Η ΛΕΓΟΜΕΝΗ «ΤΗΛΕΡΓΑΣΙΑ» ήταν βασικό κομμάτι της καθημερινότητάς μου πολύ πριν εξελιχθεί σε καθεστώς που επέβαλε εκτάκτως η πανδημία, αλλά είναι βέβαιο ότι θα διατηρηθεί σε μεγάλο (αν όχι σε απόλυτο) βαθμό και μετά τη λήξη της. Ποτέ μου, όμως, δεν έχω συμμετάσχει σε ομαδική τηλεδιάσκεψη. Αντίθετα από τους περισσότερους ανθρώπους που γνωρίζω, δεν έχω κάνει ούτε ένα Ζoom. Ακούω όμως διάφορα κωμικοτραγικά περιστατικά που συμβαίνουν καθημερινά και από τους περιορισμούς του μέσου, προδίδοντας και το πόσο μας έχει γίνει δεύτερο δέρμα ο τρόπος αντίληψης και επικοινωνίας που έχουμε ενσωματώσει ως χρήστες των social media.
Η πλειοψηφία (όχι η συντριπτική πάντως) των ανθρώπων που συναναστρέφομαι μοιάζει να είναι εντάξει μάλλον με την εξέλιξη αυτή, κάποιοι άλλοι και άλλες όμως κοντεύουν να μουρλαθούν από την απουσία κάθε ορίου σχεδόν ανάμεσα στο επαγγελματικό και το προσωπικό, και κατ' επέκταση ανάμεσα στο δημόσιο και στο ιδιωτικό, ειδικά αν δεν υπάρχει καθορισμένο ωράριο εργασίας. Και στις δύο κατηγορίες συμπεριλαμβάνονται εξίσου σχεδόν, singles, ζευγάρια χωρίς παιδιά και ζευγάρια με παιδιά (τα οποία πότε πάνε και πότε δεν πάνε σχολείο, αλλά αυτό είναι άλλο ζήτημα).
Αυτό το καλαμπούρι που λέγαμε μισοαστεία-μισοσοβαρά ακόμα και πριν από την πανδημία για τους ανθρώπους που δουλεύουν από το σπίτι «με τα σώβρακα» δεν έχει πλάκα πια από τη στιγμή που δεν επιτρέπεται να βρεθείς με τα σώβρακα ούτε μέσα στο σπίτι σου, όταν ανά πάσα στιγμή είναι στραμμένη πάνω σου μια κάμερα.
Σε τέτοιες συνθήκες επαγγελματικής συνεργασίας μέσω οθόνης, που πρέπει να τηρείται στοιχειωδώς ένα εργασιακό-γραφειακό πρωτόκολλο, παρότι βρίσκεται κανείς στο σπίτι του –έναν χώρο ο οποίος μέχρι πολύ πρόσφατα οριζόταν ως το αντίθετο του γραφείου–, είναι φυσικό να συμβαίνουν και τραγελαφικά «ατοπήματα», που μπορεί όμως να έχουν πολύ σοβαρές συνέπειες. Μαθαίνουμε πολλές φορές τον τελευταίο καιρό για διάφορα περιστατικά με ατυχείς πρωταγωνιστές άτομα που η ιδέα και μόνο ότι βρίσκονταν στο σπίτι τους τούς έκανε να λησμονήσουν ότι είχαν ανοιχτή την κάμερα ή ότι συμμετείχαν σε τηλεδιάσκεψη τη στιγμή που έκαναν κάτι (οτιδήποτε είναι αυτό) που κάνουν μόνοι τους στο σπίτι, με αποτέλεσμα να γίνουν ρόμπα δημοσίως ή, σε κάποιες περιπτώσεις, να απολέσουν μπόλικο από το επαγγελματικό τους κύρος, ακόμα και την ίδια τη δουλειά τους.
Μπορεί να συμβεί και στα καλύτερα τα σπίτια, όπως συνέβη την προηγούμενη εβδομάδα στον επιφανή αρθρογράφο του «New Yorker» και νομικό αναλυτή του CNN, Τζέφρι Τούμπιν, ο οποίος, στο πλαίσιο μιας «προσομοίωσης» της προσεχούς εκλογικής διαδικασίας που διοργάνωσε υπό τη μορφή τηλεδιάσκεψης το περιοδικό σε συνεργασία με ραδιοφωνικό σταθμό της Νέας Υόρκης, εθεάθη ξαφνικά από τους συνδαιτυμόνες του να αγγίζει ανέμελος το πέος του. Τα σχετικά ρεπορτάζ δεν υπήρξαν απολύτως σαφή, αυτό όμως που συνέβη μάλλον είναι ότι σε κάποιο διάλειμμα της διαδικασίας που κρατούσε ήδη ώρες ο (60χρονος) Τούμπιν προέβη στην «αποτρόπαια» πράξη, μη έχοντας συνειδητοποιήσει ότι είχε αφήσει ανοιχτή την κάμερα στον υπολογιστή του, όπως δήλωσε μετά.
Στο μεταξύ, τον είχε περιλάβει το μισό Ίντερνετ, με τη γνωστή οχλοκρατική διακριτικότητα που διακρίνει όλους μας πια ως χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Σαν να μην έφτανε αυτό, το «New Yorker» ανακοίνωσε ότι «ο κ. Τούμπιν τίθεται σε διαθεσιμότητα, ενώ ερευνούμε το ζήτημα», ενώ το CNN δήλωσε ότι «ο Τζεφ Τούμπιν ζήτησε άδεια για να ασχοληθεί με προσωπικό του θέμα, αίτημα που έγινε δεκτό».
Αυτό το καλαμπούρι που λέγαμε μισοαστεία-μισοσοβαρά ακόμα και πριν από την πανδημία για τους ανθρώπους που δουλεύουν από το σπίτι «με τα σώβρακα» δεν έχει πλάκα πια από τη στιγμή που δεν επιτρέπεται να βρεθείς με τα σώβρακα ούτε μέσα στο σπίτι σου, όταν ανά πάσα στιγμή είναι στραμμένη πάνω σου μια κάμερα (η δική σου κάμερα, μάλιστα). Σε ένα σχετικό άρθρο που δημοσιεύτηκε χθες (στο Tablet) με αφορμή το συγκεκριμένο περιστατικό και τα ζητήματα που προκύπτουν για τα (ασαφή ως ανύπαρκτα) όρια της τηλεργασίας και των τηλεδιασκέψεων, σημειώνονται και τα εξής δυστοπικά και γλαφυρά, όχι όμως και παράλογα, νομίζω:
«Η αληθινή δυστοπία αναδύθηκε τη στιγμή που το βίντεο έγινε ο πιο συνηθισμένος, και συχνά υποχρεωτικός, παράγοντας της δουλειάς από το σπίτι. Οι οικιακοί χώροι, και οι συμπεριφορές μας μέσα σ' αυτούς, μεταμορφώθηκαν αίφνης σε πεδία παρακολούθησης και ελέγχου... Το ερώτημα δεν είναι αν αυνανίστηκες στον χώρο εργασίας (ακόμα κι αν είναι το σπίτι σου), αλλά τι ακριβώς σημαίνει εργασία στις μέρες μας. Κι αν στο κοντινό μέλλον η εργασία θα είναι τα πάντα, παντού – πού θα μπορείς να αυνανιστείς τότε;»
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.
σχόλια