτε τι σήμαινε αυτό σε μια μικρή επαρχιακή κοινωνία.
Με το που αποφυλακίστηκε παράτησε τα πάντα κι έφυγε για την Αθήνα για να γίνει τραγουδίστρια ‒ μία μέρα μετά την κήρυξη του πολέμου. Για μένα αυτό ήταν το σημείο απ' όπου ξεκίνησα να ξετυλίγω το κουβάρι για να καταλάβω τι σόι άνθρωπος ήταν. Όταν συνειδητοποίησα ότι 19 χρονών σηκώθηκε κι έφυγε από το σπίτι της χωρίς να έχει στον ήλιο μοίρα, μπήκε σ' ένα τρένο γεμάτο φαντάρους, έφτασε στην Αθήνα και έκανε ό,τι δουλειά μπορεί να φανταστεί κανείς ‒υπηρέτρια, λαντζέρισσα, χαμάλης‒ για να πει στην οικογένειά της "δεν σας έχω ανάγκη", σκέφτηκα ότι δεν πρόκειται για μια απλή ιστορία».
«Ήταν όμως αντρογυναίκα, σκληρό καρύδι, σωστά;»
«Αν παρακολουθήσεις τη φωτογραφική της διαδρομή, θα διαπιστώσεις ότι νέα ήταν εξαιρετικά όμορφη, με έντονη θηλυκότητα. Σιγά-σιγά, έτσι όπως προχωράνε τα χρόνια, διάφορα γεγονότα οδηγούν στην εικόνα που έχουμε σήμερα γι' αυτήν. Κομβικό στοιχείο, νομίζω, ήταν η φυλακή. Ενδεχομένως, αν δεν είχε συναντήσει τον Βαγγέλη, αν δεν την είχε σαπίσει στο ξύλο, αν δεν την είχε απατήσει, αν δεν του είχε ρίξει βιτριόλι, να ήταν αλλιώς, αλλά τραγουδίστρια θα γινόταν ούτως ή άλλως.
Από παιδάκι έβαζε ένα σάλι και μ' ένα πράγμα για μικρόφωνο έκανε ότι τραγουδούσε μπροστά στον καθρέφτη. Έτρωγε ξύλο γι' αυτό από τη μάνα της. Αλλά η οικογένεια ευθύνεται όσο και η ίδια για τον χαρακτήρα της. Δεν ήταν προβληματική η οικογένεια, εκείνη ήταν δύσκολος άνθρωπος. Μπορεί να το θαυμάζεις αυτό από απόσταση, πόσο ασυμβίβαστη και ελεύθερη ήταν, αλλά αυτό οδηγεί σε άλλες καταστάσεις».
«Αυτό πώς επηρέασε την καριέρα της;»
«Έκανε μια πολλή μεγάλη καριέρα στην αρχή με το ρεμπέτικο και μετά έπεσε στα αζήτητα. Αν δεν υπήρχαν οι συνθέτες της εποχής του "νέου κύματος" που την ανακάλυψαν το '60, ο Ανδριόπουλος, ο Μούτσης, ο Λάιος, ο Σαββόπουλος, θα είχε ξεχαστεί. "Μετά το '60 έγινα ακόμα μεγαλύτερη απ' ό,τι ήμουν πριν" λέει η ίδια. Ως τότε η καριέρα της είχε ιδιαιτέρως καθοδική πορεία για λόγους που δεν ήταν ανεξάρτητοι από τον χαρακτήρα της».
«Έφταιγε και η παθολογική της εξάρτηση από τον τζόγο», συμπληρώνω.
«Τρελή με τον τζόγο! Πάρα πολύ συχνά εγκατέλειπε το νοσοκομείο με έναν ταξιτζή και πήγαινε να παίξει. Συνάντησα τον γιατρό της, που μου είπε: "Ελπίζω να μην την βγάλετε καμιά αγία, γιατί δεν ήταν". Κάτω από το μαξιλάρι της είχε πιστόλι. Έχασε όλα της τα λεφτά στον τζόγο, αλλά έλεγε "100 ζωές να ζούσα, πάλι τα ίδια θα έκανα". Δεν μετάνιωνε για ό,τι έκανε. Επίσης, δεν έκρυβε ότι πήγαινε και με γυναίκες. Άλλωστε, αυτό είναι που την κάνει μοναδική περίπτωση, γι' αυτό την θαυμάζεις: ενώ έκανε ό,τι ήθελε, δεν το έκρυβε, δεν προσπαθούσε να το δικαιολογήσει. Είχε πάθη, είχε μεγάλα σκοτάδια, όπως όλοι οι μεγάλοι καλλιτέχνες, αλλά και μεγάλες στιγμές φωτός».
Η παράσταση έκανε μια μεγάλη και πετυχημένη διαδρομή στη Θεσσαλονίκη ανάμεσα σε δεκάδες παραστάσεις που παίζονται εκεί. Η Έφη Σταμούλη διδάσκει στο θεατρικό τμήμα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Ρωτάω πώς βλέπει την έκρηξη θεατρικής παραγωγής από νέες ομάδες.
Μου λέει: «Έκρηξη απλήρωτης εργασίας. Αυτήν τη στιγμή έχει σχεδόν θεσμοθετηθεί ο καλλιτέχνης να θρέφεται από το ψώνιο του. Το τωρινό θέατρο οφείλει τα πάντα στον θεσμό των επιχορηγήσεων που ήταν δίπλα σε θιάσους, ηθοποιούς και σκηνοθέτες, οδηγώντας σε μια έκρηξη της δραματουργίας.
Με την κατάργηση του θεσμού επιστρέψαμε πια στις μεμονωμένες παραστάσεις και αφήσαμε τα σχήματα, κάτι που θα έχει επιπτώσεις τα επόμενα χρόνια. Η έκρηξη των θεατρικών παραστάσεων οφείλεται σε μια ανάγκη των νέων να εκφραστούν καλλιτεχνικά, αλλά οι προσπάθειες αυτές είναι βραχύβιες κι αυτό είναι κρίμα γιατί βρίσκω ότι τα νέα παιδιά είναι εξαιρετικά εκπαιδευμένα, με πολύ μεγάλο πλούτο στη φαρέτρα τους.
Βέβαια, κάθε χρόνο αποφοιτούν από τις σχολές 400 ηθοποιοί. Αυτό είναι άλλο ένα σύγχρονο φαινόμενο. Δεν λέω ότι είναι κακό, αλλά έτσι οι νέοι πολύ εύκολα το ρίχνουν στη σκηνοθεσία, κυρίως από μια ανάγκη να δημιουργήσουν οι ίδιοι. Παρ' όλα αυτά, το θέατρο στην Ελλάδα είναι σε πάρα πολύ υψηλό επίπεδο σε σχέση με το ευρωπαϊκό. Νομίζω ότι υπάρχουν πάρα πολύ καλοί ηθοποιοί και πολύ σημαντικοί σκηνοθέτες. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε μέτρο πουθενά».
«Θα είχε νόημα να διαχέονταν όλοι αυτοί οι ταλαντούχοι νέοι στην περιφέρεια» παρατηρώ.
«Αυτό είναι ένα θέμα! Λέω συχνά στους φοιτητές μου: "Γυρίστε στον τόπο σας". Εκεί υπάρχει περίπτωση να πιάσει τόπο η δουλειά σας. Στην Αθήνα, πια, είναι σαν να παίζεις Λόττο. Αυτό είναι κάτι για το οποίο αισθάνομαι πάρα πολύ υπερήφανη, που η Πειραματική Σκηνή υπήρξε, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της βέβαια, ανάχωμα στη φυγή στην Αθήνα» σχολιάζει.
Η Πειραματική Σκηνή της Τέχνης που ιδρύθηκε το 1979 φέτος κλείνει 40 χρόνια προσφοράς με εναλλασσόμενο ρεπερτόριο, μέχρι που έκλεισε το θέατρο Αμαλία, όπου στεγαζόταν το 2011. Από κει ξεκίνησαν η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, ο Νίκος Σεργιανόπουλος, η Σοφία Φιλιππίδου, για να αναφερθώ στους πιο γνωστούς, αν και είναι πολλοί περισσότεροι.
«Για πολλά χρόνια ήταν μια εστία όπου μπορούσες να κάνεις θέατρο ποιότητας, ανεξάρτητα από το πόσο πετυχημένη ήταν η κάθε παράσταση, να δουλέψεις με πάρα πολύ δημιουργικούς όρους στη Θεσσαλονίκη και όχι στην Αθήνα. Προσωπικά, αποφάσισα πολύ νωρίς να ζήσω και να εργαστώ στη Θεσσαλονίκη. Κάτι κέρδισα από αυτό, κάτι έχασα, αλλά ποτέ δεν κατέκρινα κάποιον που έφυγε για να ακολουθήσει καριέρα στην Αθήνα. Το μεγάλο μου παράπονο είναι ο τρόπος που έκλεισε το Αμαλία. Αν η πολιτεία ήταν συνεπής μαζί μας, δεν θα έκλεινε έτσι άδοξα».
Info
Σωτηρία με λένε, της Σοφίας Αδαμίδου
Σκηνοθεσία - δραματουργική επεξεργασία - μουσική επιμέλεια: Χριστίνα Χατζηβασιλείου
Σκηνικά - κοστούμια: Όλγα Χατζηιακώβου
Προσαρμογή σκηνικού στο Θέατρο του Νέου Κόσμου: Μαρία Καραδελόγλου
Σχεδιασμός φωτισμών - βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Λαζαρίδου
Ηχητική επιμέλεια: Γιάννης Πειραλής
Παίζουν οι ηθοποιοί: Έφη Σταμούλη, Έλλη Χατζεϊπίδου
Θέατρο του Νέου Κόσμου - Κεντρική σκηνή (Αντισθένους 7 & Θαρύπου, 210 9212900)
Τελευταίες παραστάσεις:
Τετ. 16/1 & Σάβ. 19/1, 18:30
Παρ. 18/1, 21:15
Κυρ. 20/1, 21:30
Σε συνεργασία με το ΚΘΒΕ
σχόλια