Στις 21 Ιουλίου του 2011 συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τη γέννηση του Μάρσαλ ΜακΛούαν. Ο φιλόσοφος και καθηγητής θα περνούσε ίσως απαρατήρητος και θα ζούσε μια ήσυχη ζωή στον Καναδά, αν δεν ασχολούνταν με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Σε αυτόν χρωστάμε τη φράση που έχει ακουστεί περισσότερες φορές σχετικά με τα MME «το μέσο είναι το μήνυμα». Ο πρώτος «ποπ φιλόσοφος», όπως τον έχουν χαρακτηρίσει, μίλησε επίσης για το «οικουμενικό χωριό», περιέγραψε τις διαφημίσεις ως την «τέχνη των σπηλαίων του 20ου αιώνα», διαχώρισε τα μέσα σε «θερμά» και «ψυχρά» και από πολλούς θεωρείται προφήτης της ανακάλυψης αλλά και της εξάπλωσης του διαδικτύου. Η αμφιλεγόμενη και άκρως ενδιαφέρουσα προσωπικότητα του ΜακΛούαν και η σύνδεσή του με τον τρόπο που έχουν διαμορφωθεί τα σύγχρονα μέσα μαζικής ενημέρωσης θα συζητηθούν σ’ ένα συνέδριο που θα πραγματοποιηθεί στο bios στις 20 και 21 Απριλίου.
Μάρσαλ ΜακΛούαν: Ο πρώτος «ποπ φιλόσοφος»;
Ο Διονύσης Καββαθάς είναι επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας και Αισθητικής των Μέσων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο κι ένας από τους ομιλητές του συνεδρίου. Τον πετύχαμε την ώρα που ετοίμαζε τη διάλεξή του και του ζητήσαμε να μας βοηθήσει να γνωρίσουμε καλύτερα τον ΜακΛούαν και να δούμε πώς οι βασικοί άξονες της θεωρίας του μπορούν να περιγράψουν τη σημερινή κατάσταση των μέσων. Όσον αφορά το αν του αξίζει ο τίτλος του «πρώτου ποπ φιλοσόφου», διευκρινίζει πως «το θέμα της πρωτιάς δεν έχει τελειωμό. Όμως, με μια ευρεία έννοια, θα έλεγα ότι ο Νίτσε ήταν ο πρώτος φιλόσοφος του μοντερνισμού που θα μπορούσε να θεωρηθεί ποπ φιλόσοφος, διότι στο πρώτο του μεγάλο βιβλίο Η γέννηση της τραγωδίας το 1871 ο εικοσιτετράχρονος τότε καθηγητής της γερμανικής φιλολογίας παρουσίαζε μια διονυσιακή, popular κουλτούρα, όπου κυριαρχεί ο κόσμος των παραισθησιακών εικόνων και ήχων και όχι η εγγράμματη και άρα αποστασιοποιημένη κουλτούρα. Κύριο χαρακτηριστικό της τελευταίας ήταν ο διαχωρισμός μεταξύ μορφωμένων και αγράμματων, ο οποίος καταλύεται και στο νέο μιντιακό περιβάλλον στο οποίο αναφέρεται ο ΜακΛούαν της δεκαετίας του ’60. Ο Καναδός θεωρητικός της λογοτεχνίας ΜακΛούαν σίγουρα ήταν αυτός που κατανόησε (Κατανοώντας τα μέσα, όπως λέει και ο αγγλικός τίτλος του πιο γνωστού του βιβλίου του 1964) ότι το μοντέλο εμπειρίας της εποχής του δεν είναι το “βιβλίο” αλλά τα νέα τεχνικά μέσα, στα οποία έχει κανείς πρόσβαση κυρίως απτικά και συναισθητικά. Το συνολικό έργο τέχνης που ονειρευόταν ο Νίτσε μέσω Βάγκνερ γίνεται πραγματικότητα στον ΜακΛούαν, ο οποίος προσλαμβάνει την απτικότητα ως “αλληλεπίδραση των αισθήσεων”. “Beat is touch”, γράφει χαρακτηριστικά το 1970. Συνέπεια αυτής της “συμμετοχικής” κουλτούρας είναι ότι ο δυτικός άνθρωπος δεν μπορεί εύκολα ν’ αποστασιοποιηθεί με κριτικό τρόπο από τα τεχνικά μέσα: είμαστε ήδη πάντοτε μέσα σε αυτά. Τούτο σημαίνει ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα για “απόψεις”, αφού “υιοθετώντας συνεχώς τις τεχνολογίες, συνδεόμαστε μαζί τους σαν σερβομηχανισμοί”. Λόγου χάριν, στην ποπ μουσική σημασία δεν έχουν τα “περιεχόμενα” αλλά η κιναισθητική εμπλοκή μας. Και, επιπλέον, για να γράψει κανείς στα ’60s καλά ποπ τραγούδια δεν χρειαζόταν κάποια “μόρφωση” (καλή θα ήταν) αλλά ένα πολύ καλό μοντάζ ήχου, δηλαδή τεχνικό εξοπλισμό, στη δε εποχή μας ένα καλό Mac…».
Φούσκα ή προφήτης;
Ο Δημήτρης Κ. Ψυχογιός είχε αμφισβητήσει παλιότερα στο «Βήμα» (28/082011) την αξία του ΜακΛούαν, γράφοντας πως «Μπορεί να τον αγάπησε ο χώρος της τηλεόρασης και της διαφήμισης επειδή ήταν ένας από τους δικούς τους ανθρώπους, μπορεί ακόμη και σήμερα να επαναλαμβάνονται μηχανικά ευρηματικές φράσεις του, όπως το “παγκόσμιο χωριό” ή το “μέσο είναι το μήνυμα”, αλλά το έργο του κατέρρευσε, δεν έχει μείνει τίποτε όρθιο απ’ όσα ισχυρίστηκε στα βασικά του έργα. Η θεωρία του “επικοινωνιακού τεχνολογικού ντετερμινισμού” που ανέπτυξε μαζί με τους Ίνις - Χάβελοκ, η οποία ισχυρίζεται ότι οι τεχνολογίες της επικοινωνίας είναι αυτές που καθορίζουν τις μορφές πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης που γνώρισε και γνωρίζει ο κόσμος, δεν αντέχει στην ελάχιστη κριτική ή ιστορική ανάλυση... Οι θεωρητικές κατασκευές του ΜακΛούαν ήταν τεράστιες πομφόλυγες που πάνω τους ιρίδιζε το φως της τηλεόρασης, κάνοντάς τες όμορφες και φανταχτερές - αλλά δεν έπαυαν να είναι κενές περιεχομένου φούσκες. Το ότι έσκασαν αποδεικνύει ότι, ευτυχώς, το μέσο δεν είναι το μήνυμα». Ο κ. Καββαθάς δεν πιστεύει σε καμία περίπτωση πως ήταν φούσκα, αλλά ένας αποτυχημένος προφήτης. «Συνέδεσε τα τότε νέα ηλεκτρικά μέσα με την ολοκλήρωση του ανθρώπου και τον νεοαναδυόμενο ηλεκτρονικό υπολογιστή με μια κατάσταση Πεντηκοστής, δηλαδή παγκόσμιας κατανόησης κι ενότητας. Πίστεψε ότι η παλαιά τεχνολογία του Γαλαξία του Γουτεμβέργιου, ήτοι το τυπωμένο βιβλίο, απομόνωνε τον άνθρωπο, ενώ οι νέες ηλεκτρικές και ηλεκτρονικής τεχνολογίες θα καθιστούσαν -λόγω της συμμετοχικής τους δομής- την ατομική συνείδηση οικουμενική και θα οδηγούσαν σε “μια αιωνιότητα συλλογικής αρμονίας και ειρήνης”. Η πίστη του στην Καθολική Εκκλησία τον οδήγησε τελικά σε μια “θεολογία του κεντρικού νευρικού συστήματος”, αφού ο υπολογιστής δεν ήταν γι’ αυτόν απλώς προέκταση κάποιου μεμονωμένου ανθρώπινου οργάνου αλλά όλης μας της συνείδησης. Οι νέες τεχνολογίες μας αφορούν και μας εμπλέκουν πλέον σε ό,τι συμβαίνει σε όλο τον κόσμο».
Η ερμηνεία του συνθήματος «το μέσο είναι το μήνυμα».
«Όσοι ξέρουν το σύνθημα “το μέσο είναι το μήνυμα” δεν σημαίνει και ότι το καταλαβαίνουν», λέει ο κ. Καββαθάς. «Η ρήση αυτή έχει κυρίως πολεμικό χαρακτήρα και αφορά την αδυναμία των κριτικών (λογοτεχνίας, κινηματογράφου ή ενός τηλεοπτικού σίριαλ) να κατανοήσουν τη διαμορφωτική σημασία των ίδιων των μέσων επί των περιεχομένων τους. Π.χ. μια λογοτεχνική αφήγηση σε αναγκάζει σε μια γραμμική ανάγνωση, ενώ μια τεχνική εικόνα στην ακαριαία σύλληψή της. Στην πρώτη περίπτωση το περιεχόμενο της γραφής είναι ο λόγος. Ο γραπτός λόγος μπορεί όμως με τη σειρά του να γίνει περιεχόμενο του μέσου ονόματι “τύπος” και ο Tύπος να γίνει με τη σειρά του περιεχόμενο μιας τηλεοπτικής εκπομπής. Αυτό μας φέρνει στην άλλη γνωστή αλλά και συναφή ρήση του ΜακΛούαν ότι “το περιεχόμενο ενός μέσου είναι πάντοτε ένα άλλο μέσο”. Το κινηματογραφικό έργο Blow Up του Αντονιόνι έχει, μεταξύ άλλων, ως περιεχόμενό του το μέσο της φωτογραφίας, το οποίο με τη σειρά έχει ως περιεχόμενό του το κοκκώδες σύμπαν της φωτογραφικής εικόνας. Άρα, όταν βλέπουμε αυτό το έργο, το μήνυμά του είναι αυτοαναφορικό: το μέσον κινηματογράφος μας δείχνει τη δυνατότητά του να εμφανίζει και ν’ αποκαλύπτει μέσω του γκρο πλαν “περιεχόμενα” απρόσιτα στη φυσική μας όραση. Όταν ρώτησαν τον ποιητή Μαλαρμέ τι είναι η ποίηση, δηλαδή ποιο είναι το μήνυμά της, απάντησε ότι είναι ο συνδυασμός των 24 γραμμάτων, δηλαδή το μέσον της. Στην ερώτηση τι είναι ο κινηματογράφος, η απάντηση του Γκοντάρ ήταν: 24 εικόνες το δευτερόλεπτο. Οι απαντήσεις αυτές δείχνουν μια αυξημένη αίσθηση της σπουδαιότητας του μέσου να διαμορφώνει, σύμφωνα με τη δομή και τα τεχνικά του στάνταρ, ό,τι εισέρχεται στην επικράτειά του. Γι’ αυτό και για τον Καναδό φιλόσοφο δεν έχει μεγάλο νόημα ν’ αλλάξει κανείς τα “προγράμματα” της τηλεόρασης ή του ραδιοφώνου για να τα βελτιώσει ποιοτικά. Τα μέσα κάνουν κάτι φανερό, ενώ την ίδια στιγμή διαφεύγουν της προσοχής μας. Όχι όμως και της προσοχής του ΜακΛούαν, ο οποίος, αντί να “τσιμπήσει” στο δόλωμα του περιεχομένου, το οποίο μάλλον μας τυφλώνει παρά μας διαφωτίζει, στρέφεται προς τη δομή του ίδιου του μέσου».
Q&A: Το «μέσο είναι το μήνυμα» την εποχή του ipad και της ελληνικής κρίσης.
Τώρα, όμως, που τα μέσα έχουν πολλαπλασιαστεί (με τα social media αλλά και τις περίφημες ταμπλέτες), μπορούμε ίσως να πούμε ότι το περιεχόμενο τελικά είναι το μήνυμα;
Σε καμία περίπτωση. Τώρα μάλλον χρειαζόμαστε νέες αναλύσεις που θ’ αφορούν τη δομή και τη λειτουργία των νέων μέσων επικοινωνίας. Κάθε νέο μέσο θέτει νέους κανόνες, ακόμη και αν οι συμμετέχοντες νομίζουν ότι βρίσκονται επιτέλους σ’ ένα δημοκρατικό φόρουμ.
Τα πολλά μέσα ευνοούν την αξιοπιστία;
Αυξάνουν μάλλον τον επικοινωνιακό θόρυβο και διεγείρουν τα μέγιστα τις αισθήσεις για τους λόγους που μόλις ανέφερα.
Ποιες πρέπει να θεωρούμε αξιόπιστες πηγές ενημέρωσης;
Δεν υπάρχουν «πηγές» αυθεντικών δεδομένων, παρά μόνον οι ερμηνείες τους, δηλαδή η εκάστοτε ιδιοποίησή τους από δυνάμεις που ακολουθούν απλώς στρατηγικές παρουσίασής τους. Οπότε, το ζητούμενο δεν είναι η γνησιότητα, αφού κάθε μέσο παρατήρησης κατασκευάζει και άρα παραμορφώνει τα περιεχόμενά του. Το ζητούμενο είναι «ποιος παρατηρεί» και «τι θέλει» μέσω της παρατήρησής του. Θέλει να επιβεβαιώσει κάτι ήδη υπάρχον ή ν’ αναδείξει εναλλακτικές μορφές παρατήρησης. Τα μέσα δεν ενημερώνουν. Κυρίως μας προετοιμάζουν για την αντιμετώπιση καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης.
Τι ρόλο έπαιξε το κάθε μέσο ξεχωριστά στη διαμόρφωση ειδήσεων αλλά και συνειδήσεων την εποχή της ελληνικής κρίσης; Π.χ. το ίντερνετ είναι της Αριστεράς και της αντιμνημονιακής πλευράς και τα παραδοσιακά μέσα του Μνημονίου;
Τα μέσα δεν χειραγωγούν την κοινή γνώμη, αλλά κυρίως κατασκευάζουν πλαίσιο συζήτησης και αντιπαράθεσης. Τόσο το ίντερνετ όσο και τα παραδοσιακά μέσα μαζικής ενημέρωσης καθορίζουν θέματα συζήτησης. Ο καθένας είναι ελεύθερος στο επακριβώς καθορισμένο πλαίσιο να είναι υπέρ ή κατά (του Μνημονίου, λόγου χάρη), ενώ δεν είναι καθόλου ελεύθερος ν’ αναγνωρίσει το θέμα ως «θέμα» και άρα να το αλλάξει.
Η κρίση έκανε εμάς τους δημοσιογράφους να γράφουμε την αλήθεια ή αυτό που θέλουν να διαβάζουν οι άλλοι;
Κανείς δεν έχει πρόσβαση στην αλήθεια καθαυτή. Άλλωστε, αυτό που ονομάζεται «αλήθεια» είναι πάντοτε συνάρτηση του εκάστοτε μέσου προβολής ή αποκάλυψής της.
Αν ζούσε σήμερα ο ΜακΛούαν, τι θα έλεγε για τα ελληνικά μέσα;
Δεν υπάρχουν ελληνικά ή αγγλικά ή γαλλικά μέσα. Υπάρχουν μονάχα διαφορετικές γλώσσες. Τα νέα τεχνικά μέσα αποδομούν κάθε έννοιας της εδαφικότητας και της εντοπιότητας. Δυστυχώς, ακόμη και την ελληνική γλώσσα. Θυμήσου τα greeklish.
Αυτή η έκρηξη διοργάνωσης συζητήσεων, συνεδρίων και ντιμπέιτ στην Ελλάδα πού πιστεύετε ότι θα οδηγήσει;
Σίγουρα υπάρχει ένας πλεονασμός συζητήσεων και παραγωγής λόγων γύρω από τη σύγχρονη πολιτισμική, πολιτική, οικονομική πραγματικότητα. Ως επί το πλείστον, τα συνέδρια έχουν έναν κλειστό, αυτοαναφορικό χαρακτήρα, όμως αυτό που προσδοκά κανείς κάθε φορά είναι να συμβεί κάτι το απρογραμμάτιστο και το απίθανο. Η παραγωγή αναπάντεχων συμβάντων. Τι άλλο αναμένει, άλλωστε, κάποιος ο οποίος κάθεται ακινητοποιημένος μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή του, αν όχι το ενδεχόμενο μιας απρόοπτης εξόδου από το σύμπαν του;
«Τhe New Sensorium, 100 χρόνια από τη γέννηση του Μάρσαλ ΜακΛούαν»
Το Τμήμα Επικοινωνίας, Μεσων και Πολιτισμού και το ΠΜΣ Πολιτιστικής Διαχείρισης του Παντείου Πανεπιστημίου, σε συνεργασία με το Coach House Institute (CHI) και το Πρόγραμμα McLuhan για τον Πολιτισμό και την Τεχνολογία (McLuhan Program in Culture & Technology, MPCT) της Σχολής Πληροφορίας του Πανεπιστημίου του Τορόντο βρίσκονται πίσω από το επιστημονικό συμπόσιο που διοργανώνεται στην Αθήνα για τον εορτασμό των εκατό χρόνων από τη γέννηση του Καναδού θεμελιωτή των σπουδών Πολιτισμού & Τεχνολογίας, Mάρσαλ ΜακΛούανarshall McLuhan, και του διακεκριμένου συνεργάτη και μαθητή του, Walter J. Ong. Τo νέο sensorium θα πραγματοποιηθεί στο bios στις 20 και 21 Απριλίου 2012. Βασίζεται στις ομιλίες-παρεμβάσεις σημαντικών Ελλήνων και ξένων ερευνητών από τα πεδία της επικοινωνίας, της πληροφορίας, της κοινωνιολογίας, των πολιτισμικών σπουδών και άλλων επιστημών. Η συμμετοχή είναι δωρεάν, απαιτείται όμως εγγραφή, αφού ο αριθμός των θέσεων είναι περιορισμένος. Οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να δηλώσουν συμμετοχή μέσω της σχετικής σελίδας: http://newsensorium.panteion.org/.
σχόλια