ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ λέξης «καραντίνα» το 'χω συνδέσει με τον εξολοθρεμό. Με τους Καυκάσιους και τους Πόντιους που αποδεκατίστηκαν το 1920 στα απρόσβατα γκέτο των βάλτων της Καλαμαριάς. Τύφος και χτικιό, απολύμανση και κλίβανος, άκλαυτοι τάφοι της σούμας. Λησμονιά! Και τότε, όπως και τώρα, μάντρωμα, πολιτικές απαγορεύσεις, ιατρικές αυθεντίες, αλγεβρικές προσθαφαιρέσεις, «ανακουφιστικό» ξεπάστρεμα των προχωρημένων ηλικιών – αλλά και νέων (ούτε καν θύματα πολέμου), η κυνικότητα στο κρεσέντο της. Πριν από έναν αιώνα δεν είχε ανακαλυφθεί η επιβολή της «σωτήριας» μάσκας. Τις Απόκριες μόνο τις φορούσαν τις μουτσούνες. Και, με το μπαρδόν, όποιος φοράει μάσκα πανικού και όχι καρνάβαλου παύει να είναι μασκαρεμένος και, ίσως, με το συμπάθιο, τρόπον τινά «μασκαράς»;
Ονειρευόμουν από παιδί –και δεν ήμουν ο μόνος– την πραγμάτωση της πιο ζωτικής ουτοπίας, τη διακαή επανάσταση ψυχών και σωμάτων. Όχι μια μεταφυσική Ανάσταση αλλά μια πανδημία γαλήνης. Όχι νέες Βάρκιζες και νέες Γιάλτες που μας καρτερούν και που τις έχουν προ καιρού σκαρώσει οι μηχανορραφίες των επιτελικών απατεώνων και των άκαρδων ρουφιάνων.
Αφουγκράζομαι τον παλμό των συνανθρώπων μου. Ο τρομοκρατημένος υπήκοος –γιατί υπήκοοι είμεθα, και ουχί πολίτες– έρχεται κουτί για τα κόλπα της αριστοκρατίας του δεσποτάτου μας. Τι πάμε να γίνουμε! Τι σόι μέλλον μάς έχουν στρώσει οι κασκαντέρ της αυθεντικής τάχα ζωής, αυτοί οι χρυσοπληρωμένοι ψυχογδάρτες; Είναι, πανάθεμά το, και του συρμού η αποδοχή της διακήρυξης πως «είναι ξεπερασμένη η πάλη των τάξεων»! Σωστά! Για να καρπούται απρόσκοπτα όλα τα μπερεκέτια του πλανήτη η τάξη των απανταχού βογιάρων! Δεκαετίες αλλοτριωμένοι, προλεταριοποιούμενοι θιασώτες μιας εκφυλιστικής απάθειας, με τον φόβο τώρα της επικείμενης νόσησης ή του πιθανού θανάτου μας, οδηγούμαστε σφαίρα στον αστερισμό της ουδετεροποίησης, της αβουλίας, που θα σημάνει το τέλος των συλλογικών αντιδράσεων, τη χειραγώγησή μας, τον ανδραποδισμό μας. Τον απόλυτο εξευτελισμό μας. Τη ζωντανή μας κόλαση!
Η κακορίζικη λαβωματιά θέλει πρώτα γιατρειά. Θέλει χρόνο. Η απόσταση απ' το βαρύ τραύμα –που τώρα είναι χαίνον και μοιάζει ανε-πούλωτο–, εξασφαλίζει μάλλον μια πιο ζυγισμένη αίσθηση ανάμεσα στη φαρμα-κωμένη ανάμνηση και στην ψυχραιμία της επόμενης μεταβατικής ζωής
Ζω δύο μήνες τώρα ένα εφιαλτικό κακοΰπνι, ποθώντας τρελά μια ιδεώδη προσωπική καραντίνα, ένα υπέροχο γλυκοκοίμισμα από κάποιο μαγικό ραβδί σαν την κοιμισμένη βασιλοπούλα. Γνωρίζω το νόημα της ερημίας, δεν χρειάζεται να τη διδαχτώ διά νόμου! Δεν θέλω να χάσω τη θερμοκρασία της επικοινωνίας, την ηδονή της ευεργετικής συνύπαρξης, ούτε και τη σχέση με το σώμα μου, η τριβή με τα κορμιά των άλλων να μου απαγορευτεί, η αισθησιακότητα, παρόλο που γερνώ. Ποθώ να βίωνα μιαν άλλης καταγωγής «κρίση» (ούτε οικονομική, ούτε ιογενή) με όλη της την κρέμα, ας πούμε μια τελευταία ατέρμονη βραδιά, να σιγολιώνω σ' έναν πυρετό πάθους με την καλύτερη παρέα και το πιο φλογερό ταίρι. «Ας μην ξημέρωνε ποτέ» να τραγουδάει ο υπέροχος κανταδόρος Απόστολος Χατζηχρήστος. Κι όλο αυτό να το 'κανα μυθιστόρημα.
Αλλιώς, τι να γράψεις; Η κακορίζικη λαβωματιά θέλει πρώτα γιατρειά. Θέλει χρόνο. Η απόσταση απ' το βαρύ τραύμα –που τώρα είναι χαίνον και μοιάζει ανεπούλωτο–, εξασφαλίζει μάλλον μια πιο ζυγισμένη αίσθηση ανάμεσα στη φαρμακωμένη ανάμνηση και στην ψυχραιμία της επόμενης μεταβατικής ζωής. Μα στις φλέβες του συγγραφέα, και του κάθε στοχαστή, δεν θα 'πρεπε να κυλάει το κοινωφελές δηλητήριο της αντίπραξης στον επιβεβλημένο παντοκρατορικό ζόφο που εκπροσωπεί η διεθνής των δυναστών μας; Για να περάσουμε σε μια γόνιμη, αποτελεσματική, μη κατευθυνόμενη αντιπολίτευση; Πέραν των κοινοβουλευτικών συμβάσεων; Ένα είδος –έστω, ας την πουν–– «στρατευμένης τέχνης» και «στρατευμένου βίου» που απαιτούν οι εποχές, με όλα τα όπλα της φαρέτρας της τέχνης του γραφιά στην υπηρεσία της: σαρωτικό σκώμμα, διαβρωτικό ύφος, καυστική γλώσσα, μεταλαμπάδευση του ήθους που αντιστέκεται στην απάρνηση όλων των αξιακών ανθρωποκεντρικών συστημάτων; Για την ενίσχυση της ομορφιάς, τον θρίαμβο της ομόνοιας, την παγκόσμια ειρήνη και για να περάσουμε πιο καλά! Σύγκρουση, λοιπόν, να προτείνει ο συγγραφέας, εξέγερση και μάχη. Και έχει κι άλλους τρόπους! Πολλούς! Θα χυθεί αίμα! Και σάμπως τώρα τι χύνεται! Νερό;
Η φαρμακερή ρομφαία του σαρωτικού ιού πέταξε τόσα μιλιούνια άμαχους συνανθρώπους μας, σαν τον ωραίο Σεπούλβεδα, στην άλλη όχθη.
Ο γνώριμός μας θίασος έχει πλέον αποσυρθεί. Ο μπακάλης της γειτονιάς έχει προ πολλού φαλιρίσει. Κι ο μαχαλόμαγκας τα 'χει κι αυτός τεζάρει. Αυτοί έχουν περάσει στην αιώνια καραντίνα, χωρίς ελπίδα επιστροφής.
Όμως οι λοιποί θριαμβεύουν. Ο τοκογλύφος δεν σκιάζεται την πτώχευση. Τα γλειφτρόνια και οι τσάτσοι δεν καίγονται για το αν ροκανίζονται τα δημοκρατικά δικαιώματα της πλέμπας. Και: Ή είσαι άνθρωπος ή δεν είσαι. Μεσαία κατάσταση δεν υφίσταται. Η ανθρωπιά δεν διδάσκεται, ούτε υποβάλλεται. Τι πρόκειται ν' αλλάξει; Θα εξανθρωπιστεί ο άφρων πλούσιος; Θα μαλακώσουν οι φονιάδες των λαών; Ή θα κάνουμε μεταμόσχευση μήπως ψυχής στους ποικίλους Τραμπ;
Η διαταξική κάστα των αναφροδισιακών (κρυόπλαστοι και μουτζαχεντίν της αγαμίας) κατουριούνται απ' τη χαρά τους όσο οι ευέραστοι χάνουν τη ρώμη τους. Ίσως μόνο κάποιοι ποιητές, που, όπως λέει κι ο Ελύτης, εκείνοι προπαντός ξέρουν από θάνατο και τις παραφυάδες του, να κλάψουν πικρά για την πτώση του βασιλείου των Ερώτων.
* Ο Θωμάς Κοροβίνης είναι συγγραφέας.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LifO