➢ Πότε πρέπει να κάνουν οι πολίτες rapid test, πότε self test και πότε PCR;
Ta rapid tests και τα self tests ουσιαστικά βασίζονται στην ίδια τεχνολογία, είναι και τα δύο τεστ ανίχνευσης αντιγόνου του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2. Η διαφορά έγκειται στην αυτοληψία του self-test, το οποίο διενεργούμε μόνοι μας στο σπίτι, σε σχέση με το rapid το οποίο διενεργείται από επαγγελματία υγείας σε ιδιωτική ή δημόσια δομή.
Από την άλλη, ένδειξη διενέργειας PCR έχουν οι πολίτες οι οποίοι έχουν ισχυρή κλινική υποψία νόσησης με COVID-19 και ταυτόχρονα αρνητικό έλεγχο με rapid test. Για παράδειγμα ασθενής με συμβατή κλινική εικόνα καλό θα ήταν να υποβληθεί σε έλεγχο με μοριακή εξέταση PCR.
➢ Τα rapid tests ανιχνεύουν την παραλλαγή Όμικρον;
Αρκετές εταιρείες έχουν κάνει τους ελέγχους τους για την διαγνωστική αξιοπιστία των rapid tests έναντι της Όμικρον ενώ το Health Security Agency στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει βρει πρόβλημα ευαισθησίας των rapid tests έναντι της Όμικρον. Παρά την ανακοίνωση του FDA ότι κάποια τεστ πιθανόν να έχουν μικρότερη ευαισθησία απέναντι στην παραλλαγή Όμικρον, μέχρι στιγμής δεν έχει φανεί κάτι στην πράξη.
Επίσης να επισημανθεί ότι οι μεταλλάξεις της Όμικρον στην περιοχή που στοχεύουν τα rapid είναι 2 και έχουν παρατηρηθεί και σε άλλα στελέχη χωρίς να δημιουργείται πρόβλημα ευαισθησίας στην ανίχνευσή τους.
To rapid test ανιχνεύει την νόσο με καθυστέρηση μισής με μια ημέρα σε σχέση με τη μοριακή εξέταση PCR. Στο διάστημα αυτό το ιικό φορτίο είναι πολύ χαμηλό και η πιθανότητα μετάδοσης παραμένει πολύ χαμηλή. Ουσιαστικά η θετικότητα του rapid test συμπίπτει με τη μεταδοτική περίοδο της νόσου.
➢ Γιατί ζητάμε επιβεβαίωση θετικού self test μέσω rapid test και όχι θετικού ή αρνητικού rapid test μέσω PCR;
Ο λόγος είναι ότι απαιτείται επαγγελματίας υγείας για την πιστοποίηση της διάγνωσης και την αντίστοιχη καταχώρηση στο μητρώο ασθενών με νόσο COVID-19 και δεν αφορά την εγκυρότητα της μεθόδου. Η διάγνωση θεωρείται τεκμηριωμένη μετά από θετικό rapid test.
➢ Αρνητικό rapid test αποκλείει τη νόσο;
To rapid test ανιχνεύει την νόσο με καθυστέρηση μισής με μια ημέρα σε σχέση με τη μοριακή εξέταση PCR. Στο διάστημα αυτό το ιικό φορτίο είναι πολύ χαμηλό και η πιθανότητα μετάδοσης παραμένει πολύ χαμηλή. Ουσιαστικά η θετικότητα του rapid test συμπίπτει με τη μεταδοτική περίοδο της νόσου. Ωστόσο, όσοι έχουν εκτεθεί στον ιό οφείλουν να επαναλάβουν το τεστ καθώς μπορεί να επωάζουν τον ιό.
➢ Κάποιοι πολίτες έχουν αρνητικό αποτέλεσμα rapid ή self test και θετικό μοριακού ελέγχου. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των περιστατικών αφορά περιπτώσεις όπου το φορτίο του ιού είναι χαμηλό στη μύτη, και συνεπώς η μετάδοση είναι λιγότερο πιθανή. Επίσης ένα άλλο ποσοστό αφορά περιπτώσεις παραγωγής ιού που δεν μπορεί να μολύνει, όπως γίνεται για παράδειγμα μετά τις 5-10 ημέρες από τη διάγνωση.
Τέλος πιθανολογείται ότι οι εμβολιασμένοι μέσω των αντισωμάτων αδρανοποιούν πιο αποτελεσματικά τον ιό με αποτέλεσμα να έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης αρνητικού rapid αλλά θετικού μοριακού, είτε λόγω χαμηλότερου φορτίου είτε λόγω οψονοποιημένων (κατεστραμμένων) ιικών σωματίων. Σε κάθε περίπτωση αυτά τα περιστατικά θεωρούνται εξαιρετικά μικρής μολυσματικότητας τη χρονική στιγμή της λήψης.
➢ Ποια είναι τα πλεονεκτήματα των rapid/self έναντι των μοριακών εξετάσεων PCR;
Κατ' αρχάς το χαμηλό κόστος των rapid/self που επιτρέπει με τα ίδια χρήματα να επαναλάβεις τον έλεγχο πολλαπλές φορές. Αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός ότι για να εκτελεσθεί η PCR χρειάζεται αρκετές ώρες μέχρι και ημέρες (ανάλογα με το φορτίο του συστήματος) στην ουσία δεν βοηθάει για να ανακοπεί η μετάδοση καθώς μέχρι να βγει το αποτέλεσμα της PCR θα θετικοποιηθεί και το rapid.
Η χρήση της PCR είναι σημαντική για τη διάγνωση ατόμων που έχουν επιμονή σοβαρών συμπτωμάτων και αρνητικά διαγνωστικά rapid, καθότι έχει παρατηρηθεί ότι σε ένα μικρό ποσοστό το φορτίο θα παραμείνει χαμηλό στη μύτη. Σε αυτές τις φάσεις η πιθανότητα μετάδοσης παραμένει χαμηλή. Άρα σε περιόδους έξαρσης της επιδημίας, όπως αυτή που διανύουμε, τα rapid και τα self tests είναι πολύ χρήσιμα εργαλεία για τον περιορισμό της διασποράς της νόσου COVID-19.
➢ Εφόσον έρθουμε σε επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα, πόσο συχνά πρέπει να διενεργείται έλεγχος;
Σύμφωνα με τις οδηγίες της Επιτροπής Αντιμετώπισης Εκτάκτων Συμβάντων Δημόσιας Υγείας του υπουργείου Υγείας, όσοι έρχονται σε επαφή με επιβεβαιωμένο περιστατικό της νόσου COVID-19, πρέπει να υποβάλλονται σε έλεγχο από επαγγελματία υγείας την 5η ημέρα μετά την επαφή. Καλό όμως είναι να υποβαλλόμαστε σε έλεγχο με self test μία φορά την ημέρα από την 3η μέχρι και την 7η ημέρα από την επαφή.