ΕΝΑ ΠΟΛΥΤΙΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΟΥ ΕΛΑΣ είναι οι αξιωματικοί του. Η παρουσία τους στον ένοπλο αγώνα βοήθησε όχι μόνο στην οργάνωση και στο αξιόμαχο των τμημάτων, αλλά και στην αποδοχή του αντάρτικου από τα συντηρητικά στρώματα του πληθυσμού.
Οι διαταγές της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας της χώρας ήταν κάθετα αρνητικές. Σε συνεννόηση με τις κατοχικές αρχές, φρόντιζαν να διορίζουν τους αξιωματικούς σε υπηρεσίες και επιμελητείες για να τους έχουν υπό έλεγχο.
Όμως πολλοί μόνιμοι στρατιωτικοί ακολούθησαν τον δρόμο της τιμής. Έπρεπε να εξοφλήσουν τα «τροφεία» προς την πατρίδα, όπως έλεγε ο μόνιμος λοχαγός Φοίβος Γρηγοριάδης.
Παρά τον χλευασμό που δέχονταν απ' τους συναδέλφους τους με αφορμή τους παλιούς κλαρίτες που είχε ενσωματώσει με επιτυχία ο ΕΛΑΣ: «Πού θα πάτε, να ενωθείτε με τους Καραλιβαναίους. Ληστές θα γίνετε κι εσείς;»
Σε σύνολο 6.000 μόνιμων αξιωματικών, κατετάγησαν στον ΕΛΑΣ περίπου 800. Επιπλέον προσχώρησαν 1.550 έφεδροι ανθυπολοχαγοί και υπολοχαγοί (πλην των 1.260 ανθυπολοχαγών της Σχολής του ΕΛΑΣ).
Για τους μόνιμους αξιωματικούς του ΕΛΑΣ, ενός στρατού εθελοντικού, χωρίς τακτικό εφοδιασμό σε τρόφιμα, χωρίς επαρκή ρουχισμό και ιδίως με ελλιπέστατο οπλισμό και πυρομαχικά, η ύπαρξη του Καπετάνιου είναι μάλλον ανακουφιστική.
Πρωτοφανής αριθμός για λαϊκό στρατό. Στη Γιουγκοσλαβία, που διαθέτει περισσότερους από 20.000 εν ενεργεία αξιωματικούς, δεν προσχώρησαν στον αντάρτικο στρατό του Τίτο πάνω από 100.
Δεν τους θέλει και δεν τον θέλουν γιατί, σε αντίθεση με τον ΕΛΑΣ, αυτός δημιουργεί ταξικό στρατό.
Μια συνηθισμένη πρόφαση όσων μόνιμων αξιωματικών δεν ήθελαν να καταταγούν στον ΕΛΑΣ ήταν η τριμελής διοίκηση, που είχε θεσπίσει από την αρχή ο Άρης και η οποία διατηρήθηκε και μετά τον σχηματισμό των στρατιωτικών μονάδων.
Διατείνονταν πως δεν ανέχονται άλλους πλάι τους στη διοίκηση του τμήματος.
Δικαιολογίες. Ουδείς παρεμβαίνει στο καθαρά στρατιωτικό έργο του αξιωματικού. Έχει απόλυτη δικαιοδοσία και ευθύνη τόσο για τον σχεδιασμό όσο και για τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων.
O κανονισμός συγκροτήσεως και λειτουργίας του ΕΛΑΣ δεν επιτρέπει παρανοήσεις: «Τα καθοδηγητικά όργανα του ΕΛΑΣ αποτελούνται από έναν στρατιωτικόν αρχηγό που έχει το βέτο για τη στρατιωτική οργάνωση, εκπαίδευση και τας πολεμικάς επιχειρήσεις και φροντίζει για τον εφοδιασμό της μονάδος του. Από τον καπετάνιο βοηθό του στρατιωτικού αρχηγού και τον αντιπρόσωπο του ΕΑΜ που συνδέει τον ΕΛΑΣ με τας πολιτικάς οργανώσεις του ΕΑΜ (τον Λαό)». (ΔΙΣ/ΓΕΣ)
Τις ελάχιστες φορές που η δικαιοδοσία του στρατιωτικού αμφισβητήθηκε, η ηγεσία του ΕΛΑΣ επενέβη δραστικά, όπως φαίνεται και από διαταγή του Στρατηγείου Πελοποννήσου προς τις μονάδες του: «Μόνος αρμόδιος και υπεύθυνος απέναντι της ανωτέρας διοικήσεως διά τας επιχειρήσεις είναι ο στρατιωτικός διοικητής ενεργών συμφώνως προς τας διαταγάς της ανωτέρας του διοικήσεως. Oυδεμία χωρεί αμφισβήτησις ή διαφωνία εις το ζήτημα τούτο κατά το μέλλον».(Σ. Γρηγοριάδης)
Όχι πως δεν υπάρχουν κόντρες, μεταξύ των μελών της τριαδικής διοίκησης, μα δεν είναι ο κανόνας. Τον σημαντικότερο ρόλο στη συνύπαρξή τους, τον παίζει η προσωπικότητα των συνδιοικητών και όχι τα όρια του ρόλου του καθενός χωριστά.
«Το παράδειγμα της στοργικής συμπεριφοράς προς τους αξιωματικούς το έδινε το ίδιο το Γενικό Στρατηγείο με πρώτον τον Άρη. Η συνεργασία του με τον στρατηγό Σαράφη αποτελούσε το υπόδειγμα για όλα τα κλιμάκια του ΕΛΑΣ». (Σεβαστάκης)
Για τους μόνιμους αξιωματικούς του ΕΛΑΣ, ενός στρατού εθελοντικού, χωρίς τακτικό εφοδιασμό σε τρόφιμα, χωρίς επαρκή ρουχισμό και ιδίως με ελλιπέστατο οπλισμό και πυρομαχικά, η ύπαρξη του Καπετάνιου είναι μάλλον ανακουφιστική.
Στον Καπετάνιο και όχι στον Στρατιωτικό πέφτει ο κλήρος να ανακοινώσει στους άνδρες «σήμερα δεν θα έχουμε συσσίτιο» ή να εφεύρει τρόπους να τους ντύσει ή να τους πείσει να πάνε στη μάχη με μια χούφτα σφαίρες και «έχει ο εχθρός».
Χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία οι μόνιμοι αξιωματικοί του ΕΛΑΣ υιοθέτησαν την καινοφανή άσκηση διοίκησης «χωρίς αμοιβές και χωρίς ποινές». Κατάλαβαν πως άλλο στρατιώτης σε υποχρεωτική θητεία και άλλο εθελοντής αντάρτης.
Εξαίρεση ο ανερμάτιστος, γενικώς, ταγματάρχης Ζούλας, διοικητής του 36ου Συντάγματος, που τιμώρησε έναν αντάρτη με 20ήμερη φυλάκιση. Αμέσως έλαβε μια απανταχούσα από τον Στρατιωτικό διοικητή της ΧΙΙΙης Μεραρχίας της Ρούμελης συνταγματάρχη Ι. Παπαθανασίου:
«Απαγορεύω απολύτως την επιβολήν πειθαρχικών ποινών. Εφιστώ ιδιαιτέρως την προσοχήν των μονάδων επί του ζητήματος τούτου, καθ' όσον αντίθετος ενέργεια θα απεμάκρυνε τον στρατόν μας από των βασικών αρχών του ΕΛΑΣ». (Φ. Γρηγοριάδης)
Δηλωτικό του πνεύματος που επικρατεί είναι, πως ο υπερασπιζόμενος τις αρχές του ΕΛΑΣ, συνταγματάρχης Παπαθανασίου, είναι δηλωμένος αντικομουνιστής, ενώ ο ταγματάρχης Ζούλας, που επιχειρεί να τις ανατρέψει, είναι παλιό μέλος του ΚΚΕ.
Αρκετοί μόνιμοι αξιωματικοί κατατάσσονται στον ΕΛΑΣ με τον όρο της «αποφυγής οιασδήποτε πολιτικής δεσμεύσεως», ο οποίος στο Βουνό γίνεται αμέσως δεκτός.
Και η συμφωνία τηρείται.
O λοχαγός Φοίβος Γρηγοριάδης θυμάται τη χαρακτηριστική κίνηση του βασιλόφρονος διοικητή της ΙΙης Μεραρχίας συνταγματάρχη Ρήγου:
«Όταν του άφηναν στο γραφείο του καμιά εφημερίδα ή προπαγανδιστική διακήρυξη, την πετούσε επιδεικτικά, αλλά πώς την πετούσε: με την ανάστροφη κίνηση των δακτύλων, όπως απομακρύνει κανείς κανένα πολύ σιχαμερό έντομο ή σκουλήκι».
«Oύτε καν δημοτικιστής έγινε!» λέγαν οι κομματικοί για τον μέραρχό τους.
O επίσης βασιλόφρων στρατηγός Κ. Τσαμάκος στη Ρούμελη αποκαλούσε τα μέλη του ΚΚΕ «μυστήριους» και, σε κάθε περίπτωση, διευκρίνιζε ότι ο ίδιος δεν ήταν «μυστήριος».
Μετά την απελευθέρωση, όταν οι επιζήσαντες μπαρουτοκαπνισμένοι αξιωματικοί κατέβηκαν από τα βουνά, όπου τίμησαν τη στολή τους και τον όρκο τους στην πατρίδα, δεν κατηγορήθηκαν μόνο ως «σφαγείς» και «κομουνιστοσυμμορίτες». Είχαν να αντιμετωπίσουν και τους ένστολους ποντικούς των κατοχικών γραφείων, των μπακάλικων και των φούρνων, οι οποίοι με αναφορές τους, τους είχαν κηρύξει «λιποτάκτες» από τις υπηρεσίες στις οποίες τους είχε διορίσει ο κατακτητής.
Αγάπησαν πολύ τον ΕΛΑΣ οι αξιωματικοί του.
Όταν διαφαίνεται η σύγκρουση με τον ΕΔΕΣ, καλείται στη ΧΙΙΙη Μεραρχία, ο λοχαγός Γιώργος Ζέρβας του 2/39 Συντάγματος, ανιψιός του αρχηγού του ΕΔΕΣ, για να ερωτηθεί εάν θα συμμετάσχει σε ενδεχόμενη σύρραξη.
Και η απάντηση του λοχαγού: «Oι αξιωματικοί δεν ερωτώνται, διατάσσονται». (Βούλτεψης, Ακέλας)
O βασιλόφρων ταγματάρχης Ευγένιος Στράτος, πολεμάει στη φοβερή μάχη της γενέθλιας πόλης του, της Αμφιλοχίας, και ακούει έναν καπετάνιο να εμποδίζει τον ολμιστή να ρίξει προς μια ορισμένη κατεύθυνση: «Μη εκεί, είναι το σπίτι του Στράτου».
O ταγματάρχης παρεμβαίνει άτεγκτος: «Ρίξτε, κάψτε το, το ρημάδι μαζί με τον εχθρό».
O ταγματάρχης πεζικού Περικλής Μεσημέρης, διοικητής του 16ου Συντάγματος στη Μακεδονία, συλλαμβάνεται αιχμάλωτος των Γερμανών σε μια φονική μάχη στο Βέρμιο.
O επικεφαλής αξιωματικός της γερμανικής δύναμης, μόλις τον αντικρίζει, αρχίζει να ουρλιάζει κουνώντας απειλητικά χέρια και πόδια. Σαν κάτι να είχε πάθει.
Ένας άθλιος γερμανοντυμένος διερμηνέας τού ψιθυρίζει: «Πέταξε από το δίκοχό σου αυτό το διαβολικό σήμα που τον αγριεύει». Και ο διερμηνέας κάνει να το τραβήξει ο ίδιος, μα ο ταγματάρχης Μεσημέρης τον σπρώχνει περιφρονητικά. «Δεν βγάζω το έμβλημα του στρατού μου», δηλώνει.
Και, απευθυνόμενος στον Γερμανό αξιωματικό, τον προκαλεί δείχνοντας το εθνόσημο του ΕΛΑΣ στο μέτωπό του: «Εδώ να με σημαδέψετε».
Και τον σημάδεψαν εκεί.
Μετά την απελευθέρωση, όταν οι επιζήσαντες μπαρουτοκαπνισμένοι αξιωματικοί κατέβηκαν από τα βουνά, όπου τίμησαν τη στολή τους και τον όρκο τους στην πατρίδα, δεν κατηγορήθηκαν μόνο ως «σφαγείς» και «κομουνιστοσυμμορίτες».
Είχαν να αντιμετωπίσουν και τους ένστολους ποντικούς των κατοχικών γραφείων, των μπακάλικων και των φούρνων, οι οποίοι με αναφορές τους, τους είχαν κηρύξει «λιποτάκτες» από τις υπηρεσίες στις οποίες τους είχε διορίσει ο κατακτητής.
σχόλια