Θα κάνουμε σήμερα ένα ταξίδι σε δύο πόλεις της Κάτω Αιγύπτου: το Ηράκλειο -όπως είναι το ελληνικό όνομα της πόλης-, γνωστό και ως Θώνις, και την Κάνωπο. Οι πόλεις είχαν σχεδόν σβηστεί από τη μνήμη της ανθρωπότητας μετά την βύθισή τους στο Δέλτα του Νείλου τον 8ο αιώνα μ.Χ., ύστερα από κατακλυσμιαίες φυσικές καταστροφές, που συμπεριελάμβαναν έναν σεισμό και παλιρροϊκά κύματα.
Η Θώνις ήταν μία πλούσια πόλη που ιδρύθηκε τον 8ο αιώνα π.Χ., ήταν χτισμένη πάνω σε νησιά, διέθετε δίκτυο καναλιών και το λιμάνι της ήταν μια ζωτικής σημασίας πύλη προς την Αίγυπτο για τα ξένα πλοία. Η εύρεση 60 ναυαγίων που χρονολογούνται από τον 6ο μέχρι τον 2ο αιώνα π.Χ., αποκάλυψε την ένταση της ναυτιλιακής δραστηριότητας στην περιοχή, μια και από εκεί περνούσε -μεταξύ άλλων- και το σύνολο του ελληνικού εμπορίου προς την Αίγυπτο και τη Μεσόγειο. Μέχρι την ανακάλυψή της, η ανάμνηση της πόλης είχε διασωθεί μέσα από αρχαία κείμενα.
Ο Ηρόδοτος έγραψε για την ύπαρξη ενός μεγάλου ναού αφιερωμένου στον Ηρακλή, όπου και κατέφυγε η Ελένη με τον Πάρι, πριν τον Τρωικό πόλεμο, για να γλυτώσει από την οργή του Μενελάου. Για αιώνες οι αρχαιολόγοι θεωρούσαν ότι η πόλη δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένας μύθος.
Το 1997 οι αρχαιολόγοι εντόπισαν την Κάνωπο, ενώ το 2000 βρέθηκε το Ηράκλειο, με το λιμάνι και τους ναούς του. Η βυθισμένη περιοχή -που ο Γάλλος χαρακτηρίζει «υποβρύχια Πομπηία»- καλύπτει περίπου 40 τετραγωνικά μίλια και όπως λέει ο Γκοντιό: «Μέσα σε αυτήν, υπάρχουν ενδεχομένως δύο βυθισμένες πόλεις, ίσως και τρεις. Πιθανώς έχουμε ανασκάψει μόνο το 1% ή 2% της περιοχής - πιθανώς λιγότερο».
Η κοντινή Κάνωπος ενέπνευσε, επίσης, κλασικούς συγγραφείς. Ο Νίκανδρος, ποιητής του 2ου αιώνα π.Χ., έγραψε ότι ο πηδαλιούχος του Μενέλαου, Κάνωπος, έχασε τη ζωή του εκεί, όταν δαγκώθηκε από οχιά κρυμμένη στην άμμο του Ηρακλείου, δίνοντας το όνομά του στην ομώνυμη πόλη.
Η Κάνωπος ήταν διάσημη για τα ιερά της που ήταν αφιερωμένα στον Όσιρι και άλλους θεούς, τα οποία έλκυαν προσκυνητές από μακριά με τις θαυματουργές θεραπείες που υπόσχονταν. Ωστόσο δεν ήταν μόνο γι΄αυτό γνωστή, μια και ο Ρωμαίος φιλόσοφος Σενέκας την καταδικάζει ως παράδειγμα διεφθαρμένης πόλης.
Σχετικές είναι οι ανακαλύψεις της υποβρύχιας ανασκαφής που διενεργείται από το 1996 από το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Υποβρύχιας Αρχαιολογίας στον Κόλπο του Αμπουκίρ, με επικεφαλής τον Γάλλο Φρανκ Γκοντιό, ο οποίος είναι και ο επιμελητής της. Το 1997 οι αρχαιολόγοι εντόπισαν την Κάνωπο, ενώ το 2000 βρέθηκε το Ηράκλειο, με το λιμάνι και τους ναούς του. Η βυθισμένη περιοχή -που ο Γάλλος χαρακτηρίζει «υποβρύχια Πομπηία»- καλύπτει περίπου 40 τετραγωνικά μίλια και όπως λέει ο Γκοντιό: «Μέσα σε αυτήν, υπάρχουν ενδεχομένως δύο βυθισμένες πόλεις, ίσως και τρεις. Πιθανώς έχουμε ανασκάψει μόνο το 1% ή 2% της περιοχής - πιθανώς λιγότερο». Περίπου 290 αντικείμενα, από τα 500 που βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές, εκτίθενται σήμερα και συμπληρώνονται με σαράντα αριστουργήματα δανεισμένα από τα Μουσεία του Καΐρου και της Αλεξάνδρειας, τα περισσότερα από τα οποία παρουσιάζονται εκτός Αιγύπτου για πρώτη φορά.
Από το Διάταγμα της Κανώπου, μια στήλη του 238 π.Χ. που βρέθηκε το 1881, γνωρίζαμε ότι πραγματοποιούνταν τελετές με τις οποίες γιόρταζαν τα «Μυστήρια του Όσιρι», στον μεγάλο Ναό του Άμωνα-Gereb στο Ηράκλειο. Σύμφωνα με το κείμενο που είναι χαραγμένο στην επιτύμβια στήλη, αυτά τα μυστήρια κατέληγαν σε μια μακρά υδάτινη πομπή, κατά την οποία ο Όσιρις μεταφέρονταν διαμέσου των καναλιών, από το Ναό του Άμμωνα-Gereb στο Ηράκλειο, στο ιερό του στην Κάνωπο.
Οι ανασκαφές έφεραν στην επιφάνεια αποδεικτικά στοιχεία που σχετίζονται άμεσα με τα «Μυστήρια του Όσιρι»: μνημεία, αγάλματα, τελετουργικά όργανα, λατρευτικές προσφορές, μαρτυρίες των εορταστικών εκδηλώσεων που γίνονταν εκεί. Κατά τη διάρκεια των 21 ημερών που διαρκούσε η γιορτή του, ο αρχέγονος μύθος της Αιγύπτου τιμόταν, διαιωνιζόταν και αναβίωνε.
Ο Πλούταρχος στο «Περί Ίσιδος και Οσίριδος» διασώζει τον μύθο του Όσιρι. Πρωτότοκος γιος του Γκεμπ και της Νουτ διαδέχθηκε τον πατέρα του στον θρόνο της Αιγύπτου, όταν εκείνος αποσύρθηκε στον ουρανό, αναγορεύοντας ως βασίλισσα την αδελφή του Ίσιδα.
Πρώτο μέτρο του νέου θεϊκού Φαραώ ήταν η κατάργηση της ανθρωποφαγίας, ενώ στη συνέχεια δίδαξε στο λαό του τη γεωργία, εισήγαγε τη λατρεία τον θεών, ίδρυσε πόλεις και νομοθέτησε για τον λαό του δίκαιους νόμους, προσλαμβάνοντας την επωνυμία Ούνοφρις (ο καλός), με την οποία και είναι γνωστός ως τέταρτος θεϊκός Φαραώ. Για ένα διάστημα έφυγε από την Αίγυπτο, με σκοπό να εκπολιτίσει την Ασία, πράγμα που πέτυχε με μοναδικό όπλο την πραότητα και τη μουσική.
Όταν επέστρεψε, έπεσε θύμα της συνωμοσίας που προετοίμασε κρυφά ο αδελφός του Σεθ, ο οποίος ήθελε να τον εκτοπίσει από τον θρόνο του. Οι συνωμότες σκότωσαν και διαμέλισαν σε δεκατέσσερα κομμάτια τον Όσιρι, το σώμα του οποίου ανακάλυψε η Ίσιδα και το μετέφερε πίσω στην Αίγυπτο.
Χρησιμοποιώντας τη μαγεία της και με τη βοήθεια του Θωθ, του Άνουβι και του γιου της, Ώρου, κατόρθωσε να τον επαναφέρει στη ζωή. Αφού απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες του Σεθ εναντίον του, στο δικαστήριο των θεών, ο Όσιρις αποσύρθηκε στα Ηλύσια Πεδία, με την υπόσχεση της ανάστασης να δίνει ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα στη λατρεία του.
Ο μύθος του Όσιρι έχει ερμηνευθεί με πολλούς τρόπους: ταυτίστηκε με το πνεύμα της βλάστησης που πεθαίνει και αναγεννάται, θεωρήθηκε ότι συμβολίζει το Νείλο, που κάθε χρόνο πλημμυρίζει, αλλά και τον ήλιο που ανατέλλει και δύει καθημερινά. Η έχθρα του με τον Σεθ ερμηνεύτηκε ως ο πόλεμος του σκότους εναντίον του φωτός, ενώ μια άλλη εκδοχή την ταυτίζει με την ξηρασία που απειλεί τη γονιμότητα της γης.
Ωστόσο, η ελπίδα για μια αιώνια και ευτυχισμένη ζωή, σε έναν άλλο κόσμο, δικαιότερο, είναι αυτή που τον έκανε δημοφιλή ως θεότητα των νεκρών. Η λατρεία του ήταν διαδεδομένη σε ολόκληρη την Αίγυπτο και μετά από πολλούς αιώνες, χάρη στα ευρήματα του Κόλπου του Αμπουκίρ, μπορούμε να μάθουμε περισσότερα γι’ αυτήν.
ΚΛΙΚ ΣΤΟ ΒΙΝΤΕΟ
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 13.8.2016