Ιστορικός, αρχαιολόγος, συγγραφέας, γεωγράφος, πολιτική αναλύτρια, κατάσκοπος, πάνω απ’ όλα ατρόμητη εξερευνήτρια και ταξιδιώτισσα. Η γυναίκα-θρύλος της αποικιοκρατικής Αγγλίας των αρχών του 20ού αιώνα, η Γερτρούδη Μπελ, ανήκε σ’ εκείνη την εκλεκτή κάστα οριενταλιστών, που, όπως και ο Τ.Ε. Λόρενς, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη χάραξη της πολιτικής της Γηραιάς Αλβιώνος στη Μέση Ανατολή, στη σύσταση εθνών και στη δημιουργία νέων κρατών, όπως στην περίπτωση του Ιράκ. Γεννημένη το 1868, με αριστοκρατική καταγωγή, εγγονή του βιομήχανου χαλυβουργίας σερ Ισαάκ Μπελ, βουλευτή των φιλελεύθερων κατά τη δεύτερη κυβερνητική περίοδο του Μπέτζαμιν Ντισραέλι, πήρε από εκείνον τα πρώτα μαθήματα πολιτικής θεωρίας και δημοκρατικής αντίληψης, ενώ και ο πατέρας της είχε εκλεγεί δήμαρχος τρεις φορές.
Αυτό που ήταν σαφές από τα πρώτα χρόνια της ζωής της ήταν ότι δεν θα ακολουθούσε τη μοίρα των γυναικών της εποχής της. Πέρασε στο τμήμα Ιστορίας του Queen's College της Οξφόρδης, καθώς ήταν το μόνο που δεχόταν γυναίκες, κι έμαθε να μιλάει άπταιστα γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, αλλά κυρίως αραβικά, περσικά και τουρκικά. Το πρώτο της ταξίδι το έκανε αμέσως μετά την αποφοίτησή της το 1892 στην Περσία, όπου ο θείος της εκτελούσε χρέη πρεσβευτή. Αποτέλεσμα αυτού του ταξιδιού ήταν και το πρώτο της βιβλίο με περιγραφές και φωτογραφίες, «Εικόνες από την Περσία». Λίγα χρόνια αργότερα, το 1899, πραγματοποίησε την πρώτη της επίσκεψη στην Παλαιστίνη και στη Συρία, εκτελώντας τη διαδρομή Ιερουσαλήμ-Δαμασκός. Ήταν μόνο η αρχή. Τα χρόνια που ακολούθησαν οι επισκέψεις της εκεί πολλαπλασιάστηκαν, μέχρι που εν τέλει ρίζωσε. Όσο εξακολουθούσε να ζει στην Ευρώπη, πάντως, απολάμβανε τις εξτραβαγκάντζες της τάξης της, όχι απαραίτητα με σύνεση, αντιθέτως πάντα με τόλμη και δυναμισμό, όπως το 1902, που σε μια αναρρίχηση στις Άλπεις κινδύνεψε σοβαρά η ζωή της, αν και ήταν δεινή ορειβάτισσα. Δεν ήταν η μοναδική φορά, αλλά το περιστατικό αυτό, και μάλιστα μέσα στην κακοκαιρία της Κεντρικής Ευρώπης, δεν ήταν τίποτα μπροστά στις αποστολές που θα ακολουθούσαν στις ερήμους της Μεσοποταμίας, κάτω από απάνθρωπες και ακραίες κλιματολογικές συνθήκες.
Μέσα σε δέκα χρόνια διέσχισε ολόκληρη την περιοχή από τα Δαρδανέλια μέχρι τον Ευφράτη, και πέρα από αυτόν, επισκέφτηκε επανειλημμένως πόλεις όπως η Κωνσταντινούπολη, η Μπούρσα, το Χαλέπι, η Αλεξανδρέττα, η Αντιόχεια, η Βηρυτός και το Αμάν. Γνωρίζοντας τα τοπικά έθιμα και ήθη, χαρτογραφώντας περιοχές και διαδρομές, αναπτύσσοντας σχέσεις φιλίας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης με φυλές και τους αρχηγούς τους, αλλά και με τις γυναίκες τους – εντυπώσεις και στοιχεία που κατέγραψε στο βιβλίο της «Η έρημος και η σπορά»
Μέσα σε δέκα χρόνια διέσχισε ολόκληρη την περιοχή από τα Δαρδανέλια μέχρι τον Ευφράτη, και πέρα από αυτόν, επισκέφτηκε επανειλημμένως πόλεις όπως η Κωνσταντινούπολη, η Μπούρσα, το Χαλέπι, η Αλεξανδρέττα, η Αντιόχεια, η Βηρυτός και το Αμάν. Γνωρίζοντας τα τοπικά έθιμα και ήθη, χαρτογραφώντας περιοχές και διαδρομές, αναπτύσσοντας σχέσεις φιλίας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης με φυλές και τους αρχηγούς τους, αλλά και με τις γυναίκες τους – εντυπώσεις και στοιχεία που κατέγραψε στο βιβλίο της «Η έρημος και η σπορά» («The desert and the sown»). Το Μάρτιο του 1907 έπιασε δουλειά ως αρχαιολόγος σε ανασκαφές στην Τουρκία, στην τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία, εμπειρία που επίσης μετέφερε στο βιβλίο της «Χίλιες και μία εκκλησίες». Έτσι συνάντησε και συνδέθηκε φιλικά με τον συνάδελφό της Τ.Ε. Λόρενς. Οι δυο τους έμελλε να γίνουν θρύλοι των Αράβων.
Η αρχαιολογική σκαπάνη ήταν που την ταξίδεψε μέχρι τη Βαβυλώνα και τη Νατζάφ – θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι στην εποχή της ήταν άθλος για οποιονδήποτε να διασχίσει την έρημο, πόσο μάλλον για μια γυναίκα. Μια τέτοια προσωπικότητα δεν θα μπορούσε να έχει συμβατική ερωτική ζωή. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, δεν έκανε παιδιά και μόλις δύο σχέσεις αναφέρονται στο βιογραφικό της. Η μία με τον Henry Cadogan της βρετανικής διπλωματικής αποστολής στην Τεχεράνη, με τον οποίο η οικογένειά της της απαγόρευσε να συνεχίσει, πόσο μάλλον να τον παντρευτεί, καθώς είχε κακή φήμη, ενώ η δεύτερη και σημαντικότερη ήταν με τον αξιωματικό Charles Doughty-Wylie –ο οποίος ήταν δεσμευμένος σε έναν αποτυχημένο γάμο–, που έμελλε να έχει τραγικό τέλος, αφού εκείνος έπεσε το 1915 στην Καλλίπολη.
Μετά από αυτές τις δύο μεγάλες απογοητεύσεις ήταν πολύ φυσικό να αφοσιωθεί σε στόχους πιο υψηλούς. Ήδη, η βρετανική αντικατασκοπεία, με την κήρυξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, της ανέθεσε να οδηγήσει τα βρετανικά στρατεύματα μέσα από την έρημο. Έτσι, η Γερτρούδη Μπελ συνέβαλε τα μάλα στην επιβολή της αγγλικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή: ως μέλος της Αραβικής Επιτροπής στο Κάιρο, τον Νοέμβριο του 1915, μαζί με τον Λόρενς και υπό τις διαταγές του στρατηγού Γκίλμπερτ Κλέιτον, και τον Μάρτιο του 1916, ως σύμβουλος του Πέρσι Κοξ στην πορεία του βρετανικού στρατού μέχρι τη Βαγδάτη. Γι’ αυτή της τη συνεισφορά, μάλιστα, έλαβε τον τίτλο «Σύνδεσμος-Αξιωματικός, ανταποκριτής στο Κάιρο». Ακριβώς εκείνη την περίοδο, μία από τις χειρότερες εμπειρίες της ήταν και η γενοκτονία των Αρμενίων. Υπήρξε μάρτυρας σφαγών κι έγραψε ότι «οι σφαγές του ’15 δεν συγκρίνονται με καμία των προηγούμενων ετών», ενώ παρευρέθηκε και σε δουλοπάζαρο στη Δαμασκό, όπου είδε να πουλούν Αρμένισσες σαν σύγχρονες σκλάβες.
Το 1921, συμμετείχε, μαζί με τον Λόρενς, ως εντεταλμένη από τον Τσόρτσιλ στην περίφημη Σύσκεψη του Καΐρου που καθόρισε τη βρετανική μαντά και το νεοσύστατο κράτος του Ιράκ. Χάρη στις πολύ καλές της σχέσεις με τον Φαϊζάλ στήριξε την ανακήρυξη του ως βασιλιά, πιστεύοντας ότι ήταν ο μόνος από τους αρχηγούς όλων των φυλών που μπορούσε να ενώσει Σιίτες, Σουνίτες και Κούρδους. Ως εκ τούτου, παρέμεινε σύμβουλός του σε θέματα διοικητικά, διπλωματίας, εσωτερικών και γεωγραφίας τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’20 και μέχρι τον πρόωρο θάνατό της. Η αγγλική Βουλή, εκ μέρους της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, την παρασημοφόρησε, ενώ το όνομά της έγινε διάσημο στα πέρατα του αραβικού κόσμου. Οι Πέρσες την αποκαλούσαν «Αλ Χατούμ», δηλαδή «κυρία της αυλής που έχει τα μάτια της και τ’ αυτιά της ανοιχτά για το καλό του κράτους» και το Ιράκ της χρωστάει, μεταξύ άλλων, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο του, αφού ιδρύθηκε χάρη σε δικές της προσπάθειες και με βάση την προσωπική της συλλογή αρχαιοτήτων, όπως και την Εθνική Βιβλιοθήκη, της οποίας υπήρξε πρόεδρος μεταξύ του 1921 και 1924.
Έζησε μέχρι τα 57 της με εξασθενισμένη υγεία, αφήνοντας την τελευταία της πνοή στη Βαγδάτη τον Ιούλιο του 1926. Αιτία θανάτου η υπερβολική δόση βαρβιτουρικών. Αν ήταν αυτοκτονία ή ατύχημα, δεν κατέληξαν ποτέ. Η πομπή της επικήδειας τελετής πέρασε κάτω από το παράθυρο του βασιλιά Φαϊζάλ, ενώ στην ταφή στο βρετανικό κοιμητήριο παρευρέθηκε ολόκληρη η εξουσία της χώρας. Ο λαός μιλούσε για δεκαετίες για την Αγγλίδα αριστοκράτισσα που αφιερώθηκε στην εθνική αφύπνιση των Αράβων και καθόρισε τη γέννηση του σύγχρονου κράτους του Ιράκ, παρόλο που πολύ αργότερα δέχτηκε πολλές επικρίσεις για τον τρόπο που σχεδίασε και μοίρασε τη χώρα, προκαλώντας προβλήματα που ταλανίζουν την περιοχή μέχρι σήμερα. Η Γερτρούδη Μπελ όμως έχει κατακτήσει μια ιδιαίτερη θέση στην ιστορία των Αράβων, όπως, όσο ζούσε, και στην καρδιά των ανθρώπων της ερήμου.
Η Βασίλισσα της Ερήμου με τη Νικόλ Κίντμαν στο ρόλο της Γερτρούδης Μπελ