Ξεκινάνε σήμερα –στην Αϊόβα, όπως ορίζει η μακρά πολιτική παράδοση– οι προκριματικές εκλογές, από τις οποίες θα αναδειχθούν οι δύο βασικοί υποψήφιοι για την προεδρία των ΗΠΑ. Μέσα από εκλογές σε κάθε Πολιτεία, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι θα αναδείξουν τον υποψήφιό τους, ο οποίος θα λάβει και τυπικά το χρίσμα στο συνέδριο του κόμματος στις αρχές Σεπτεμβρίου και μετά θα ριχτεί στη μάχη των εκλογών «την πρώτη Τρίτη, μετά την πρώτη Δευτέρα» του ερχόμενου Νοεμβρίου.
Οι προκριματικές εκλογές για το χρίσμα του υποψήφιου πρόεδρου των ΗΠΑ είναι η πιο συναρπαστική εκλογική διαδικασία που μπορεί να παρακολουθήσει κανείς. Είναι η πιο επίπονη, επειδή η προετοιμασία τους ξεκινά τουλάχιστον ενάμιση χρόνο πριν, και διαρκεί 4-5 μήνες. Είναι εξαντλητική, καθώς οι υποψήφιοι περιοδεύουν συνεχώς σε ολόκληρη τη χώρα. Είναι πολύ κοστοβόρα, καθώς τα ποσά που απαιτούνται για να φτάσεις ως το τέλος είναι τεράστια. Η δε χρηματοδότηση είναι ευθέως συνδεδεμένη με τις πιθανότητες εκλογής. Γι’ αυτό και η διακοπή της είναι ο βασικότερος λόγος πρόωρης εξόδου κάποιου υποψηφίου από την κούρσα.
Οι προκριματικές εκλογές για το χρίσμα του υποψήφιου πρόεδρου των ΗΠΑ είναι η πιο συναρπαστική εκλογική διαδικασία που μπορεί να παρακολουθήσει κανείς. Είναι η πιο επίπονη, επειδή η προετοιμασία τους ξεκινά τουλάχιστον ενάμιση χρόνο πριν, και διαρκεί 4-5 μήνες. Είναι εξαντλητική, καθώς οι υποψήφιοι περιοδεύουν συνεχώς σε ολόκληρη τη χώρα. Είναι πολύ κοστοβόρα, καθώς τα ποσά που απαιτούνται για να φτάσεις ως το τέλος είναι τεράστια.
Είναι οι εκλογές των ανατροπών, καθώς εκεί καταγράφονται οι μεγαλύτερες εκπλήξεις. Το 2007 ο Μπαράκ Ομπάμα, ένας άγνωστος με θητεία μόλις 2 ετών στη Γερουσία, κέρδισε το χρίσμα των Δημοκρατικών απέναντι στο μεγάλο φαβορί, τη Χίλαρι Κλίντον, ποντάροντας στο πανίσχυρο αίτημα για πολιτική αλλαγή. Στις αρχές του 1992 ο Μπιλ Κλίντον ήταν πίσω στις προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών και τελικά κέρδισε άνετα.
Είναι οι εκλογές των σκανδάλων και των αδυσώπητων επιθέσεων. Πολλοί υποψήφιοι δεν μπόρεσαν να ορθοποδήσουν, επειδή δεν κατάφεραν να αντιμετωπίσουν μια επίθεση, άλλες φορές βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, άλλες απολύτως συκοφαντική.
Το 1988 ο Γκάρι Χαρτ, υποψήφιος των Δημοκρατικών, παραιτήθηκε στη μέση της εκστρατείας του, και ενώ προηγείτο με μεγάλη διαφορά, επειδή αποκαλύφθηκε η εξωσυζυγική του σχέση με το μοντέλο Ντόνα Ράις. Το 2000, ο Τζον Μακέιν, μετά τις νίκες του σε Αϊόβα και Νιου Χαμσάιρ, είχε αναπτύξει μια ισχυρή δυναμική. Φτάνοντας στην άκρως συντηρητική Νότια Καρολίνα, η Πολιτεία κατακλύστηκε από ανώνυμα φυλλάδια που ανέφεραν ότι ο κ. Μακέιν ήταν πατέρας εξώγαμου παιδιού από έγχρωμη γυναίκα και ότι πάσχει από διανοητική βλάβη μετά τα πέντε χρόνια φυλάκισής του στο Βιετνάμ. Παράλληλα, ξεκίνησε μια «δημοσκόπηση» που ρωτούσε τους ψηφοφόρους «αν θα ψήφιζαν τον Μακέιν, αν ήξεραν ότι μεγάλωνε μια νόθα, μαύρη κόρη». Η πραγματικότητα ήταν ότι ο Μακέιν είχε υιοθετήσει ένα κοριτσάκι από ορφανοτροφείο του Μπαγκλαντές. Η φήμη, ωστόσο, ήταν αρκετή για να τον πλήξει σε μια κρίσιμη υπερσυντηρητική πολιτεία, με αποτέλεσμα η καμπάνια του να μην ορθοποδήσει.
Για πολλούς αναλυτές, ένας από τους λόγους που οι εν ενεργεία Πρόεδροι έχουν υψηλό ποσοστό επανεκλογής είναι ότι οι ίδιοι δεν μπαίνουν στην ταλαιπωρία των προκριματικών, σε αντίθεση με τους αντιπάλους τους. Οι προκριματικές εκλογές έχουν πολλές ιδιαιτερότητες. Καταρχάς, ο τρόπος διεξαγωγής είναι διαφορετικός σε κάθε Πολιτεία. Σε κάποιες ψηφίζουν όλοι όσοι δηλώσουν ότι το επιθυμούν, σε άλλες μόνο οι εγγεγραμμένοι κομματικοί ψηφοφόροι και αλλού έχουν μεικτό σύστημα. Αλλού οι εκλέκτορες κατανέμονται κατά πλειοψηφία, αλλού αναλογικά, αλλού με ειδικές ποσοστώσεις. Η βασική διαφορά, βέβαια, όπως και στις προεδρικές εκλογές, έγκειται στη μη-υποχρεωτικότητα της ψήφου και στην υποχρέωση έγκαιρης εγγραφής στον εκλογικό κατάλογο. Αυτό είναι απολύτως καθοριστικό στο πώς οργανώνονται οι εκλογές, καθώς ο στόχος δεν είναι απλώς να πεισθεί ο ψηφοφόρος για το ποιος υποψήφιος είναι καλύτερος αλλά, κυρίως, να πάει να γραφτεί στους καταλόγους, ώστε να ψηφίσει την ημέρα των εκλογών. Η διαδικασία αυτή, που λέγεται «Get Out The Vote» (GOTV), έχει ισχυροποιήσει πολύ τον ρόλο των οργανωμένων ομάδων. Όσοι μπορούν να κινητοποιήσουν μάζες ψηφοφόρων, εστιάζοντας σε ειδικά κοινά, είναι υπερπολύτιμοι. Κάτι που με τη σειρά του εξηγεί πώς ισχυροποιήθηκαν διάφορες ομάδες, όπως π.χ. οι θρησκευτικές οργανώσεις ή οι ενώσεις οπλοκατοχής, γεγονός που φαντάζει κάπως αξιοπερίεργο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Το γεγονός ότι μπορούσαν να κινητοποιήσουν κόσμο τούς επέτρεψε να αποκτήσουν μεγάλη ισχύ, προωθώντας την ατζέντα τους αρχικά εσωκομματικά και σταδιακά σε παναμερικανική κλίμακα. Αυτό, βέβαια, την τελευταία 10ετία, με την άνοδο των σόσιαλ μίντια, έχει υποχωρήσει κάπως.
Πώς έχει η κατάσταση σήμερα; Στους Δημοκρατικούς η Χίλαρι Κλίντον προηγείται, αλλά δεν ενθουσιάζει. Δεν αμφισβητείται η επάρκειά της και η πληρότητα του βιογραφικού της αλλά έχει κουράσει. Είναι μέρος του κατεστημένου, είναι 25 χρόνια στην πρώτη γραμμή δημοσιότητας, ο κόσμος την έχει ψιλοβαρεθεί. Αν και έχει μεγάλο προβάδισμα και τη διακριτική στήριξη του Προέδρου Ομπάμα, το παναμερικανικό ποσοστό που δηλώνει ότι θα μπορούσε να την ψηφίσει είναι κάτω από το 50%. Όταν, βέβαια, πάρει το χρίσμα αυτό θα αλλάξει, καθώς το κόμμα θα συσπειρωθεί γύρω της. Κύριος αντίπαλός της είναι ο Μπέρνι Σάντερς, ένας 74χρονος γερουσιαστής του Βερμόντ, ο οποίος αναπροσδιορίζεται ως «δημοκράτης σοσιαλιστής» με συμπάθεια στη σκανδιναβική σοσιαλδημοκρατία. Το παράδοξο με τον Σάντερς είναι ότι τυπικά δεν είναι καν μέλος του Δημοκρατικού Κόμματος. Καταγράφεται σε αυτό στις επιτροπές της Βουλής, αλλά στις εκλογές ήταν υποψήφιος ως ανεξάρτητος. Ο Σάντερς ξεκίνησε περισσότερο για να ακουστεί και να επηρεάσει την ατζέντα του κόμματος. Έχει αναπτύξει, ωστόσο, ιδιαίτερη δυναμική, πάει εξαιρετικά καλά στους νέους, έχει σταθεί πολύ καλά στα ντιμπέιτ και από περιθωριακή υποψηφιότητα αυτήν τη στιγμή κινείται γύρω στο 30% εντός των Δημοκρατικών. Το πιθανότερο είναι ότι δεν θα μπορέσει να κάνει την ανατροπή, καθώς θεωρείται μη εκλόγιμος λόγω των ιδιαιτέρως αριστερών θέσεών του, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι μια υποψηφιότητα που πρέπει να παρατηρούμε με προσοχή. Τρίτος υποψήφιος είναι ο Μάρτιν Ο’Μάλεϊ, πρώην κυβερνήτης του Μέριλαντ, ο οποίος ωστόσο είναι πολύ πίσω στις δημοσκοπήσεις.
Στους Ρεπουμπλικάνους η κατάσταση είναι πολύ πιο μπερδεμένη. Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν 12 υποψήφιοι! Μακράν μπροστά σε όλες στις δημοσκοπήσεις είναι ο Ντόναλντ Τραμπ. Ο οποίος όμως έχει δύο αντικειμενικές δυσκολίες: πρώτον, έχει χαμηλά ποσοστά ως δεύτερη επιλογή (μόλις 9%), το οποίο σημαίνει ότι όσο αποχωρούν οι υπόλοιποι ο ίδιος δύσκολα θα επωφελείται, και δεύτερον –και σημαντικότερο– έχει εξαιρετικά αρνητική εικόνα στο σύνολο του πληθυσμού, καθώς αρνητικά γι’ αυτόν εκφράζεται πάνω από το 55% των ψηφοφόρων. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, με το αντισυμβατικό στυλ και τον επιθετικό λαϊκισμό του ο Ντόναλντ Τραμπ είναι, μέχρι τώρα, ο σταρ των εκλογών.
Ισχυρότερος αντίπαλός του, μέχρι στιγμής, είναι ο γερουσιαστής του Τέξας, Τεντ Κρουζ, ένας κλασικός Ρεπουμπλικάνος του Νότου, με συμπάθειες στο Tea Party, συντηρητική ατζέντα στα κοινωνικά και δυναμικό προφίλ σε ζητήματα ασφάλειας.
Ακολουθεί, βάσει δημοσκοπήσεων πάντα, ο μαύρος νευροχειρουργός Μπεν Κάρσον, με εντυπωσιακά ιατρικά επιτεύγματα, πολύ συντηρητική ατζέντα αλλά και αδύναμη πρόσβαση στον κομματικό μηχανισμό. Αν και ως τώρα καταγράφει διψήφια ποσοστά, θεωρείται δύσκολο να αντέξει μέχρι τέλους. Σημαντικές υποψηφιότητες είναι επίσης αυτές του Μάρκο Ρούμπιο, γερουσιαστή της Φλόριντα, που κάποτε θεωρούνταν ανερχόμενο αστέρι του κόμματος, καθώς και του πρώην κυβερνήτη της Φλόριντα, Τζεμπ Μπους, γιου και αδερφού των πρώην Προέδρων, ο οποίος, αν και θεωρείται ικανός και σοβαρός υποψήφιος, κουβαλάει το βάρος του πολιτικού νεποτισμού. Κρουζ, Ρούμπιο και Μπους (ως Λατίνος ο πρώτος, ως τοπικοί πολιτικοί οι άλλοι δύο) έχουν το πλεονέκτημα ότι αν πάρουν το χρίσμα, θα κερδίσουν τη Φλόριντα, η οποία θεωρείται μία από τις 3 κρισιμότερες εκλογικά πολιτείες των ΗΠΑ. Οι υπόλοιποι υποψήφιοι των Ρεπουμπλικάνων είναι πολύ χαμηλά δημοσκοπικά και δεν αναμένεται να αντέξουν ως το τέλος.
Ένα σενάριο που διακινείται τον τελευταίο καιρό είναι να μπει στην κούρσα ο πετυχημένος πρώην Δήμαρχος της Νέας Υόρκης Μάικλ Μπλούμπεργκ, ενδεχόμενο που αν συμβεί, θα προκαλέσει μετά βεβαιότητας πολλές αναταράξεις.
Οι εκλογές της Αϊόβα αποκαλούνται «wine test» της προεδρικής αναμέτρησης. Αύριο θα έχουμε μια πρώτη εικόνα μιας αναμέτρησης που, αν και το επίπεδο των υποψηφίων της δεν ενθουσιάζει, μοιάζει αρκετά αμφίρροπη και ίσως αποκτήσει μεγάλο ενδιαφέρον.