Η ΨΩΡΙΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΥΧΝΗ, χρόνια πάθηση του δέρματος που αφορά περίπου 1 στους 50 ανθρώπους. Είναι νόσος μη μεταδοτική και μπορεί να παρουσιαστεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Πλην του δέρματος, είναι δυνατό να προσβάλει τα νύχια και τις αρθρώσεις, προκαλώντας την ψωριασική αρθρίτιδα. Στην εμφάνιση της ψωρίασης σημαντικό ρόλο παίζουν τόσο κληρονομικοί όσο και περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως οι λοιμώξεις και το στρες.
Η συχνότερη μορφή της είναι η κατά πλάκας ψωρίαση, με τις γνωστές ερυθρές, καλυμμένες με λευκά λέπια δερματικές αλλοιώσεις. Το σύμπτωμα που ενίοτε τις συνοδεύει είναι ο κνησμός (φαγούρα). Αντίστοιχες πλάκες μπορεί να υπάρχουν και στο δέρμα της κεφαλής, προκαλώντας έντονη απολέπιση με την εμφάνιση πιτυρίδας. Όταν η ψωρίαση εκδηλώνεται στα νύχια, αυτά αποκτούν κιτρινόφαιη χροιά, παχύνονται, αποκολλώνται και συχνά εμφανίζουν μικρά εντυπώματα στην επιφάνειά τους.
Παρότι πρόκειται για χρόνιο νόσημα, στην πλειονότητα των περιπτώσεων η ψωρίαση παραμένει ήπια και περιορισμένη σε μικρές περιοχές του σώματος.
Παρότι πρόκειται για χρόνιο νόσημα, στην πλειονότητα των περιπτώσεων η ψωρίαση παραμένει ήπια και περιορισμένη σε μικρές περιοχές του σώματος. Όταν η ψωρίαση καταλάβει μεγαλύτερη έκταση ή όταν εντοπίζεται σε εμφανείς ή κοσμητικά ευαίσθητες περιοχές, τη χαρακτηρίζουμε μέτρια-σοβαρή. Τα άτομα που πάσχουν από μέτρια-σοβαρή ψωρίαση έχουν υψηλότερο κίνδυνο από τον μέσο πληθυσμό για εμφάνιση μεταβολικού συνδρόμου, νοσημάτων του εντέρου, άγχους και κατάθλιψης. Ωστόσο, φαίνεται πως η έγκαιρη θεραπευτική παρέμβαση ενδέχεται να μετριάζει αυτό τον κίνδυνο.
Η ήπια ψωρίαση συνήθως ανταποκρίνεται καλά στις τοπικές θεραπείες που κατά βάση είναι σκευάσματα κορτιζόνης σε μορφή κρέμας, διαλύματος, γέλης (τζελ) ή αφρού. Ιδιαίτερα ευεργετική στην ψωρίαση είναι και η φωτοθεραπεία, μόνη ή σε συνδυασμό με τοπικές και συστηματικές αγωγές. Οι συστηματικές αγωγές έχουν ως ένδειξη τη μέτρια-σοβαρή ψωρίαση.
Τα τελευταία χρόνια, στα παλαιότερα συστηματικώς χορηγούμενα φάρμακα (ρετινοειδή, κυκλοσπορίνη και μεθοτρεξάτη), έχουν προστεθεί αρκετές νέες θεραπείες. Πρόκειται για στοχευμένα μόρια που χορηγούνται είτε με τη μορφή χαπιού (μικρά μόρια) είτε σε ενέσιμη μορφή (βιολογικοί παράγοντες). Το πλεονέκτημα των νέων μορίων είναι η εκλεκτικότερη δράση τους που εξασφαλίζει υψηλή αποτελεσματικότητα, μακροχρόνιες υφέσεις και ασφάλεια. Από τα μικρά μόρια, το μόνο εμπορικά διαθέσιμο στη χώρα μας είναι η απρεμιλάστη.
Στους βιολογικούς παράγοντες υπάρχουν διαθέσιμες τρεις μεγάλες κατηγορίες φαρμάκων: οι anti-TNFα (adalimumab, etanercept, infliximab, cetrolizumab), οι anti-IL12/23 (ustekinumab) και οι anti-IL17 (brodalumab, secukinumab, ixekizumab), ενώ σύντομα αναμένονται και οι anti-IL23 (risankizumab, guselkumab). Σήμερα, αυτό που πρέπει να γνωρίζει ο ασθενής με ψωρίαση είναι ότι υπάρχουν πολυάριθμες διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές που είναι αποτελεσματικές και ασφαλείς, ακόμη και για τις βαρύτερες μορφές της νόσου.
Τις θεραπευτικές αυτές δυνατότητες μπορεί να τις συζητήσει με τον δερματολόγο του, να συναποφασίσουν και να επιλέξουν την καταλληλότερη γι' αυτόν αγωγή με βάση τις ανάγκες και τις προσδοκίες του.
*Η Ζωή Απάλλα είναι αν. καθηγήτρια ΑΠΘ, Γενικό Νοσοκομείο Παπαγεωργίου Θεσσαλονίκης
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
Το νέο τεύχος της LIFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ