Τον Απρίλιο του 1877 Γερμανοί ανασκαφείς ανακαλύπτουν στην Ολυμπία, στο Ναό της Ήρας, ένα αξεπέραστης ομορφιάς και συμμετρίας αγαλματικό σύμπλεγμα. Χρονολογείται στο 343 π.Χ, τη μεταβατική περίοδο από την ύστερη κλασική στην πρώιμη ελληνιστική γλυπτική.
Πρόκειται για το διάσημο άγαλμα του Ερμή του Πραξιτέλη, που κρατά στην αγκαλιά του τον θεό Διόνυσο σε παιδική ηλικία και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας, σε όλη του τη ακτινοβόλα χάρη. Το σύμπλεγμα θεωρείται ως το μοναδικό διασωθέν πρωτότυπο έργο, που γεννήθηκε από τη σμίλη του Πραξιτέλη και εδώ ολοκληρώνονται τα απολύτως γνωστά για το περίφημο έργο.
Εκείνο που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό, είναι η περιπέτεια του Ερμή που ξεκινά χρόνια μετά την ανακάλυψη του, περιπέτεια που προκλήθηκε από τις απορίες και τις αμφιβολίες του Karl Blümel, ενός γερμανού αρχαιολόγου, ο οποίος γύρω στα 1927 διατυπώνει τη θεωρία ότι ο Ερμής δεν είναι πρωτότυπο έργο του γλύπτη του 4ου αιώνα π.Χ., αλλά αντίγραφο των ρωμαϊκών ετών.
Τους ισχυρισμούς του φροντίζει να τους γνωστοποιήσει δημοσιεύοντας, μάλιστα, μελέτη σχετική με την τεχνική της αρχαίας γλυπτικής, όπου παραθέτει τις παρατηρήσεις του, όλες σχετικές με την κατασκευή του αγάλματος. Δημιουργείται σχετικός σάλος, ωστόσο, στις απορίες που διατυπώνει τότε ο γερμανός αρχαιολόγος δεν δίνεται καμία απάντηση και η περιπέτεια του Ερμή, αναφορικά με την πρωτοτυπία του, παραμένει σε εκκρεμότητα για αρκετά χρόνια, μέχρι να επιχειρήσει να δώσει απαντήσεις o Oscar Antonsson, το 1937.
Η μακρά επιχειρηματολογία αυτών των απαντήσεων συναντάται εδώ, στο σχετικό βιβλίο του Antonsson από τις εκδόσεις του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ και καταλήγει στο ότι το άγαλμα, ναι μεν είναι πρωτότυπο, ναι μεν δημιουργήθηκε από τον Πραξιτέλη, ωστόσο δεν αναπαριστά τον θεό Ερμή, αλλά τον Πάνα που μεταφέρει τον μικρό Διόνυσο.
Η θεωρία αυτή προκαλεί νέο κύκλο αντιδράσεων του αρχαιολόγου που άνοιξε αυτή τη συζήτηση, αναζητώντας απαντήσεις, ο οποίος επανέρχεται 11 ολόκληρα χρόνια μετά – το 1948 για την ακρίβεια- με μία ολοκαίνουρια αυτή τη φορά προσέγγιση: ότι πρόκειται περί πρωτότυπου αγάλματος, αλλά δεν πρέπει να αποδίδεται στον Πραξιτέλη, μα σε κάποιον συνονόματο του γλύπτη των ελληνιστικών χρόνων.
Οι ισχυρισμοί του Blümel, στο μεγαλύτερο μέρος τους πυροδοτούνται από κάποια ακατέργαστα σημεία στην πλάτη και στο κεφάλι του περίφημου αγάλματος, που κατά τη άποψη του «φλυαρούν» και για την προσπάθεια κατοπινών συναδέλφων του αρχικού δημιουργού να παρέμβουν δραστικά στα χαρακτηριστικά του αγαλματικού συμπλέγματος.
Πρόκειται, ωστόσο, για θεωρίες που κατέπεσαν σε αρχαιολογικά συμπόσια και πολυάριθμες επιστημονικές δημοσιεύσεις, οι οποίες κατέληγαν στο προφανές: ότι ο Ερμής του Πραξιτέλη, δεν είναι παρά το αυθεντικό έργο ενός μεγάλου γλύπτη, το οποίο αιώνες αργότερα από την εποχή της δημιουργίας του, υπέστη την ταλαιπωρία της άγαρμπης σμίλης κάποιου ρωμαίου καλλιτέχνη.
ΠΗΓΕΣ:
- Η Τέχνη της Αρχαίας Ελλάδας: Σύντομη Ιστορία (1050 – 50 π.Χ), Εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1995
- The Praxiteles Marble Group in Olympia (To Μαρμάρινο Σύμπλεγμα του Πραξιτέλη στην Ολυμπία), Cambridge University Press, 1937