"Xαμένος μέσα στα δαιδαλώδη στενά, με τ' όνομα του δρόμου συνέχεια στο μυαλό μου για να μην το ξεχάσω, έψαχνα απεγνωσμένα. Mετά από αμέτρητες ερωτήσεις και λανθασμένες κατευθύνσεις, βρέθηκα έξω από ένα παλιό κτίριο, σ' ένα ήσυχο σοκάκι. Tο σκηνικό ήταν συναρπαστικό. Θύμιζε κάτι από ταινίες κατασκοπίας. H μυστικότητα, ο κίνδυνος, η αναζήτηση του "συνδέσμου" για την επαφή με τους αντάρτες του Kουρδικού Eργατικού Kόμματος (PKK). Προσπάθησα να διαγράψω απ' το μυαλό μου ότι αυτό που έβρισκα συναρπαστικό ήταν για τους Kούρδους η πικρή καθημερινότητα, όπου το πρώτο λάθος θα μπορούσε να σημάνει φυλακή, βασανιστήρια και, πολύ πιθανό, το θάνατο" (Γιώργος Κοίλιαρης, "Η γαλήνη κομματιάστηκε").
Ρεπόρτερ χωρίς σύνορα και χωρίς ασφάλεια!
'Αρθρο της Ντίνας Βαγενά στην Ελευθεροτυπία (11-2008). (Αναδημοσίευση από το Αλήτης-Press).
Η δυστυχία του να είσαι πολεμικός ανταποκριτής στην Ελλάδα!... Γιατί αν πάθεις κάτι εκεί που βρίσκεσαι, είσαι άτυχος διπλά. Πρώτα επειδή κάτι άσχημο σου συνέβη στις έτσι κι αλλιώς επικίνδυνες συνθήκες εργασίας σου. Υστερα, επειδή όποιος επίσημος μηχανισμός υφίσταται επί τόπου ή εκεί κοντά από τη χώρα σου είτε διαθέτει αντανακλαστικά απελπιστικά αργά, είτε δηλώνει «αναρμόδιος» είτε, αφού βρεθούν οι «συναρμόδιοι», μέχρι να συνεννοηθούν και να αναλάβουν δράση, πολύτιμος χρόνος χάνεται σε βάρος της σωματικής σου ακεραιότητας, ακόμα και των πιθανοτήτων της ίδιας σου της επιβίωσης. Ο Γιώργος Κοίλιαρης, ο συνάδελφός μας της ΝΕΤ που κηδεύτηκε χθες στις 15.00 στο νεκροταφείο Ζωγράφου, μας το υπενθύμισε αυτό με τον πλέον τραγικό τρόπο: ολοκλήρωσε την τελευταία του αποστολή -στο Αφγανιστάν- νωρίς το βράδυ του περασμένου Σαββάτου, αφήνοντας την τελευταία του πνοή στην εντατική του ΚΑΤ όπου νοσηλευόταν βαρύτατα τραυματισμένος. Ομως, το πρώτο βήμα αυτού του τραγικού, στερνού ταξιδιού το είχε κάνει λίγο μετά το μεσημέρι της Τετάρτης 8 Οκτωβρίου, σε ένα τροχαίο δυστύχημα στο βορειοανατολικό Αφγανιστάν, πεντέμισι ώρες δρόμο από την Καμπούλ. Δρόμο ορεινό, κακοτράχαλο. Στον δρόμο για το Νουριστάν, το αλλοτινό Καφιριστάν, τον τόπο που ενέπνευσε τον Ράντγιαρντ Κίπλινγκ να γράψει το «Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς». Χθες, στην κηδεία του, κυριολεκτικά χόρεψαν οι κροκόδειλοι. Η ΕΡΤ, που όσο ζούσε κι έτρεχε τον είχε με μπλοκάκι κι όχι με σύμβαση, άρα χωρίς ασφάλιση και εκτός έδρας, του έκανε την κηδεία. Και, ως είθισται, ακούστηκαν και οι πομπώδεις για την περίσταση επικήδειες ομιλίες για «αυταπάρνηση, ανθρωπισμό, επαγγελματική τιμιότητα», που πήγαιναν ασορτί με τα συνήθη στεφάνια κυβέρνησης και κομμάτων. Αλλά... Θα ζούσε άραγε σήμερα ο Γιώργος Κοίλιαρης εάν ήταν Αμερικανός, Βρετανός, Γερμανός, Καναδός ή Γάλλος δημοσιογράφος; Θα ζούσε εάν έσπευδε στρατιωτικό ελικόπτερο της ISAF, της πολυεθνικής ΝΑΤΟϊκής δύναμης που είναι κράτος εν κράτει στο Αφγανιστάν, για να τον μεταφέρει ταχύτατα σε ασφαλή νοσοκομειακή στρατιωτική εγκατάσταση, αν όχι από τον τόπο του δυστυχήματος, από το πρώτο ντόπιο επαρχιακό νοσοκομείο με τα ανεπαρκέστατα μέσα, όπου είχαν φροντίσει να τον μεταφέρουν οι Αφγανοί συνοδοί του; Θα ζούσε εάν, όπως όλα πλέον σαφώς καταδεικνύουν, η ISAF, στην οποία και η Ελλάδα ως γνωστόν συμμετέχει, τέτοια «προνομιακή» μεταχείριση δεν επιφυλάσσει πλέον παρά μόνο για τους embeded -τους ενσωματωμένους σε στρατιωτική δύναμη δημοσιογράφους-, επειδή δεν θέλουν πια ανεξάρτητους ανθρώπους των ΜΜΕ εκεί; Δύσκολο να ειπωθεί. Ας μείνουμε λοιπόν στα γεγονότα. Και θα επικαλεστούμε επίσημες πηγές. Σχετικά εμπιστευτικά έγγραφα από το ελληνικό Πεντάγωνο, καθώς και επώνυμες απαντήσεις στα ερωτήματά μας από τη στρατιωτική ηγεσία, ανώτατους και ανώτερους αξιωματούχους. Ιδού το χρονικό: * 8/10, ώρα 17.00 (14.30 ώρα Ελλάδας): Ο Ναμπίλ, ο Αφγανός διερμηνέας του στρατοπέδου της Ελληνικής Δύναμης Αφγανιστάν (ΤΕΣΑΦ) ενημερώνει τον διοικητή, αντισυνταγματάρχη Δημήτρη Γλυμή, ότι ο Κοίλιαρης και ο Αφγανός οδηγός του έπεσαν θύματα τροχαίου ατυχήματος στην επαρχία Λαγκχμάν, νότια του Νουριστάν, όταν το αυτοκίνητό τους βγήκε από τον δρόμο, στην προσπάθεια να αποφύγει μετωπική σύγκρουση με φορτηγό. Ο διερμηνέας είχε ειδοποιηθεί τηλεφωνικά από έναν από τους δύο ένοπλους Νουριστανούς που συνόδευαν για ασφάλεια από επιθέσεις ληστών τη μικρή φάλαγγα, αποτελούμενη από δύο ακόμα μικρά φορτηγά φορτωμένα εφόδια: ήταν ανθρωπιστική βοήθεια από τον Δήμο Αθηναίων που, μαζί με τον Κοίλιαρη, είχε μεταφερθεί μέσω Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων με ελληνικό και ιταλικό C-130. Το υλικό είχε αποθηκευτεί για δύο μέρες στο στρατόπεδο του ΤΕΣΑΦ μέχρι να βρεθούν οχήματα μεταφοράς. Το πρωί, αφού πρόσθεσαν και οι Ελληνες στρατιωτικοί τη δική τους συνεισφορά, είχαν αναχωρήσει τα τρία οχήματα από το στρατόπεδο. Ο διερμηνέας μεταφέρει επίσης στον διοικητή ό,τι άλλο είχε ακούσει: ότι Κοίλιαρης και οδηγός είχαν μεταφερθεί σοβαρά τραυματισμένοι σε κλινική της επαρχίας Λαγκχμάν για πρώτες βοήθειες και από εκεί, διαδρομή προς τα πίσω, στο νοσοκομείο της Τζαλαλαμπάντ, της κοντινότερης μεγάλης πόλης (επαρχία Νανγκαρχάρ). * 9/10, ώρα 13.00 (10.30 ώρα Ελλάδας): Ασθενοφόρο του νοσοκομείου της Τζαλαλαμπάντ (που αδυνατεί να χειριστεί τόσο σοβαρά τραύματα) διακομίζει τον Κοίλιαρη (με έναν από τους Αφγανούς συνοδούς του) στο (πολιτικό) νοσοκομείο Wazir Akbar Khan της Καμπούλ. Οι γιατροί αρνούνται να τον δεχτούν επικαλούμενοι ανεπάρκεια κατάλληλου νοσοκομειακού εξοπλισμού για τόσο σοβαρή περίπτωση. Τον παραπέμπουν σε άλλο νοσοκομείο, υποστηριζόμενο από ιταλική μη κυβερνητική οργάνωση. Οι Ιταλοί τον διώχνουν, «διότι δεν υπήρχε μαζί του Ελληνας συνοδός ή έστω αίτημα από την ελληνική πλευρά». Πίσω το ασθενοφόρο στο πρώτο νοσοκομείο, ενώ ειδοποιείται (ξανά μέσω του διερμηνέα) ο διοικητής. Ο διοικητής, που έχει ειδοποιήσει σχετικά το ΓΕΕΘΑ, παίρνει εντολή από τον Α' υπαρχηγό ΓΕΕΘΑ, αντιναύαρχο Δημήτρη Ελευσινιώτη, να πάει «με τον γιατρό της μονάδας και ανάλογο προσωπικό ασφαλείας» στο νοσοκομείο. Λίγο πριν ξεκινήσουν από το στρατόπεδο, με νέα ενημέρωση από τον διερμηνέα προκύπτει ότι «ο τραυματίας διακομίζεται στο Ebnisena Emergency Hospital». Ξανά επαφή του διοικητή με την ηγεσία του ΓΕΕΘΑ «και δόθηκε η πρωτοβουλία ενεργειών στον διοικητή της μονάδας, προκειμένου το απόσπασμα να μεταβεί με ασφάλεια στο νοσοκομείο που βρισκόταν ο Ελληνας δημοσιογράφος». Τους μεταφέρει, ντυμένους με πολιτικά, ο διερμηνέας με το ιδιωτικό του αυτοκίνητο. Οταν φτάνει πια εκεί ο διοικητής, αντικρίζει την εξής εικόνα: τον Κοίλιαρη αναίσθητο στο προαύλιο, μέσα στο ασθενοφόρο, και τους Αφγανούς γιατρούς να αρνούνται την εισαγωγή του εάν δεν τους προκαταβληθεί χρηματικό αντίτιμο για νοσήλια -ούτε λίγο ούτε πολύ μπαχτσίσι!!! Και μάλιστα σε νοσοκομείο που έχει ευεργετηθεί από ελληνική ανθρωπιστική βοήθεια!!! Να μην αναφέρουμε καν τους περίπου 2.000 Αφγανούς ασθενείς όλων των ηλικιών που είχε εξυπηρετήσει όσο λειτουργούσε στην Καμπούλ το ελληνικό στρατιωτικό νοσοκομείο εκστρατείας... Ο διοικητής, ύστερα από παζάρια, έβγαλε από την τσέπη του και πλήρωσε στο νοσοκομείο 800 $ ΗΠΑ για να εισαχθεί και να εξεταστεί ο Κοίλιαρης και να διανυκτερεύσει σε κλίνη της εντατικής. * 10/10: Η οδύσσεια συνεχίζεται. Αξονικός τομογράφος δεν υπάρχει στο νοσοκομείο. Νέα άδεια εξόδου από το στρατόπεδο του διοικητή και νέα μετακίνηση με ασθενοφόρο μέσα στην Καμπούλ για τον Κοίλιαρη. Του γίνεται αξονική τομογραφία σε ιδιωτική κλινική και ξανά πίσω στο κρατικό αφγανικό νοσοκομείο. Στις 21.00 (18.30 ώρα Ελλάδας) ο διοικητής του ΤΕΣΑΦ ενημερώνεται από τον Αφγανό επικεφαλής πανεπιστημιακό γιατρό της εντατικής για την κατάσταση του Κοίλιαρη: θλαστικό θραύσμα κεφαλής (είχε γίνει συρραφή), διάσειση με κάκωση αυχένα, πάρεση κάτω άκρων από μερική ρήξη νωτιαίου μυελού στην αυχενική χώρα, ασθενής δυνατότητα ομιλίας, αλλά μη ικανοποιητική επικοινωνία με το περιβάλλον. Και συνέστησε άμεση αεροδιακομιδή στην Ελλάδα καθώς το αφγανικό νοσοκομείο «δεν έχει τη δυνατότητα να παράσχει καμία περαιτέρω περίθαλψη». Επειτα από συντονισμένες ενέργειες των υπουργείων Εξωτερικών, Αμυνας, Υγείας και του ΕΚΑΒ, ο Γιώργος Κοίλιαρης αερομεταφέρεται στην Ελλάδα με ενδιάμεσο σταθμό νοσοκομείο του Αμπού Ντάμπι. Φτάνει στην Αθήνα με ελληνικό C-130 τις πρώτες πρωινές ώρες της Δευτέρας 13 Οκτωβρίου, πάνω από πέντε μέρες μετά το δυστύχημα. Παρά τη σχετική απαγόρευση επίσημης ενημέρωσης από τον υπουργό Υγείας Δημήτρη Αβραμόπουλο (άραγε γιατί;), οι πληροφορίες από το ΚΑΤ αναφέρουν πλήρη τετραπληγία και χαμηλό προσδόκιμο επιβίωσης για τον Κοίλιαρη, ο οποίος βρισκόταν συνεχώς σε καταστολή και μηχανική υποστήριξη. Η καρδιά του θα άντεχε να χτυπά 39 ακόμα μέρες. Από όσα μας ειπώθηκαν στη διάρκεια της έρευνάς μας, σκόπιμο να παραθέσουμε τα εξής: - Αντισυνταγματάρχης Δημήτρης Γλυμής, διοικητής ΤΕΣΑΦ: «Εκανα το καθήκον μου ως Ελληνας στρατιωτικός και ως άνθρωπος, εξαντλώντας κάθε διαθέσιμο περιθώριο ανθρωπισμού». - Υποστράτηγος Παναγιώτης Δροσινόπουλος, διευθυντής υγειονομικού ΓΕΕΘΑ: «Σε σοβαρούς τραυματισμούς του νωτιαίου μυελού και του κεντρικού νευρικού συστήματος όπως αυτός, εάν τυχόν γινόταν ταχύτερα η μεταφορά ίσως να αντιμετωπίζαμε μόνο μία παραπληγία». - Στρατηγός Δημήτρης Γράψας, αρχηγός ΓΕΕΘΑ: «Ουδεμία επίσημη επαφή από πλευράς ΕΡΤ προς εμάς υπήρξε, τουλάχιστον μέχρι το μεσημέρι της Παρασκευής 10 Οκτωβρίου».
Από τον Μεγαλέξανδρο στους Ταλιμπάν, ρεπορτάζ του Γιώργου Κοίλιαρη στο Αφγανιστάν για τη ΝΕΤ (2008).
Οταν κομματιάστηκε η γαλήνη.
Μία αδημοσίευτη συνέντευξη του Γιώργου Κοίλιαρη στον Γιάννη Τριανταφύλλου.
(Αναδημοσιεύεται από το σάιτ του Γιάννη Τριανταφύλλου).
Μια συνέντευξη πριν από 12 χρόνια με τον Γιώργο Κοίλιαρη, για το ένθετο «Η ζωή είναι εδώ». Μια συνέντευξη που, μέσα στον χαμό της συνεχώς ρέουσας επικαιρότητας, δεν δημοσιεύτηκε ποτέ. Και που αφιερώνεται τώρα σε έναν συνάδελφο που έπεσε στην πρώτη γραμμή του καθήκοντος της ενημέρωσης.
Τίτλος: Οταν κομματιάστηκε η γαλήνη...
«...Αναψα ένα τσιγάρο και παρακολουθούσα τις σκηνές. Η λάμψη ήταν εκτυφλωτική. Ενα απόκοσμο βουητό με διαπέρασε. Το κορμί μου ελευθερώθηκε από τους νόμους της βαρύτητας. Η λέξη «πεθαίνω» μόλις που πρόλαβε να σχηματιστεί στο μυαλό μου. Με τύλιξε το σκοτάδι...».
Οι παραπάνω φράσεις – νότες από ένα κονσέρτο εφιαλτικής πραγματικότητας – εμπεριέχονται στο βιβλίο του Γιώργου Κοίλιαρη «Η γαλήνη κομματιάστηκε» ( εκδ.Λιβάνη ). Ο συγγραφέας ξετυλίγει στις σελίδες της «γαλήνης» τις εμπειρίες του από τα εμπόλεμα μέτωπα του πλανήτη και δίνει ζοφερές εικόνες μιας επίγειας κόλασης που, πολλές φορές όλοι μας, θέλουμε να πιστεύουμε ότι, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει. Τουλάχιστον, όχι κάπου κοντά μας...
Το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες και σόκαρε με την αμεσότητα και την ευαισθησία των περιγραφών του. Προσφυγικοί καταυλισμοί στο Ρασιντιγιέ, ανελέητη πάλη Αρμένιων-Αζέρων στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, Κούρδοι αντάρτες και Τούρκοι αστυνομικοί, οι θανατοποινίτες του Ζαγκαζιγκ, Βοσνία, Βούκοβαρ, πόλεμος του Κόλπου. Φιλίες με 18χρονα παιδιά που λίγες μέρες μετά πέφτουν νεκρά από σφαίρες ελεύθερων σκοπευτών, γνωριμίες με πολεμιστές-καμικάζι που θυσιάζουν τη ζωή τους για την ανεξαρτησία της πατρίδας τους, νάρκες στους δρόμους, οβίδες που σφυρίζουν, «η γαλήνη κομματιάζεται» και...
- Πόσο ήρωας αισθάνεται ένας πολεμικός ανταποκριτής;
«Καθόλου. Ούτως ή άλλως, δεν πιστεύω στο μοντέλο του ήρωα. Ηρωες γίνονται οι ανώνυμοι άνθρωποι εκεί που δεν το περιμένουν».
-Οι πιτσιρικάδες όμως σάς θαυμάζουν. Αν ένας από αυτούς ερχόταν και σου έλεγε ότι θέλει να γίνει «συνάδελφος», τι θα τον συμβούλευες;
«Αν έχει συνειδητοποιήσει ότι υπάρχουν ρίσκα, τι να του πω; Επειτα, μη φαντάζεσαι ότι πολεμικός ανταποκριτής σημαίνει «φορώ κράνος, είμαι στην πρώτη γραμμή και περιμένω τις οβίδες να πέσουν». Μπορείς κάλλιστα να καθίσεις στο ξενοδοχείο, να κάνεις τα connection σου και να στείλεις ένα τέλειο ρεπορτάζ. Το πόσα ρίσκα παίρνει ο καθένας είναι δικό του θέμα».
-Κάποιοι από εσάς δηλαδή, μπορεί να πουλάνε και παραμύθι...
«Πολύ πιθανόν».
-Ξετρυπώνετε ειδήσεις, πληροφορείτε τον κόσμο. Ζώντας από κοντά κάποια πράγματα μπορείτε να είστε αμερόληπτοι;
«Προσπαθούμε...».
- Εσύ, δεν αδίκησες ποτέ κάποιον;
«Πιθανόν ναι. Πιστεύω ότι, ως ένα σημείο, κάποια εποχή είχα αδικήσει τους Ισραηλινούς. Επρεπε να δω τις ανασφάλειες που είχαν κι αυτοί σαν λαός, αλλά το υπέρ των Παλαιστινίων συναίσθημα μάλλον δεν μου το επέτρεψε».
-Ο παράγων τύχη, στα πεδία των μαχών, τι ρόλο παίζει;
«Μεγάλο. Την έχω γλιτώσει, μέχρι τώρα, δύο φορές. Την πρώτη στον Λίβανο, όταν είχα διάρροια, καθυστέρησα, πέρασε μπροστά από το δικό μου ένα άλλο τζιπ και, λίγο μετά, τινάχτηκε στον αέρα. Τη δεύτερη, στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Περπατούσα πρώτος, με ακολουθούσε ο Ρώσος διερμηνέας μου, και κάποια στιγμή «έφαγε» σφαίρα από ελεύθερο σκοπευτή. Αν αντί να σκοπεύσει αυτόν, είχε σκοπεύσει εμένα, θα ήταν τώρα εκείνος ζωντανός και νεκρός εγώ».
-Οταν, όπως στην περίπτωση που μόλις ανέφερες, χάνονται κάποιοι άνθρωποι με τους οποίους είσαι μαζί πώς το αντιμετωπίζεις;
«Προσπαθώ, όσο μπορώ, να μένω μακριά. Να μην δένομαι».
-Το κατορθώνεις;
«Οχι απόλυτα. Ιδιαίτερα δε, όταν τα θύματα είναι παιδιά. ΠΡΕΠΕΙ πάντως να μένεις εκτός, ειδάλλως θα τρελλαθείς».
-Αισθάνθηκες να «σπάς» κάποια φορά;
«Όχι απλώς έσπασα, έγινα κομμάτια. Εφτασα στο σημείο να πω «ας φάω μια σφαίρα να τελειώνω». Ημουν στο Ναγκόρνο Καραμπάχ με τους Αρμένιους. Μας είχαν κυκλώσει οι Αζέροι. Πέντε μέρες στη βροχή, τη λάσπη, χωρίς να βλέπω, έτρωγα πατάτες και ρίζες, έπινα νερό από τους λάκους. Ολα αυτά υπό συνεχή βομβαρδισμό. Από τους 80 τόσους που πήγαμε, γυρίσαμε πίσω οι 17. Ξέρεις τι με κράτησε την τελευταία στιγμή; Πιθανώς να σου φανεί γελοίο. Η εικόνα της μάνας μου, που ήταν άρρωστη. Είπα: "αν πεθάνω εγώ τι θα γίνει εκείνη;'».
-Αλλη περίπτωση δημοσιογράφου που να κατέρρευσε, έχεις ζήσει;
«Θυμάμαι έναν του BBC, στον Λίβανο. Είχε πάθει shell-shock ( το σοκ των οβίδων ). Ηταν ο πρώτος του βομβαρδισμός. Οταν λέμε βομβαρδισμός εννοούμε ότι είσαι χωμένος μέσα στη γη, στο καταφύγιο και για μισή ώρα, μια ώρα, όσο κρατήσει, δονείσαι με είκοσι βαθμούς ρίχτερ σεισμό. Παθαίνεις κλειστοφοβία, δυσκολεύεσαι να αναπνεύσεις, είναι και τα αέρια που μυρίζουν... Ο Αγγλος πήγε να πεταχτεί όρθιος. Τον χτύπησαν οι Παλαιστίνιοι, τον αναισθητοποίησαν και τον έδεσαν. Του έσωσαν τη ζωή. Μετά βέβαια ήταν εντάξει».
-Αιχμάλωτο σε έχουν πιάσει;
«Ναι, στην πρώτη μου αποστολή. Φρικτή εμπειρία. Ημουν απομονωμένος, δεν είχα καμία πληροφόρηση, δεν ήξερα τι θα συμβεί, μπορούσαν να με εκτελέσουν σε χρόνο μηδέν. Και πραγματικά έτρεμα όταν μού είπαν ότι είμαι κατάσκοπος. Δεν ήταν οι επίσημες συριακές αρχές που με είχαν συλλάβει, ήταν παρακρατικοί, καταλαβαίνεις...».
-Πες μου κάποια ξεχωριστή εικόνα που «έγραψε» μέσα σου.
«Ο θάνατος του Ρώσου διερμηνέα μου, του Αντρέι, στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Τραυματίστηκε κι έμεινα δίπλα του μιάμιση ώρα, μέχρι που ξεψύχισε. Τα ουρλιαχτά του...18 χρονών παλικάρι. Είχαμε γνωριστεί το προηγούμενο βράδι. Μιλούσαμε για το κορίτσι του, τη ζωή του. Είχε μείνει άνεργος. Εζησα όλη τη διαδικασία. Τού κρατούσα το χέρι και τού φώναζα: «Αντρέι, Αντρέι» και κάποια στιγμή, που το τζιπ με το οποίο τον μεταφέρουμε έχει φρακάρει και δεν μπορεί να φύγει, μού πιάνει το χέρι και μού το σφίγγει. Τρελαίνομαι, κάνω να σηκωθώ κι εκείνη τη στιγμή ο Αντρέι βγάζει μια κραυγή και πεθαίνει. Το σφίξιμο του χεριού του το αισθάνομαι ακόμη».
Κάπου εδώ, η μικρή παύση στη συζήτηση μοιάζει αναγκαία. Οπως και η μετάβαση. Από τις οβίδες των Αζέρων, στα περί δημοσιογραφικής δεοντολογίας.
- Περίπτωση να βρεθείς κάπου και να μη θέλει το κανάλι ή η εφημερίδα τη συνέχιση της κάλυψης ενός γεγονότος, σου'χει τύχει;
«Απειρες φορές. Εγώ βέβαια δεν σταματώ».
- Και τι γίνεται;
«Τους βγάζω είδηση, συνειδητοποιούν ότι έχω δίκιο και συνεχίζω. Εν τω μεταξύ, βέβαια, μπορεί να ζω επί μέρες με δανεικά, κονσέρβες κ.λπ.».
-Πόσο πιθανό είναι να σάς ζητηθεί να «κιτρινίσετε» κάποιο κομμάτι;
«Αρκετά. Στον Πόλεμο του Κόλπου ένας αμερικανός δημοσιογράφος ούρλιαζε, γιατί άλλο κομμάτι έστειλε και άλλο του δημοσίευσαν. Στην Ελλάδα είναι διαφορετικά. Ενα κομμάτι «κιτρινίζει» εάν π.χ. είσαι σ'ένα γραφείο στο Πάλε και λές ότι είσαι στην πρώτη γραμμή. Τώρα, να στείλεις το κομμάτι στον σταθμό και να το «κιτρινίσουν» εκείνοι, είναι μάλλον απίθανο γιατί δεν υπάρχει κάποιο συμφέρον σχετικό με τα όσα γίνονται στην Αρμενία ή στον Λίβανο. Το «κιτρίνισμα» στο οποίο αναφέρεσαι συμβαίνει κυρίως με Αμερικανούς, Αγγλους, Γάλλους, Γερμανούς. Στην Ελλάδα ίσως να μπορεί να γίνει σε κάποιο επεισόδιο με τους Τούρκους, αν και πάλι είναι δύσκολο».
-Είναι καλοί στη δουλειά τους οι έλληνες πολεμικοί ανταποκριτές;
«Οι καλύτεροι. Γιατί "χώνονται" πολύ περισσότερο από τους ξένους. Εκείνοι έχουν απλώς τεράστια μέσα και μεγάλες αμοιβές. Εμείς, πολλές φορές κάνουμε οικονομία από το φαγητό για να συντηρηθούμε».
-Σου'χει τύχει να ζηλέψεις τη ζωή κάποιου άλλου;
«Ναι, του Χέμινγουεϊ. Ηταν πολύ πιο ρομαντική περίοδος τότε για τον δημοσιογράφο. Με τη γραφομηχανή του, πήγαινε εδώ-εκεί, παντού... Θα έλεγα ότι ζηλεύω γενικά όλους τους δημοσιογράφους εκείνης της εποχής. Εβαζαν στο κείμενο τα συναισθήματά τους. Τώρα, τάκ-τακ, τετρακόσιες πενήντα λέξεις και αυτό είναι όλο...».
-Αλληλεγγύη μεταξύ των πολεμικών ανταποκριτών υπάρχει; Λένε πως ο κίνδυνος ενώνει.
«Αλλες φορές ναι, άλλες όχι. Οταν πρόσφατα βρέθηκα στην Αλβανία μού είχαν κλέψει το πορτοφόλι και οι συνάδελφοι στην κυριολεξία με τάιζαν. Μια άλλη φορά όμως έγιναν πράγματα στα οποία δεν θα ήθελα να αναφερθώ».
-Το βλέπεις πιθανό κάποια ιδιαίτερα έντονη εμπειρία να σε κάνει να σταματήσεις;
«Δε νομίζω. Να σκεφθείς, τώρα που είμαι για λίγο μόνο καιρό στην Αθήνα, και θέλω να φύγω. Δεν μιλώ απαραίτητα για πόλεμο. Μιλώ για μια οποιαδήποτε αποστολή. Πρόκειται για έναν τρόπο ζωής, τον οποίο έχω επιλέξει. Αλλωστε είμαι πιά 42 χρόνων. Είναι πολύ αργά για να αλλάξω...».
Μερικές από τις αποστολές του Γιώργου Κοίλιαρη, που περιγράφονται στο βιβλίο του Οταν κομματιάστηκε η γαλήνη παρουσιάστηκαν σε περίληψη στο σάιτ Επιτροπή Αλληλεγγύης Στρατευμένων- Δικτύο Σπάρτακος σε σχετικό αφιερωμά του, απ' όπου και αναδημοσιεύουμε το παρακάτω απόσπασμα.
ΛΙΒΑΝΟΣ 1981
Εκεί άρχισαν όλα. Απρίλιο του 1981, ο Γιώργος θα ακολουθήσει την συμβουλή του ποιητή-συγγραφέα «ρε συ, αν ήμουν στη θέση σου, θα πήγαινα στο Λίβανο», αφού ο διευθυντής της εφημερίδας που εργάζονταν για δύο χρόνια «υπό δοκιμή», «άμισθος», «το παιδί για όλες τις δουλειές» απεφάνθη: «Αγόρι μου, δεν κάνεις για δημοσιογράφος. Ασχολήσου με κάτι άλλο, όσο είναι καιρός».
Στα γραφεία της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης άρχισε το ταξίδι του πολεμικού ανταποκριτή.
Από τη μια μεριά οι φιλοϊσραηλινοί Λιβανέζοι με τον σύγχρονο οπλισμό, τα ισραηλινά τανκς και οι κανονιοφόροι που βομβαρδίζουν αλύπητα. Από την άλλη, οι Παλαιστίνιοι μαχητές και πρόσφυγες. «Στα σκοτεινά καταφύγια περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους οι πρόσφυγες. Μια ζωή που ζυμώνονταν καθημερινά με τον κίνδυνο και τη φτώχεια. Όμως δεν λιγοψυχούσαν. Είχαν ένα ακατανόητο κουράγιο και την ελπίδα τους δεν μπορούσαν να τη σβήσουν οι βόμβες».
Για το Γιώργο η πρώτη εμπειρία χρωματίζεται από την σύγκρουση μουσουλμάνων-χριστιανών, τις αποστολές αυτοκτονίας, αλλά και την περιπετειώδη σύλληψη από τους Παλαιστινίους που τον κατηγορούν για κατασκοπεία υπέρ των Ισραηλινών. Παρόλα αυτά, θα απελευθερωθεί και θα φυγαδευτεί στο αεροδρόμιο της Δαμασκού.
Όμως «η απόφαση να γυρίσω στο Λίβανο είχε καρφωθεί στο μυαλό μου μόλις πάτησα στο αεροδρόμιο του Ελληνικού». Ο Φαρούκ, τον υποδέχεται και του εξομολογείται: «Το ήξερα ότι θα γύριζες πίσω. Έχεις μέσα σου ένα διάβολο που δε σ' αφήνει σε ησυχία. Καλώς ήρθες»
Η απίστευτη θέληση του εξασφαλίζει συνέντευξη του Αραφάτ που τον υποδέχεται λέγοντας του «Ώστε εσύ είσαι ο ανυπόμονος Έλληνας;». Επίσης όμως αποκαλυπτικό είναι και το επεισόδιο που αποδεικνύει ότι για χάρη αμερικανικού τηλεοπτικού συνεργείου, η εκεχειρία θα παραβιαστεί και θα ξεσπάσει σκληρή μάχη στην Πράσινη Ζώνη».
Καθώς αποπειράται να πάρει συνέντευξη από τον Τζεμαγιέλ, ηγέτη των χριστιανών θα πέσει πάνω σε Έλληνες Μισθοφόρους που πολεμούν στο πλευρό των τελευταίων. Φυσικά, η αναγνώριση τους όχι μόνο ακυρώνει την επαφή, αλλά γίνεται αιτία να διατυπωθούν απειλές εναντίον του. Λίγο αργότερα, θα διαπιστώσει ότι πλήθος ξένων εθελοντών μεταξύ των οποίων και Έλληνες πολεμούν στο πλευρό των Παλαιστινίων.
Ενώ οι Ισραηλινοί βομβαρδισμοί σκορπούν τον όλεθρο με τις αμερικανικές βόμβες, τα νιάτα της Παλαιστίνης χάνονται για την Ελευθερία, ενώ ο φόβος της αραβικής προδοσίας ελλοχεύει.
Κατά τη διάρκεια ενός αιφνιδιαστικού βομβαρδισμού, θα τραυματιστεί σοβαρά, ενώ σκέψεις περνούν από το μυαλό του: «Προσπάθησα να κουνήσω τα χέρια μου, τα πόδια μου. Τίποτα. Ένα αναφιλητό τράνταξε το στήθος μου. Από τα μάτια μου άρχισαν να τρέχουν δάκρυα. Όχι ανάπηρος, καλύτερα νεκρός»!
ΝΑΓΚΟΡΝΟ ΚΑΡΑΜΠΑΧ, 1993
Συνοδεύοντας μια ομάδα Αρμενίων κομάντος, όλοι τους βετεράνοι του Αφγανιστάν που μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ ήρθαν να πολεμήσουν για την Αρμενία, φτάνει διαμέσου αντιαεροπορικών πυρών στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Εκτιμά ότι «με ποτάμια αίματος έχουν πληρώσει και οι δύο πλευρές το καπρίτσιο του Στάλιν να ενσωματώσει τον αρμενικό θύλακα στο Αζερμπαϊτζάν».
Από μια περιπολία θα επιστρέψουν οι Αρμένιοι κομάντος με πολεμικά λάφυρα δύο G3 Made in Turkey και ταυτότητες Τούρκων αξιωματικών, αποδείξεις της τουρκικής εμπλοκής στην σύγκρουση.
Αργότερα θα φτάσει στο Στεπανακέρτ, το παλιό θέρετρο των ισχυρών της ΕΣΣΔ, που έχει καταστραφεί. Θα συνοδεύσει μια ομάδα 14 Αρμενίων, με επικεφαλής τον Λοχαγό Σπάρτακο, σε φυλάκιο της πρώτης γραμμής, ενώ σύντομα θα εκδηλωθεί γενική επίθεση των Αζέρων.
Θα ζήσει από πρώτο χέρι όλη τη βαναυσότητα του πολέμου καθώς οι περικυκλωμένοι Αρμένιοι δέχονται τις επανειλημμένες επιθέσεις των Αζέρων. Του προτείνουν να εξοπλιστεί, αλλά αυτός αρνείται εξαιτίας της δημοσιογραφικής του ιδιότητας. Η απάντηση είναι αφοπλιστική «Αυτό να το πεις στον Αζέρο που θα πατάει την σκανδάλη. Θα ήθελα πολύ να ακούσω την απάντηση του. Ιδιαίτερα αν μάθουν ότι είσαι Έλληνας. Κοίτα, βλάκα, αν φας μια σφαίρα και πεθάνεις, να υπολογίζεις τον εαυτό σου τυχερό. Γιατί αν σε πιάσουνε αιχμάλωτο, θα κάνεις πολλές ώρες να πεθάνεις. Θα εύχεσαι να είχες τινάξει τα μυαλά σου στον αέρα».
Μια αντεπίθεση των Αρμενίων θα αλλάξει το ρου της μάχης προκαλώντας την συντριβή των Αζέρων. Όμως ο Γιώργος θα εκδηλώσει και πάλι την ανθρωπιά του και το ταξικό του κριτήριο, παρατηρώντας τα πτώματα αυτών που μέχρι πριν από λίγο τον απειλούσαν με θάνατο: «Κοίταξα τον "εχθρό". Ήταν αυτοί που με είχαν κάνει να φοβηθώ, να κλάψω. Ήταν αυτοί που ήθελαν να με σκοτώσουν. Φορούσαν ίδιες στολές με αυτές που φορούσαν και οι Αρμένιοι, λασπωμένες, κουρελιασμένες. Κάποιοι ήταν αμούστακα παλικάρια, άλλοι τριαντάρηδες, με βρώμικα γένια, κορμιά βουτηγμένα στο αίμα. Ήταν οι άνθρωποι που είχα μισήσει, είχα ευχηθεί να πεθάνουν εκείνες τις ατελείωτες ώρες του βομβαρδισμού».
Και ενώ οι καταγγελίες των Αρμενίων περί αζερικών βιαιοτήτων έχουν χαραχτεί στο μυαλό του, μπροστά του κείτονται τα πτώματα τριών Αζέρων αιχμαλώτων που εκτελέστηκαν άνανδρα. «Σε λίγες μέρες, σε κάποιο φτωχόσπιτο του Αζερμπαϊτζάν θα έφτανε γράμμα: Ο σύζυγος σας, ο γιος σας αγνοείται...»
Την ουσία όμως του πολέμου αποκαλύπτει ο μαυραγορίτης και μαφιόζος που ζει μέσα στην χλιδή, κάνει επίδειξη του πλούτου και της δύναμης του, ενώ ο λαός πεινά.
ΚΟΥΡΔΙΣΤΑΝ, 1992
Σκοπός του ταξιδιού αυτού ήταν η άνοδος στο βουνό με τους αντάρτες του ΡΚΚ και στη συνέχεια η επίσκεψη του Κουρδιστάν εντός Ιράκ. Πρώτος σταθμός του ταξιδιού, υπό το άγρυπνο βλέμμα της Τουρκικής Ασφάλειας ήταν το Ντιγιαρμπακίρ. Μια πόλη 400000 κατοίκων που έφτασε τα 4000000 εξαιτίας των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων του Τουρκικού Στρατού-Στρατοχωροφυλακής. Τρομοκρατημένοι πρόσφυγες ζουν σε άθλιες συνθήκες, ενώ καταδότες και επίσημες κατασταλτικές τουρκικές αρχές απειλούν την ελευθερία, αξιοπρέπεια και ζωή τους ανά πάσα στιγμή.
Επιλέγοντας να ταξιδεύσει στο Ιράκ γίνεται μάρτυρας της παραβίασης του Εμπάργκο που έχει επιβληθεί στο Ιράκ, καθώς τουρκικά φορτηγά μεταφέρουν τρόφιμα που ανταλλάσουν με πετρέλαιο. Περνώντας τα σύνορα μπαίνει στο Ιρακινό Κουρδιστάν μια περιοχή που δοκιμάζεται από τις συγκρούσεις μεταξύ των Κούρδων (του Ιράκ) οπαδών των Μπαρζανί-Ταλαμπανί ή όταν ενωμένοι οι τελευταίοι αγωνίζονται εναντίον του ΡΚΚ ή του Σαντάμ. Συχνά οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις τους εκμεταλλεύτηκαν, αφήνοντας τους (1988, 1991) αβοήθητους στην εκδικητική μανία του Σαντάμ Χουσεΐν.
Με τεράστιες δυσκολίες καταφέρνει να συναντήσει αντάρτες του ΡΚΚ, να ζήσει λίγες μέρες μαζί τους και να πληροφορηθεί από πρώτο χέρι τον σκοπό του αγώνα τους, που δεν είναι άλλος από τη λύση του Κουρδικού ζητήματος, όχι με στρατιωτικά μέσα, αλλά επιβάλλοντας στην Τουρκία να επιδιώξει πολιτική λύση. Επίσης, συνοδεύει αντάρτες του ΡΚΚ σε μια επίθεση τους εναντίον μιας τουρκικής στρατιωτικής βάσης.
Στην επιστροφή του επιλέγει να ταξιδεύσει ξανά, να επισκεφτεί την Ιμπρίλ και την Σουλεϊμανίγια, τις δύο σημαντικότερες πόλεις του Κουρδιστάν, για να δει από πρώτο χέρι τη ζωή και τα προβλήματα των Κούρδων. Το δράμα των προσφύγων είναι απερίγραπτο, ενώ ο θάνατος παραμονεύσει, με πιο ευάλωτα τα παιδιά. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής μαθαίνουν για την τουρκική εισβολή στο Ιρακινό Κουρδιστάν και για την κοινή επίθεση με τους Κούρδους του Μπαρζανί εναντίον του ΡΚΚ.
Όταν γυρνά στην Τουρκία η ΜΙΤ τον ανακρίνει. Σε συνάντηση του με εκπρόσωπο του Πράσινου Κόμματος Γερμανίας, γνωστή για τους αγώνες της υπέρ των Κούρδων, πληροφορείται ότι παραλίγο να την απαγάγουν, ενώ οι αρχές ασφαλείας του έχουν στήσει παγίδα, επειδή τον υποπτεύονται ότι συνάντησε τους αντάρτες του ΡΚΚ.. Αποφασίζει έντρομος την άμεση επιστροφή του στην Αθήνα.
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΚΟΛΠΟΥ, 1991
Παρά την αρχική αισιοδοξία ότι δεν πρόκειται να γίνει συμμαχική επίθεση, η αποτυχία της διπλωματίας οδηγεί σε πόλεμο. Ο Κοίλιαρης ξεκινά το ταξίδι για Βαγδάτη έχοντας ως ενδιάμεσους σταθμούς την Κύπρο, Ιορδανία, ενώ καθοδόν φτάνει η είδηση της επίθεσης. Μόνο το CNN και ένας Ισπανός δημοσιογράφος μένουν πίσω στη βομβαρδισμένη Βαγδάτη. Στο Αμάν διασταυρώνονται δύο αντίθετα ποτάμια: της προσφυγιάς των Αράβων προσφύγων από το Ιράκ, μεταξύ των οποίων πολλοί Αιγύπτιοι-Παλαιστίνιοι εργάτες και των δυτικών δημοσιογράφων που κάνουν τα πάντα για να εισέλθουν στο Ιράκ.
Πληροφορείται ότι μια ομάδα Παλαιστίνιων και Μαροκινών γιατρών θα πάει στη Βαγδάτη και επιχειρεί να παρουσιαστεί ως γιατρός για να μπει στο Ιράκ. Τα καταφέρνει και φτάνει στη βομβαρδισμένη Βαγδάτη όπου οι κάτοικοι περνούν δραματικές ώρες. Οι παράπλευρες απώλειες πολλαπλασιάζονται ενώ έντονη είναι η αίσθηση ότι οι Δυτικοί έστησαν παγίδα στον Σαντάμ για να τον σύρουν σε πόλεμο με σκοπό να καταστρέψουν την πιο ισχυρή πολεμική μηχανή του αραβικού κόσμου.
Τραγική η κατάσταση στο νοσοκομείο της Βαγδάτης που επισκέπτεται. Τεράστιος ο αριθμός των θυμάτων, περιορισμένο το προσωπικό, ενώ φάρμακα και υλικά εξαντλούνται. Ενώ το καθεστώς δίνει παραστάσεις πολεμικής ετοιμότητας, οι συνθήκες χειροτερεύουν, οι ελλείψεις είναι δραματικές και η εγκληματικότητα αυξάνεται.
Σε μια αεροπορική επιδρομή, ο συνοδός και φίλος του Γ.Κοίλιαρη σκοτώνεται, κάτι για το οποίο ο ίδιος θεωρεί ότι φέρει μερίδιο της ευθύνης. Γεγονός που επισπεύδει την επιστροφή του στην Ελλάδα.
ΟΙ ΘΑΝΑΤΟΠΟΙΝΙΤΕΣ ΤΟΥ ΖΑΓΚΑΖΙΓΚ, 1992
Αίγυπτος. «Τρεις Έλληνες ναυτικοί στις φυλακές της Αιγύπτου. Θανατοποινίτες για ναρκωτικά. Ένα πλοίο γεμάτο χασίς. Ο πλοίαρχος, Κύπριος, κάρφωσε και εξαφανίστηκε».
Ενώ η ελληνική κυβέρνηση καθησυχάζει, πληροφορώντας ότι πιθανολογείται αμνήστευση εξαιτίας των παρεμβάσεων της, οι ναυτικοί παραμένουν για μήνες φυλακισμένοι στις φυλακές κάτεργα του Ζαγκαζίγκ, 250 χιλιόμετρα από την Αλεξάνδρεια. Επιτρέπεται να τους δουν μόνο οι επίσημες προξενικές αρχές και ιερείς.
Ο Γ.Κοίλιαρης κάνει ότι του περνά από το χέρι για να τους επισκεφτεί, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Κάποιος Έλληνας, στο ξενοδοχείο που διαμένει, του συστήνει να συναντήσει το Γιάννη, «που έχει διασυνδέσεις με την αστυνομία και τις φυλακές. Είναι περίεργος άνθρωπος και οι δουλείες του ακόμη πιο περίεργες».
Ο περίφημος Γιάννης κινείται με το δικό του τρόπο, για να διαπιστώσει άμεσα και αυτός ότι η επίσκεψη δημοσιογράφου στις συγκεκριμένες φυλακές είναι αδύνατες. Μόνο ιερέας μπορεί να μπει.
Ο Κοίλιαρης αποφασίσει να μεταμφιεστεί σε ιερέα προκειμένου να συναντήσει τους φυλακισμένους. Το ρίσκο τεράστιο και η απειλή να καταντήσει και αυτός κατάδικος επικρέμεται πάνω από το κεφάλι του.
Ο Γιώργος τελικά θα τα καταφέρει. Θα μπει στη φυλακή ως ιερέας, θα συνομιλήσει μαζί τους, καταφέρνοντας να εξασφαλίσει μια μοναδική ανταπόκριση από το θάλαμο των θανατοποινιτών, με αντίτιμο την προσωρινή σύλληψη και τον ξυλοδαρμό του από τη διοίκηση της φυλακής.
Η παρέμβαση του Γιάννη αποσοβεί το ενδεχόμενο οδυνηρότερων συνεπειών και εξασφαλίζει την απελευθέρωση του.
ΒΟΣΝΙΑ, 1991-1996
Ακόμη και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι σε κρίσιμες θέσεις, που κατευθύνουν την κοινή γνώμη και διαμορφώνουν την πολιτική ατζέντα, οι οποίοι αμφισβητούν τον καίριο ρόλο της Γερμανίας και συνολικά της Ε.Ε. στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, μεταθέτοντας τις ευθύνες στον εθνικισμό, κυρίως στον σερβικό μεγαλοϊδεατισμό.
Χωρίς να αποσοβούμε την παράμετρο αυτή, πιστεύουμε και εμείς ότι ο ρόλος των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ιδιαίτερα της Γερμανίας, στο αιματοκύλισμα του Γιουγκοσλαβικού λαού, υπήρξε καθοριστικός.
Για μια κόμη φορά, ο Γ.Κοίλιαρης, αφού διαπληκτίστηκε με τους προϊσταμένους του που υποτιμούσαν την πολεμική σύγκρουση στα Βαλκάνια, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή.
Η συνάντηση του όμως με έναν παλαίμαχο Γερμανό πολεμικό ανταποκριτή του αποκάλυψε το πραγματικό μέγεθος της παρασκηνιακής γερμανικής εμπλοκής, ξεδιπλώνοντας τον μίτο της Αριάδνης, που ξεκινά από τους Φαλαγγίτες του Λιβάνου για να καταλήξει στις ακτές τις Αδριατικής. Το παρακάτω απόσπασμα του διαλόγου τους, που προηγήθηκε της αποκάλυψης μεταφοράς γερμανικού εξοπλισμού με νταλίκες-ψυγεία στην Κροατία, της οποίας τα φωτογραφικά ντοκουμέντα καταστράφηκαν από τις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες είναι διαφωτιστικό:
«Η Γερμανία και το Βατικανό προσπαθούν να επεκτείνουν την επιρροή τους στη Σλοβενία και την Κροατία, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες άργησαν να μπουν στο παιχνίδι και τώρα μόλις ξύπνησαν. Αυτή την στιγμή γίνεται μια τεράστια προσπάθεια από τη Γερμανία και το Βατικανό για να προμηθεύσουν όπλα τους Σλοβένους και τους Κροάτες. Πριν από λίγους μήνες βρήκα σε ένα λιμάνι στο Μαυροβούνιο εφτά πλοία γεμάτα όπλα. Από πιστόλια μέχρι ελικόπτερα. Είχαν αγοραστεί από τη χριστιανική μιλίτσια του Λιβάνου και είχαν προορισμό τη Σλοβενία. Μέρος ή ολόκληρο το ποσό για την αγορά των όπλων διατέθηκε από το Βατικανό και τη Γερμανία. Ο σλοβενικός και ο κροατικός στρατός εκπαιδεύονται από δεκάδες Γερμανούς αξιωματικούς. Ορισμένοι από αυτούς σκοτώθηκαν πρόσφατα στην Κροατία κατά τη διάρκεια βομβαρδισμού από σερβικά αεροπλάνα. Τα πράγματα έχουν μπλέξει και δε βλέπω λύση».
Δυστυχώς, οι προβλέψεις του Γερμανού δημοσιογράφου επαληθεύτηκαν, αφήνοντας σε πολλά χείλη τον χαρακτηρισμό του για τους πολεμοκάπηλους πολιτικούς και στρατιωτικούς συμπατριώτες του:
«Γαμημένοι Ναζήδες».
ΒΟΥΚΟΒΑΡ, 1992
Στο βιβλίο, απέναντι από το σχετικό ρεπορτάζ, υπάρχει μια φωτογραφία της περιόδου (1996) των Γ.Κοίλιαρη, Π.Παπαγιωτόπουλου και μιας ομάδας Ελλήνων εθελοντών που πολεμούσαν στο πλευρό των Σέρβων, για τους οποίους όμως δεν υπάρχει καμιά άλλη αναφορά.
Οι περιγραφές των μαχών αλλά και των βιαιοτήτων είναι συγκλονιστικές. Στο κολάζ θρησκειών και εθνοτήτων της Βοσνίας, όταν την συνύπαρξη διαδέχτηκε το εθνικιστικό μίσος και η διάθεση εκδίκησης, πλέον «είναι πολύ εύκολο να πεθάνεις στη Βοσνία». Και φυσικά οι σφαίρες δεν έχουν προτιμήσεις. Οι πρωτόγνωρες μέχρι τότε απώλειες δημοσιογράφων είναι μια σαφή απόδειξη.
Τα ποτάμια της προσφυγιάς αποτελούν ομολογία εθνοκάθαρσης, ενώ τα σπίτια χωρίς σκεπές είναι στοιχείο των κρατικών μηχανισμών που έδρασαν σχεδιασμένα. Σπίτι χωρίς σκεπή δεν μπορεί να κατοικηθεί. «Όταν οι αντίπαλες παρατάξεις καταλάμβαναν ένα χωριό, έριχναν δυναμίτη στα σπίτια για να πέσουν οι στέγες».
Ο πόλεμος όμως γέρνει προς την πλευρά των Σερβοβοσνίων, καθώς από την έναρξη της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας, οι Σέρβοι έλεγξαν τον Ομοσπονδιακό Στρατό. Ο Κοίλιαρης καταγράφει ότι «η υπεροχή των Σερβοβοσνίων και οι νίκες τους απέναντι στους μουσουλμάνους και τους Κροάτες είχαν ανησυχήσει τη Δύση. Πολλοί μιλούσαν για στρατιωτική επέμβαση. Ανώτατος αξιωματούχος της σερβοβοσνιακής κυβέρνησης, που συνάντησα στο Βελιγράδι, φοβόταν πως τις αμέσως επόμενες μέρες θα εκδηλωνόταν προβοκάτσια στην Τούζλα ή στο Σεράγεβο».
Σε δύο μέρες έσκασε η βόμβα στο Σεράγεβο...
ΒΟΣΝΙΑ, 1996
Όσο και αν το βιβλίο του Γιώργου διαπερνά η αίσθηση της «ελληνοσερβικής φιλίας» καθώς είναι αρκετά τα στιγμιότυπα εκδήλωσης θερμών συναισθημάτων των Σέρβων απέναντι στους Έλληνες δημοσιογράφους, όμως ο δημοσιογράφος θα δείξει και τα εγκλήματα της άλλης πλευράς. Αυτά καταγράφει στο ταξίδι του σε ένα μουσουλμανικό χωριό έξω από το Ζβόρνικ. Ο θάνατος, η λεηλασία, η καταστροφή κυριαρχούν παντού «Στην άκρη του χωριού ήταν το νεκροταφείο. Οι περισσότερες ταφόπλακες σπασμένες. Στην πλατεία ο μιναρές και το τζαμί ήταν ένας άμορφος σωρός από πέτρες. Το μίσος δε γνωρίζει θρησκείες και χρώματα».
σχόλια