Καθόλου κακό δενείναι που ένας επιχειρηματικός όμιλος,η MIG, με ξένα, ως επί τοπλείστον, κεφαλαία και μ' έναν ικανότατοΈλληνα μάνατζερ-επιχειρηματία, τον κ.Ανδρέα Βγενόπουλο, στο τιμόνι τηςενδιαφέρεται να αγοράσει την ΟλυμπιακήAεροπορία. Τραγικό είναιότι, έπειτα από έναν πολυδιαφημισμενοδιεθνή «διαγωνισμό» δεν εκδηλώθηκεενδιαφέρον από καμιά σοβαρή οικονομικήεταιρεία στον κόσμο, από κανέναν σοβαρόεπιχειρηματία ή όμιλο. Όσοι κατέθεσαν«προτάσεις», μόνο κομμάτια της εταιρείαςείχαν κατά νου. Πλιάτσικο, δηλαδή, γιανα ολοκληρωθεί έτσι η θλιβερή τηςκατρακύλα.
Σαν άθλιο φάλτσοφτάνουν ακόμα στ' αυτιά μας τα ψευδίσματατων λαλίστατων συνδικαλιστών ότι ηεταιρεία μπορεί να ξαναγίνει κερδοφόρα,άρα πρέπει να συνεχίσει να είναι δημόσια,που στην Ελλάδα, κατά κανόνα, σημαίνεινα είναι «χοντρά»ζημιογόνα, να τηνπληρώνουν δηλαδή γενναία οι απλοίφορολογούμενοι.
Οι δικοί μας«ειδήμονες», δηλαδή, είδαν και εξακολουθούνκαι βλέπουν κάτι που οι πραγματικοίειδήμονες της αγοράς (εκείνοι, δηλαδή,που στοχεύουν στο κέρδος) δεν μπόρεσαννα δουν. Και φωνάζουν ακόμα... εν μέσω,βέβαια, της «εξευτελισμένης σιωπής»της πολιτικής νομενκλατούρας της χώραςαυτής, που από τη μια κατάφερε να απαξιώσεικαι να διαλύσει μια εταιρεία που κάποτεήταν το καμάρι των αιθέρων, και από τηνάλλη να δημιουργήσει και να συντηρήσειτο συνδικαλιστικό έκτρωμα που, με τοντρόπο του, «λεηλάτησε» και αυτόν τονλεγόμενο «εθνικό μας αερομεταφορέα».
Η Ολυμπιακή δενχρεωκόπησε επειδή έπρεπε (και πολύ καλάέκανε) να πραγματοποιεί μερικές πτήσειςσε ονομαζόμενους «άγονους, εσωτερικούςπροορισμούς». Αυτή ήταν και είναι μιαεθνική, ανθρώπινη υποχρέωσή τη για τηνοποία κανένας πολιτικός αυτής της χώραςδεν θα δεχόταν ευχαρίστως, και με τηδική του συνδρομή, να «επιχορηγείται».Η Ολυμπιακή διαλύθηκε για τους λόγουςπου όλοι ξέρουμε και έχουμε βαρεθεί ναγράφουμε και να μιλάμε. Πτήσεις γεμάτεςαπό τζαμπατζήδες της «ολυμπιακήςοικογένειας» και των ανεπρόκοπων τηςπολιτικής - ορδές παρατρεχάμενων πουσυσσωρεύονται, για παράδειγμα, κάθεχρόνο στην (επίσης χρεωκοπημένη καιαπαξιωμένη) Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης,για να ακούσουν τον αρχηγό τους να μιλάειγια τα οικονομικά μέτρα της επόμενηςχρονιάς (είτε παρουσιάζοντάς τα μεενθουσιασμό είτε επικρίνοντάς τα εκτων προτέρων), να συμμετέχουν σε μιαεντελώς ανούσια συνέντευξη Τύπου, ναχλαπακιάσουν στα Λαδάδικα και σταξενοδοχεία και να επιστρέψουν χορτάτοιαπό ανοησία στην Αθήνα, πάλι με τηνΟλυμπιακή, που ακόμα έχει λαμβάνειν απότα κόμματα.
Μικρό αλλάχαρακτηριστικό παράδειγμα που αποδεικνύειπερίτρανα αυτό τον προδιαγεγραμμένοαπό καιρό θάνατο είναι το in-flightπεριοδικό που εξέδιδε κάποτε η Ολυμπιακή.Ένα πολύ φτηνό ποιοτικά έντυπο, στοοποίο απασχολούνταν «άπειροι» άνθρωποι(οι πιο πολύ άσχετοι με την παραγωγήεντύπου) και το οποίο στηριζόταν σχεδόνεξολοκλήρου (αλλά, παρ' όλα αυτά, πάλιζημιογόνο) σε κρατικές διαφημίσεις. Καιτο συγκρίνουν τώρα εκείνο το περιοδικό,που ευτυχώς (για την αισθητική μας καιτην τσέπη μας αλλά δυστυχώς για τηνγενικότερη εικόνα της Ολυμπιακής) έπαψενα κυκλοφορεί, με το αντίστοιχο πουλέγετε «Blue» και εκδίδεικαι διανέμει δωρεάν στους επιβάτες τηςη ιδιωτική εταιρεία Aegean- για την οποία κάποιοι, διαβάζονταςίσως όσα σήμερα γράφω, μπορεί να μεαποκαλέσουν, κατά το συνήθειό τους γιαόλους όσοι διαφωνούν με αυτούς, και«έμμισθο υπάλληλο-πράκτορα» κ.λπ. Το«Blue», λοιπόν, εκτός τουότι είναι εξαιρετικό περιοδικό (πουπροσωπικώς θα το αγόραζα, εάν πουλιότανστα περίπτερα), «παράγεται» από λιγοστόπροσωπικό μόνιμο, στηρίζεται σε πολλέςκαι καλές συνεργασίες, είναι «τίγκα»στη διαφήμιση και, όπως μου είπε και ηκ. Ρούλα Σαλούτσου, υπεύθυνη του περιοδικούαλλά και των δημοσίων σχέσεων τηςεταιρείας, αποφέρει ακόμα και κέρδηστην Aegean. Της Ολυμπιακήςτο περιοδικό πρόσθετε ζημιά. Όπως καινα 'χει, και ανεξαρτήτως της τελικήςέκβασης των διαπραγματεύσεων με τη MIG,με τον άγονο διαγωνισμό για την αγοράτης Ολυμπιακής, εκτός του ότι δαπανήθηκεπάλι κι άλλος χρόνος, η πολιτικήνομενκλατούρα αυτού του τόπου (αυτή πουτον κυβερνά από τη μεταπολίτευση ίσαμετώρα) δέχτηκε το πιο ηχηρό και ταπεινωτικόχαστούκι της.
Δεν ξέρω πόσο θατην πειράξει. Θα της μείνει, όμως, ένασημάδι ανεξίτηλο της ανικανότητάς τηςνα διαχειριστεί συνετά και να αυξήσειακόμα μια κληρονομιά χρόνων που τηςέδωσε στο πιάτο ο Ωνάσης. Αυτή την «εθνικήξεφτίλα» θα της τη θυμίζει συνέχεια οαπλός πολίτης - εκείνος που αγάπησε τηνκρατική Ολυμπιακή, που την πλήρωσεχρυσάφι και που τώρα, χωρίς να απαξιώνειτους λίγους εργαζομένους που την τίμησανπραγματικά, λένε «όχι άλλο».
σχόλια