Σαν σήμερα πριν από 13 χρόνια - πως πέρασαν κιόλας; - καταργήθηκε η δραχμή και μπήκαμε επισήμως στο ευρώ. Είχε προηγηθεί ένα δίμηνο ταυτόχρονης χρήσης των δύο νομισμάτων μέχρι ο ελληνικός Άη - Λαός, όπως θά'λεγε ο Μιχάλης Μπουρμπούλης, να κόψει οριστικά τους δεσμούς του με τη δραχμή και να εξοικειωθεί με το ευρώ. Αμ δε!
Θυμάμαι ότι τότε ακριβώς είχα ολοκληρώσει το ντοκιμαντέρ για τη Φλέρυ Νταντωνάκη και έπρεπε να πληρώσω τα κινηματογραφικά εργαστήρια του Σκλαβή στα Εξάρχεια. Βουνό μου φαινόταν η οικονομική συναλλαγή! Ούτε ήξερα σε πόσα ακριβώς ευρώ αντιστοιχούσαν οι 800.000 δραχμές που είχε κοστίσει η κόπια ''zero'' της ταινίας. Άλλο ευτράπελο συνέβη με τη χορηγία που είχα καταφέρει να πάρω από τον τηλεοπτικό ΣΚΑΪ ώστε να τυπωνόταν η επόμενη κόπια, η λεγόμενη ''πρώτη'', η οποία, αν ήταν καλή, χωρίς δηλαδή ''σκουπίδια'' και σημαδάκια από το εμφανιστήριο, αυτή θα προβαλλόταν στο Φεστιβάλ Δράμας. Όταν μου τηλεφώνησαν από το σταθμό για να περάσω να πάρω 3.000 ευρώ, δυσανασχέτησα. ''Μα γιατί με πιλατεύετε;'' τους είπα! ''Τι να τις κάνω τις 3.000 ευρώ, που εγώ σας ζήτησα 1.000.000 δραχμές;'' Ακόμη θυμάμαι τα γέλια που έκαναν στο τμήμα χορηγιών του ΣΚΑΪ...
Τα λεφτά απόκτησαν αέρα κοσμοπολίτικο και εμείς πιστέψαμε ότι γίναμε ίσοι με τους Ολλανδούς, τους Γερμανούς και τους υπήκοους του Μονακό.
Και καλά νά'σαι κινηματογραφιστής που είτε στη δραχμή, είτε στο ευρώ, μια ζωή με το χέρι απλωμένο θά'σαι σα να ζητάς τσιγάρο από τους περαστικούς. Τι να πει κι η φουκαριάρα η μάνα σου που είδε με το καλημέρα το ματσάκι σέληνο στη λαϊκή από 30 δραχμές να κοστίζει 1 ευρώ, λες και θά'παιρνε μαζί τη φασολάδα μαγειρεμένη;
Κι ενώ μου πήρε μήνες μέχρι να συνηθίσω το καινούργιο νόμισμα και να νιώσω περισσότερο Ευρωπαίος, βρε αδερφέ, την ευελιξία στη χρήση του ευρώ την κατάλαβα μόνο όταν βγήκα στο εξωτερικό: Τους Κύπριους, μάλιστα, που πρωτοπήγα το 2003 στη χώρα τους και χρησιμοποιούσαν ακόμη τη λίρα, τους είχα θεωρήσει τρομερές μπασκλασαρίες. Ποιος μπορούσε να προβλέψει το κατάντημα που θα'ρχόταν σε λιγότερο από μία δεκαετία και για την Κύπρο και για την Ελλάδα περισσότερο;
Χαζεύω καμιά φορά τα αυτοκόλλητα με τις τιμές σε βινύλια και σε CD. 2.250 δραχμές κόστιζε η συλλογή ''Το τραγούδι μου'' του Πασχάλη, δηλαδή 6.60 ευρώ στην αντίστοιχη ισοτιμία σε ευρώ. Ποιος νοιαζόταν; Ψιλά ήταν και φεύγανε, τα δίναμε αέρα - πατέρα. Η μουσική μας ένοιαζε!
Την πρώτη μου επανάσταση ενάντια στην ελληνική αισχροκέρδεια που έφερε το ευρώ, την έκανα μια μέρα που πήγα στο περίπτερο και ζήτησα ένα κουτάκι σπίρτα. ''50 λεπτά'' μου έκανε ξεδιάντροπα η περιπτερού, που τότε προφανώς ο καθένας που πούλαγε και κάτι, έκανε ότι του κατέβαινε. ''Συγνώμη, 150 δραχμές πουλάτε τα σπίρτα;'' την είχα ρωτήσει για να λάβω την αποστομωτική απάντηση: ''Τώρα οι δραχμές; Τώρα έχουμε το ευρώ και μ'αυτό πληρώνεις μόνο''. Δεν κάθισα ευτυχώς με σταυρωμένα χέρια. Πήρα τα σπίρτα, της πέταξα 20 λεπτά με την προτροπή να μην πει κουβέντα, διότι και πάλι πολλά ήτανε τα 20 λεπτά, διαφορετικά με τα ίδια σπίρτα θα της έβαζα φώκο και θα της τό'καιγα το μικρομάγαζο μεσ'στο λιοπύρι της Ομόνοιας.
Από τότε πέρασαν χρόνια, τα σπίρτα στα περίπτερα πήγαν σταθερά στα 20 λεπτά, άρα εγώ ήξερα τι πλήρωνα εξ αρχής, μόνο που όλοι συνηθίσαμε την παραδοξότητα της χρήσης του ευρώ στον τόπο μας. Κι όταν λέω στον τόπο μας, δεν πάω μακριά, στη γειτονιά μας ήθελα να πω, με τη σφολιάτα τυρόπιτα ακόμη να κοστίζει 350 ή και 500 δραχμές, καμουφλαρισμένες σε ένα και ενάμισι ευρώ.
Δε βαριέσαι, ποιος θυμάται πια τη δραχμή με τον Καποδίστρια και τον Κολοκοτρώνη στα μεγάλα χαρτονομίσματα; Ο Ουράνιος Δίας ο Εριβρεμέτης και η ατρόμητη Μπουμπουλίνα του χιλιάρικου κατήντησαν άψυχες ευρωπαϊκές αψίδες θριάμβου! Τα λεφτά απόκτησαν αέρα κοσμοπολίτικο και εμείς πιστέψαμε ότι γίναμε ίσοι με τους Ολλανδούς, τους Γερμανούς και τους υπήκοους του Μονακό. Σύντομα τα εναπομείναντα χαρτονομίσματα και τα κέρματα σε δραχμές θύμιζαν στα μάτια μας εθνικές καταστάσεις που θέλαμε να ξεχάσουμε! Σαν τις φωτογραφίες που ανακαλύπτεις στο μπαούλο της γιαγιάς και τις καταχώνεις πάλι γρήγορα για να μη σε γεμίσουν θλίψη και μελαγχολία.
Παρ' όλα αυτά το γουστάρω το ευρώ. Γουστάρω όποτε πηγαίνω στο λατρεμένο Άμστερνταμ να πίνω καφέ με δυόμισι ευρώ. Κι ας κόστιζε μέχρι πρότινος ο ίδιος καφές στο Μοναστηράκι άλλα επιπλέον δύο ευρώ. Γουστάρω που δεν ψάχνω πια στην Ευρώπη για ανοιχτές τράπεζες συναλλάγματος. Γουστάρω που με 80 ευρώ πήγαινε - έλα με το τραίνο έκανα πριν δυο χρόνια το γύρο Λουξεμβούργο - Βέλγιο - Ολλανδία.
Αυτό που ποτέ δε γούσταρα ήταν η μόνιμη τάση για κονόμα των συμπατριωτών μου. Η αρκούντως ελληνική κουτοπονηριά με τους ξένους να μας κοροϊδεύουν σαν έρχονταν στη χώρα μας τα πρώτα χρόνια επικράτησης του ευρώ και έβλεπαν τις τιμές των προϊόντων μας.
Η ευρωπαϊκή προοπτική της Ελλάδας χάθηκε κάπου μεταξύ βιασύνης, μεγαλομανίας και λαμογιάς. Το μόνο σίγουρο είναι πως τότε, στις 3 Μαρτίου του 2002, που καθιερώθηκε το ευρώ, οι Έλληνες ήταν ανήσυχοι και αισιόδοξοι, χαρούμενοι και λυπημένοι μαζί, μα στην πλειοψηφία τους αθώοι. Που νά'ξεραν...Που να ξέραμε...
σχόλια