Υπάρχει ένα σημαντικό ενδεχόμενο οι συνθήκες που ζούμε εξαιτίας της πανδημίας να παραταθούν για πάνω από έναν χρόνο. Ακόμα και χώρες όπως η Ελλάδα, που πήραν έγκαιρα τα σωστά μέτρα, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα αντεπεξέλθουν με την ίδια αποτελεσματικότητα σε ένα δεύτερο κύμα του κορωνοϊού ή από εξωγενείς παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν την όλη κατάσταση (π.χ. τουρισμός).
Οι ειδικοί επιστήμονες το ονοματίζουν με ξεκάθαρο τρόπο: έχουμε πόλεμο με έναν άγνωστο ακόμη εχθρό και χωρίς να έχουμε στη διάθεσή μας τα βασικά όπλα αντιμετώπισής του. Μέχρι να εφευρεθούν τα «υπερόπλα» αντιμετώπισης του κορωνοϊού στο σύνολό τους (μαζικά τεστ ελέγχου, φάρμακα, εμβόλια) είμαστε καταδικασμένοι σε μια μάχη χαρακωμάτων, σε μια προσπάθεια καθυστέρησης της θανατηφόρας επέλασης του ιού.
Αν και κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για τίποτα ‒η καθολική αβεβαιότητα είναι η βασική αλλαγή που δύσκολα θα ξεπεραστεί‒, φαίνεται ότι ο πόλεμος χαρακωμάτων, η γενικευμένη ή ελεγχόμενη καραντίνα θα γίνει ο κανόνας της ζωής μας για αρκετό διάστημα ακόμη. Όλες οι χώρες, είτε αυτές που έχουν πληγεί με δεκάδες χιλιάδες νεκρούς είτε αυτές που απέφυγαν τη βαναυσότητα των ομαδικών τάφων εν έτει 2020, καλούνται να εφεύρουν, τουλάχιστον προσωρινά, νέους τρόπους οργάνωσης της κοινωνικής και οικονομικής ζωής.
Οι απώλειες που θα σημειωθούν είναι δεδομένες στο σύνολο των δραστηριοτήτων μας, όμως αυτές δεν μπορούν να μπουν στο ίδιο ζύγι με τις πραγματικές απώλειες, τους μαζικούς μοναχικούς θανάτους που φαίνεται ότι κάποιοι επέλεξαν λόγω λαϊκιστικής άγνοιας, οικονομικών υπολογισμών ή πολιτισμικών παραγόντων. Οι δεκάδες χιλιάδες νεκροί μέσα σε ελάχιστες εβδομάδες δεν επιτρέπουν την ομαλή λειτουργία της οικονομίας, όπως πικρά διδαχτήκαμε. Σε αυτήν τη συγκυρία το δίλημμα «άνθρωποι ή αριθμοί» είναι εντελώς αποπροσανατολιστικό, γιατί απλούστατα το ένα ταυτίζεται με το άλλο. Οι αριθμοί είναι άνθρωποι, δικοί μας άνθρωποι, η οικονομία των νεκρών δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή τη σημερινή εποχή.
Είναι η ώρα να διαψευστούν οι απαισιόδοξες προφητείες και να αποδειχτεί ότι τα τεχνολογικά εργαλεία επικοινωνίας είναι προέκταση του εαυτού μας και των σχέσεών μας, όπως έλεγε ο McLuhan, και όχι το ανάποδο (ότι δεν έχουμε γίνει υποχείρια των μηχανών μας).
Το μεγάλο στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί δεν είναι να παραστήσουμε μια κάποια επιστροφή στην κανονικότητα, πόσο μάλλον να βιαστούμε να επανέλθουμε σε αυτή. Το μεγάλο στοίχημα είναι να μπορέσουμε να διατηρήσουμε και να αναπτύξουμε νέους κοινωνικούς ‒και όσο γίνεται οικονομικούς‒ δεσμούς μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες που γνώρισε η ανθρωπότητα μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ζητούμενο είναι να διατηρήσουμε την κοινωνική συνοχή ανέπαφη μέσα από «ανέπαφες» κοινωνικές σχέσεις. Αν και αυτό μοιάζει λίγο με τον τετραγωνισμό του κύκλου, δεν είναι τόσο αδιανόητο όσο μας φαίνεται.
Ξέρουμε ότι μπορούμε να ψυχαγωγηθούμε, να ενημερωθούμε, να επικοινωνήσουμε, ακόμα και να αγαπηθούμε χωρίς την πρόσωπο με πρόσωπο επαφή. Το μεγάλο ζητούμενο, βέβαια, είναι να μπορέσουμε να αυξήσουμε και την εξ αποστάσεως εργασία, γιατί πολλά επαγγέλματα στηρίζονται ακόμα στη φυσική παρουσία.
Γενικά, πάντως, είμαστε οι περισσότεροι εκπαιδευμένοι σε έναν κόσμο όπου η κοινωνικότητα εμπεριέχει όλο και μεγαλύτερους βαθμούς προσομοίωσης και ενσυναίσθησης παρά πραγματικής αίσθησης των άλλων και του περιβάλλοντός μας. Αυτό έχει συμβεί πολύ πριν από το Διαδίκτυο, ήδη από την εποχή της τηλεόρασης, απλώς σήμερα οι δυνατότητες που δίνονται είναι απεριόριστες. Ο οίκος μας μπορεί να γίνει προσωρινά καταφύγιο όχι μόνο της ιδιωτικής αλλά και της κοινωνικής μας ζωής. Τα πάρτι που οργανώνονται, οι μουσικές ή άλλες πολιτιστικές συναντήσεις μέσω Skype είναι μια τάση που πρέπει να επικρατήσει.
Ακόμα σημαντικότερο, βέβαια, είναι το ψηφιακό γενεακό χάσμα να καλυφθεί. Οι ηλικιωμένοι, η πιο ευάλωτη κοινωνική ομάδα, δεν μπορεί να μένει μόνη της, εκτός της νέας τεχνολογίας. Εδώ η οικογένεια, αλλά και η πολιτεία, πρέπει να μεριμνήσει.
Αυτό που ουσιαστικά θα αλλάξει το επόμενο διάστημα είναι η απεριόριστη δυνατότητα που είχαμε να εγκαταλείψουμε το ψηφιακό μας περιβάλλον και να μπούμε στον πραγματικό κόσμο. Ειδικά ο τομέας της μετακίνησης που τόσο πολύ απελευθερώθηκε τις τελευταίες δεκαετίες φαίνεται ότι θα πληγεί σοβαρά. Η παγκοσμιοποίηση ως μια διαδικασία μετακινήσεων δίχως έλεγχο φαίνεται ότι για ένα σημαντικό διάστημα θα παρέλθει. Τα σύνορά μας είναι σίγουρο ότι θα πάρουν αυξημένη σημασία ασφάλειας και υγείας. Το ζητούμενο είναι να μη χάσουν τη δημοκρατική τους υπόσταση μέσα στον νέο τους ρόλο, να γίνουν φίλτρα ελεγχόμενης κινητικότητας και όχι τείχη ακινησίας. Μέχρι, βέβαια, να επανέλθει η πλήρης ελευθερία μετακίνησης.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι με το πέρας της πρώτης φάσης της καραντίνας μεγάλο μέρος του πληθυσμού θα φορά γάντια και μάσκες, ακόμα και αν οι γιατροί μάς συστήσουν το αντίθετο. Ο φόβος και οι αντικρουόμενες επιστημονικές απόψεις δικαιολογούν αυτές τις επιλογές (εφόσον τηρηθούν οι σωστές οδηγίες). Μετά από ένα μεγάλο διάστημα σταδιακής αποκάλυψης και τονισμού του σώματος και του προσώπου θα περάσουμε σε μια περίοδο «απόκρυψής» του. Το θέμα είναι η μάσκα και τα γάντια να γίνουν σύμβολα προστασίας και ασφάλειας και όχι ασπίδες απέναντι σε φανταστικούς εχθρούς. Το ζητούμενο είναι η μάσκα και τα γάντια να μη γίνουν τα «νικάμπ» της πανδημικής συντήρησης, της κλειστότητας και του ενδεχόμενου μίσους, αλλά μια υπόσχεση επαφής στο άμεσο μέλλον. Ο κόσμος της ενδυματολογικής μόδας έχει ενδιαφέρον έργο να επιτελέσει εδώ.
Η πόλη έχει ερημώσει και σε μεγάλο βαθμό η έξοδος σε αυτήν δεν πρόκειται να επανέλθει άμεσα στα προηγούμενα δεδομένα. Ακόμη και αν οι εικόνες χολιγουντιανής δυστοπίας που είδαμε σε όλες τις μεγαλουπόλεις αρχίσουν να υποχωρούν, ξέρουμε ότι οι ρυθμοί δεν θα επανέλθουν εύκολα και πολλές δραστηριότητες που εμπεριέχουν συνάθροιση κόσμου θα πληγούν. Από τους χώρους της εστίασης μέχρι τις συναυλίες και τα γήπεδα, οι συνθήκες θα αλλάξουν.
Μια πολύ μικρότερη κλίμακα συναντήσεων και αγοράς θα πρέπει προσωρινά να λειτουργήσει. Η γειτονιά μας και όχι οι μεγάλοι δημόσιοι χώροι της πόλης θα γίνουν το θέατρο της κοινωνικής μας δραστηριότητας. Ο περίπατος στην πολυσύχναστη παραλία ή πλατεία μπορεί να δώσει τη θέση του σε μια εξερεύνηση των άγνωστων-γνωστών μονοπατιών της κοντινής μας περιοχής. Το εξωτικό, το φυσικό, η φυγή από την πραγματικότητα καμιά φορά κρύβεται δίπλα μας, αρκεί να δούμε «αλλιώς» το οικείο. Η Λιοσίων γίνεται δρόμος για τζόκινγκ! Η τέλεια ουτοπία, αν το καλοσκεφτεί κανείς.
Η απουσία της πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνίας, της πραγματικής επαφής με άλλα λόγια, είναι το ένα μεγάλο τίμημα που καλούμαστε να καταβάλουμε στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Το μεγάλο ερώτημα είναι εάν μπορούμε εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης να εφεύρουμε υβριδικά συστήματα που θα μας επιτρέψουν να λειτουργούμε, έστω και με δυσκολίες, αλλά και να αναπτύξουμε ακόμα περισσότερο την εξ αποστάσεως κοινωνικότητά μας ‒ και βέβαια την οικονομία που θα την υποστηρίξει. Ήδη η τηλεκπαίδευση και το ηλεκτρονικό εμπόριο αποδεικνύουν ότι υπάρχουν τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής που μπορούν να προσαρμοστούν γρήγορα και να αντεπεξέλθουν. Ακόμα και το ελληνικό Δημόσιο φαίνεται να εκσυγχρονίζεται με απίστευτους ρυθμούς εξαιτίας της αναγκαστικότητας.
Είναι η ώρα να διαψευστούν οι απαισιόδοξες προφητείες και να αποδειχτεί ότι τα τεχνολογικά εργαλεία επικοινωνίας είναι προέκταση του εαυτού μας και των σχέσεών μας, όπως έλεγε ο McLuhan, και όχι το ανάποδο (ότι δεν έχουμε γίνει υποχείρια των μηχανών μας). Είναι η ώρα να δούμε διαφορετικά τον μικρόκοσμό μας, χωρίς να περιπέσουμε σε έναν νέο κοινοτισμό περιχαράκωσης. Κι αυτή η μάχη δεν θα είναι εύκολη, ούτε ο νικητής δεδομένος. Είναι όμως ο μόνος τρόπος να κρατήσουμε την κοινωνία ανέπαφη από τα προβλήματα της πανδημίας. Είναι ο μόνος τρόπος να συνυπάρξουμε ξανά, από κοντά, στο άμεσο μέλλον.