Όσο εκνευριστική ή απογοητευτική μπορεί να ήταν όλη αυτή η παράσταση για τον Ζούκερμπεργκ, αλλά τόσο απογοητευτικό ήταν για πολλούς από εμάς να ακούμε τις ερωτήσεις των γερουσιαστών του Κογκρέσου και να καταλαβαίνουμε πόσο μακριά βρίσκονται από τον εξελισσόμενο κόσμο γύρω τους. Ίσως, βέβαια, να έπαιξαν ένα προκαταρκτικό παιχνίδι στην αρχή, γιατί στην πρώτη ώρα της εξέτασής του ο Διευθύνων Σύμβουλος του Facebook ανέφερε τουλάχιστον τρεις φορές ότι ξεκίνησε αυτή την επιχείρηση των δισεκατομμυρίων χρηστών στο φοιτητικό του δωμάτιό στο Χάρβαρντ.
Οι γερουσιαστές του Κογκρέσου δεν ήταν διασκεδαστικοί. Δεν έκαναν like στις απαντήσεις του Μαρκ. Συνέχιζαν τις ερωτήσεις τους με μια εμμονή, σχεδόν σαδιστική, για το πώς λειτουργεί το δίκτυο και οι κανόνες του. Κάποιες φορές όλη η παράσταση έμοιαζε με φροντιστήριο κοινωνικών μέσων για ηλικιωμένους. Λίγοι ήταν εκείνοι που πραγματικά τον έφεραν σε δύσκολη θέση ή αμηχανία με τις ερωτήσεις τους.
Ο γερουσιαστής Πάτρικ Λίχι, για παράδειγμα, τον ρώτησε για τον «καθοριστικό ρόλο» του Facebook στην εξάπλωση του μίσους της διωκόμενης μουσουλμανικής κοινότητας Ροχίνγκια στη Μιανμάρ. O Μαρκ κόμπιασε για λίγο. Ο γερουσιαστής Ντικ Ντάρμπιν ξεκίνησε την «ανάκρισή» του θέλοντας να μάθει σε ποιο ξενοδοχείο έμεινε ο Ζούκερμπεργκ ή σε ποιους έστειλε μηνύματα την προηγούμενη εβδομάδα, για να καταλήξει στον πυρήνα του μεγάλου θέματος της ιδιωτικής ζωής. Ο Μαρκ δεν απάντησε για τις δικές του πληροφορίες, αλλά τόνισε ότι οι χρήστες του δικτύου του επιλέγουν μόνοι τους να «μοιράζονται» τις τοποθεσίες τους. Ο γερουσιαστής Μπεν Σάσι τον ρώτησε εάν μπορεί να ορίσει την «ρητορική του μίσους». Ο Μαρκ, έκανε μια μικρή παύση και, πραγματικά, πάλεψε να απαντήσει στην ερώτηση.
Κάποιες φορές όλη η παράσταση έμοιαζε με φροντιστήριο κοινωνικών μέσων για ηλικιωμένους. Λίγοι ήταν εκείνοι που πραγματικά τον έφεραν σε δύσκολη θέση ή αμηχανία με τις ερωτήσεις τους.
Όχι, δεν μάθαμε κάτι καινούργιο από τις απαντήσεις του Μαρκ. Κάτι πιο αναλυτικό σχετικά με το τρομοκρατικό υλικό που μοίραζε κάποτε ο ΙSIS, το σβήσιμο των ακροδεξιών σελίδων, τις πολιτικά στοχευμένες διαφημίσεις, τον εθισμό που προκαλεί το Facebook στους νέους, τα εφέ των προϊόντων του στα μικρά παιδιά, πόσο καιρό διατηρεί τα δεδομένα των χρηστών του, εάν πραγματικά δεν πουλάει τις πληροφορίες που έχει στην κατοχή του τότε πώς «κερδίζει» από τα δεδομένα, ή ποιος πιστεύει ότι είναι ο μεγάλος ανταγωνιστής του;
Όλα τα υπόλοιπα φλύαρες και κουραστικές λεπτομέρειες που δεν αφορούν κανέναν χρήστη του Internet ή δεν του λένε κάτι καινούργιο. Όπως δεν λένε τίποτα, για παράδειγμα, στην μικροαστή νοικοκυρά που ανοίγει το Facebook για να δει βίντεο με συνταγές μαγειρικής ή στον νεαρό έφηβο που ανεβάζει φωτογραφίες του για να προσελκύσει θαυμαστές και θαυμάστριες.
To Facebook, όπως σχεδόν και όλο το Internet, είναι ένα παιχνίδι κυρίως για μοναχικούς ανθρώπους. Ο Μαρκ ήταν και είναι ένας μοναχικός άνθρωπος. Πράγμα που σημαίνει πώς το κατέχει καλά αυτό το παιχνίδι. Φυσικά και είναι έξυπνος. Πολύ έξυπνος. Όπως και οι περισσότεροι μοναχικοί άνθρωποι. Γι’ αυτό και χθες, φόρεσε τα καλά του ρούχα, δεν έβαλε την καθημερινή γκρίζα στολή του, και απάντησε με ευγένεια, ψυχραιμία και σοβαρότητα σε όλες τις σοβαροφανείς ερωτήσεις εκείνων που κατασκοπεύουν τους πάντες και τα πάντα. Σαν καλός και υπάκουος Αμερικανός πολίτης ή σαν ένα παιδί που οι γονείς το απειλούν ότι θα του πάρουν το μοναδικό του παιχνίδι από τα χέρια. Γιατί όλοι ξέρουμε πως ο Μαρκ δημιούργησε έναν κόσμο γεμάτο φανταστικούς φίλους, με έναν μόνο ήρωα στην κορυφή φυσικά, τον ίδιο.
Και αυτό το ξέρουμε γιατί είμαστε κι εμείς φανταστικοί φίλοι του. Οι γερουσιαστές του Κογκρέσου, από την άλλη πλευρά, ίσως να είναι οι φανταστικοί εχθροί του. Ποιο είναι το νόημα να έχεις φανταστικούς φίλους ή φανταστικούς εχθρούς; Ίσως αυτή θα ήταν μια ωραία ερώτηση για τον κύριο Μαρκ Ζούκερμπεργκ.