Μπορεί να φταίει το γεγονός ότι ζούμε στην εποχή της πληροφορίας, μπορεί να φταίνε οι καύσωνες και οι κακοκαιρίες που όχι μόνο έχουν ενταθεί αλλά συμβαίνουν και πολύ νωρίτερα ή αργότερα απ’ ό,τι τα προηγούμενα χρόνια. Μπορεί να ευθύνονται επίσης τα σλόγκαν του τύπου «το δάσος μάς δίνει οξυγόνο» και «κρατάμε τις ακτές μας καθαρές», που έχουν χαραχτεί στη μνήμη του καθενός μας.
Σε κάθε περίπτωση, ο μέσος συνειδητοποιημένος πολίτης που ανησυχεί για το περιβάλλον έχει πάψει να το κάνει πλέον γενικώς και αορίστως. Σύμφωνα με έρευνα του ευρωβαρόμετρου από το 2021, το 93% των Ευρωπαίων θεωρεί την κλιματική αλλαγή σημαντικό πρόβλημα.
Στην ίδια δημοσκόπηση πάνω από το ένα τέταρτο των συμμετεχόντων δήλωσε πως η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα σχετίζεται με τη βιωσιμότητα: το 18% επέλεξε την κλιματική αλλαγή, το 7% την καταστροφή του περιβάλλοντος και το 4% τα προβλήματα υγείας με βασικό αίτιο την περιβαλλοντική μόλυνση.
Όσον αφορά τις μεγαλύτερες προκλήσεις της εποχής, το 18% επέλεξε την κλιματική αλλαγή, το 7% την καταστροφή του περιβάλλοντος και το 4% τα προβλήματα υγείας.
Σε ανάλογη έρευνα από το 2019 για τη στάση των Ευρωπαίων απέναντι στο περιβάλλον, το 53% των πολιτών της Ε.Ε. (και το 70% των Ελλήνων ερωτηθέντων) είπε πως η προστασία του περιβάλλοντος είναι «πολύ σημαντική για τους ίδιους προσωπικά».
Στα περιβαλλοντικά ζητήματα που απασχολούν περισσότερο τους Έλληνες από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους συγκαταλέγονται η μόλυνση του αέρα (55% έναντι 46%), η χρήση εντομοκτόνων, λιπασμάτων και άλλων χημικών στη γεωργία (42% έναντι 30%), η συχνότητα των φαινομένων ξηρασίας και οι πλημμύρες (41% έναντι 28%).
Οι Έλληνες ανησυχούν επίσης για την κλιματική αλλαγή (56%), τη μόλυνση της θάλασσας και άλλων υδάτινων πόρων (40%), την καταστροφή οικοσυστημάτων και την εξαφάνιση των ειδών (38%), αλλά σε παρόμοια ποσοστά με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Οι Ευρωπαίοι ασπάζονται τη βιωσιμότητα και αυξάνουν τις απαιτήσεις τους
Περισσότερη πρόσβαση σε ενημέρωση και μεγαλύτερη ανησυχία σημαίνει όμως και μεγαλύτερες απαιτήσεις. Άλλωστε το 64% των πολιτών της Ε.Ε. κάνει ήδη συνειδητά βιώσιμες επιλογές στην καθημερινότητά του και ευαισθητοποιείται σε θέματα που παλιότερα θεωρούνταν πολύ ειδικά, όπως οι βιώσιμες διατροφικές συνήθειες. Θέλουν, λοιπόν, τόσο οι κυβερνήσεις και οι θεσμοί όσο και ο ιδιωτικός τομέας να κάνουν το ίδιο.
Δεν είναι τυχαίο πως, όταν ρωτήθηκαν ποιος είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση της κλιματικής αλλαγής το 2021, 63% των συμμετεχόντων ανέφερε τις κυβερνήσεις, το 58% τις επιχειρήσεις και τη βιομηχανία και το 57% την Ε.Ε. Δύο χρόνια νωρίτερα, όμως, η πλειοψηφία δήλωνε πως κανένας από τους τρεις δεν κάνει αρκετά για να προστατεύσει το περιβάλλον.
Παράλληλα, ωστόσο, σε έρευνα της WWF για τις διατροφικές μας συνήθειες το 38% –και περίπου ένας στους δύο Έλληνες– θα ήθελε καθοδήγηση από την κυβέρνηση ή την Ε.Ε. στο πώς να κάνει φιλικές προς το περιβάλλον επιλογές.
Όσον αφορά τη χάραξη βιώσιμης πολιτικής, το 70% θα ήθελε να δει σύμπραξη των επιμέρους κυβερνήσεων με την Ε.Ε. και το 87% θεωρεί πως η Ένωση θα έπρεπε να έχει μεγαλύτερες βλέψεις όσον αφορά τη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.
Οι Ευρωπαίοι πολίτες θα ήθελαν επίσης να δουν την παραγωγή καθαρής ενέργειας να λαμβάνει επιδοτήσεις και τις επενδύσεις στην ανάκαμψη της οικονομίας να αφορούν κυρίως την πράσινη ανάπτυξη.
Σε θέματα όπως τα τροφικά συστήματα, η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην έρευνα της WWF στηρίζει τη θέσπιση πολιτικών μέτρων που θα στηρίξουν τόσο τις βιώσιμες προσωπικές επιλογές, για παράδειγμα την ενημέρωση των καταναλωτών ως προς τον αντίκτυπο που έχει η παραγωγή του φαγητού τους στο περιβάλλον.
Η πλειοψηφία δηλώνει μάλιστα πως θα προτιμούσε ενθαρρυντικά μέτρα, όπως η μείωση των τιμών των φιλικών προς το περιβάλλον προϊόντων, έναντι τιμωρητικών πρακτικών, όπως η ολική απαγόρευση των μη βιώσιμα παραγόμενων τροφών.
Η επένδυση στο μέλλον του πλανήτη είναι ταυτόχρονα ευκαιρία
Δεν είναι, λοιπόν, όλες οι αλλαγές που οι πολίτες ζητούν ολικές ή περιοριστικές, όπως και η βιώσιμη ανάπτυξη δεν περιορίζει την καινοτομία ή την επιχειρηματικότητα. Αντίθετα, οκτώ στους δέκα Ευρωπαίους πολίτες θεωρούν πως, αναλαμβάνοντας δράση για την προστασία του περιβάλλοντος, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις μπορούν να γίνουν πιο ανταγωνιστικές ή ακόμα και να προωθήσουν τις πρακτικές και την τεχνογνωσία τους εκτός Ευρώπης.
Σε θέματα όπως η ενεργειακή ανεξαρτησία της Ένωσης, τα οποία έφερε στην επιφάνεια η εισβολή στην Ουκρανία, η μείωση της εισαγωγής ορυκτών καυσίμων θα ωφελούσε την Ευρώπη, σύμφωνα με επτά στους δέκα ερωτηθέντες. Τέλος, το 74% συμφωνεί πως η αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής είναι περισσότερο δαπανηρή από τις επενδύσεις που απαιτούνται για τη μετάβαση στη βιωσιμότητα.
Η κλιματική κρίση και ο αντίκτυπός της, λοιπόν, μας ανησυχούν τόσο που, έστω σε προσωπικό επίπεδο, έχουμε αλλάξει τις συνήθειές μας όσον αφορά το πώς τρώμε, μετακινούμαστε και ανακυκλώνουμε. Υπό αυτές τις συνθήκες, η οικολογία ως μόδα ή λογότυπο στη διαφήμιση οποιασδήποτε εταιρείας έχει σταματήσει εδώ και καιρό να μας καλύπτει.
Το γεγονός ότι η κατάσταση είναι κρίσιμη, όμως, δεν σημαίνει πως οποιοδήποτε πολιτικό πλαίσιο, σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο, πρέπει να είναι απαραίτητα τιμωρητικό, αλλά οφείλει να είναι αποφασιστικό, να επιβραβεύει και να επιδοτεί τις βιώσιμες επιλογές και να στοχεύει στη δημιουργία περιβαλλοντικής συνείδησης σε βάθος χρόνου. Με άλλα λόγια, η αυστηρή ανακύκλωση μπορεί να ξεκινήσει ως νόμος και να γίνει συνήθεια.
Όσον αφορά την επιχειρηματικότητα, αν η βιώσιμη ανάπτυξη είναι επένδυση στο μέλλον του πλανήτη, η υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών στον ιδιωτικό τομέα είναι μια πολύ μεγάλη επενδυτική ευκαιρία.
Σε μια αγορά που επιλέγει και βάσει αξιών, ο καταναλωτής δεν αγοράζει μόνο το προϊόν αλλά και την ηθική στάση κάθε εταιρείας, με τη μορφή της ανακυκλώσιμης συσκευασίας, της φιλικής προς το περιβάλλον παραγωγής ή εσόδων που διατίθενται για καλό σκοπό. Στο θέμα του περιβάλλοντος οι πολίτες έχουν συνειδητοποιήσει πως μπορούν και καλύτερα και πλέον περιμένουν από όσους ζητούν την εμπιστοσύνη τους να κάνουν το ίδιο.