«Οι Αμερικανοί έχουν μακρά ιστορία με τους εργασιομανείς, τους αγαπούν, τιμούν τους επιχειρηματίες που μοχθούν επί 80ωρο την εβδομάδα, τους καλλιτέχνες που εργάζονται έως τις πρώτες πρωινές ώρες. Προσωπικά, για χρόνια θεωρούσα ότι το να δουλεύω πολύ, ασταμάτητα, ήταν κάτι σαν τίτλος τιμής. Τώρα, στα 40 μου προσπαθώ να... ξεμάθω αυτό το μάθημα. Στα 20 μου δεν είχα καλύτερο κομπλιμέντο από το να με ρωτούν οι γύρω μου πως τα κατάφερνα όλα. Πώς έφερνα εις πέρας μία δουλειά πλήρους απασχόλησης, την παραγωγή μίας δικής μου ραδιοφωνικής εκπομπής, ένα μεταπτυχιακό δημιουργικής γραφής, τη διοργάνωση λογοτεχνικών διαλέξεων μία φορά την εβδομάδα και φυσικά να εξακολουθώ να γράφω μυθιστορήματα... Όλα αυτά, ενώ ήμουν ήδη σύζυγος και φίλη. Πώς; Απλά, η δουλειά ήταν το ναρκωτικό μου. Ή για να το θέσω επακριβώς, η δουλειά ήταν η ψυχοθεραπεία μου.
Το να δουλεύω τόσο σκληρά κρατούσε το τρομακτικό μου άγχος στο περιθώριο, ένα άγχος με το οποίο πάλευα όλη μου τη ζωή, ένα άγχος προϊόν καθημερινής αβεβαιότητας και ενώ αισθήματος ασφάλειας, αυτά που διακατέχουν όσους έχουν μεγαλώσει σε σπίτι, στο οποίο υπάρχει ένας αλκοολικός. Η καρδιά μου σταματούσε να χτυπάει σαν τρελή μόνο με έναν τρόπο: δουλεύοντας. Περισσότερο. Κι άλλο. 'Ενας φαύλος κύκλος που επαναλαμβανόταν ξανά και ξανά. Άγχος, μετά δουλειά, μετά ανακούφιση και πάλι από την αρχή.
Η ψυχίατρος Gail Saltz και ένας ακόμη συνάδελφος της από το Πρεσβυτεριανό Νοσοκομείο της Νέας Υόρκης συγκρίνουν αυτό το είδος της ψυχαναγκαστικής εργασιομανίας, με όλες τις αρνητικές συνέπειες που συνεπάγεται με οποιαδήποτε άλλη διαδικασία εθισμού - με τη μόνη διαφορά ότι σ' αυτή την περίπτωση δεν χρησιμοποιείται κάποια ουσία.
"Στην αρχή νιώθεις εμμονικά με τη δουλειά σου, ότι πρέπει να κάνεις κάτι κι ότι θα ανακουφιστείς μόνο αν το κάνεις. Αυτό το 'πρέπει να' είναι το ψυχαναγκαστικό κομμάτι της υπόθεσης", εξηγεί η Saltz. Μετά το αίσθημα ανακούφισης που σου προσφέρει το να δουλέψεις περισσότερο, προκύπτει μία ενισχυτική συμπεριφορά ανάδρασης: το άγχος που κρύβεται κάτω από την εργασιομανία αναδύεται και πάλι στην επιφάνεια, συνοδευόμενο από την παρόρμηση σας να εργαστείτε. Σύμφωνα με τη Saltz αυτός ο τρόπος σκέψης συχνά δεν είναι παρά ένα σύμπτωμα της OCD (ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή), της οποίας η εργασιομανία είναι ένας από τους πολλούς τρόπους εκδήλωσης αυτής της διαταραχής.
Υπάρχει ένα είδος έντασης που με γεμίζει, όταν δουλεύω σε υψηλούς ρυθμούς, που συγκρίνεται μόνο με τον ήχο που κάνουν δυο ποτήρια κρασιού που τσουγκρίζονται. Μπορώ να νιώσω την την ανταμοιβή εκείνης της στιγμής να πλημμυρίζει τον εγκέφαλο μου με ικανοποίηση.
Τα όσα δηλώνει η Saltz υποστηρίζονται και από μία νέα μελέτη Νορβηγών επιστημόνων που εκπονήθηκε σε δείγμα 16,426 εργαζόμενων ενηλίκων. Βάσει αυτής, οι εργασιομανείς είχαν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν συμπτώματα διαταραχών από τους μη εργασιομανείς. Οι συντάκτες της μελέτης αποσαφηνίζουν τον όρο της εργασιομανίας "ως κατάσταση στην οποία κάποιος ενδιαφέρεται υπέρ το δέον για τη δουλειά, καθοδηγούμενος από ένα ανεξέλεγκτο εργασιακό κίνητρο, επενδύοντας πολύ χρόνο και προσπάθεια στην εργασία του σε βαθμό που παραμελεί άλλες σημαντικές πτυχές της ζωής του".
Βάσει της μελέτης από αυτούς που διαγνώστηκαν ως εργασιομανείς:
- Ένα 7% εμφάνιζε προδιάθεση για ADHD (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής, ποσοστό 12.7% μεταξύ μη εργασιομανών)
- Ένα 6% εμφάνιζε προδιάθεση για OCD (Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, ποσοστό 8.7% μεταξύ μη εργασιομανών)
- Ένα 8% εμφάνιζε προδιάθεση για άγχος (11.9% μεταξύ μη εργασιομανών)
- Ένα 9% εμφάνιζε πρποδιάθεση κατάθλιψης (2.6% μεταξύ μη εργασιομανών).
Όπως μαρτυρά η μελέτη, οι εργασιομανείς είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν διαταραχές άγχους, όπως OCD και ADHD, παρά κατάθλιψη, ενώ το ενδιαφέρον σημείο είναι ότι η μελέτη δεν αποσαφηνίζει αν πρώτα εμφανίζονται τα συμπτώματα και μετά η εργασιομανία...
Και σίγουρα χρειάζεται ακόμη περισσότερη έρευνα που θα μας διαφωτίσει γιατί άνθρωποι με ψυχικές διαταραχές ρέπουν περισσότερο προς την εργασιομανία. Η Saltz εκτιμά ότι αυτά τα δύο -διαταραχή και εργασιομανία- κατά κάποιο τρόπο εμπλέκονται. "Το OCD και άλλες ψυχιατρικές διαταραχές συχνά εμφανίζονται στην παιδική ηλικία, λόγω και μίας γενετικής προδιάθεσης", λέει και συνεχίζει: "Οι εξαρτήσεις επίσης εκδηλώνονται μέσα στις οικογένειες". Πιθανότατα, και η εξάρτηση και ο εξαναγκασμός σε ό,τι αφορά τη δουλειά να έχει επίσης γενετική προδιάθεση.
Για 'μένα, το άγχος και η κατάθλιψη είναι η τραμπάλα πάνω στην οποία ισορροπώ. Η δουλειά είναι η μέθοδος που μου παρέχει προσωρινή ανακούφιση από αυτά τα δύο, αν και στην πραγματικότητα δεν με ανακουφίζει από το άγχος που υποβόσκει. Υπάρχει ένα είδος έντασης που με γεμίζει, όταν δουλεύω σε υψηλούς ρυθμούς, που συγκρίνεται μόνο με τον ήχο που κάνουν δυο ποτήρια κρασιού που τσουγκρίζονται. Μπορώ να νιώσω την την ανταμοιβή εκείνης της στιγμής να πλημμυρίζει τον εγκέφαλο μου με ικανοποίηση.
Κάθε νέα δουλειά -η πολλή δουλειά για την ακρίβεια- μου ανεβάζει πάντα την αδρεναλίνη, εκείνο το αίσθημα ότι όλα τα ταπεινά ανθρώπινα προβλήματα μου λιώνουν κάπου μακριά, φυσικά υπό την επίδραση της ντοπαμίνης που πανηγυρίζει στον εγκέφαλο μου. Ακόμη μαθαίνω να μην το θεωρώ ως ανταμοιβή όλο αυτό.
Αν και για τους εργασιομανείς δεν υπάρχουν -επισήμως, τουλάχιστον- τα 12 Βήματα, το κλειδί για την απεξάρτηση σ' αυτήν την περίπτωση δεν είναι πολύ διαφορετικό απ' ό,τι για άλλες μορφές εθισμού. Κατ' αρχάς, πρέπει να είναι κανείς ειλικρινής με τον εαυτό του, προκειμένου να αξιολογήσει αν όντως δουλεύει πολύ ή δουλεύει σε βαθμό ψυχαναγκασμού. Στη δεύτερη περίπτωση, η δουλειά είναι ένα μέσο προκειμένου να αποφύγει κανείς άλλα αρνητικά συναισθήματα και φυσικά οδηγεί σε σωματική και πνευματική υπερκόπωση.
Παρ' όλα αυτά, η Saltz αναγνωρίζει το γεγονός ότι μπορεί να αποβεί εξαιρετικά δύσκολο για τον εργασιομανή να επιτύχει συναισθηματική αποστασιοποίηση, προκειμένου να παραδεχθεί το τι του συμβαίνει. Σ' αυτή την περίπτωση, ίσως χρειαστεί ένας εξωτερικός, αντικειμενικός παρατηρητής, όπως ένας ψυχολόγος, που θα βοηθήσει στην αλλαγή των συμπεριφορών του. Όπως λέει, η εργασιομανία, όπως και το OCD, μπορεί να αντιμετωπιστεί με το να εκτίθεται το άτομα σε πράγματα που μέχρι χθες αρνείτο να κάνει, δημιουργώντας δηλαδή ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο απευαισθητοποιείται σε ό,τι αφορά όσα το φοβίζουν ή που συστηματικά απέφευγε. Για έναν εργασιομανή, αυτό μπορεί να σημαίνει ότι θα πιεστεί για να μην ξυπνά πια στις 6 το ξημέρωμα, ότι θα πει όχι σε μερικές νέες συνεργασίες ή ότι θα πάψει να εργάζεται τα Σαββατοκύριακα.
Οι δικές μου προσπάθειες να καταπολεμήσω την εργασιομανία ήταν αργές και σταθερές. Έχοντας γράψει τρία βιβλία μέσα σε δύο χρόνια και ενώ παρουσίαζα καθημερινή αρθρογραφία και είχα αρκετό γράψιμο κάθε βράδυ, η υγεία μου άρχισε να δέχεται το ένα χτύπημα μετά το άλλο, με αποκορύφωμα να ασθενήσω ακόμη και από οστρακιά, ναι, είναι μια ασθένεια που ακόμη ταλαιπωρεί τους ανθρώπους...
Μόνο τότε μου έγινε απολύτως σαφές ότι πολύ απλά δεν θα μπορούσα να συνεχίσω να δουλεύω σ' αυτούς τους ιλιγγιώδεις ρυθμούς χωρίς να υπάρξουν συνέπειες. Υπό την αυστηρή επιτήρηση του συζύγου και των καλύτερων μου φίλων, άρχισα να κάνω διαλείμματα στη δουλειά, κάποτε και μεγάλες παρατεταμένες διακοπές για να βγω έξω ή να πάω σε μία συνεδρία γιόγκα. Κάθε νέα δουλειά -η πολλή δουλειά για την ακρίβεια- μου ανεβάζει πάντα την αδρεναλίνη, εκείνο το αίσθημα ότι όλα τα ταπεινά ανθρώπινα προβλήματα μου λιώνουν κάπου μακριά, φυσικά υπό την επίδραση της ντοπαμίνης που πανηγυρίζει στον εγκέφαλο μου. Ακόμη μαθαίνω να μην το θεωρώ ως ανταμοιβή όλο αυτό.
Στα κενά της δουλειάς, όταν πρακτικά είχα χρόνο για λίγη ξεκούραση, το άγριο ζώο του άγχους μου ακόμη σκιρτάει μέσα μου. Αλλά ακόμη κι αυτό το αφήνω να βγει έξω, στο φως της μέρας. Πλέον, παρακολουθώ εβδομαδιαίες συνεδρίες υποστήριξης που με βοηθούν να ελέγχω αυτές τις συμπεριφορές, αφήνω και κάτι να... πέσει κάτω, και φροντίζω καλύτερα τον εαυτό μου. Κρατάω τακτικό ημερολόγιο για να θυμάμαι ότι είμαι υπεύθυνη για τη ζωή μου μου και προγραμματίζω ό,τι έχω να κάνω, κυρίως για να ελέγχω το άγχος που μπορεί να ξεπηδήσει αναπάντεχα μπροστά μου. Και όταν νιώθω την παρόρμηση να ξεκινήσω έναν νέο γύρο σκληρής δουλειάς με κάποια νέα συνεργασία ή να δουλέψω άλλη μία ώρα, μαθαίνω να κλείνω το λάπτοπ για να κάνω την πιο βασική απ' όλες τις δουλειές: να παίρνω βαθιές ανάσες».
Με στοιχεία από το Qz.com
σχόλια