Realpolitik
Η Miuccia Prada και ο Raf Simons αναρωτήθηκαν (και πάλι) πώς ορίζεται η θηλυκότητα την εποχή που η ιδανική ομορφιά μπορεί να αγοραστεί με αισθητικές επεμβάσεις ή να εξωραϊστεί με φωτογραφικά φίλτρα στα social, και απάντησαν στην πασαρέλα, τσαλακώνοντας κάθε έννοια τελειότητας ή χάρης.
Η βασική τους ιδέα ήταν το Μικρό Μαύρο Φόρεμα (LBD), η ραχοκοκαλιά κάθε γυναικείας γκαρνταρόμπας από τα '60s, το οποίο μεταμόρφωσαν σε τραχείς σάκους που μορφοποιούνταν πάνω στο σώμα με πένσες, σούρες ή κορδόνια, σαρκάζοντας τη θηλυκότητα που όρισε o Christian Dior με τη σιλουέτα-κλεψύδρα. Περπατώντας σε ένα κλειστοφοβικό σετ με μεταλλικές σκαλωσιές που φωτίζονταν μόνο από τα μπλε σχέδια στο χαλί-πασαρέλα της Catherine Martin, οι γυναίκες θύμιζαν αναμαλλιασμένες κούκλες με μάλλινα πανωφόρια πολύ μεγαλύτερα από τα μέτρα τους και σορτς δεμένα άτσαλα γύρω από τη μέση.
«Τα πάντα μοιάζουν λίγο λάθος, αλλά χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια και σοβαρή έρευνα για να βγει ολόσωστο», σχολίασε η κ. Prada, επαναλαμβάνοντας συχνά στoν λόγο της τη λέξη «glamour”, παρότι το brand της βασίστηκε ανέκαθεν στο αναποδογύρισμα κάθε παραδοχής περί κομψότητας.
O τρόπος που ένα ρούχο, υπερυψωμένο από την αστραφτερή θρασύτητα ενός μοντέλου ή ενός σταρ, μπορεί να επιστρέψει στους Ανώνυμους Καθημερινούς, ήταν το κεντρικό θέμα δύο συλλογών στο Μιλάνο, οίκων που ανήκουν στον όμιλο Only The Brave του Renzo Rosso.
Οι πιστοί του οίκου γνωρίζουν, όμως, πως τα πετράδια της κλασικής πολυτέλειας –ένα φόρεμα, ένας γούνινος γιακάς ή μια ψηλοτάκουνη γόβα– δεν λείπουν ποτέ από μια συλλογή Prada. Απλώς δυναμιτίζονται και αλλάζουν στόφα, για να βγάζουν νόημα για γυναίκες που σκέφτονται και αγωνίζονται.
Με πρώτη την ίδια τη Miuccia, CEO της Prada Group, που αυτόν τον καιρό εξετάζει μεθοδικά το ενδεχόμενο εξαγοράς του οίκου Versace, μια επιχειρηματική κίνηση που, αν ευοδωθεί, θα αναδείξει την Prada σε ένα πανίσχυρο, ανεξάρτητο group μόδας που ελπίζουμε να λειτουργήσει ως ανάχωμα και αντίδοτο στις ισοπεδωτικές πρακτικές των διεθνών ομίλων πολυτελείας LVMH και Kering.
Only the Brave
O τρόπος που ένα ρούχο, υπερυψωμένο από την αστραφτερή θρασύτητα ενός μοντέλου ή ενός σταρ, μπορεί να επιστρέψει στους Ανώνυμους Καθημερινούς, ήταν το κεντρικό θέμα δύο συλλογών στο Μιλάνο, οίκων που ανήκουν στον όμιλο Only The Brave του Renzo Rosso.
Τα κουρελιασμένα και βομβαρδισμένα με λέιζερ ντένιμ σύνολα του Glenn Martens για την Diesel φώτισαν τα basics με μια ποθητή αυθεντικότητα, αναβαθμίζοντάς τα σε classics. «Έδειξα τι θα μπορούσε να έχει συμβεί αν η Coco Chanel ήταν καλεσμένη στο Balmoral και μεθούσε με τη βασίλισσα», αστειεύτηκε ο Martens, όχι εντελώς αθώα, αφού στη συλλογή του εμφανίστηκαν μπουκλέ tweed και πιε ντε πουλ, αγνώριστα στη μεταμόρφωσή τους από τις πολλαπλές τεχνικές επεξεργασίες. Τα δέρματα πλύθηκαν ωσότου έκαναν ψευτο-πτυχώσεις, το ντένιμ πλαστικοποιήθηκε σε σημείο που λαμποκοπούσε, bumster παντελόνια κόπηκαν τόσο χαμηλά κάτω από τη μέση ώστε χρειάστηκαν ενσωματωμένα ζωνάρια για να τα κρατήσουν στη θέση τους.
Diesel | Fall/Winter 2025/26 | Milan Fashion Week
Αυτή η δημιουργική καταστροφή δεν ήταν τίποτα μπροστά στο σκηνικό: μια τεράστια, φουσκωτή sex doll «κατάπιε» την πασαρέλα και εξαπλώθηκε σαν πολύχρωμο καρκίνωμα με 3 χιλιόμετρα ζωγραφισμένου υφάσματος, ενεργοποιώντας έναν χωρίς προηγούμενο διάλογο ανάμεσα στη μόδα και την κουλτούρα του δρόμου. Πάνω στον άσπρο καμβά «μίλησε» μια διεθνής κολεκτίβα από 7.000 graffity artists, επαγγελματίες και χομπίστες από την Κίνα, την Ινδία και τη Νότια Αφρική ως την Αμερική, τα Εμιράτα και την Ιαπωνία, στους οποίους άπλωσε το χέρι ο Martens μέσω ενός open call, υλοποιώντας αυτό που ονόμασε «Δημοκρατία της Diesel».
Εξίσου out of the box ήταν και το σκηνικό στη Marni, όπου ο Francesco Risso έδειξε ανάμεσα σε 75 στρογγυλά τραπέζια ενός μπιστρό-καμπαρέ, όπου εκτός από ρούχα, σερβίρονταν και Martini Spritz. Ο χώρος διαμορφώθηκε σε καλλιτεχνικό δρώμενο από δύο Νιγηριανούς καλλιτέχνες, τους Slawn (@olaoluslawn) και Soldier (@soldierboyfriend), σε συνεργασία με τον ίδιο τον Risso (@asliceofbambi) και επιμέλεια του Alex Sossa. Διαφορετικές οπτικές γλώσσες –παραδοσιακή ζωγραφική και γκράφιτι, μπαρόκ ιταλικά έπιπλα και ροκοκό διακοσμητικά στοιχεία, αφρικανική παράδοση και ιταλική δεξιοτεχνία– ενώθηκαν κάτω από τον τίτλο The Pink Sun, δείχνοντας τη μόδα ως μια εμπειρία που έχει τη δύναμη να αλλάξει τα πράγματα. Τα ίδια τα ρούχα, «κατασκευές» από μεταξωτό σατέν, pony skin και ψεύτικες γούνες, αφορούσαν ένα κοινό, προφανώς καλλιτεχνικό, που τολμά να ονειρεύεται.
Από την πασαρέλα στον δρόμο

Οι Dolce & Gabbana μίλησαν για «Cool Girls», έχοντας στον νου τους τις φίλες τους, τα μοντέλα, και τον τρόπο που ντύνονται καθημερινά – με cargos ή τζιν, μπότες ή αθλητικά, παλιά μακό μπλουζάκια ή δαντελένια τοπ, με ένα επώνυμο παλτό ή ένα δερμάτινο μπουφάν να τα σκεπάζει όλα. Τη διαφορά, όμως, έκαναν λιγότερο τα ρούχα του show και περισσότερο η εντυπωσιακή έξοδος των μοντέλων στον δρόμο. Οι Ιταλοί σχεδιαστές, εκμεταλλευόμενοι τις εργασίες στις γραμμές του τραμ μπροστά ακριβώς από το κεντρικό τους κτίριο στη Viale Piave όπου γίνονται και οι επιδείξεις, έστησαν μια υπερυψωμένη σκηνή έξω από τον χώρο του σόου, όπου κατέληγαν τα μοντέλα αφού διέσχιζαν την πασαρέλα. Έτσι, μέρα μεσημέρι, χιλιάδες εκστασιασμένοι φαν και κάμποσοι αμήχανοι Μιλανέζοι στάθηκαν μάρτυρες μιας σπάνιας στιγμής κατά την οποία η εξωραϊσμένη ομορφιά της πασαρέλας συνάντησε το ενδεχόμενο κοινό της σε αληθινό χρόνο και τόπο. Η συλλογή ξεκίνησε με τζιν και σκουφάκια (κεντημένα, έστω), αλλά εξελίχθηκε γρήγορα σε βραδινές εμφανίσεις, φορτωμένες με φούντες και κρύσταλλα.
Επέτειοι

Ανάλογος ο τόνος και στο άλλο δίδυμο της ιταλικής μόδας, Dean και Dan Caten, aka Desquared2, όπου τα looks κινήθηκαν ανάμεσα σε σέξι casuals και διάφανα παγετέ βραδινά. Τα αιώνια αγόρια του μυκονιάτικου clubbing γιόρτασαν έξαλλα μαζί με editors, αγοραστές, μοντέλα και pop είδωλα τα 30 χρόνια επιβίωσής τους στη μόδα ως ανεξάρτητο brand. Σε ένα σετ που σχεδιάστηκε σαν την καρδιά του Μανχάταν, η Doechii, με λίγη βοήθεια από τον συνάδελφο ράπερ JT, άνοιξε και έκλεισε την επίδειξη με το ολοκαίνουριο Alter Ego της, ενώ η Alex Consani και η Amelia Gray διέσχιζαν την πασαρέλα καθισμένες σε Κάντιλακ και αλεξίσφαιρα G-Wagons. Οι ίδιοι οι σχεδιαστές κατέφθασαν με ένα περιπολικό, ως κρατούμενοι, πριν αφεθούν ελεύθεροι να χορέψουν και να υποκλιθούν.
Σε εντελώς διαφορετικό ύφος, η Fendi γιόρτασε 100 χρόνια ιστορίας στη μόδα με τη χαμηλών τόνων μεγαλοπρέπεια που χαρακτηρίζει το brand. Με ευθεία αναφορά στα πλούσια αρχεία της οικογενειακής της επωνυμίας, η Silvia Venturini Fendi πόνταρε στη θεατρικότητα και στα πιο περιζήτητα μοντέλα της βιομηχανίας –την Paloma Elsesser, την Alex Consani και την Amelia Gray– αλλά και σε πρόσωπα από περασμένες δεκαετίες, τη Herzigova, την Penelope Tree, την Ιrina Shayk και την Κaren Elson, δούλεψε εντατικά για την αναβίωση των Fendi bags (Spy bag is back!) και πασπάλισε τη βαριά της κληρονομιά με ανακυκλωμένες γούνες, χρώμα και διασκεδαστικές λεπτομέρειες. «Πάντα ο οίκος μας συνδεόταν με το παρόν και θύμιζε το μέλλον», συνόψισε σιβυλλικά η Venturini την ταυτότητα του Fendi, που σημαδεύτηκε (όπως και ολόκληρο το τοπίο της μόδας, άλλωστε) από την 54χρονη θητεία του Karl Lagerfeld.
Περήφανη μετάβαση

Η Gucci εγκαινίασε την Εβδομάδα Μόδας του Μιλάνου με μια επίδειξη ισχύος, κι αυτό παρά την απουσία καλλιτεχνικού διευθυντή. Καθωσπρέπει, ανάλαφρη και με κορυφαία αξεσουάρ, η συλλογή για τον ερχόμενο χειμώνα έχει τις προϋποθέσεις να πάει καλά στις online πλατφόρμες, ιδίως οι υπερμεγέθεις τσάντες με τη signature κοκκινοπράσινη υφασμάτινη λωρίδα στο κέντρο τους, που τα μοντέλα κρατούσαν όχι από τα χερούλια αλλά κάθετα, από το ένα πλάι (άδειες προφανώς), σαν ένα αξεσουάρ άξιο να επιδειχθεί. Αυτή, άλλωστε, φάνηκε να είναι και η συμβολική πρόθεση του σόου, να θυμίσει στο κουρασμένο της κοινό ότι η Gucci –πολύ πριν από τους Tom Ford, Alessandro Michelle και De Sarno– μεγαλούργησε χάρη στα εξαιρετικά υλικά και τους Φλωρεντινούς τεχνίτες της σε ένα μακρύ ταξίδι που την οδήγησε από το ατελιέ χειροποίητων ειδών ταξιδιού του ιδρυτή της, Guccio, το 1921, σε μια διεθνή πελατεία jet setters που φορούσαν τα προϊόντα της σαν παράσημα κύρους και ιταλικής κομψότητας.
Η Bottega προσπέρασε αυτές τις επιδείξεις, καθώς η νέα της creative, Louise Trotter, ετοιμάζει την πρότασή της για τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Αντί πασαρέλας, το brand κάλεσε φίλους και editors στις νέες του εγκαταστάσεις, προσφέροντάς τους την πιο δυνατή συγκίνηση της εβδομάδας, μια βραδιά αφιερωμένη στον Παζολίνι (πέρασε μισός αιώνας από τον θάνατό του) και τον αρχιτέκτονα Carlo Mollino, με την Patti Smith να απαγγέλλει ποίηση υπό τους ήχους του συγκροτήματος Soundwalk!
Ταλέντα σε άνοδο
Πλάι στα καθιερωμένα ονόματα που έχουν ταυτιστεί με τη μιλανέζικη μόδα, μερικές ελπιδοφόρες νέες ετικέτες βρήκαν φέτος τη δική τους φωνή. Σημειώστε τα ονόματα Galib Gassanoff Institution, Giuseppe Buccinna και Fransesco Murano. Προσωπικά, όμως, θα σταθώ σε δυο μη πρωτιές που μου έκαναν εντύπωση.


Ο Giuseppe di Morabito μπορεί μόλις τώρα να παρουσίασε στο Μιλάνο το πρώτο του σόου, όμως το σύγχρονο eveningwear που δημιουργεί εδώ και εννιά χρόνια έχει βρει ήδη ένα ζηλευτό κοινό (Lady Gaga, Cher, Rihanna, Zendaya, Dua Lipa and Kylie Jenner) και 200 διεθνή σημεία πώλησης(!), μεταξύ των οποίων το Harvey Nichols στο Λονδίνο, το Joyce στο Χονγκ Κονγκ και το La Rinascente στο Μιλάνο. Με 10 εκατομμύρια έσοδα το 2024 εν μέσω του χάους στη διεθνή αγορά μόδας, η περίπτωσή του είναι ένα αξιοπρόσεκτο παράδειγμα για το πώς ένας νέος σχεδιαστής μπορεί να «φτιαχτεί» στα μετόπισθεν, πριν αποκαλυφθεί στο ευρύ κοινό. Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια το ότι πριν από δύο χρόνια ο Di Morabito εξασφάλισε χρηματοδότηση από τη Style Capital, μια εταιρεία επενδύσεων ιδιωτικών κεφαλαίων που στηρίζει επίσης την Damiani και τη Luisaviaroma.
Η Sunnei, το brand που λάνσαραν πριν από 10 χρόνια οι Simone Rizzo και Loris Messina αρχικά ως menswear, εκπροσωπεί με συνέπεια την αργή μόδα στο Μιλάνο. Όλες οι συλλογές παράγονται σε συνεργασία με παραδοσιακά ιταλικά εργοστάσια, με συνεχείς πειραματισμούς στα εγχώρια υλικά και διαφορετικές τεχνικές βαφής. Η είδηση μέσα στην εβδομάδα μόδας ήταν ότι η Sunnei εγκαινιάζει «ένα concept store χωρίς concept» στο κτίριο που στεγάζει τα κεντρικά της γραφεία. Το κατάστημα θα περιλαμβάνει καφέ και γκαλερί σε ένα περιβάλλον που θα διαφέρει πολύ από τις υπερπολυτελείς, αρχιτεκτονικά στυλιζαρισμένες μπουτίκ για τις οποίες είναι γνωστές το Μιλάνο. «Τελειώσαμε με το ακραίο ντιζάιν. Θέλουμε έναν χώρο λειτουργικό, που να μη χρειάζεται να τον εξηγήσεις. Εδώ (στο Μιλάνο), όλοι χτίζουν αφηγήματα. Εμάς μας ενδιαφέρουν οι αληθινές εμπειρίες», δήλωσαν στο Business of Fashion, εξηγώντας ότι σχεδιάζουν εκθέσεις, διαλέξεις και live μουσικές εμφανίσεις που θα συνδέονται με τον σταθμό τους, το Radio Sunnei. Εννοείται, φυσικά, πως βασικός στόχος είναι να έρθουν σε άμεση επαφή με τους πελάτες τους (DTC business). «Οι δουλειές στο Μιλάνο είναι πεσμένες», παραδέχονται. «Μετακινούμαστε, έτσι, από την επικοινωνία μέσω των social σε πιο χειροπιαστές πρακτικές», είπαν, προσθέτοντας ότι αν σε κάποιον πελάτη αρέσει ένα αξεσουάρ ή ένα ρούχο, θα υπάρχει η δυνατότητα να γνωριστούν με τον artisan που το δημιουργεί! Νέα κόλπα.