Η πρώτη εκτέλεση γυναίκας στην Ελλάδα έγινε τα ξημερώματα της 26ης Αυγούστου 1960 στον Υμηττό. Πριν από τη Σταυρούλα Γκουβούση είχαν εκτελεστεί μόνον πολιτικές κρατούμενες κατά τη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου.
Η Σταυρούλα Γκουβούση καταδικάστηκε σε θάνατο από το Κακουργιοδικείο της Κυπαρισσίας για τη δολοφονία της νύφης της, της 22άχρονης Μεταξίας Γκουβούση. Στο εδώλιο κάθισε συγκατηγορούμενος και ο γιος της, Δημήτρης Γκουβούσης, ο οποίος εκτελέστηκε λίγες ημέρες αργότερα.
Η Σταυρούλα Γκουβούση, μια δυναμική και αυταρχική μάνα, χήρα και μητέρα δυο παιδιών, έπεισε τον γιο της ότι το παιδί (το τρίτο) που περίμενε η γυναίκα του δεν ήταν δικό του. Αν και ο γιος δήλωνε πως αγαπούσε τη γυναίκα του, οι φήμες έλεγαν ότι έμενε μαζί της επειδή εκείνη ήταν που συντηρούσε όλη την οικογένεια με τη δουλειά της.
Στους γείτονες, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Ακρόπολις» στις 9/1/59 είπε: «Αυτή η τρελλή εξετέλεσε την απόφασί της. Ευρήκα ανοιχτή τη στέρνα κι έξω ριγμένα τα ρούχα της. Η Μεταξία πληρώθηκε από τον θεό όπως της άξιζε. Και δεν σκέπτομαι τίποτα άλλο παρά ότι, αν έχη πέσει στην στέρνα, μας βρώμισε το πόσιμο νερό».
Η Μεταξία παρασκεύαζε γλυκά προς πώληση. Το πρωί της 6ης Ιανουαρίου 1959, ανήμερα των Φώτων, η 62χρονη Σταυρούλα Γκουβούση επέστρεψε από την εκκλησία και οι γείτονες άκουσαν τις φωνές της. Στεκόταν δίπλα στη στέρνα του σπιτιού της, σε πεταμένα ρούχα και ένα σημείωμα.
Τους είπε ότι τα ρούχα ανήκαν στην νύφη της Μεταξία, ενώ τους έδειξε και το χειρόγραφο που έγραφε: «Φτωχτόνησε η Μεταξία Γεωργίου Αδρία, γιατί δεν της έδινε τα λεφτά που της χρωστούσε η Θάλεια, η κυρά της. Τον Μήτρο, τον άνδρα της, να μην τον πειράξετε, γιατί δεν έχει κάνει τίποτα».
Στους γείτονες, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Ακρόπολις» στις 9/1/59 είπε: «Αυτή η τρελλή εξετέλεσε την απόφασί της. Ευρήκα ανοιχτή τη στέρνα κι έξω ριγμένα τα ρούχα της. Η Μεταξία πληρώθηκε από τον θεό όπως της άξιζε. Και δεν σκέπτομαι τίποτα άλλο παρά ότι, αν έχη πέσει στην στέρνα, μας βρώμισε το πόσιμο νερό».
Η αστυνομία, με βάση τα ευρήματα και τα αποτελέσματα της νεκροψίας, κατέληξε ότι ο θάνατος της Μεταξίας δεν οφειλόταν σε αυτοκτονία, αλλά σε εγκληματική ενέργεια.
Στην αναπαράσταση του εγκλήματος, προέκυψε ότι οι δράστες έσυραν τη Μεταξία δεμένη στην αυλή και εκεί την πέταξαν στο βάθος της στέρνας, σχεδιάζοντας να τραβήξουν το σκοινί ώστε να μην αφήσουν ίχνη.
Η Σταυρούλα Γκουβούση μισούσε τη νύφη της από την αρχή του γάμου της με τον γιο της, παρόλο που το ζευγάρι είχε αποκτήσει ήδη δυο παιδιά.
Στις 8 Ιανουαρίου,ο Δημήτρης Γκουβούσης, ενώ έχει ήδη συλληφθεί, λέει: «Η γυναίκα μου ήταν έγκυος πέντε μηνών. Λογάριαζα να την πείσω να ρίξη το παιδί, μα κανείς γιατρός δεν αναλάμβανε αυτή την ευθύνη. Κάναμε κάτι δουλειές και γυρίσαμε στο σπίτι της μάνας μου, όπου είχαμε αφήσει το παιδί. Όταν φθάσαμε, καθήσαμε και φάγαμε. Η γυναίκα μου μετά το φαγητό, ξάπλωσε βγάζοντας τη ρόμπα της και μια ζακέτα που φορούσε.
»Η μάνα μου άρπαξε ένα σχοινί 5 μέτρων που ήταν εκεί και της το πέρασε αιφνιδιαστικά γύρω από τους ώμους, δένοντάς την καλά, μαζί και τα χέρια της. Συγχρόνως, μάλωνε μαζί της και την έβριζε για την άσχημη ζωή που έκανε. Η γυναίκα μου νόμιζε ότι αστειευόταν και ότι η μητέρα μου ήθελε απλώς να την φοβίση. Όμως εκείνη την τράβηξε έξω στην αυλή και την έριξε στην στέρνα. Σ' αυτή τη δουλειά τη βοήθησα κι εγώ.
»Έπειτα με υπόδειξί της, έγραψα ένα σημείωμα που έλεγε ότι η Μεταξία αυτοκτόνησε γιατί της χρωστούσαν τα αφεντικά της λεφτά που δεν της τα έδιναν. Αυτό το σημείωμα το έβαλα στο σκέπασμα της στέρνας μαζί με κάτι χάπια που είχε στην τσέπη της η γυναίκα μου.
»Επίσης, η μάνα μου έβαλε στην άκρη της στέρνας τα ρούχα της Μεταξίας και τα παπούτσια, ώστε να νομισθή ότι έπεσε μόνη της στο νερό. Πράγματι το πρωί των Φώτων βρέθηκαν τα ρούχα στο χείλος της στέρνας από την ίδια τη μητέρα μου, η οποία και έβαλε τις φωνές ότι δήθεν η νύφη της αυτοκτόνησε».
Η Γκουβούση γίνεται έξαλλη με την «προδοσία» και την ομολογία του γιου της και στρέφεται εναντίον του: «Κύτταξε τι φίδι μεγάλωνα!...» είπε. «Έτσι μωρέ πληρώνεις όλες τις θυσίες που έκανα για σένα;», γράφει η εφημερίδα «Ακρόπολις» στις 9 Ιανουαρίου.
Το μέτωπο των συνεργών σπάει. Στον τότε αστυνομικό συντάκτη των εφημερίδων «Ακρόπολις» και «Απογευματινή» Θ. Δράκο λέει τα εξής: «Αυτός ο αχαΐρευτος πάει να με μπλέξη! Λέει ότι εγώ την έριξα στο πηγάδι, αφού της τύλιξα πρώτα το σκοινί στο σώμα. Πάει να με κλείση στη φυλακή. [...] Αν ο γιος μου πάει στο εκτελεστικό απόσπασμα, του αξίζει».
Από την πλευρά του, ο Δημήτρης Γκουβούσης απάντησε: «Εγώ δεν είχα τίποτα μαζί της. Ήταν καλή και φρόνιμη. Εσύ τη μισούσες και αποφάσισες τον θάνατό της. Ανάθεμα την ώρα που σ' άκουσα. Εγώ γιατί να την σκοτώσω; Κι αυτό το παντελόνι που φορώ, μου το πήρε την ίδια μέρα που τη σκότωσες. Το πρωί, που πήγαμε στο Άργος... Κι εσένα δεν σε φρόντιζε; Μόνο εσύ διαρκώς την έβριζες και την κτυπούσες. Αυτή καθόταν σαν χαζή και τις έτρωγε...».
Το ρεπορτάζ αποκαλύπτει και άλλες πτυχές της εγκληματικής πράξης. Μπορεί να μην είναι απλώς ένα έγκλημα τιμής, αφού μετά τον θάνατο της Μεταξίας, θα κληρονομούσε την περιουσία της ο Γκουβούσης.
Η δίκη τους έγινε λίγους μήνες αργότερα στο Κακουργιοδικείο Κυπαρισσίας. Και οι δύο δράστες καταδικάστηκαν σε θάνατο, αφού η πράξη τους χαρακτηρίστηκε ιδιαζόντως ειδεχθής.
Μετά την καταδίκη της, η Γκουβούση μεταφέρθηκε στις γυναικείες φυλακές Αβέρωφ της Αθήνας. Η αίτηση χάριτος που υπέβαλλε απορρίφθηκε παμψηφεί από το Συμβούλιο Χαρίτων.
Μία εβδομάδα μετά την απόρριψή της, στις 2 Σεπτεμβρίου, εκτελέστηκε στο πεδίο βολής της περιοχής Αλυκές κοντά στην πόλη της Κέρκυρας ο Δημήτρης Γκουβούσης. Ο Γκουβούσης «εξομολογούμενος, ηκούσθη λέγων εις τον ιερέα, ότι ούτος δεν έπταιε δια τον στραγγαλισμόν της συζύγου του, αλλά ότι τον επήρε στον λαιμό της η μάνα του, της οποίας ήτο ερωμένος...» (εφημ. «Ελευθερία» – 3 Σεπτεμβρίου 1960), στοιχείο που ωστόσο ουδέποτε επιβεβαιώθηκε.
— Από την Αργυρώ Μποζώνη
σχόλια