ΠΡΙΝ ΑΠΟΚΛΙΜΑΚΩΘΕΙ Η ΕΝΤΑΣΗ της ελληνοτουρκικής κρίσης, οξύνεται πάλι η προσφυγική-μεταναστευτική μετά τον εμπρησμό στη Μόρια, ενώ ανησυχητικές διαστάσεις παίρνει ξανά και η πανδημία με την αύξηση των κρουσμάτων, ειδικά των νοσηλευόμενων στις μονάδες εντατικής θεραπείας. Η πανδημία και οι οικονομικές της συνέπειες μπορεί να πλήττουν όλες τις χώρες, αλλά η Ελλάδα, σε αυτή την παράξενη συγκυρία, καλείται να την αντιμετωπίσει μαζί με τις ενέργειες της Τουρκίας εναντίον της, ενώ ταυτόχρονα έχει να διαχειριστεί το προσφυγικό-μεταναστευτικό για λογαριασμό όλης της Ευρώπης.
Χωρίς να υπάρχουν ψευδαισθήσεις όσον αφορά την Τουρκία, μια σειρά πολύ ισχυρότερες χώρες, τα συμφέροντα των οποίων θίγονται από τα νεο-οθωμανικά σχέδια του Ερντογάν, φρόντισαν να του στείλουν το μήνυμα –και να το λάβει– πως αν δεν συνετιστεί, θα έχει συνέπειες, οι οποίες θα πλήξουν σοβαρά την ήδη παραπαίουσα οικονομία του. Η αποχώρηση του Oruc Reis και η μη έκδοση νέας Navtex έδειξαν ότι, παρά τους λεονταρισμούς του, πήρε στα σοβαρά τις προειδοποιήσεις.
Η Ευρωμεσογειακή Σύνοδος στην Κορσική πίεσε και την Τουρκία και τη Γερμανία – ήταν μια διπλωματική κίνηση του Εμανουέλ Μακρόν που του βγήκε. Ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη ότι, πλην της Γαλλίας και της Ελλάδας, οι υπόλοιποι ηγέτες που συμμετείχαν στη Med7, είτε επειδή ανήκουν στη γερμανική σφαίρα επιρροής είτε επειδή δεν θέλουν να τα βάλουν με την Τουρκία, όλο το προηγούμενο διάστημα τηρούσαν σχεδόν ίσες αποστάσεις. Ο Μακρόν, όμως, με την πρωτοβουλία του αυτή τους υποχρέωσε να υπογράψουν το κοινό ανακοινωθέν και αυτό ήταν που είχε σημασία.
Πέραν όλων των άλλων, ο Γάλλος Πρόεδρος με τον τρόπο αυτόν έδειξε στον Ερντογάν ότι όταν φτάσει ο κόμπος στο χτένι, καμία από τις ευρωπαϊκές χώρες της Μεσογείου δεν θα μπορεί να κάνει άλλο τα στραβά μάτια στα παράνομα σχέδιά του. Ο Εμανουέλ Μακρόν δεν σκοπεύει να αφήσει τον Ερντογάν να κυριαρχήσει στην Ανατολική Μεσόγειο και δεν είναι διατεθειμένος να του επιτρέψει την επέκταση προς τα δυτικά.
Στο θέμα της πανδημίας, η μεγάλη αγωνία όλων είναι τι θα γίνει με τα σχολεία και αν η λειτουργία τους επιβαρύνει ή όχι την κατάσταση, ενώ κανείς δεν ξέρει ακόμα ποια είναι η ακριβής εικόνα με τις ευπαθείς κατηγορίες των εκπαιδευτικών και των μαθητών.
Η μεγαλομανία του ασυγκράτητου Τούρκου Προέδρου έχει δημιουργήσει κι άλλους εχθρούς, που επίσης δεν έχουν σκοπό να τον αφήσουν να αποκτήσει την ισχύ που θέλει, καθώς θα απειλούσε και τα δικά τους συμφέροντα. Το Ισραήλ ήταν ένας ακόμη καθοριστικός παράγοντας που έπαιξε ρόλο όλο το προηγούμενο διάστημα, δρώντας αθόρυβα, αλλά με αποτελέσματα.
Στο ίδιο μπλοκ και ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, για τον οποίον διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως άσκησε ισχυρές πιέσεις στην Άγκυρα για να υποχωρήσει. «Μπορεί ο Ντόναλντ Τραμπ να έχει προσωπική σχέση με τον Ερντογάν, αλλά τα αμερικανικά συμφέροντα, που εδώ εκφράζονται από τον Πομπέο, θίγονται από το γερμανοτουρκικό παιχνίδι και ήταν αναμενόμενο ότι θα επιχειρούσαν να του βάλουν όρια (...) Άλλωστε, οι Αμερικανοί θεωρούν ότι, απ' όλη αυτή την αναταραχή που έχει προκαλέσει ο Ερντογάν στο ΝΑΤΟ και στην Ανατολική Μεσόγειο, βγαίνει ωφελημένη η Ρωσία» αναφέρουν.
Αλλά και η ίδια η Γερμανία, που θεωρεί την Τουρκία στρατηγικό σύμμαχο και προσπαθεί να χρησιμοποιήσει τον Ερντογάν για δικό της όφελος, αναγκάστηκε να του ασκήσει πίεση, καθώς αυτήν τη φορά το τράβηξε τόσο πολύ, που δεν θα μπορούσε να συνεχίσει να τον καλύπτει χωρίς να εκτίθεται. Επίσης, μετά την Ευρωμεσογειακή Σύνοδο που οργάνωσε ο Μακρόν στην Κορσική και το κοινό ανακοινωθέν των επτά χωρών, η Μέρκελ δεν είχε κανένα περιθώριο να αντιτεθεί σε αυτό και να διχάσει την Ε.Ε. για χάρη του Ερντογάν και των παράλογων απαιτήσεών του.
Τον δικό τους ρόλο έπαιξαν και οι γαλλικές διαρροές το προηγούμενο διάστημα, οι οποίες άφηναν να εννοηθεί ότι η Γαλλία δεν θα έμενε αμέτοχη σε περίπτωση που ο Ταγίπ Ερντογάν υλοποιούσε τις πολεμικές του απειλές εναντίον της Ελλάδας. Φυσικά, η Γαλλία έχει τους δικούς της λόγους να θέλει να κόψει τη φόρα του Ερντογάν στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά αυτό ήταν κάτι που δεν θα μπορούσε να μη λάβει υπόψη του ο Ερντογάν. Γι' αυτό και κατηγορούσε οργισμένος τον Μακρόν ότι μπλέκεται στα πόδια του.
Στην ελληνική κυβέρνηση δεν υπάρχει κανένας εφησυχασμός, καθώς, παρά την απόσυρση του Oruc Reis, που επετεύχθη χάρη στην παρέμβαση ισχυρών παικτών, γνωρίζουν ότι δεν θα εγκαταλείψει εύκολα τα μεγαλεπήβολα σχέδιά του. Δεν έχουν καμία ψευδαίσθηση ότι θα ξεμπερδέψουν έτσι εύκολα με τον Ερντογάν.
Στο άλλο μέτωπο, αυτό της διαχείρισης του προσφυγικού-μεταναστευτικού, η κυβέρνηση τα πήγε πολύ χειρότερα απ' ό,τι στα ελληνοτουρκικά, καθώς εδώ οι αντικειμενικές συνθήκες δεν δημιουργούν αντίστοιχες συμμαχίες. Ασχέτως του ποιος διέπραξε το αδίκημα του εμπρησμού στη Μόρια («κάηκε από κάποιους "υπερδραστήριους" μετανάστες και πρόσφυγες, για να φύγουν» είπε ο πρωθυπουργός), η ευθύνη για τη φύλαξη, την ασφάλεια και τη λειτουργία του ανήκε αποκλειστικά στην κυβέρνηση. Το γεγονός ότι ο καταυλισμός κάηκε έτσι εύκολα, αφήνοντας τόσους πρόσφυγες και μετανάστες άστεγους –ευτυχώς, δεν υπήρχαν νεκροί–, παρότι πηγές αναφέρουν πως η κυβέρνηση είχε από καιρό πληροφορίες ότι σχεδιαζόταν κάτι τέτοιο, αποδεικνύει πως κάποιοι δεν έκαναν καθόλου καλά τη δουλειά τους.
Όλες αυτές τις μέρες δεν υπήρξε καμία παραίτηση και καμία απόδοση ευθυνών. Κάποιοι κυβερνητικοί έριχναν την ευθύνη στην τοπική κοινωνία και στον περιφερειάρχη Κώστα Μουτζούρη, επειδή είχαν αντιδράσει στη δημιουργία νέων δομών. Οι τοπικές αρχές και ο περιφερειάρχης έριχναν την ευθύνη στην κυβέρνηση και στην Ε.Ε., όπως και οι πρόσφυγες και μετανάστες, που ακόμα ελπίζουν ότι το κάψιμο του καταυλισμού της Μόριας μπορεί να τους ανοίξει τον πολυπόθητο δρόμο προς τις πλούσιες χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά.
ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ, η μεγάλη αγωνία όλων είναι τι θα γίνει με τα σχολεία και αν η λειτουργία τους επιβαρύνει ή όχι την κατάσταση, ενώ κανείς δεν ξέρει ακόμα ποια είναι η ακριβής εικόνα με τις ευπαθείς κατηγορίες των εκπαιδευτικών και των μαθητών. Δεν είναι γνωστός ο αριθμός τους, αλλά ούτε το αν και το πώς θα γίνουν τελικά από τις ομάδες αυτές τα εξ αποστάσεως μαθήματα. Εξίσου άγνωστος παραμένει για την ώρα ο τρόπος που θα γίνονται τα μαθήματα στα σχολεία ή στα τμήματα που ενδεχομένως κλείσουν, αν παρουσιαστεί κάποιο κρούσμα.
Αυτά είναι τα σοβαρά, γιατί η κυβέρνηση τις προηγούμενες μέρες κατάφερε να πνιγεί σε μια κουταλιά νερό όσον αφορά το θέμα με τις μάσκες. Η αλήθεια είναι ότι οι δωρεάν μάσκες στους μαθητές δεν υπήρχαν καν στον σχεδιασμό της για τη νέα σχολική χρονιά. Η πίεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τη διάθεσή τους σε κάθε μαθητή είχε ως αποτέλεσμα να το αποφασίσουν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή.
Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ υποστήριζαν ότι πολλές οικογένειες δεν έχουν χρήματα για να αγοράσουν μάσκα στο παιδί τους και από τη στιγμή που η κυβέρνηση κάνει υποχρεωτική τη χρήση της στο σχολείο, οφείλει και να την παρέχει δωρεάν. Τα στελέχη της ΝΔ αρχικά χαρακτήριζαν λαϊκισμό την κριτική του ΣΥΡΙΖΑ και απαντούσαν ότι κάθε οικογένεια μπορεί να διαθέσει δύο ευρώ για να αγοράσει μια μάσκα μαζί με τα υπόλοιπα σχολικά. Σύντομα, όμως, η κυβέρνηση υποχώρησε, αναγγέλλοντας ότι θα διέθετε δωρεάν μάσκες σε κάθε μαθητή. Όλα αυτά, ωστόσο, μόλις λίγες μέρες πριν ανοίξουν τα σχολεία και με δεδομένη την κρατική γραφειοκρατία που αφορά τις προμήθειες.
Η δύσκολη αποστολή ανατέθηκε στην Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας και στον δοκιμασμένο πρόεδρό της Δημήτρη Παπαστεργίου, καθώς κρίθηκε ότι μόνο εκείνη θα μπορούσε να καταφέρει να τρέξει τον διαγωνισμό και να φτάσουν οι μάσκες σε όλα τα σχολεία μέσα σε δύο εβδομάδες. Αλλά η αρμόδια επιτροπή του υπουργείου Υγείας φαίνεται ότι έδωσε λάθος την περιγραφή του μεγέθους των μασκών, με αποτέλεσμα το γνωστό φιάσκο.
Τα κρίσιμα, ωστόσο, είναι άλλα, καθώς μέρα με τη μέρα γεμίζουν οι μονάδες εντατικής θεραπείας, και μάλιστα με όλο και πιο μικρές ηλικίες, γεγονός που δεν εγγυάται σε κανέναν ότι η κατάσταση δεν θα βγει εκτός ελέγχου. Ο πρωθυπουργός δεσμεύτηκε ότι μέχρι το τέλος του χρόνου οι ΜΕΘ θα έχουν φτάσει τις 1.200, αλλά το στοίχημα είναι αυτές να μη χρειαστούν. Ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας έχει ζητήσει από την κυβέρνηση να δώσει μεγάλο βάρος στα γηροκομεία και στις προσφυγικές δομές, όπου η κατάσταση τις τελευταίες μέρες είναι εκρηκτική. Οι Αρχές δεν έχουν καταφέρει να εντοπίσουν τα κρούσματα του κορωνοϊού στη Μόρια, ενώ όλο και περισσότεροι από τους αιτούντες άσυλο που βρίσκονται στη χώρα μας αρνούνται να μπουν σε καραντίνα ή να νοσηλευτούν, καθώς φοβούνται ότι κάτι τέτοιο θα λειτουργούσε ως πρόσχημα για να μεταφερθούν σε κλειστές δομές και να εγκλωβιστούν εκεί.
Τις τελευταίες ώρες, μετά από πίεση των Σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων προς τη γερμανική κυβέρνηση, γίνονται συζητήσεις για να πάρουν κάποιους από τους αιτούντες άσυλο που άφησε άστεγους η πυρκαγιά στη Μόρια, αλλά την ίδια ώρα υπάρχει προβληματισμός, που εκφράζεται κυρίως από τις γερμανικές αρχές, μήπως κάτι τέτοιο θα έστελνε το «λάθος μήνυμα», ότι το «κάψιμο των καταυλισμών τούς οδηγεί στην Ευρώπη».
Όπως και να 'χει, το πρόβλημα δεν θα λυθεί ακόμα και αν η Γερμανία πάρει χίλιους ή δύο χιλιάδες αιτούντες άσυλο. Ωστόσο, απ' όλα τα μεγάλα προβλήματα που έχει να διαχειριστεί η κυβέρνηση, αυτό ενέχει τον μεγαλύτερο κίνδυνο από πλευράς πολιτικού κόστους, καθώς αγγίζει τον ιδεολογικό πυρήνα πολλών ψηφοφόρων της ΝΔ. Για τον χειρισμό των ελληνοτουρκικών υπάρχει σχετική ικανοποίηση από τους περισσότερους – άλλωστε ως τώρα κινείται στο πλαίσιο της εθνικής γραμμής και ευνοείται από τις συμμαχίες που της πρόσφερε η συγκυρία. Σχετικά με την πανδημία, η κυβέρνηση ακολουθεί περίπου την πεπατημένη. Στο μεταναστευτικό-προσφυγικό, όμως, οι ψηφοφόροι της απαιτούν άμεση λύση στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτό που θεωρεί «λύση» η Ε.Ε., δηλαδή το στοίβαγμα όλων αυτών των ταλαιπωρημένων ανθρώπων στην Ελλάδα, που στην πράξη την έχει μετατρέψει σε «πίσω αυλή» της Ευρώπης.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
σχόλια