ΞΥΠΝΑΣ... Ανοίγεις το παράθυρο, κοιτάς έξω... Ψελλίζεις «άλλη μια μέρα» και σηκώνεσαι. Μέσα στη νέα πραγματικότητα της ζωής σου προσπαθείς να εντάξεις και την συνθήκη του εγκλεισμού. «Αναγκαίο κακό» λες στον εαυτό σου, προσπαθώντας να αποβάλεις την μοιρολατρία και στερώντας σου την εύκολη λύση μιας αποδοχής της «κακής σου τύχης». Τα πρόσωπα των συγκατοίκων σου –όσων δεν έχουν ήδη επιστρέψει στις χώρες τους– προσπαθούν να εκπέμψουν ένα αδιόρατο χαμόγελο ως ένδειξη ελάχιστης αισιοδοξίας.
Όμως τα νέα που καθημερινά φτάνουν είναι όλο και χειρότερα. Τα κρούσματα αυξάνονται, οι εκατόμβες νεκρών συνεχίζουν να στοιβάζονται σε στρατιωτικά οχήματα καθώς τα αποτεφρωτήρια του βορρά παραλύουν. Η κυβέρνηση σφίγγει όλο και περισσότερο τον κλοιό γύρω από την επιτρεπόμενη μετακίνηση εκτός σπιτιού, εξαντλώντας τα όπλα που έχει στην φαρέτρα της το ένα μετά το άλλο. Παράλληλα η –ήδη γονατισμένη– εθνική οικονομία αποτελεί κι αυτή ασθενή βαριά πληττόμενο, που αναζητά εισαγωγή στη «ΜΕΘ» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Δεν είναι αυτό που φαντάστηκες όταν ξεκινούσες το ταξίδι, και πλέον νιώθεις πως το όνειρό σου πρέπει να ψαλιδιστεί.
Επιστρέφοντας στην πραγματικότητα μετά τον μαγνητισμό του τραγουδιού, σηκώνεις το κεφάλι κι αντικρίζεις ένα πλήθος ανθρώπων να έχει μαζευτεί στα -ορθάνοιχτα πια- παράθυρα, τραγουδώντας μαζί σας. Όλοι μαζί συμμετείχαν σε αυτό που η απελπισία σου σε ώθησε, στην έκφραση της απόγνωσής σου.
Ο δρόμος προς το σούπερ μάρκετ της γειτονιάς αποτελεί τη μοναδική ευκαιρία αντάμωσης νέων προσώπων. Προσώπων τρομαγμένων, στα μάτια των οποίων μπορείς να διακρίνεις την καχυποψία που εκπέμπουν όσο πιο κοντά τους πλησιάζεις, ως ένας πιθανός φορέας μετάδοσης, αλλά ταυτόχρονα και την ανάγκη συμπόνιας και αλληλεγγύης για την κοινή σας απελπισία, όσο απομακρύνεσαι από αυτά.
Στο άκουσμα μιας ξένης γλώσσας πλέον οι –αρκετά περήφανοι στην χρήση της γλώσσας τους– Ιταλοί δεν αντιδρούν με μορφασμούς αδιαφορίας και διάθεση επίδειξης, μα μπορείς να δεις κάτι ενοχικό στο βλέμμα τους. Σα να θέλουν να επικοινωνήσουν μαζί σου τη λύπη τους που το σύστημά τους αποτυγχάνει καθημερινά και σε παρασύρει χωρίς να έχεις την ευθύνη της συνδιαμόρφωσής του.
Επέστρεψες σπίτι. Κι αυτή η μέρα δεν μοιάζει να διαφοροποιεί την κατάσταση της χθεσινής και προχθεσινής σου ρουτίνας. Έχεις σταματήσει να τις μετράς. Οι άνθρωποί σου ανησυχούν και επιθυμούν τον επαναπατρισμό σου. Ήρθε πάλι η ώρα να πάρεις αποφάσεις. Μοιάζει φορτίο ασήκωτο. Έχεις ήδη κάνει το μεγάλο βήμα της αλλαγής της καθημερινότητάς σου, επιλέγοντας να κατοικίσεις σε μια ξένη χώρα για μισό χρόνο. Για κάποιους εύκολο, για άλλους δυσκολότερο. Για εσένα που δένεσαι με τόπους και ανθρώπους δύσκολα αλλά αφού το κάνεις χτίζεις μια αδιάρρηκτη σχέση μαζί τους, είναι αμέσως κατανοητό σε ποια κατηγορία ανήκεις.
Παρ' όλα αυτά το έκανες. Βγήκες από τη «ζώνη ασφαλείας» σου. Θέλεις να ζήσεις τις εμπειρίες συναισθημάτων που μέχρι χθες διάβαζες στα βιβλία. Ψάχνεις έτσι τρόπους να ξεκλέψεις λίγο απ' τον εσωτερικό σου κόσμο, μπολιάζοντάς τον με νέες εικόνες και αντιλήψεις για το πώς μπορεί τελικά να λειτουργεί ο κόσμος σου. Ζητάς να καταλάβεις επιτέλους αν μπορείς να νιώσεις κι εσύ συναισθήματα που βαθιά μέσα σου πιστεύεις πως υπάρχουν, αλλά δεν ξέρεις αν είσαι ικανός να τα βιώσεις. Γι' αυτό δοκιμάστηκες. Έκανες το πρώτο βήμα και τώρα θες να αρχίσεις να τρέχεις μπροστά, χωρίς να ξανακοιτάξεις πίσω.
Οι συγκυρίες όμως σε αναγκάζουν να το κάνεις. Σταματάς. «Ας βγω στο μπαλκόνι», λες στον εαυτό σου, «έτσι θα ξεχαστώ για λίγο». Φτιάχνεις καφέ, παίρνεις την κιθάρα και κατηφορίζεις τους ορόφους μέχρι να βρεις εκείνο το ανοιχτό παράθυρο. Κοιτάς τριγύρω απεγνωσμένος, τα μισάνοιχτα παράθυρα της γειτονιάς σου είναι σήμερα λίγο πιο κλειστά απ' ό,τι χθες. Κάθε λεπτομέρεια είναι πλέον ευδιάκριτη. Η εικόνα σε ωθεί και σιγοτραγουδώντας «with the birds I'll share this lonely view and...» αρπάζεις την κιθάρα και ξεκινάς τα ακόρντα.
Ξαφνικά ακούς μια απροσδιόριστη φωνή να σου απευθύνεται: «Stop crying your heart out». Κατανοώντας πως αναφέρεται στο ομώνυμο τραγούδι και όχι σε κάποια έκκληση για να σταματήσεις την κλάψα, δίνεις τον ρυθμό. Για λίγο ξεχνιέσαι και αφιερώνεσαι στη μουσική μαζί της.
Επιστρέφοντας στην πραγματικότητα μετά τον μαγνητισμό του τραγουδιού, σηκώνεις το κεφάλι κι αντικρίζεις ένα πλήθος ανθρώπων να έχει μαζευτεί στα –ορθάνοιχτα πια– παράθυρα, τραγουδώντας μαζί σας. Όλοι μαζί συμμετείχαν σε αυτό που η απελπισία σου σε ώθησε, στην έκφραση της απόγνωσής σου. Αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι πως είναι πράγματι δυνατόν ο αυθορμητισμός να φέρει τους ανθρώπους κοντά, να ενωθούν κάτω από ένα κοινό πρόβλημα που αλλοιώνει την καθημερινότητά τους.
Από ένα άλλο παράθυρο φτάνει στα αυτιά σου η κραυγή: «Beautiful Day». Είναι αυτό που χρειαζόσουν, μετά από αυτό θα ξέρεις πως ο φόβος της απομόνωσης είναι τεχνητός και δεν προέρχεται από κανένα κυβερνητικό διάταγμα, αλλά μονάχα από εκείνη την πλευρά του εαυτού σου που ακούει αποκλειστικά το έμφυτο ένστικτο της επιβίωσης. Όλοι μαζί το τραγουδάτε δυνατά και μέσα σου ξέρεις πως καθένας από αυτούς το εννοεί με όλη την δύναμη της ψυχής του. Κι όμως, «τελικά μπορεί και να είναι μια όμορφη μέρα» σκέφτεσαι. Ακόμα κι έτσι. Καθένας από αυτούς νιώθει αυτό που νιώθεις, αυτό που πλέον δεν αποτελεί ένα απροσδιόριστο συναίσθημα.
Το τραγούδι τελειώνει και εσύ στέκεσαι ανάμεσα σε ένα τυχαίο πλήθος, με μια κιθάρα στα χέρια, όντας πλέον ικανός να απαντήσεις στα ερωτήματα που σε βασάνιζαν. Ναι, είσαι ικανός να ξεκλειδώσεις συναισθήματα που φοβόσουν ότι δεν θα βίωνες ποτέ. Ναι, τώρα πιστεύεις βαθιά στην ανθρώπινη αξία. Ναι, πλέον μπορείς να νιώσεις ένα με τον άγνωστο, διαφορετικής θρησκείας, γλώσσας και ιδεολογίας γείτονά σου. Όλα εκείνα που ως τώρα θεωρούσες ρομαντικά ιδεώδη και ουτοπικές φιλολογίες, με τις οποίες μπορούσες να νιώσεις δέος παρακολουθώντας τες μόνο στο διαδίκτυο, είναι πλέον κομμάτι της ύπαρξής σου. Είναι η ποιότητα του είδους σου, που πλέον μέρος της κουβαλάς κι εσύ. Υποχρέωσή σου τώρα, να μην την αφήσεις να ξεθωριάζει μέσα σου όταν η κανονικότητα επιστρέψει. Σκοπός σου η δημιουργία μιας νέας. Εσύ πλέον ξέρεις πώς πρέπει να την ξαναχτίσεις.
Νιώθεις πως κάτι ακόμα έχεις να πεις. Αρπάζεις και πάλι την κιθάρα. Ξέρεις πως αυτήν τη φορά κανένας δεν θα σε καταλάβει, ούτε θα τραγουδήσει μαζί σου. Παρ' όλα αυτά γνωρίζεις πια την δύναμη που μπορείς να επικοινωνήσεις, μετά από εκείνη που σε έκαναν αυτοί, οι άγνωστοι στα παράθυρα, να δεις. Τώρα δεν φοβάσαι. Σκέφτεσαι μια ακόμα φορά τους ανθρώπους στη χώρα σου, στο χωριό σου, στο σπίτι σου. Δίνεις τον ρυθμό. Ακολουθούν όλοι μαζί.
Τα καράβια μου καίω
Τα καράβια μου καίω
Τα καίω
Δεν θα πάω πουθενά.
σχόλια