Πριν από 33 χρόνια, στουςαφορισμούς 163-165 του βιβλίου μου Η Δυστυχίατου να είσαι Έλληνας (που εξακολουθείνα ανατυπώνεται) είχα κάνει ένα ειρωνικόσχόλιο για τις επιτροπές κρατικών καιλογοτεχνικών βραβείων.
Έγραφα τότε για τη«γλοιώδη κολακεία, τη χαμέρπεια καιτον φαβοριτισμό που χαρακτηρίζουν τηνπνευματική μας ζωή».
Τίποτα πιο επίκαιρο!
Κυκλοφόρησε πέρυσι μίαμετάφραση που δεν θα χαρακτήριζα απλώςως την καλύτερη της χρονιάς αλλά τηνκαλύτερη της δεκαετίας - και βάλε. Έναπανδύσκολο έργο, από τα κορυφαία του20ού αιώνα, το Ταξίδι στην Άκρη τηςΝύχτας του Λουί Φεντινάν Σελίν, έναβιβλίο με το οποίο έζησα έφηβος, που δενφανταζόμουν ποτέ ότι μπορεί να αποδοθείστα ελληνικά - μεταφράστηκε. Δεν ήταναπλώς μετάφραση (η γλώσσα και οι ρυθμοίτου Σελίν δεν μεταφράζονται), ήταναναδημιουργία, «επαναποίηση»,αυτό που οι Γερμανοί αποκαλούν«Nachdichtung». Έμεινα άναυδος.
Αυτή η κορυφαία δουλειάτιμήθηκε ανάλογα από την κριτική καιτους αναγνώστες. Αλλά όταν ήρθε η ώρατου Κρατικού Βραβείου Μετάφρασης,κόλλησε. Γιατί όπως σωστά γράφει οΓιώργος Βέλτσος (που έχει χρηματίσειπρόεδρος επιτροπής κρατικών βραβείων):«... αποκλείεται να βραβευθεί τοκαλύτερο λογοτέχνημα ή μετάφρασμα,διότι περισσότερο από το έργο κρίνεταιτο πρόσωπο, οι επιρροές και οι συμμαχίεςτου...». («Βήμα», 5.10.08).
Το πρόσωπο λοιπόν δενήταν «του χώρου», δεν είχεδιασυνδέσεις και διαπλοκές. Είχε μοχθήσειβέβαια επί πολλά χρόνια (τεράστιο τοβιβλίο), είχε πετύχει άριστο αποτέλεσμα,αλλά δεν ήταν «δική μας» η κυρίαΣεσίλ Ιγγλέση Μαργέλου. Το βραβείοδόθηκε σε μία καλή μετάφραση, καθιερωμένηςόμως πανεπιστημιακού και κριτικού.
Από όλα τα φάλτσα τωνκρατικών επιτροπών μας (και είναιδεκάδες) τούτο είναι το πιο κραυγαλέο.Θυμίζει την ιστορική γκάφα του Ζιντ νααπορρίψει τον Προυστ για τις εκδόσειςΓκαλιμάρ.
Αναρωτιέμαι πάντα:Γιατί οι άνθρωποι, όταν μπαίνουν σεεπιτροπές, γίνονται ανθρωπάκια;
σχόλια