Τον Μάιο του 2011 ο αστροναύτης Andrew Feustel βρισκόταν εν μέσω ενός επτάωρου περίπατου στο διάστημα, όταν κάτι μπήκε στο μάτι του.
«Πληροφοριακά, το μάτι μου τσούζει σαν τρελό αυτή τη στιγμή» ανακοίνωσε ο αστροναύτης στην ομάδα του. «Δακρύζει πολύ. Μάλλον κάτι μπήκε μέσα».
Η απάντηση που πήρε ήταν: «Κρίμα, φιλαράκο».
Που ήταν η κατάλληλη απάντηση, γιατί τα βάσανα του Feustel δεν ήταν ζήτημα έκτακτης ανάγκης. Κουνώντας πάνω-κάτω τη στολή του κατάφερε να φτάσει το σπογγώδες υλικό που βρίσκεται μέσα στην κάσκα του, το οποίο προορίζεται για να μπλοκάρι τη μύτη σε περίπτωση αναπροσαρμογής της πίεσης – και να το σπρώξει για να τρίψει το μάτι του. Το κόλπο έπιασε, αλλά το συμβάν ήταν μια υπενθύμιση ότι ένα μεγάλο μέρος της επιστήμης - ένα μεγάλο μέρος του πειραματισμού σε γενικές γραμμές – που γίνεται στο εργαστήριο σχετικά με τον διαστημικό σταθμό, διεξάγεται στην πράξη στους ανθρώπους που οδηγούν το όχημα. Η γνώση για την επίδραση της μηδενικής βαρύτητας στο σώμα αποκαλύπτεται σπασμωδικά μέσα από απρόβλεπτα γεγονότα. Σ' αυτή την περίπτωση, αυτό που αποκαλύφθηκε, είναι ότι οι αστροναύτες δεν μπορούν να κλάψουν, όπως γράφει το Atlantic.
Μπορούν, βεβαίως να δακρύσουν – είναι άνθρωποι. Αλλά σε συνθήκες μηδενικής βαρύτητας τα δάκρυα δεν μπορούν να ρέουν προς τα κάτω με τον τρόπο που κάνουν στη γη. Η υγρασία που παράγεται δε μπορεί να πάει πουθενά. Όπως το έθεσε ο Feustel, «δεν πέφτουν από τα μάτια... απλά μένουν εκεί». Ο αξιωματικός της NASA που επέβλεπε τον Feustel στον διαστημικό περίπατο επιβεβαίωσε την εκτίμηση αυτή. «Στην πραγματικότητα συσσωρεύονται γύρω από το βολβό του ματιού», είπε.
Με άλλα λόγια: δεν υπάρχει κλάμα στο διάστημα.
σχόλια