ΠΡΟΣΠΑΘΩ ΕΔΩ ΚΑΙ ΒΔΟΜΑΔΕΣ να καταλάβω πώς γίνεται εγώ, που γενικότερα δεν φημίζομαι για την ψυχραιμία μου, ούτε για το θάρρος μου, ούτε για τη δεινότητά μου στη διαχείριση έκτακτων ή επειγουσών καταστάσεων, να έχω καταφέρει να αντιμετωπίσω τόσο ψύχραιμα –στα όρια του αψήφιστου, για να μην πω του άτρωτου– τη νέα κατάσταση. Η απάντηση ήρθε μετά από πολλή σκέψη, εκλογίκευση, υπερανάλυση και διάφορα τέτοια κουραφέξαλα στα οποία υποβάλλω τον εαυτό μου για καθετί παράξενο που εμφανίζεται στην καθημερινότητά μου – πόσο μάλλον για κάτι τόσο ανυπέρβλητα μεγάλο.
Λοιπόν, τελικά ξέρεις κάτι; Όταν ανήκεις σε μια κοινωνική ομάδα που εδώ και 4 δεκαετίες ζει, γαλουχείται και πορεύεται με τον τρόμο ενός άλλου ιού, πολύ πιο μπαμπουλόμορφου (κι ας έχουν απαλυνθεί εδώ και καιρό πια οι γωνίες της τερατώδους όψης του), όταν από τη στιγμή που συνειδητοποίησες ότι ανήκεις στη συγκεκριμένη ομάδα ήξερες ότι έπρεπε να προσαρμόσεις όλη σου τη συμπεριφορά έτσι ώστε να τον αποφύγεις, ε, τότε μάλλον είσαι κάπως έτοιμος για να αντιμετωπίσεις έναν ακόμα ιό – ή, έστω, πιο έτοιμος από τους υπόλοιπους. Για να μην παρεξηγηθώ όμως: σαφώς δεν τίθεται θέμα σύγκρισης ανάμεσα στον HIV και στον SARS-CoV-2, όπως σωστά έχουν αρχίσει να διατείνονται κάποιες ηχηρές φωνές στα διεθνή μίντια. Εκείνη η επιδημία, στα '80s, ήταν «αθόρυβη», θέρισε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού και κανείς δεν ενδιαφέρθηκε γι' αυτές. Ο συσχετισμός στο μυαλό μου έχει να κάνει περισσότερο με τη δύναμη της συνήθειας. Τα πάντα μαθαίνονται, αν είσαι διατεθειμένος να τα μάθεις.
Ηρέμησε. Βρες τις αναπνοές σου. Κάνε detox απ' ό,τι ο εγκέφαλός σου αντιλαμβάνεται ως τοξίνη. Σταμάτα να δείχνεις με το δάχτυλο. Επίστρεψε ξανά και ξανά σε όσα σε κάνουν να νιώθεις καλά. Δεν είσαι μόνος.
Ο τρόμος, στη δική μου περίπτωση, γι' αυτήν τη νέα πραγματικότητα δεν έγκειται, λοιπόν, στην ίδια την ύπαρξη και τη φύση του ιού, στον πόνο, στην ασθένεια, αλλά στο τεράστιο προσωπικό θέμα που έχω με κάθε είδους εγκλεισμό. Έχοντας περάσει μια εποχή κάποιων ετών (μάλλον κλινικής – μάλλον, καθότι αδιάγνωστη τότε) κατάθλιψης στα φοιτητικά μου χρόνια λόγω αδυναμίας σύνδεσης των πανεπιστημιακών μου σπουδών με τα πραγματικά μου ενδιαφέροντα, πέρασα πολλές, άπειρες ώρες, μέρες συνεχόμενες κλεισμένος μόνος στο σπίτι, αγκαλιά με την απραξία και την έλλειψη παραγωγικότητας. Ο φόβος επιστροφής, εκούσιας ή ακούσιας, ηθελημένης ή εξαναγκασμένης, σε μια τέτοια κατάσταση κινητοποιεί έκτοτε κάθε μου επιλογή, επαγγελματική και προσωπική (την επιλογή αυτού του επαγγέλματος επίσης), τη διαχείριση του χρόνου μου, τη δόμηση της καθημερινότητάς μου, και καλύπτει, συν τοις άλλοις, ένα μεγάλο μέρος της εβδομαδιαίας ψυχανάλυσής μου εδώ και περίπου τρία χρόνια.
Με άλλα λόγια, ήμουν «σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος», που έγραφε κι ο Καβάφης και ξέρω τι πρέπει να κάνω πια για να μην ξανακυλήσω. Ξέρω, ας πούμε, ότι για μένα έχει τεράστια σημασία ήδη από τη «μέρα πρώτη» να μη μένω να δουλεύω όλη τη μέρα με τις πιτζάμες –συνθήκη που για πολλούς φαντάζει ιδανική– αλλά να ακολουθήσω αδιάλειπτα την καθημερινή μου ρουτίνα: πρωινός καφές, ντους, αποσμητικό, ντύσιμο κανονικό, με εσώρουχο και ρούχα, σαν να πήγαινα στο γραφείο – ακόμα κι αν γραφείο μου είναι πλέον το πάσο της κουζίνας.
Εμάς τους δημοσιογράφους, βέβαια, μόνο η πλήξη δεν μπορεί να μας φάει, καθώς, ευτυχώς, είμαστε από τις προνομιούχες ομάδες εργαζομένων που, σε πολλές περιπτώσεις, μπορούν να προσαρμόσουν για το επόμενο διάστημα τη δουλειά τους σχεδόν εξ ολοκλήρου σε συνθήκες σπιτιού. Εδώ όμως, για μένα, πάλι καραδοκεί ένας άλλος δικός μου μπαμπούλας: η αγωνία διαχείρισης τόσο μεγάλου όγκου πληροφορίας που λαμβάνουμε καθημερινά για τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται η πανδημία του κορωνοϊού και για όσα επηρεάζει στο διάβα της. FOMO, με άλλα λόγια, βαρύ κι ασήκωτο, και το OCD στα κόκκινα, αλλά και πάλι, η ψυχανάλυση μάλλον έχει κάνει δουλίτσα.
Ναι, έπεσα κι εγώ, όπως και άλλοι, στη λούπα να γράψω δυο-τρία τσιτάτα στο Facebook για να πάρω like και να νιώσω καλά. Και πιθανότατα θα το ξανακάνω. Ναι, τρώω πολύ και ίσως να πάρω τα κιλά που πάλεψα να χάσω. Προσπαθώ, όμως, όσο το lockdown ακόμα δεν είναι καθολικό, να συνεχίζω τη γυμναστική μου ρουτίνα έξω. Όχι, δεν έχω βρει ακόμα την ηρεμία και τη διάθεση να διαβάσω λογοτεχνία, να ξεσκαρτάρω τη βιβλιοθήκη, να τακτοποιήσω το σπίτι και να κάνω τις ρετροσπεκτίβες που θα ήθελα σε Χίτσκοκ, Φελίνι και Γουονγκ Καρ Γουάι. Ναι, ρέπω ξανά συνεχώς προς το ατελείωτο σκρολάρισμα και το ανούσιο ξενύχτι –η νύχτα και η ασφάλειά της πάντα με είλκυαν–, συνήθειες παλιές που είχα αποβάλει de facto, λόγω εργασιακής πραγματικότητας – προχθές το βράδυ έπιασα τον εαυτό μου να χαζεύει τουλάχιστον δέκα λεπτά συνεχόμενα στο TikTok. Ναι, το άγχος και τα ψυχοσωματικά είναι σε έξαρση. Ναι, είναι εντελώς first world problems όλα αυτά μπροστά στην εκατόμβη νεκρών που αυξάνεται καθημερινά, μπροστά στα πραγματικά προβλήματα επιβίωσης που ήδη αντιμετωπίζουν ή θα αντιμετωπίσουν σύντομα τόσοι άνθρωποι γύρω μου, μπροστά σε μια πιθανή μελλοντική νοσηλεία δική μου ή των κοντινών μου ανθρώπων. Όμως αυτός ο ιός θα φέρει τον καθένα αντιμέτωπο με τους προσωπικούς του δαίμονες – και το στοίχημα είναι να τους κοιτάξουμε κατάματα.
Ηρέμησε. Βρες τις αναπνοές σου. Κάνε detox απ' ό,τι ο εγκέφαλός σου αντιλαμβάνεται ως τοξίνη. Σταμάτα να δείχνεις με το δάχτυλο. Επίστρεψε ξανά και ξανά σε όσα σε κάνουν να νιώθεις καλά. Δεν είσαι μόνος.
σχόλια