Η Nina Simone ήρθε στον κόσμο στις 21 Φεβρουαρίου του 1933 στην πόλη Τράιον της Νότιας Καρολίνας. Στα εννιά της τραγουδούσε γκόσπελ και έπαιζε πιάνο στην τοπική εκκλησία και σε σύντομο διάστημα είχε ανακηρυχθεί "μουσικό θαύμα". Στην πρώτη της δημόσια εμφάνιση στο πιάνο, σε ηλικία δέκα ετών, οι γονείς της οι οποίοι κάθονταν στην πρώτη σειρά, υποχρεώθηκαν με τη βία να μετακινηθούν, για να καθίσουν στα πρώτα καθίσματα λευκοί. Αυτή ήταν η πρώτη της γνωριμία με τη ρατσιστική νοοτροπία εκείνης της περιόδου, που λίγο αργότερα θα συνέβαλε στην ανάμειξή της στο κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα.
Η ίδια υπέβαλε τον εαυτό της σε αυστηρή εκπαίδευση, παρακολουθώντας μαθήματα στο Allen School of Music στο Άσβιλ. Στο ταλέντο της υποκλίθηκε το Juilliard School of Music της Νέας Υόρκης, δίνοντάς της υποτροφία. Στόχος της ωστόσο μετά το Julliard, ήταν να γίνει δεκτή στο αναγνωρισμένο Ινστιτούτο Curtis της Φιλαδέλφειας. Όλα αυτά τα χρόνια της εκπαίδευσης, η Eunice Waymon όπως ήταν το πραγματικό όνομα της Nina Simone, ανέπτυξε τη φήμη της μοναχικής νεαρής γυναίκας που αρνήθηκε στον εαυτό της κάθε απόσπαση της προσοχής (φίλους, διασκέδαση, προσωπική ζωή). Πολλοί πιστεύουν ότι αυτή η αποφασιστικότητα και το πάθος της έκαναν ανεπανόρθωτη ζημιά στον χαρακτήρα της.
Η εξαιρετική φήμη που έχτιζε η Nina Simone, άρχισε να αμαυρώνεται από τις συγκρούσεις της με το κοινό. Αρνούνταν να τραγουδήσει όταν από κάτω οι θαμώνες μιλούσαν ή γελούσαν και πολύ συχνά στεκόταν σιωπηλή, μέχρι να υπάρξει απόλυτη σιωπή. "Περιμένω και αξίζω τον σεβασμό σας" ελεγε συχνά στο κοινό.
Όταν το Curtis Institute απέρριψε την αίτησή της, το χτύπημα ήταν καταστροφικό. Της στοίχησε τόσο πολύ που για χρόνια θα ανεφερε ότι πίσω από αυτή την κίνηση, κρύβονταν ρατσιστικά κίνητρα. Χωρίς λεφτά και με κατακερματισμένη την αξιοπρέπειά της, η μεγάλη τραγουδίστρια αναγκάστηκε να βρει δουλειά ως πιανίστρια σε ένα από τα πολλά μπαρ και νυχτερινά μαγαζιά στην Atlantic City. Σε αυτό το σημείο γεννήθηκε η Nina Simone. Όταν ο ιδιοκτήτης του μπαρ Midtown την ρώτησε γι 'αυτό το περίεργο όνομα η Eunice του είπε να την αποκαλεί Nina Simone. "Πάντα μου άρεσε το όνομα Nina, και είδα το όνομα Simone στην αφίσα μιας ταινίας" (πιθανώς εννοεί την Γαλλίδα ηθοποιό Σιμόν Σινιορέ).
Για πολλά χρόνια, η Nina Simone, έλεγε στους φίλους της ότι η δουλειά της ως πιανίστρια τζαζ και μπλουζ ήταν προσωρινή. Εντούτοις, μέσα σε λίγους μήνες κατάφερε να γοητεύσει το κοινό από το ασυνήθιστο μείγμα των κλασικών όπως ο Μπαχ και της σύγχρονης τζαζ. Η Nina Simone αντιστάθηκε στο τραγούδι, αλλά όταν οι ιδιοκτήτες του κλαμπ όπου δούλεψε αρχικά επέμειναν, ξεκίνησε να τραγουδάει στο σκοτάδι και σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα η δραματική κοντράλτο έγινε διάσημη. Όταν αντιλήφθηκε ότι έκανε αίσθηση στα μουσικά δρώμενα της Νέας Υόρκης, σταμάτησε τις επίπονες προπονήσεις της και εγκατέλειψε το όνειρό της να γίνει δεκτή στο Curtis.
Η εξαιρετική φήμη που έχτιζε η Nina Simone στο κέντρο διασκέδασης, άρχισε να αμαυρώνεται από τις συγκρούσεις της με το κοινό. Αρνούνταν να τραγουδήσει όταν από κάτω οι θαμώνες μιλούσαν ή γελούσαν και πολύ συχνά στεκόταν σιωπηλή, μέχρι να υπάρξει απόλυτη σιωπή. "Περιμένω και αξίζω τον σεβασμό σας" ελεγε συχνά στο κοινό. Άλλες φορές ήταν πιο άμεση. "Σκάσε!" έλεγε, δείχνοντας κάποιον που μιλούσε.
Άρχισε να γίνεται γνωστή στο ευρύτερο κοινό το 1959 ερμηνεύοντας σε διασκευή το "I Loves You Porgy" (από το μιούζικαλ Porgy And Bess) του Τζωρτζ Γκέρσουϊν, το οποίο ήταν και η μοναδική της επιτυχία που θα εισερχόταν στο αμερικανικό Top 40. Ακολούθησε το "My Baby Just Cares For Me" (το οποίο επανήλθε ως επιτυχία τη δεκαετία του 1980, όταν χρησιμοποιήθηκε σε τηλεοπτικές διαφημίσεις του αρώματος Chanel No. 5).
Όταν η φήμη ήρθε για την Nina Simone, ήταν τόσο συναρπαστική όσο και ανησυχητική. Ένας κακός γάμος που τελείωσε την είχε αφήσει ιδιαίτερα πικραμένη. Επιπλέον, μια σειρά από επαγγελματικές σχέσεις με ανήθικες δισκογραφικές εταιρείες - οι οποίες είχαν εκδόσει πολλά από τα κομμάτια της παράνομα - είχαν ως αποτέλεσμα να χάσει εκατομμύρια δολάρια. Τα σοβαρά οικονομικά της προβλήματα την έσπρωχναν στην παράνοια και την αίσθηση ότι όλοι ήθελαν να την εκμεταλλευτούν και να την κακοποιήσουν.
Κατά τη δεκαετία του 1960 η Νina Simone ασχολήθηκε σθεναρά με το κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα και ηχογράφησε μία σειρά στρατευμένων τραγουδιών, όπως τα "To Be Young, Gifted And Black" (που έγινε αργότερα μεγάλη επιτυχία σε εκτέλεση της Αρίθα Φράνκλιν) "Blacklash Blues", "Mississippi Goddam" (με αφορμή τη δολοφονία του Μαύρου αγωνιστή Μέντγκαρ Έβερς και την έκρηξη βόμβας σε εκκλησία, στο Μπέρμιγχαμ της Αλαμπάμα, όπου σκοτώθηκαν τέσσερα Μαύρα παιδιά), "I Wish I Knew How It Would Feel To Be Free" και το "Pirate Jenny" του Κουρτ Βάιλ (από την Όπερα της Πεντάρας).
Το 1961, ηχογράφησε μια εκτέλεση του παραδοσιακού τραγουδιού "House Of The Rising Sun", ένα τραγούδι το οποίο αργότερα ηχογράφησε και ο Bob Dyllan, ενώ έγινε μεγάλη επιτυχία από τους Animals. Στα τραγούδια για τα οποία είναι διάσημη περιλαμβάνονται το "I Put A Spell On You" (η αυθεντική εκτέλεση είναι του 'Screamin' Jay Hawkins), το "Here Comes The Sun" των Beatles, και το "Four Women". Η Nina Simon ήταν πολυδιάστατη ως καλλιτέχνης και αυτό ήταν έκδηλο στο σύνολο της μουσικής της, που συχνά είχε την απλότητα της παραδοσιακής μουσικής.
Σε μία και μόνη συναυλία, μπορούσε με ευκολία να περνάει από γκόσπελ ήχους σε μπλουζ και τζαζ, και από κομμάτια όπως το "For All We Know", σε κομμάτια εμποτισμένα με κλασσικές ευρωπαϊκές επιρροές. Στην κινηματογραφική επιτυχία του Νόρμαν Τζούισον, "The Thomas Crown Affair", με πρωταγωνιστές τον Στιβ Μακ Κουίν και τη Φέη Ντάναγουεϊ, ξεχώριζε το τραγούδι "Sinner Man" και έφερε τη μουσική της Nina Simone κοντά σε ένα ευρύτερο κοινό.
Στην αυτοβιογραφία της (I put a spell on you), αποκαλύπτεται η ταραγμένη ζωή μιας γυναίκας που αναγνώρισε εύκολα την ψυχική αστάθειά της, αλλά φάνηκε ανίκανη να αποδεχθεί την ευθύνη για τη συμπεριφορά που κατέστρεψε τους γάμους της και την αποξένωσε από τους φίλους, την οικογένεια και τους θαυμαστές της. Ωστόσο, η Nadine Cohodas δημοσίευσε μια οδυνηρά λεπτομερή βιογραφία, την "Princess Noire: The Tumultuous Reign of Nina Simone" που αποκαλύπτει τελικά την αλήθεια για την πικρία και τη ματαιοδοξία της μεγάλης τραγουδίστριας
Παρόλο που η καριέρα της άνθισε κατά τα επόμενα 40 χρόνια, η ψυχική ασθένεια της Nina Simone βάδιζε σταθερά προς το χειρότερο. Διαγνώστηκε με σχιζοφρένια, αλλά λόγω των συσσωρευμένων χρεών της και του πολυτελούς τρόπου ζωής, συνέχισε να παίζει και να τραγουδά σε λαϊκές συγκεντρώσεις, στο Carnegie Hall, σε συναυλίες και οπουδήποτε της ζητούσαν. Ακόμα και όταν άρχισε να καθυστερεί χαρακτηριστικά και να φτάνει στις συναυλίες της μετά από ώρες, το οργισμένο ακροατήριο, που θα την αποδοκίμαζε, ήταν αυτό που στο τέλος της συναυλίας θα την επευφημούσε εκστασιασμένο.
Όταν πέθανε στις 21 Απριλίου του 2003, ζούσε σε ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριό στη Γαλλία, παρέα με τους αφοσιωμένους φίλους της.
σχόλια