2021. Η Μαίρη στέκεται μπροστά σε μια ροζ πολυκατοικία. Η αγγελία υποσχόταν έναν επίγειο παράδεισο «ρετιρέ 25ου ορόφου με απίστευτη θέα στο βούρκο της θάλασσας, κατασκευασμένη από φθηνή μαύρη εργασία». Δεν προλαβαίνει να κάνει ένα βήμα και οι σκέψεις την έχουν προλάβει «αν μείνεις εδώ θα γίνεις σαν κι αυτούς. Ροζ.». Φεύγει χωρίς να δει.
Η μικρή Άννα είδε τη σκηνή απ’ το παράθυρό της. Έτρεξε να γράψει στο ημερολόγιό της. Είναι το δώρο για τα γενέθλιά της. «Αγαπητό ημερολόγιο, γεια. Έγινα 10 σήμερα. Θα είσαι εσύ που θα μοιράζομαι τις σκέψεις μου. 'Εχω να σου πω ότι η μαμά όσο κι αν προσπαθεί να γελάσει, δεν το καταφέρνει καλά. Και κάθε τέτοια μέρα από τότε που θυμάμαι κλαίει μπροστά στη φωτογραφία του μπαμπά. Ο μπαμπάς έχει πεθάνει. Δεν μας αρέσει εδώ, ήρθαμε για ασφάλεια λέει η μαμά κάθε φορά. Αλλά μια κοπέλα μάλλον φοβήθηκε την ασφάλεια γιατί μόλις έτρεξε μακριά».
Η Μαίρη παίρνει τηλέφωνο την Ελένη. «’Ελα, πώς είναι τα πράγματα εκεί? Να περάσω?» Η Ελένη μένει στο κέντρο από παιδί. Πριν 10 χρόνια κλονίστηκε η πίστη της για την περιοχή όταν άρπαξε φωτιά ο πάγκος στη λαϊκή αγορά που ψώνιζε λουλούδια. Ήταν από βόμβα. Σκέφτηκε να φύγει, αλλά πείσμωσε και είπε να το παλέψει. Τώρα ξέρει. Κυκλοφορεί άνετα. Δεν πάει λαϊκή, ψωνίζει on-line. Δεν πάει ποτέ στο αστυνομικό τμήμα για διαβατήρια και ταυτότητες, πάει στο χωριό της. Δεν βγαίνει βόλτα όλο το Νοέμβριο, όλο το Δεκέμβριο και όλο το Μάιο. Είναι οι επέτειοι. Ξεκινήσαν ημέρες αλλά η κάθε μέρα έφερνε κι άλλη μέρα μαύρης επετείου. Ευτυχώς το κακό σταμάτησε αφού καλύφτηκαν 3 ολόκληροι μήνες του χρόνου. Μετά η πρωτεύουσα γνώρισε μεγάλες δόξες. Από τις καταστροφές άνθησε η κατασκευή, από τα αλληλοσκοτώματα αριστερών, δεξιών, περαστικών/ μεταναστών, εθνικιστών, περαστικών/ μπάτσων, αναρχικών, περαστικών, μειώθηκε ο δείκτης ανεργίας. Οι άλλες πρωτεύσουσες λυπήθηκαν το λίκνο του πολιτισμού και την κατάντιά του κι έδωσαν άφεση οικονομικών αμαρτιών. Των παλιών φυσικά γιατί τους φέσωσαν με καινούρια κοστούμια. Όπως και να’ χει, άνθηση, μεγάλη άνθηση. Μπαζώθηκε ό,τι άλλο έμεινε, οι εθνικιστές κι οι μετανάστες ξαναπήραν τους αρχικούς τους ρόλους «αφεντικός-χρηματιστής-κατασκευαστής» και «μαύρος εργάτης-μίασμα του αρχαίου πνεύματος αθάνατου» αντίστοιχα κι έτσι τσούλησαν άλλα 10 χρόνια ευρωστίας, μπουζουκιών και πιστωτικών καρτών.
Στο σήμερα του αύριο, η Μαίρη είναι ακόμα φοβισμένη με τον ίσκιο της, επαναστάτης με τις ιδέες της. Δεν τόλμησε τότε, δεν τολμά σήμερα. Η Μαίρη και η γενιά της έμειναν άφωνοι 10 χρόνια πριν, μετά έσκυψαν το κεφάλι και ευχολόγησαν για καλύτερες μέρες, χωρίς πράξεις, χωρίς διεκδίκηση, άριστα τέκνα των γονέων και των αρχών τους, των σχολείων και των βιβλίων τους. Θεωρία και παπαγαλία. Η Άννα όμως μπορεί. Δεν έχει τίποτα να χάσει που δεν το έχει ήδη χάσει.
σχόλια