Ξένια Κουναλάκη
Αρχισυντάκτρια εφημερίδας «Καθημερινή»
«Κατ' αρχάς, να διευκρινίσω ότι αν ξανακούσω πως για την προσφυγική κρίση φταίει η "κυρα-Τασία", θα ουρλιάξω. Ο ερασιτεχνισμός και η ανικανότητα της ελληνικής κυβέρνησης είναι πολύ ευρύτερα και διαχρονικότερα φαινόμενα, σχεδόν σύμφυτα με τους χειρισμούς των εκάστοτε κρίσεων από την ηγεσία της χώρας. Αδυναμία μιας συνολικής αποτίμησης ενός εξαιρετικά σοβαρού προβλήματος, σπασμωδικές κινήσεις, ανέξοδος αριστερίστικος ανθρωπισμός ή ακροδεξιές, ξενοφοβικές προσεγγίσεις κατά περίπτωση είναι μερικές από τις παθογένειες που ήρθαν στην επιφάνεια με αφορμή τη μαζική έλευση προσφύγων και οικονομικών μεταναστών στη χώρα μας. Το πρόβλημα είναι πως πιστέψαμε ακράδαντα, οι πολίτες και οι πολιτικοί, ότι οι άνθρωποι αυτοί απλώς θα περάσουν από τη χώρα μας και θα φύγουν. Τώρα, όμως, που παγιδεύτηκαν εδώ, εξέλιπαν οι απειλές του Πάνου Καμμένου ότι θα γεμίσει την Ευρώπη με τζιχαντιστές, οι προσπάθειες της κυβέρνησης να συνδέσει προσφυγικό και αξιολόγηση και οι πονηρές τσαπατσουλιές της μη καταγραφής των προσφύγων. Τώρα τα πράγματα σοβάρεψαν και η πολιτική του "ουπς, συγγνώμη, μας ξέφυγαν χίλιοι" προς την ΠΓΔΜ, ούτε σοβαρή είναι ούτε ανθρωπιστική. Από την άλλη, είναι σαφές ότι το πρόβλημα ξεπερνάει κατά πολύ τις δυνατότητες μιας ούτως ή άλλως άπειρης και αναποτελεσματικής –για να το θέσω κομψά– κυβέρνησης. Η ίδια η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ εμφανίζεται απομονωμένη στην Ευρώπη και στη Γερμανία λόγω της αδιαλλαξίας της και της εμμονής της στην πολιτική ανοιχτών θυρών. Το κλείσιμο της βαλκανικής οδού και η ορμπανοποίηση της κεντρικής Ευρώπης τής εξασφάλισαν μεν μια περίοδο χάριτος, αφού οι εισροές προσφύγων προς τη χώρα της και τις άλλες της βορειοδυτικής Ευρώπης έχουν συρρικνωθεί. Αν όμως αναζητηθούν εναλλακτικές οδοί, που είναι και το πιθανότερο, θα αποδειχθεί ότι ούτε τα τείχη, ούτε η Frontex, ούτε η άρση της Σένγκεν μπορούν να υποκαταστήσουν την ανικανότητα της Ευρώπης να διαχειριστεί μια απλή κρίση με συντεταγμένο τρόπο: μερικά εκατομμύρια πρόσφυγες προσπαθούν να διαφύγουν από τη φρίκη του πολέμου στη Συρία και πρέπει οργανωμένα να διανεμηθούν ανάμεσα σε 500 εκατ. ανθρώπους, όσος είναι ο πληθυσμός της Ε.Ε.».
Στάθης Καλύβας
Καθηγητής Πανεπιστημίου Yale
«Το προσφυγικό ζήτημα είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο πρόβλημα που δεν επιδέχεται απλουστεύσεις και δεν έχει εύκολη λύση, ούτε νομική, ούτε πολιτική, ούτε οικονομική. Το νομικό πλαίσιο βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τη σημερινή πραγματικότητα των τεράστιων αριθμών προσφύγων, της δυσκολίας διάκρισης μεταξύ προσφύγων και οικονομικών μεταναστών, της συνεχούς ροής της πληροφορίας και των σύγχρονων δυνατοτήτων μετακίνησης. Πολιτικά, ο στόχος της προστασίας ευάλωτων ανθρώπων συγκρούεται με την πραγματικότητα της δυσχέρειας απορρόφησης και αποκατάστασης ατελείωτων ανθρώπινων ροών. Όποιος θεωρεί πως υπάρχουν εύκολες λύσεις στα προβλήματα αυτά είναι βαθιά νυχτωμένος. Στο πλαίσιο αυτό, ίσως η μόνη δυνατότητα που έχει μια χώρα σαν την Ελλάδα είναι να μην επιδεινώνει μια ήδη επιβαρυμένη γι' αυτήν κατάσταση. Ως προς αυτό, φαίνεται πως κάναμε ό,τι είναι δυνατόν για να πετύχουμε ακριβώς το αντίθετο. Αρχικά, αφήνοντας τα σύνορά μας εντελώς αφύλακτα και ουσιαστικά καταργώντας κάθε διαδικασία ταυτοποίησης και διαχωρισμού των ανθρώπων που μπαίνουν στη χώρα μας, στείλαμε το μήνυμα πως "ανοίξαμε και σας περιμένουμε". Κατόπιν, όταν με έκπληξη είδαμε πως το μήνυμά μας εισακούστηκε, θεωρήσαμε πως προωθώντας τους ανθρώπους αυτούς προς τη βόρεια Ευρώπη, θα κάναμε ανέξοδο ανθρωπισμό πάνω στις πλάτες άλλων κρατών, κουτοπόνηρα πιστεύοντας συγχρόνως πως θα συνδέαμε το προσφυγικό με το δημοσιονομικό, προσποριζόμενοι με τον τρόπο αυτό κάποια οικονομικά οφέλη. Τέλος, όταν επιτέλους καταλάβαμε πως ανοιχτά σύνορα σημαίνει και "αποθήκες ψυχών", το ρίξαμε στην καταδίκη της απάνθρωπης Ευρώπης και στην παραδοσιακή μας αυτοθυματοποίηση. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, μπλέχτηκε στο θέμα αυτό και η Τουρκία, με άγνωστες προς το παρόν συνέπειες. Πραγματικά, αδυνατώ να φανταστώ χειρότερο αποτέλεσμα από αυτό που πετύχαμε με την ασυνάρτητη πολιτική μας. Βραχυπρόθεσμα, η Ελλάδα θα μετατραπεί σε τόπο θλιβερής υποδοχής δεκάδων χιλιάδων απελπισμένων ανθρώπων, με ένα ξεχαρβαλωμένο κράτος να αδυνατεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Μακροπρόθεσμα, οι επιπτώσεις θα είναι πολλαπλές και, φοβάμαι, προπάντων αρνητικές».
Οι ευθύνες της κυβέρνησης για την καθυστέρηση στη δημιουργία των hotspots, για τη σύνδεση του προσφυγικού με την αξιολόγηση, για την απουσία του κράτους στην Ειδομένη και τα νησιά είναι τεράστιες. Και το γεγονός ότι αντιμετωπίζει μια μείζονα κρίση όχι εξαιτίας αυτών των ευθυνών αλλά επειδή ένας υπουργός αναφέρει την απαγορευμένη λέξη, δείχνει πόσο ανώμαλη –και ανίατη– είναι αυτή η χώρα.
Μιχάλης Μητσός
Αρχισυντάκτης εφημερίδας «Τα Νέα»
«Ας υποθέσουμε ότι η Τασία είχε παραμείνει στη μάχιμη δικηγορία και δεν είχε μείνει στην Ιστορία για τα "λιάζονται". Ας υποθέσουμε ακόμη ότι υπουργός Άμυνας ήταν ένας άχρωμος γραφειοκράτης και όχι ένας ακροδεξιός που απειλούσε την Ευρώπη με έφοδο τζιχαντιστών. Για να μην αφήσουμε τη φαντασία μας να οργιάσει και φανταστούμε έναν λιγότερο επηρμένο και προκλητικό τύπο στο τιμόνι της χώρας. Θα είχαμε γλιτώσει τότε τις εικόνες της Ειδομένης, της Μυτιλήνης και της πλατείας Βικτωρίας; Το ερώτημα είναι, φυσικά, ρητορικό. Και προσφέρεται περισσότερο για εσωτερική κατανάλωση παρά για μια σοβαρή κατανομή των ευθυνών. Διότι η προσφυγική κρίση υπερβαίνει τα όρια και τις δυνατότητες μιας ανίκανης, κυνικής και κουτοπόνηρης κυβέρνησης. Οι Σύροι ημι-πρόσφυγες και οι λοιποί μετανάστες –για να χρησιμοποιήσω την καινούργια ευρωπαϊκή αργκό– θα έφευγαν κατά δεκάδες χιλιάδες από τα ερείπια των χωρών τους, όποιος κι αν κυβερνούσε στην Αθήνα, στη Ρώμη ή στο Βερολίνο. Η διαδρομή θα ποίκιλλε. Και οι διαβαθμίσεις των ενοχών. Το δράμα θα ήταν το ίδιο. Εκτός, βέβαια, εάν αντιμετωπιζόταν με καταστολή. Αν οι πρόσφυγες πυροβολούνταν εν ψυχρώ από την αστυνομία, όπως πρότεινε η αρχηγός του ξενοφοβικού AfD της Γερμανίας και επιβραβεύτηκε από τους ψηφοφόρους, μπορεί πράγματι τα κύματα να μειώνονταν. Θα θέλαμε, όμως, κάτι τέτοιο; Οι ευθύνες της κυβέρνησης για την καθυστέρηση στη δημιουργία των hotspots, για τη σύνδεση του προσφυγικού με την αξιολόγηση, για την απουσία του κράτους στην Ειδομένη και τα νησιά είναι τεράστιες. Και το γεγονός ότι αντιμετωπίζει μια μείζονα κρίση όχι εξαιτίας αυτών των ευθυνών αλλά επειδή ένας υπουργός αναφέρει την απαγορευμένη λέξη, δείχνει πόσο ανώμαλη –και ανίατη– είναι αυτή η χώρα. Από τους δικούς μας, όμως, ελάχιστα περίμενα, εντάξει, ίσως κάτι καλύτερο από τον Μητσοτάκη. Η πιο οδυνηρή διάψευση έρχεται από την Ευρώπη. Και στην περίπτωση αυτή δεν μπορούμε να αναζητήσουμε παρηγοριά ούτε στον Ομπάμα. Γιατί αν στις 30 Αυγούστου του 2013 βρισκόταν κάποιος άλλος στη θέση του και δεν ακύρωνε την τελευταία στιγμή την επέμβαση στη Συρία, ίσως σήμερα τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Αλλά αυτά είναι πλέον δουλειά των ιστορικών».
Νίκος Σβέρκος
Δημοσιογράφος στην «Εφημερίδα των Συντακτών»
«Η εν Ελλάδι αναζήτηση των ευθυνών σε μια κρίση ευρωπαϊκή τείνει πλέον να υπακούει σε ένα πολύ σαφές, σχεδόν μονότονο "μοντέλο": για ορισμένους ευθύνονται αποκλειστικά οι εν Ελλάδι κυβερνώντες, για άλλους αποκλειστικά η "Ευρώπη". Μια και οι εκατέρωθεν τοποθετήσεις καθοδηγούνται, συχνά σε αποκλειστικό βαθμό, από άσχετες πολιτικές και μικροπολιτικές στοχεύσεις, αξίζει να επικεντρώσουμε σε ορισμένα ποιοτικά συμπεράσματα με αφορμή την προσφυγική κρίση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση εμφανίζεται εντελώς ανίκανη να διαχειριστεί ένα πρόβλημα ανθρωπιστικής φύσης. Μια σειρά χώρες περιχαρακώνονται πίσω από το "εθνικό συμφέρον" τους, αρνούνται οποιαδήποτε συνδρομή και "μπλοκάρουν" διαρκώς τις όποιες, περίπλοκες αλλά αναγκαίες, αποφάσεις. Η Ευρώπη, ως συνισταμένη πολιτικών αξιών, υφίσταται μια τεράστια ήττα, καθώς οι αξίες του ανθρωπισμού υποχωρούν μπροστά στις αξίες του εθνικιστικού κυνισμού. Το γαϊτανάκι των αντιδράσεων σέρνουν οι ίδιες χώρες που φωνάζουν για την ανάγκη τήρησης των κοινών οικονομικών κανόνων. Αναδεικνύεται, λοιπόν, η αντίφαση της ίδιας της φύσης του νεοφιλελευθερισμού: Ελευθερία μόνο για τις αγορές και τα κεφάλαια, οι άνθρωποι μπορούν κάλλιστα να αφεθούν να πνιγούν. Η ελληνική κυβέρνηση σεβάστηκε τους διεθνείς κανόνες του ΟΗΕ και του δικαίου της θάλασσας, προτού βέβαια φροντίσει για την ύπαρξη δομών που θα διαχειρίζονταν τις μεγάλες ροές. Και αναδεικνύεται σήμερα σε κατεξοχήν "φιλοευρωπαϊκή δύναμη", ενώ μέχρι πρότινος εντασσόταν με μένος στο "αντιευρωπαϊκό μέτωπο". Ούτως ή άλλως, όμως, οι προσφυγικές ροές αυξήθηκαν τόσο, που αμφιβάλλουμε για το αν οποιαδήποτε κυβέρνηση θα μπορούσε να διαχειριστεί την κατάσταση. Ιδιαίτερα όσο οι τουρκικές Αρχές παζαρεύουν την ασφάλεια των προσφύγων με την ισορροπία των πολεμικών επεμβάσεων στη Συρία. Ας επικεντρώσουμε, τέλος, στο πώς αντιμετωπίζει το φαινόμενο η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών στην Ελλάδα. Την ώρα που στην Αυστρία η Δεξιά και η Ακροδεξιά ονειρεύονται την επιστροφή στις εποχές της πεφωτισμένης μεν, δεσποτείας δε, και στην Ουγγαρία οι Αρχές κλείνουν το αρχείο του σπουδαίου μαρξιστή διανοητή Γκέοργκ Λούκατς, στην Ελλάδα η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το πώς θα προστατευτούν πιο αποτελεσματικά οι πρόσφυγες και οι μετανάστες. Το σύνολο της δημόσιας συζήτησης, ακόμα και στα lifestyle έντυπα, έχει μετατοπιστεί στο πεδίο της αδήριτης κοινωνικής και ανθρωπιστικής ευαισθησίας. Είναι το μεγαλύτερο κέρδος, αν μπορεί να υπάρξει κάτι τέτοιο, από το προσφυγικό δράμα».
Παναγής Παναγιωτόπουλος
Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
«Η μεταναστευτική και ανθρωπιστική κρίση μάς πιάνει από τα μαλλιά και μας βυθίζει στα βρόμικα νερά της πραγματικής πολιτικής. Στη λασπώδη και μολυσματική συνθήκη όπου άνθρωποι γίνονται εργαλείο μιας κυνικής πολιτικής στόχευσης, όπου οι λέξεις περιθωριοποιούνται και η οργανωμένη δράση ηττάται, όπου το νόημα της οργανωμένης θεσμικής ζωής υπονομεύεται από τους ίδιους τους θεματοφύλακές του και όπου το κράτος δικαίου καταλύεται. Είναι μια συνθήκη μέγιστης αγωνίας προσφύγων και γηγενών, ανασφάλειας του συνόρου και των νόμων που τα διέπουν, που αποτελούν και την προϋπόθεση της δημοκρατικής πολιτικής αλλά και την ύστατη ιδιοκτησία των αδικημένων της παγκοσμιοποίησης, όπως το εξηγεί ο Ρεζίς Ντεμπρέ στο Εγκώμιο των συνόρων. Εξάλλου, η συριακή προσφυγιά είναι προσφυγιά του πολέμου και η μετακίνηση των ανθρώπων αυτών φέρει υποχρεωτικά μέσα της και το τραύμα του, το στίγμα του, καθώς και την απόλυτη πολιτικότητα με άλλα λόγια. Δηλαδή, τη μία κατάσταση, καταστατικά οριακή. Μας βουτάει όμως πρωτίστως και αμέσως στον κόσμο της απόλυτης και άμεσης ανάγκης και της ανθρώπινης επιβίωσης, της διαφύλαξης της ζωής μιας μεγάλης ανθρώπινης ομάδας που βρίσκεται επί ελληνικού εδάφους και εν "κινδύνω". Πριν, μετά και πέραν κάθε άλλης πολιτικής ανάλυσης, ως προαπαιτούμενο κάθε κριτικής και δράσης, η ελληνική κοινωνία οφείλει να φροντίσει τα σώματα αυτών των ανθρώπων. Να διαφυλάξει την ακεραιότητά τους από κάθε λογής εξτρεμιστές και "νεο-αγανακτισμένους" που θα θελήσουν να τους χτυπήσουν. Απ' αυτή την άποψη, οι lifestyle εκδηλώσεις ταύτισης, με όλο το φορτίο ιδιοτέλειας και ρηχότητας που κουβαλούν, είναι χρήσιμες. Ωστόσο, οι άνθρωποι αυτοί χρειάζονται και αστυνομική προστασία. Ακόμα, υπάρχει η απόλυτη οφειλή της ιατρικής φροντίδας, της σίτισης και της υγιεινής τους. Ευλόγως, μπορεί κανείς να πει, πολιτικοποιώντας το ζήτημα, πως πρόκειται για δουλειά του κράτους και ειδικότερα της κυβέρνησης, η οποία βαρύνεται με την ευθύνη των πληθυσμών στην επικράτειά της, και ακόμα περισσότερο σήμερα, που φέρει σημαντικότατο μέρος της ευθύνης για τον μαζικό εγκλωβισμό εντός της ενός πληθυσμού εξασθενημένου και αποφασισμένου "to go North". Όμως το ζήτημα είναι προ-πολιτικό. Δεν άπτεται της οργάνωσης της κοινωνικής ζωής και της δημοκρατικής λειτουργίας. Άπτεται της επιβίωσης των σωμάτων. Και σε αυτό το σημείο ο έπαινος πάει στην ελληνική κοινωνία, που τόσο έχει λοιδορηθεί. Αυτή κράτησε ζωντανούς αυτούς τους ανθρώπους και αυτή είναι ενδεχομένως και η μέγιστη "φυσική" κριτική σε αυτή την κυβέρνηση και στα τμήματα εκείνα της Ευρώπης που παίζουν μαζί τους. Και δεν είμαι βέβαιος ότι φταίνε μόνο οι εξτρεμιστές του Βίζεγκραντ ή ότι απαλλάσσεται η "καλοσύνη" της Μέρκελ από το όλο θέμα. Η συστηματική κριτική και η ανίχνευση των οδών της Ειδομένης και της εν γένει στρατοπεδοποίησης της χώρας έπονται. Και, πάντως, δεν μπορούν να γίνουν σε συνθήκες προϊούσας φαβελοποίησης ή ανθρωπιστικής κρίσης. Ανθρωπιστική κρίση είπατε; Αυτήν τη φορά, ναι».
σχόλια