Νέα Υόρκη, East Village. Ένας μεσήλικας άντρας με το κεφάλι κατεβασμένο και φορώντας σκούφο, χωρίς να το αντιληφθεί κανείς, ανεβαίνει τρέχοντας τα σκαλιά στο εσωτερικό ενός συγκροτήματος κατοικιών. Ανοίγει την πόρτα της ταράτσας με τα ξεχασμένα κλειδιά που του είχε δώσει πριν χρόνια ένας φίλος του. Χώνεται μέσα στο sleeping bag του και ετοιμάζεται να περάσει με αυτό τον τρόπο ακόμα ένα βράδυ στην παγωμένη μητρόπολη. Είναι το τέλος μιας συνηθισμένης ημέρας που επαναλαμβάνεται εδώ και έξη χρόνια, στην ζωή του 56χρονου μοντέλου και φωτογράφου μόδας Mark Reay.
Κανένας δεν θα μπορούσε να υποψιαστεί πώς πέρασε την ημέρα του. Μια μέρα που μπορεί να είχε φωτογράφηση για το Dazed and Confused, φωτογραφήσεις στα παρασκήνια της Εβδομάδας Μόδας της Νέας Υόρκης, ένα πέρασμα από το «Good Wife» όπου έπαιζε έναν δικηγόρο ή γυρίσματα για ένα μικρό ρόλο στο «Men in Black 3» όπου υποδυόταν έναν πράκτορα του FBI.
Φοράει ακριβά ιταλικά κουστούμια αλλά τρώει το φθηνότερο φαγητό που μπορείς να βρεις στη Νέα Υόρκη, φωτογραφίζει το σώου του Alexander Wang και μετά από λίγες ώρες στέλνει τις φωτογραφίες στα περιοδικά από τα Starbucks, ετοιμάζεται να ποζάρει ο ίδιος στους δρόμους του Μανχάταν έχοντας σιδερώσει τα ρούχα του σε ένα από τα γυμναστήρια της αλυσίδας YMCA και ξυριστεί στο γυαλί των διαφημιστικών πινακίδων του δρόμου
Όλο το εικοσιτετράωρο του είναι ένας αγώνας για να συντηρήσει με κάθε τίμημα ένα lifestyle που έχει χαθεί από την ζωή του εδώ και χρόνια. Φοράει ακριβά ιταλικά κουστούμια αλλά τρώει το φθηνότερο φαγητό που μπορείς να βρεις στη Νέα Υόρκη, φωτογραφίζει το σώου του Alexander Wang και μετά από λίγες ώρες στέλνει τις φωτογραφίες στα περιοδικά από τα Starbucks, ετοιμάζεται να ποζάρει ο ίδιος στους δρόμους του Μανχάταν έχοντας σιδερώσει τα ρούχα του σε ένα από τα γυμναστήρια της αλυσίδας YMCA και ξυριστεί στο γυαλί των διαφημιστικών πινακίδων του δρόμου. Ο Mark Reay δεν είναι ένας συνηθισμένος άστεγος. Είναι ο άστεγος της νέας εποχής που εδώ και καιρό έχει αρχίσει να εμφανίζεται στις μητροπόλεις του πλανήτη.
Τα πρώτα βήματα του ως μοντέλο θα γίνουν στις πασαρέλες των Gianni Versace, Franco Moschino και Missoni την δεκαετία του ογδόντα. Θα φωτογραφηθεί για την Γαλλική Vogue(«Με πλήρωσαν 60 δολάρια») και θα φτάσει να κερδίζει μέχρι 10.000 δολάρια τον χρόνο(«Τα επταψήφια μηδενικά είναι για τα μοντέλα της πρώτης γραμμής»). Θα προσπαθήσει στον San Francisco να δουλέψει σε μια εταιρεία κάνοντας για λίγο καιρό μια «κανονική» ζωή. Ανυπόφορη μάλλον για έναν άνθρωπο που δεν έχει συνηθίσει στα ωράρια και την ρουτίνα του εικοσιτετραώρου. Επιστρέφει στην Νέα Υόρκη. Συνεχίζει να παλεύει με μικρούς ρόλους σε διάφορες παραγωγές και τότε του δίνεται μια μεγάλη ευκαιρία και τα πολλά λεφτά. Θα παίξει έναν playboy στον πρώτο κύκλο του Sex and the city στα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα. Και μετά θα κάνει ένα μεγάλο λάθος. Θα εγκαταλείψει το μικρό διαμέρισμα στο οποίο ζει στο Chelsea της Νέας Υόρκης δεχόμενος την προσφορά των 30.000 δολαρίων που του έγινε λόγω της ανάπλασης της περιοχής. Με τα λεφτά θα πάει στο Rio de Janeiro για διακοπές και για να εξερευνήσει τις ικανότητες του στην φωτογραφία. Το 2008 επιστρέφει στην Νέα Υόρκη. Μόνος.
«Ποτέ δεν είχα μια σοβαρή σχέση μια γυναίκα. Κάποια που να την αγαπήσω και να πω ότι είναι η οικογένεια μου» λέει 0 56χρονος σήμερα Mark Reay στην πρόσφατη συνέντευξη του στην New York Post. Ενώ ισχυρίζεται ότι έχει φίλους που γνώριζαν την κατάσταση του και ήθελαν να τον βοηθήσουν ενώ εκείνος προτιμούσε να μην τους επιβαρύνει με την παρουσία του. Ακόμα και ο φίλος του που του είχε δώσει τα κλειδιά πριν χρόνια αγνοούσε ότι κοιμόταν στην ταράτσα του λοφτ. Ο φωτογράφος φρόντιζε να εισέρχεται στον κτίριο χωρίς να τον ανακαλύψει κανείς.
Οι καταθέσεις στην τράπεζα πια είναι μηδενικές. Με τα χρήματα που παίρνει από φωτογραφήσεις μπορεί να πληρώνει μόνο το φαγητό του και την συνδρομή του στο γυμναστήριο. Κάποια στιγμή η ψυχολογική πίεση που αισθάνεται από αυτή την κατάσταση που προσπαθεί να ελέγξει θα φτάσει στο απροχώρητο. Θα τηλεφωνήσει στον Thomas Wirthensohn έναν φίλο από τα παλιά που έμαθε ότι έψαχνε μια ενδιαφέρουσα ιστορία για ένα ντοκιμαντέρ που ήθελε να γυρίσει. Σήμερα έχει επιστρέψει στο πατρικό του στο New Jersey όπου ζει με την 85χρονη μητέρα του η οποία δεν γνωρίζει τίποτα για όλα αυτά. Το couchsurfing είναι η μόνη λύση όταν θέλει να βρεθεί για δουλειές στην Νέα Υόρκη.
«Δεν με ένοιαζε τίποτα. Σκεφτόμουν ότι έχω όλο τον κόσμο στα πόδια μου» λέει ο Mark Reay για την θέα από την ταράτσα της Νέας Υόρκης που κοιμόταν. Πικρό χιούμορ για την μητρόπολη που μπορεί να σε αναδείξει και να σε καταπιεί μετά από λίγο. Χωρίς να το πάρει είδηση κανείς.
________________
To ντοκιμαντέρ "Homme Less" έκανε πρεμιέρα στις 7 Αυγούστου στο IFC Center της Νέας Υόρκης
σχόλια