Έχει χαρακτηριστεί ως ο «άνθρωπος με τις 1000 φωνές» και μέχρι σήμερα, με όλα αυτά τα τεχνολογικά άλματα και στην επεξεργασία του ήχου, με όλες αυτές τις «παραμορφώσεις» που μπορεί να υποστεί η φωνή ενός ηθοποιού κανείς δεν μπόρεσε να τον φτάσει.
Ίσως γιατί ο Μελ Μπλανκ, ο άνθρωπος που έδωσε στον Μπαγκς Μπάνι την ταυτότητα του, ήταν από μικρός φτιαγμένος για να «δανείζει» τη φωνή του, όχι μόνο σε σκίτσα και αστείες καταστάσεις, αλλά για να χτίζει χαρακτήρες μόνο με το ηχόχρωμα του, το οποίο, όπως κάποτε είπε κάποιος παραγωγός του Χόλιγουντ, μπορούσε να το κάνει να μοιάζει με… γκριμάτσα.
Πώς αλλιώς ανθρώπινες φωνητικές χορδές θα «άντεχαν» ολόκληρο τον μικρόκοσμο των ηρώων της Warner Bros και κάποια από τα διάσημα κινούμενα σχέδια της εποχής θα αποκτούσαν το σημαντικότερο χάρισμα τους – ομιλία και φωνή που να ανταποκρίνεται στον χαρακτήρα τους; Ο Μπαγκς Μπάνι, Ντάφι Ντακ, Πόρκι Πιγκ, ο Τουίτι κι ο Σιλβέστρο, το Κογιότ και το Μπιπ – Μπιπ (κατά κόσμον Ρόουντ Ράνερ), ο βρωμίλος Πέπε λε Πιου, ο Δαίμονας της Τασμανίας και τόσοι άλλοι ήταν «παιδιά» της φωνής του Μπλανκ.
Η Looney Tunes, η ΜGΜ, η Walt Disney, η Columbia τον εμπιστεύονταν τυφλά για το 90% των σκιτσαρισμένων ηρώων τους, καθώς ήταν ίσως μοναδικός ηθοποιός που μπορούσε να αλλάζει ένταση και ηχόχρωμα φωνής με πολύ γρήγορα, παραμένοντας για 49 χρόνια στην κορυφή.
Αλλεργικός στα καρότα – ποιός; Ο «πατέρας» του Μπαγκς Μπάνι ! – με αστείρευτο χιούμορ, μπορούσε να κάνω άνω κάτω τα στούντιο των ηχογραφήσεων και μόνο για να αποδώσει σωστά ένα στραβοπάτημα του Μπαγκς ή για να υποδυθεί σουρωμένο τον Γούντι τον Τρυποκάρυδο, άλλος ένας χαρακτήρας που του έδωσε «ζωή» και ταυτότητα.
Παιδί μιας φτωχής οικογένειας Ρωσοεβραίων γεννιέται σαν σήμερα το 1908 στο Σαν Φρανσίσκο και μέχρι να κλείσει τα 7 μιμείται με περισσότερες από 10 φωνές τους γείτονες και την προφορά τους, καθώς με την οικογένεια του μένει σε συνοικία μεταναστών. Δεν του αρέσουν τα μαθήματα και οι δάσκαλοι και από το δημοτικό έχει ήδη τελειοποιήσει αυτό που αργότερα στ’ αυτιά εκατομμυρίων ανθρώπων θα φτάνει ως το γέλιο του Γούντι του Τρυποκάρυδου.
Στα χρόνια της Μεγάλης Ύφεσης των ΗΠΑ θα κυνηγήσει την τύχη του στο Χόλιγουντ, χωρίς μεγάλη επιτυχία, το κυνήγι, όμως, θα αποδώσει στα της προσωπικής του ζωής, αφού μέσω των μιμήσεων θα σκλαβώσει την κατοπινή γυναίκα του, Εστέλ. Μαζί της θα παρουσιάσει το πρώτο του ραδιοφωνικό show, το “Cobwebs & Nuts” σε έναν μικρό ραδιοφωνικό σταθμό του Πόρτλαντ και ενώ δεν είναι καιροί για πρίγκιπες, οι δυο τους θα είναι οι φωνές που όλοι οι σπόνσορες θα θέλουν να επενδύσουν πάνω τους. Ο Μπλανκ πολύ σύντομα θα είναι ο άνθρωπος πίσω απ’ όλα τα ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά διαφημιστικά απορρυπαντικών, εντομοκτόνων και προϊόντων γυναικείας ομορφιάς της εποχής, ακόμη και ποτών και τσιγάρων.
Επιστρέφει ξανά στο Χόλιγουντ για να ακούσει ξανά πολλά και απανωτά «όχι» και τελικώς κατορθώνει να τρυπώσει ως φωνή στον Πινόκιο του Γουόλτ Ντίσνεϊ: είναι ο γάτος που μαζί την αλεπού έλκουν τη μαριονέτα στην καταστροφή. Ο Μπλανκ καλοπληρώνεται γι’ αυτή την ταινία, ωστόσο, και προς μεγάλη απογοήτευση του, όταν η ταινία βγαίνει στους κινηματογράφους περιέχει μόνο τον… λόξυγκα του. Ο Ντίσνεϊ τον είχε «κόψει» από την ταινία παρά το γεγονός ότι τον πλήρωσε.
Η χρυσή φωνή εξακολουθεί να χτυπά πόρτες και να ακούει «όχι». Είναι η εποχή που ακόμη περνά από οντισόν, η ίδια εποχή κατά την οποία δεν υπάρχει ακόμη κανείς από τους χαρακτήρες καρτούν της “Looney Tunes” ή της “Merrie Melodies” εκτός από το γνωστό γουρουνάκι, τον Πόρκι Πιγκ. Ο Μπλανκ παρακαλά για μία οντισιόν για αρκετούς μήνες, μέχρι που του δίνεται η ευκαιρία για τη φωνή του “Drunken Bull”, ενός χαρακτήρα πρωταγωνιστή στις περιπέτειες του μικρού γουρουνιού. Τα πάει τόσο καλά, που τελικώς αναλαμβάνει και τη φωνή του Πόρκι.
Δεν θα είναι υπερβολή αν γραφτεί ότι οι υπόλοιποι χαρακτήρες της “Warner Bros” δημιουργήθηκαν για τη φωνή του. Ο Ντάφι και μετά ο “Happy Rabbit”. Όμως, ο λαγός δεν αρέσει καθόλου και σύντομα ο Μπλανκ αντιλαμβάνεται ότι φταίει το όνομα και το σουλούπι του καρτούν. Ξαναβαφτίζει ο ίδιος τον λαγό και το καρτούν υφίσταται μερικές βελτιώσεις ως σκίτσο, που το κάνουν πιο ελκυστικό.
Τα υπόλοιπα για την αυτοκρατορία της Looney Tunes είναι λίγο πολύ γνωστά: ο ένας χαρακτήρας φέρνει τον άλλο και στη «γέννηση» τους ο Μπλανκ παίζει καθοριστικό ρόλο, αφού ξέρει τι λείπει από ποιόν, το προτείνει και το σκίτσο, απλώς τον περιμένει λίγο καιρό μετά στο στούντιο για να… γνωριστούν.
Καταξιωμένος και έχοντας κερδίσει τον σεβασμό όλων των μεγάλων κινηματογραφικών στούντιο, ο Μπλανκ θα κινδυνεύσει σοβαρά τον Γενάρη του 1961, όταν πηγαίνοντας για δουλειά, το αμάξι του θα γίνει κυριολεκτικά κομμάτια. Ένας νεαρός θα χάσει τον έλεγχο του δικού του αυτοκινήτου και η μετωπική σύγκρουση θα τραυματίσει σοβαρά τον Μπλανκ. Τότε ήταν 52 ετών και όταν τον έβαζαν στο χειρουργείο, οι πιθανότητες να ζήσει ήταν 1 προς 1000. Ζει και περνά δυο εβδομάδες σε κώμα, με τους νευρολόγους να προβληματίζονται για το τι έπρεπε να πράξουν. Χωρίς καμία επαφή με το περιβάλλον και χωρίς να αποκρίνεται σε κανένα νευρολογικό ερέθισμα, ο Μπλανκ φαίνεται να έχει εγκαταλείψει τις προσπάθειες.
Μέχρι που ένας γιατρός από την ομάδα των νευρολόγων που τον παρακολουθεί αποφασίζει να του μιλήσει στη γλώσσα που καταλαβαίνει: “How are you feeling today, Bugs Bunny?” («Πώς είσαι σήμερα, Μπαγκς Μπάνι;»), ήταν η ερώτηση του νευρολόγου για να έρθει η απάντηση μετά από λίγο: “Eh... just fine, Doc. How are you?”. Το θέμα ήταν ότι ο Μπλανκ για να απαντήσει είχε μιμηθεί τη φωνή του λαγού, κάτι που έκανε τον γιατρό να συνεχίσει στο ίδιο μοτίβο. Του μιλούσε με ατάκες από χαρακτήρες καρτούν στα οποία είχε δανείσει τη φωνή του και ο Μπλανκ απαντούσε με τις φράσεις – σήμα κατατεθέν τους.
Χρειάστηκαν μήνες για να επανέλθει πλήρως ο Μπλανκ, ωστόσο, είχε σωθεί από την αγάπη του στους χαρακτήρες που ενσάρκωνε. Είχε ξαναπιάσει μάλιστα μέσα στο νοσοκομείο: ηχογραφούσε επεισόδια των «Φλίντστοουνς» από το κρεβάτι του εκεί… Θα ζήσει και θα δουλεύει έως τα 81 του. Η μαρμάρινη επιγραφή στο μνήμα του γράφει “That’s all folks” – και ποιος δεν την ξέρει αυτή την ατάκα; - και ζήτησε ο ίδιος να γραφτεί. Εκείνος κι ο Μπαγκς Μπάνι πέρασαν πολλά μαζί και ήταν το λιγότερο για κάποιον που τον έβγαλε από το κώμα…