Υπάρχει, τελικά, μαγεία στα θερινά σινεμά και πόσο αυτή εξαρτάται από τους διπλανούς μας; Από τον Φώντα Τρούσα

Υπάρχει, τελικά, μαγεία στα θερινά σινεμά και πόσο αυτή εξαρτάται από τους διπλανούς μας; Από τον Φώντα Τρούσα Facebook Twitter
Παλιά υπήρχαν οι ταινιοθήκες (π.χ. του Στούντιο) με τις εκατοντάδες ου μην αλλά και χιλιάδες ταινίες, από τις οποίες (ταινιοθήκες) γινόταν όλη η δουλειά το καλοκαίρι. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
5

Δεν ξέρω, αλλά έχω την εντύπωση πως τα θερινά σινεμά στη συνείδηση πολλών δεν έχουν το βάρος των χειμερινών αιθουσών. Θεωρούνται κάπως «δεύτερα». Ναι μεν μπορεί να προσφέρουν αυτά τα στάνταρ, που ακούγονται και γράφονται από αρχαιοτάτων χρόνων, τη δροσιά, τον ουρανό με τ’ άστρα, τις μυρωδιές από... αγιόκλημα και γιασεμιά (που, ευτυχώς, σπανίζουν πια), όμως δεν έχουν ούτε την άπλα και την ξάπλα των αεροπορικών θέσεων των κλειστών αιθουσών, ούτε βεβαίως την εικόνα και τον ήχο τους (ακόμη κι αν διαθέτουν τα καλύτερα μηχανήματα ο ήχος διαχέεται). Χοντρικώς, θα έλεγα πως είναι άβολα (αν και δεν είναι αυτό το πλέον σημαντικό), ενώ, και λόγω της (καλοκαιρινής) μορφής τους, είναι εκείνα που μαζεύουν τον πιο άσχετο κόσμο.

Πολλοί δεν πάνε στα θερινά σινεμά για να δουν ταινίες, αλλά για να πιουν την πορτοκαλάδα τους ρουφώντας την με το καλαμάκι μέχρι την τελευταία σταγόνα, για να καπνίσουν τα ενίοτε αποπνικτικά τσιγάρα τους, ν’ απαντήσουν στα κινητά τους και γενικώς για να στη σπάσουν από χίλιες-δυο μεριές. Ενδιαμέσως, μπορεί να ρίξουν και κάνα μάτι στο πανί, μα και τότε πρόβλημα καθότι όλο και κάτι θα βρουν για να συζητήσουν με το διπλανό τους.

Μεγάλωσα με τα θερινά σινεμά, και βασικά στενοχωριέμαι με την κατρακύλα που έχουν πάρει. (Δεν την πήραν φέτος, την παίρνουν τα τελευταία κάμποσα χρόνια).

Δυστυχώς, τα θερινά σινεμά μου φαίνεται πως έχουν ξεπέσει πλέον σε χώρους που συνευρίσκονται βαριεστημένα (νεαρά) ζευγάρια, μαζί με κυρίους και κυρίες μιας κάποιας (μέσης) ηλικίας, που μπορεί να μην πατάνε στις αίθουσες το χειμώνα μα που έχουν έναν καλό λόγο για να φορέσουν τη ζακέτα τους ένα θερινό βραδάκι, με λίγο αεράκι.

Κατ' αρχάς, για 'μας που υποτίθεται πως πάμε στα σινεμά πρώτα-πρώτα για τις ταινίες (δεν υποτίθεται, έτσι είναι), δεν υπάρχουν πια, εδώ και χρόνια, οι κινηματογραφικές εκπλήξεις. Και έκπληξη δεν συνιστά η προβολή, βεβαίως, μιας χειμερινής ταινίας, ούτε μιας κάποιας επανέκδοσης σώνει και καλά – την οποίαν πιθανώς να την έχεις ήδη πληροφορηθεί. Έκπληξη θα συνιστούσε π.χ. μια προσωπική επιλογή του ιδιοκτήτη κάποιου θερινού σινεμά, την οποίαν (επιλογή) δεν θα μπορούσε να την κάνει κάποιος άλλος. Γιατί, αν όλοι επιλέγουν από λίγες προεπιλεγμένες ταινίες, τότε μηδέν εις το πηλίκο.

Θέλω να πω πως παλιά υπήρχαν οι ταινιοθήκες (π.χ. του Στούντιο) με τις εκατοντάδες ου μην αλλά και χιλιάδες ταινίες, από τις οποίες (ταινιοθήκες) γινόταν όλη η δουλειά το καλοκαίρι.

Υπάρχει, τελικά, μαγεία στα θερινά σινεμά και πόσο αυτή εξαρτάται από τους διπλανούς μας; Από τον Φώντα Τρούσα Facebook Twitter
Κατ’ αρχάς όλο και πιο συχνά βλέπεις ζώα σε κινηματογράφο. Και δεν αναφέρομαι στα αδέσποτα, που θα βρουν τον τρόπο να χωθούν στο «οικόπεδο»... Φωτο: Γιώργος Πλανάκης/ LIFO

Ο ιδιοκτήτης του θερινού, ας τον πούμε και αιθουσάρχη, επέλεγε ό,τι γούσταρε από μια τεράστια γκάμα ταινιών (ήταν, όσο μπορούσε να ήταν, ανεξάρτητος δηλαδή) κι έτσι μια Δευτέρα, μια Τετάρτη ή μια Παρασκευή θα μπορούσε ταυτοχρόνως να προβάλλονταν το Δεκαήμερο του Παζολίνι, οι Δύο Αγγλίδες του Τρυφώ, το Ένας Προφήτης Μα Τι Προφήτης με τους Μόντυ Πάιθον, το Φρανκενστάιν Τζούνιορ του Μελ Μπρουκς (δόξα και τιμή στον Τζιν Γουάιλντερ που πέθανε πρόσφατα), ο Πεταλούδας με τον Στηβ Μακ Κουίν, το Λα Στράντα του Φελίνι, οι Ματωμένες Γροθιές του Καράτε με τον Μπρους Λη και η Θηλυκή Ταξιαρχία της Κολάσεως με την Νταϊάνα Θορν...

Κι έτσι κάπως μάθαμε να βλέπουμε σινεμά, εκτιμώντας και την «ταινία ποιότητας» και το ωραίο «σκουπίδι», κι ας συνέβαινε τούτο από κόπιες που, συχνά, παρουσίαζαν προβλήματα (κοψίματα, παράσιτα κλπ.) – καθότι είχαν αμέτρητες ώρες προβολών τα καρέ τους. Δεν μας ένοιαζε όμως, αφού το ζουμί θα το ρουφούσαμε έτσι κι άλλως. 

Τώρα; Τώρα από τις επιλογές των θερινών σινεμά απουσιάζει το φαν. Δεν θα δεις δηλαδή μια κλασική περιπέτεια, ένα καλοκαιρινό gore (το Τhe Burning ξέρω ’γω, με μουσική του Rick Wakeman), μια ταινία με συμμορίες (τους Μαχητές για παράδειγμα του Ουώλτερ Χιλ), ή, πολύ περισσότερο, έναν Γκοτζίλα, ένα καράτε ή έναν Τρινιτά...

Όλα, ή μάλλον πολλά, μυρίζουν ή φτηνή οικογενειακή αμερικανίλα (ΚΛΑΚ Φιλμς επί το... ατλαντικότερον) ή ψευτοκουλτούρα. Όχι πως δεν υπάρχουν σύγχρονες σοβαρές ταινίες, όμως το καλοκαίρι θέλει και κάτι πιο ανάλαφρο, που να περικλείει όμως τον απαιτητικό συνδυασμό της ταινίας «είδους» με μια κάποια κρυμμένη ουσία (να, σαν τα Ζόμπι του Ρομέρο ας πούμε, το Προφόντο Ρόσο του Αρτζέντο ή ακόμη-ακόμη και σαν κάτι δευτεράντζες του Λούτσιο Φούλτσι, που τις βλέπαμε παλιά ακόμη και στη Δεξαμενή).

Δυστυχώς, τα θερινά σινεμά μου φαίνεται πως έχουν ξεπέσειπλέον σε χώρους που συνευρίσκονται βαριεστημένα (νεαρά) ζευγάρια, μαζί με κυρίους και κυρίες μιας κάποιας (μέσης) ηλικίας, που μπορεί να μην πατάνε στις αίθουσες το χειμώνα μα που έχουν έναν καλό λόγο για να φορέσουν τη ζακέτα τους ένα θερινό βραδάκι, με λίγο αεράκι.

Δεν υπάρχουν οι παρέες των πιτσιρικάδων θέλω να πω, που έδιναν με τα γέλια και τις πλάκες τους, όψη στον καλοκαιρινό κινηματογράφο. Γιατί το γέλιο στο θερινό δεν έβγαινε μόνον από τις κωμωδίες (τις έτσι κι αλλιώς εξοβελισμένες από τον χάρτη), αλλά και από κάθε ταινία «είδους», που θα περνούσε μια στιγμή, στη διαδρομή της, και από το weird. Κάπως έτσι θυμάμαι το γέλιο που είχαμε ρίξει βλέποντας κάποτε, παιδιά, το «Ξεκαθάρισμα» του Ταβερνιέ, μ’ εκείνον τον ανεπανάληπτο Φιλίπ Νουαρέ...

Υπάρχει, τελικά, μαγεία στα θερινά σινεμά και πόσο αυτή εξαρτάται από τους διπλανούς μας; Από τον Φώντα Τρούσα Facebook Twitter
Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

Προσφάτως βρέθηκα σε θερινό σινεμά και μου έκαναν διάφορα πράγματα εντύπωση – μάλλον κακή. (Δεν είχα να πάω χρόνια θερινό, πάω κάθε καλοκαίρι).

Κατ’ αρχάς όλο και πιο συχνά βλέπεις ζώα σε κινηματογράφο. Και δεν αναφέρομαι στα αδέσποτα, που θα βρουν τον τρόπο να χωθούν στο «οικόπεδο», ούτε στα… ποντίκια που μπορεί να περάσουν κατά λάθος καμιά φορά από το κάτω μέρος της οθόνης (όντως!), αλλά σε σκυλιά (με λουρί). Βρέθηκα σε τέτοια φάση εσχάτως. Αν και ο πορτιέρης αρνείτο στην αρχή να επιτρέψει την είσοδο σκυλιού στο θερινό, στο τέλος πείστηκε. Πήρε διαβεβαιώσεις, εννοώ, πως το ζώο θα ήταν ήσυχο. Δεν ήταν όμως... 

Σε μια σκηνή με θόρυβο (εκρήξεις, πυροβολισμούς κ.λπ.) τα σκυλιά τα πήραν –είχε μπει εν τω μεταξύ κι άλλο ένα, που ήταν δεμένο κοντά στο πρώτο– και άρχισαν να γαβγίζουν. Μπερδεύτηκαν και τα λουριά τους ανάμεσα στις καρέκλες κι έγινε το σώσε. Δέησε να σταματήσουν, χωρίς πάντως κάποιος από το χώρο να πει στις ιδιοκτήτριες τους (κορίτσια ήταν) να τα πάρουν και να βγουν έξω (έστω για λίγο).

Έχει τύχει σε καλοκαιρινό σινεμά να παρακολουθώ ταινία και στην αυλή διπλανού σπιτιού να εξελίσσεται γιορτή. Αντιλαμβάνεστε – αν και κάτι τέτοια συμβάντα, πιο συχνά τα έπαιρνες στην πλάκα, αφηνόσουν και τελείωνε η υπόθεση. Ή δεν άρχιζε καν. Όμως από ’κει μέχρι την αυθαιρεσία, εντός της «αιθούσης», υπάρχει απόσταση.

Και το κάπνισμα δεν είναι ό,τι καλύτερο στο θερινό για έναν και μόνο λόγο (αν υπάρχει κόσμος). Δεν μπορείς να μετακινηθείς. Άρα θα τρως στα μούτρα την καπνούρα τού παραδιπλανού σου ή του μπροστινού σου για δυο ώρες. Δεν χρειάζεται να πω πως ακόμη κι έναν καπνιστή τον ενοχλεί ο καπνός του άλλου, όταν έρχεται κατ’ ευθείαν πάνω του. Η λύση είναι μία φυσικά. Να απαγορευτεί το κάπνισμα στο καλοκαιρινό σινεμά. Νομίζω πως ακόμη και οι νουνεχείς καπνιστές θα το κατανοήσουν.

Βεβαίως εκείνο που θα έπρεπε να απαγορευτεί δια ροπάλου είναι το... τρώγειν. Άρα, έξω τα τραπέζια από τα θερινά σινεμά. Το πίνειν δεν κάνει συνήθως θόρυβο, αλλά το τρώγειν μπορεί να είναι ακόμη και ανοησία.

Ως γνωστόν πολλά από τα σκευάσματα των κυλικείων είναι κλεισμένα σε πλαστικά σακουλάκια, τα οποία μπορεί να τρίζουν δίπλα στ’ αυτιά σου για τέταρτο. Δεν σε αφήνουν να συγκεντρωθείς. Παλιά είχαμε τους… τσακατσούκες με τους πασατέμπους, που ήταν επίσης εκνευριστικοί, αλλά, τώρα, είναι χειρότερα. Αφήνω, κατά μέρος, την ποπκορνίλα. Για να μη μιλήσω για τα σουβλάκια. Άκου σουβλάκια! Χίλιες φορές... αγιόκλημα και γιασεμιά δηλαδή, παρά αυτό το πράγμα.

Οι ιδιοκτήτες προκειμένου να κάνουν πιο ελκυστικές τις επιχειρήσεις τους προς το τυχαίο κοινό, όχι προς εκείνο που πάει σινεμά για να δει μια ταινία και τίποτ’ άλλο, δεν θα κωλώσουν μπροστά σε τίποτα. Το ’χουμε δει το έργο. Και μπάρμπεκιου θα στήσουν, ακόμη και αστακομακαρονάδα θα σερβίρουν. (Μήπως γίνεται ήδη;).

Τελικά, νομίζω πως το μεγαλύτερο μειονέκτημα των θερινών κινηματογράφων είναι πως δεν έχουν απογευματινές προβολές, όπως συμβαίνει με τους χειμερινούς.

Θα είχαμε γλιτώσει από πολλούς απίθανους. Και απιθανότητες. 

Στήλες
5

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Για την έκφραση «Επάγγελμα ομοφυλόφιλος»

Θοδωρής Αντωνόπουλος / Για την έκφραση «Επάγγελμα ομοφυλόφιλος»

Αν θεωρήσουμε την ομοφυλοφιλία επάγγελμα, αξιότιμε κ. συνήγορε, τότε σίγουρα αυτό θα πρέπει να ενταχθεί στα βαρέα ανθυγιεινά. Τουλάχιστον για όσο μπορούν να δηλητηριάζουν τον δημόσιο λόγο κακοποιητικές απόψεις, αντιλήψεις και πρακτικές, σαν αυτές που είτε εκφέρετε είτε ενθαρρύνετε.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί το επίπεδο του δημοσίου διαλόγου είναι τόσο απελπιστικά χαμηλό;

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος / Γιατί το επίπεδο του δημοσίου διαλόγου είναι τόσο απελπιστικά χαμηλό;

Αντί να διαφωνήσουμε για το ένα ή το άλλο θέμα, όπως και είναι θεμιτό και αναμενόμενο σε μια δημοκρατία διαλόγου, το μόνο που ξέρουμε να κάνουμε είναι να εξευτελιζόμαστε οι ίδιοι και να εξευτελίζουμε τους άλλους, ωσάν να ήταν οι χειρότεροι εχθροί μας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Π. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ
O βούρκος των ημερών

Στήλες / O βούρκος των ημερών

Σήμερα: Μηνύματα στο αλεξίπτωτο • • • βουλευτική ηπιότητα • • • περιβαλλοντικη καταστροφή στο Ισραήλ • • • δύσκολες μέρες για τον Μακρόν • • • εμβολιαστική ευνοιοκρατία • • • ένας γενναιόδωρος πρώην οδηγός νταλίκας • • • η περιπέτεια της «μυστικής ομιλίας»
ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Ψάχνοντας τις ευθύνες, ξεχάσαμε τους κακούς

Αρετή Γεωργιλή / Ψάχνοντας τις ευθύνες, ξεχάσαμε τους κακούς

Γιατί όλη αυτή η πολιτική χυδαιότητα που αποπροσανατολίζει την κοινή γνώμη από το πραγματικό πρόβλημα και στρέφει τη συζήτηση σε μια στείρα κομματική αντιπαράθεση, στις πλάτες όλων αυτών των παιδιών, που το μόνο που ζητούν είναι δικαίωση και γαλήνη;
ΑΡΕΤΗ ΓΕΩΡΓΙΛΗ
Το δίλλημα με τον Κουφοντίνα

Τι διαβάζουμε σήμερα: / Το δίλλημα με τον Κουφοντίνα

Σήμερα: Τα Ζεν της Βαϊκάλης • • • νίκη μεγαλοψυχίας • • • η βία δεν πτοεί (ακόμη) τους Βιρμανούς • • • μια πρώτη δικαίωση • • • οι επίμονοι Ινδοί αγρότες • • • δημοκρατία και πίτσα • • • ένας τιτάνας
ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ