O Eλληνοαμερικανός επιστήμονας Παναγής Γαλιατσάτος είναι καθηγητής Πνευμονολογίας και επικεφαλής της μονάδας Covid-19 του νοσοκομείου Johns Hopkins στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Τον συναντώ μέσω Ζoom – στην Ελλάδα είναι αργά το απόγευμα, ενώ στη Βαλτιμόρη μία το μεσημέρι. Ο ίδιος βρίσκεται στο γραφείο του και η συζήτησή μας πραγματοποιείται στο πλαίσιο ενός διαλείμματος από το φορτωμένο του πρόγραμμα.
Από την οθόνη του υπολογιστή διακρίνω τα πολυάριθμα βραβεία που έχει πάρει και καλύπτουν τους τοίχους του, μια ελληνική σημαία τοποθετημένη σε εμφανές σημείο αλλά και κάποια προσωπικά αντικείμενα.
Τα τελευταία χρόνια έχει διανύσει μια εντυπωσιακή ερευνητική πορεία και θεωρείται αναγνωρισμένος επιστήμονας. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στην κατανόηση των κοινωνικοοικονομικών μεταβλητών και στο πώς αυτές επηρεάζουν την υγειονομική περίθαλψη, δημιουργώντας ανισότητες στον τομέα της υγείας. Ωστόσο, τα τελευταία δύο χρόνια, με το ξέσπασμα της πανδημίας, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της μάχης κατά του κορωνοϊού.
«Ο αόρατος εχθρός επέφερε ένα ισχυρό πλήγμα στην κοινωνική συνοχή και ανέτρεψε όλα όσα γνωρίζαμε», λέει και επισημαίνει ότι ποτέ δεν είχε φανταστεί πως στην ιατρική του διαδρομή θα διαχειριζόταν μια υγειονομική κρίση με συνεχείς μεταλλάξεις, αστραπιαία μεταδοτικότητα και αμέτρητους νεκρούς.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ όλες αυτές τις νύχτες που συγγενείς μού ζητούσαν, μέσω Ζoom, να κρατώ το χέρι του αγαπημένου τους προσώπου μέχρι να φύγει από τη ζωή. Αυτοί είναι οι ήχοι που με συνόδευαν κάθε βράδυ όταν επέστρεφα σπίτι μου. Προσπαθούσα να κοιμηθώ και δεν μπορούσα, επειδή άκουγα ακόμα τα κλάματά τους.
Σε όλη τη διάρκεια της συζήτησής μας μιλά διαρκώς με ενθουσιασμό και πάθος. Είναι ένας ευχάριστος, επικοινωνιακός και χαρισματικός συνομιλητής. Αντιμετωπίζει στωικά την κατάσταση που έχει προκύψει λόγω του κορωνοϊού και ταυτόχρονα φροντίζει να λύνει οποιαδήποτε απορία σχετικά με αυτόν. Μάλιστα, βοηθάει ασθενείς να αναρρώσουν ακόμα και με τη μέθοδο της τηλεϊατρικής.
Η πανδημία του κορωνοϊού πλήττει την ανθρωπότητα τα τελευταία δύο χρόνια. Τι είναι αυτό που έχει μάθει όλο αυτό το διάστημα; «Ότι ο κυριότερος παράγοντας για να νικήσουμε την πανδημία είναι ο άνθρωπος. Ξέρετε, η υγειονομική κρίση δεν θα λάβει τέλος στο νοσοκομείο αλλά στη γειτονιά μας. Επομένως, δεν χρειαζόμαστε άλλους εγκλεισμούς, αλλά επιχειρήματα.
Ο άνθρωπος είναι ο μόνος που μπορεί να σταματήσει την πανδημία. Και, δυστυχώς, αρκετοί συμπολίτες μας, σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία, στάθηκαν απέναντί μας. Δεν εμπιστεύτηκαν τους γιατρούς και τους εμβολιασμούς ως την πρώτιστη επιστημονική λύση για την προστασία της υγείας. Κι αυτό είναι κάτι που με ενοχλεί, διότι πάντοτε το ιατρικό προσωπικό συνυπήρχε αρμονικά με τον πολίτη. Και, ξαφνικά, κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυτό διαταράχθηκε.
Πιστεύω ότι το μεγάλο μάθημα που λάβαμε όλη αυτήν την περίοδο είναι ότι, εκτός από τη χρηματοδότηση για νέες έρευνες σχετικές με μολυσματικές ασθένειες, έχουμε ανάγκη να συζητάμε περισσότερο.
Εδώ, στις ΗΠΑ, επισκεπτόμαστε συνεχώς εκκλησίες και σχολεία προκειμένου να απαντάμε σε κάθε ερώτημα, κάθε δισταγμό ή αμφιβολία. Όλη αυτή την περίοδο έχω επισκεφθεί 500 εκκλησίες και 200 σχολεία στη Βαλτιμόρη. Έτσι, αναπτύσσεται μια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ γιατρού και πολίτη. Επίσης, σε όλες μας τις ομιλίες συνεργαζόμαστε με τους ιερείς προκειμένου να συμβάλουν κι εκείνοι με τις δικές τους δυνάμεις», υποστηρίζει.
Στο σημείο αυτό σπεύδω να τον ρωτήσω τι θα έλεγε σε έναν αρνητή του εμβολίου για να τον πείσει. «“Μίλα μου”, αυτό θα του έλεγα. Πρέπει να μάθουμε να ακούμε, διότι όλοι μαζί θα νικήσουμε την πανδημία. Η ιατρική δεν είναι θρησκεία. Δεν θέλω να με πιστεύουν. Επιθυμώ, όμως, να με εμπιστεύονται.
Έχουμε υποχρέωση, ωστόσο, κι εμείς να είμαστε ανοιχτοί σε όλους. Να συναισθανόμαστε αγωνίες και προβληματισμούς και να απαντάμε με σεβασμό. Ουσιαστικά, η θρησκεία του εκάστοτε ανθρώπου πρέπει να αντιμετωπίζεται όπως η μουσική που προτιμά. Κι εσύ από την πλευρά σου πρέπει να ξέρεις, ουσιαστικά, τι μουσική θα παίξεις στο κοινό σου.
Πρόσφατα επισκέφθηκα μια εκκλησία Βαπτιστών στη Βαλτιμόρη και μίλησα για αρκετή ώρα στους πιστούς για τον ιό και δεν διατυπώθηκε καμία διαφωνία ή αντίδραση. Φυσικά, με βοήθησε και ο ιερέας, ο οποίος αναφέρθηκε σε κάποιο απόσπασμα της Βίβλου, συνδέοντάς το με την πανδημία. Αμέσως ενθουσιάστηκαν όλοι μέσα στον ναό και έδειξαν ότι αποδέχτηκαν το μήνυμα, ενώ το ίδιο είχε συμβεί και σε μουσουλμανικό τέμενος, όταν ο υπεύθυνος επικαλέστηκε το Κοράνι για να τους πείσει ότι αυτά που τους έλεγα πρέπει να τα ακολουθήσουν», περιγράφει.
Όσον αφορά το επόμενο διάστημα, υπογραμμίζει ότι αυτό που τον ανησυχεί είναι η εμφάνιση νέων μεταλλάξεων. «Από τη στιγμή που πολλοί άνθρωποι δεν έχουν εμβολιαστεί, ειδικά σε χώρες της Αφρικής, αυτό σημαίνει ότι ανά πάσα στιγμή λειτουργούν ως ξενιστές νέων μεταλλάξεων. Γι’ αυτό πρέπει να δίνονται τα εμβόλια σε όλες τις χώρες του κόσμου».
Τους τελευταίους μήνες, κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, παρατηρούμε να πληθαίνουν οι αστήρικτες θεωρίες συνωμοσίας και να αυξάνεται το κίνημα των αρνητών. Ποια είναι η άποψή του επ’ αυτού; «Ήταν Δεκέμβριος του 2020 όταν έκανα την πρώτη δόση του εμβολίου. Αναμφίβολα, τα εμβόλια δεν αποτελούν τη μαγική λύση που θα σβήσει τον ιό αλλά είναι μια πολύτιμη ασπίδα προστασίας που επιδρά καταλυτικά ώστε ο ιός να γίνει ενδημικός.
Ο κορωνοϊός δεν θέλει να μας σκοτώσει, διότι αν συμβεί αυτό, θα πεθάνει κι αυτός. Αυτό που εμείς μπορούμε να κάνουμε μέσω των εμβολιασμών είναι να αλλάξουμε τον ιό, μετατρέποντάς τον σε ένα απλό κρύωμα. Τα αντισώματα που προσφέρουν τα εμβόλια, λοιπόν, μας οχυρώνουν έναντι καινούργιων παραλλαγών, οι οποίες ενδεχομένως να αποδειχθούν πολύ πιο σοβαρές από την Όμικρον».
Πότε βλέπει να επιτυγχάνεται η πολυπόθητη επιστροφή στην κανονικότητα; «Είναι βέβαιο ότι πλέον πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τους ιούς και τις πανδημίες. Είναι πιθανόν ο κορωνοϊός να συνεχίσει να υπάρχει, αλλά με τη μορφή της επιδημίας και όχι της πανδημίας. Άλλωστε, όπως τόσα χρόνια έχουμε μάθει να ζούμε με φυσικά φαινόμενα, όπως οι σεισμοί ή οι πυρκαγιές, έτσι πρέπει να εκπαιδευτούμε για να αντιμετωπίσουμε μελλοντικές πανδημίες.
Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, ότι στην καθημερινότητά μας έχουμε υιοθετήσει συνήθειες που πριν δεν είχαμε, όπως οι μάσκες. Για παράδειγμα, εγώ θεωρώ ότι από δω και πέρα, ακόμα και όταν η Covid-19 θα έχει τιθασευτεί, θα εξακολουθούμε να χρησιμοποιούμε τις μάσκες ως ένα χρήσιμο εργαλείο. Επομένως, το πιθανό τέλος της πανδημίας σε περίπου ένα εξάμηνο δεν σημαίνει ότι θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα του 2019 αλλά ότι σε λίγους μήνες θα έχουμε μάθει να διαχειριζόμαστε την πανδημία», παραδέχεται.
Όσον αφορά τις επόμενες δόσεις των εμβολίων, ο κ. Γαλιατσάτος σημειώνει: «Είναι βέβαιο ότι για τα επόμενα πέντε χρόνια θα εμβολιαζόμαστε κάθε 6 ή 12 μήνες. Όπως έχουν δείξει παλαιότερες πανδημίες, δεν θα υπάρξει εξαφάνιση του ιού. Θυμηθείτε ότι για την ευλογιά ή την πολιομυελίτιδα χρειάστηκαν τέσσερα ή πέντε χρόνια και πολλές δόσεις εμβολιασμών για να αντιμετωπιστούν. Πιθανολογώ, λοιπόν, ότι τα επόμενα πέντε χρόνια θα πρέπει να εμβολιαζόμαστε μία ή δύο φορές το έτος», προβλέπει.
Η συζήτηση οδηγείται στη χρήση των φαρμάκων κατά της Covid-19. Υπογραμμίζει: «Οφείλω να σας πω ότι τα φάρμακα δεν είναι απλά. Οι έρευνες έχουν δείξει ότι έχουν πολλές παρενέργειες. Προσωπικά, δεν θα τα δώσω έτσι απλά σε έναν ασθενή, παρά μόνο αν γνωρίζω το ιατρικό του ιστορικό. Αντιθέτως, οι παρενέργειες των εμβολίων είναι ελάχιστες συγκριτικά με τα φάρμακα».
Συνιστά τον εμβολιασμό για τα παιδιά και τις εγκύους; «Προφανώς. Η μεγάλη μου κόρη είναι οκτώ ετών και εμβολιάστηκε στο σχολείο της. Θέλω να σας πω ότι ο ιός δεν κοιτάζει ηλικίες. Ο εμβολιασμός για τα παιδιά και τις εγκύους είναι ασφαλής. Για την αντιμετώπιση της ευλογιάς οι πρώτοι εμβολιασμοί έγιναν σε παιδιά. Είναι απαράδεκτο που ακούω να λένε: “Εντάξει, τα παιδιά δεν χρειάζονται να εμβολιαστούν γιατί έχουν δυνατό ανοσοποιητικό”. Αυτό ας το πουν στις μητέρες που έχουν χάσει τα παιδιά τους από τον κορωνοϊό. Δεν είναι δυνατό να λέμε: “Λίγα είναι τα παιδιά που έχουν πεθάνει από την πανδημία”. Ακόμη κι ένα παιδί να χάσουμε είναι μια ήττα της επιστήμης.
Τώρα, για τις εγκύους, θέλω να πω ότι πρώτα απ’ όλα πρέπει να μιλάνε με τον γυναικολόγο τους. Ωστόσο, δεν σας κρύβω ότι έχω αντιμετωπίσει περιστατικά με εγκύους που προσβλήθηκαν από τον κορωνοϊό χωρίς να έχουν προλάβει να εμβολιαστούν, και στη διάρκεια της γέννας το παιδί έζησε αλλά η μητέρα πέθανε. Ο μαζικός εμβολιασμός των εγκύων είναι επιτακτικός γιατί ο κορωνοϊός έχει σοβαρές επιδράσεις στην εγκυμοσύνη και, φυσικά, προστατεύει το έμβρυο κατά τη διάρκεια της κύησης. Ας μην ξεχνάμε ότι οι γυναίκες που εγκυμονούν θεωρούνται ομάδες υψηλού κινδύνου, δεδομένου ότι κατά τη διάρκεια των εννέα μηνών το ανοσοποιητικό τους εξασθενεί», αναφέρει.
Δεν μπορώ να μην τον ρωτήσω την άποψή του σχετικά με τα εμβόλια mRNA, τα οποία αναμένεται να συμβάλουν στη μάχη εναντίον χρόνιων ασθενειών, όπως ο καρκίνος, οι καρδιοπάθειες και το AIDS. Ο ίδιος είναι ξεκάθαρος: «Πριν έρθω στο J. Hopkins ήμουν στο Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας, όπου είδα τις έρευνες που γίνονται για την αντιμετώπιση πολλών μορφών καρκίνου και θέλω να σας πω ότι είμαστε πολύ κοντά στη δημιουργία των αντίστοιχων εμβολίων».
Συμπληρώσαμε ήδη δύο χρόνια από την ημέρα που η πανδημία ανέτρεψε τη ζωή μας. Τι είναι αυτό που έχει συγκρατήσει περισσότερο στη μνήμη του; «Όταν είσαι γιατρός, από τις πρώτες μέρες έρχεσαι αντιμέτωπος με τον θάνατο. Ακόμα και πριν ξεσπάσει η πανδημία, πολλές φορές κάποιοι ασθενείς μας δεν τα κατάφερναν, με αποτέλεσμα να βρίσκομαι στη δυσάρεστη θέση να ανακοινώνω στους συγγενείς τα δυσάρεστα νέα. Στην πανδημία ήταν τόσα τα περιστατικά, που αναγκάστηκα να ζητήσω τη συνδρομή ψυχολόγου. Διότι, κάποια στιγμή “σπας”, δεν αντέχεις με αυτά που βλέπεις. Λυγίζεις. Υπάρχουν στιγμές που δεν μπορείς να τις διαχειριστείς.
Ξέρετε, όταν νοσήσεις με Covid-19 και χρειαστεί να εισαχθείς στη μονάδα εντατικής θεραπείας, είσαι μόνος και η οικογένειά σου δεν μπορεί να βρίσκεται δίπλα σου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ όλες αυτές τις νύχτες που συγγενείς μού ζητούσαν, μέσω Ζoom, να κρατώ το χέρι του αγαπημένου τους προσώπου μέχρι να φύγει από τη ζωή. Αυτοί είναι οι ήχοι που με συνόδευαν κάθε βράδυ όταν επέστρεφα σπίτι μου. Προσπαθούσα να κοιμηθώ και δεν μπορούσα, επειδή άκουγα ακόμα τα κλάματά τους. Για αμέτρητους ανθρώπους ήμουν και είμαι ο τελευταίος άνθρωπος που βλέπουν πριν πεθάνουν. Αυτό, μετά από κάποιο σημείο, σε διαλύει ψυχικά. Γι’ αυτό και τα χρόνια της Covid-19 είναι τα χειρότερα της ζωής μου. Ευτυχώς, η οικογένειά μου με βοήθησε να μη χάσω το μυαλό μου».
Λίγο πριν τον αποχαιρετήσω, τον ρωτώ τι θεωρεί σημαντικό στη ζωή. «Το τέλος για όλους είναι προδιαγεγραμμένο. Η ζωή είναι μικρή. Ας προσπαθήσουμε να αφήσουμε, λοιπόν, ένα θετικό αποτύπωμα σε αυτόν τον κόσμο. Να τον κάνουμε, όσο μπορούμε, λίγο καλύτερο», καταλήγει.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.