Blackbear: Οι αυτοκόλλητοι αισθητήρες που μετρούν κυριολεκτικά τα πάντα Facebook Twitter
Η BlakBear ξεκίνησε το επιχειρηματικό της ταξίδι με μια σειρά από μικρούς χάρτινους αυτοκόλλητους αισθητήρες, λίγο μικρότερους σε μέγεθος από μια πιστωτική κάρτα, οι οποίοι μετρούσαν με ακρίβεια τα επίπεδα της μόλυνσης του αέρα.

BlakBear: Οι αυτοκόλλητοι αισθητήρες που μετρούν κυριολεκτικά τα πάντα

0

Όπως συμβαίνει αρκετά συχνά με τις πιο συναρπαστικές και καινοτόμες ιδέες της εποχής, η σύλληψη του ανατρεπτικού προϊόντος της BlakBear προέκυψε στο ανήσυχο περιβάλλον ενός πανεπιστημίου. Στην προκειμένη περίπτωση, ήταν αποτέλεσμα του συλλογικού ακαδημαϊκού ταξιδιού μιας ομάδας φοιτητών βιοϊατρικής που για αρκετούς μήνες βρίσκονταν σχεδόν καθημερινά καταχωνιασμένοι στα εργαστήρια του Πανεπιστημίου Imperial για να ολοκληρώσουν την έρευνα των διδακτορικών τους. 

«Δουλεύαμε πάνω στη δημιουργία αισθητήρων που θα μπορούσαν να τοποθετηθούν σε μέρη όπου δεν είχαν μπει ποτέ, κι αυτό γιατί προσπαθούσαμε να παίξουμε με τη χημεία και να τους φτιάξουμε με το χαμηλότερο δυνατό κόστος και σε μικρό μέγεθος», εξηγεί ο Μιχαήλ. «Η ιδέα για την εταιρεία ήρθε όταν καταπιαστήκαμε με το χαρτί, το οποίο είναι ένα από τα φτηνότερα υλικά για να κάνεις χημεία και το βρίσκεις παντού. Έτσι, λοιπόν, φτιάξαμε τον πρώτο περιβόητο αυτοκόλλητο αισθητήρα», συμπληρώνει χαμογελώντας περήφανα.

Ακριβώς επειδή ήμασταν μια ομάδα επιστημόνων, νομίζω ότι καταφέραμε να προσαρμόζουμε συνεχώς το προϊόν μας στις ανάγκες της αγοράς και των πελατών που ενδιαφέρονταν γι’ αυτό.

Τα διδακτορικά της ομάδας επικεντρώθηκαν στους μικρούς χάρτινους αισθητήρες, ωστόσο καταπιάστηκαν με μια ευρεία γκάμα εφαρμογών. Η δουλειά τους δεν άργησε να οδηγήσει στη δημιουργία των πρώτων μικροσκοπικών ηλεκτροχημικών αισθητήρων εντυπωσιακής ακρίβειας που μπορούσαν να τοποθετηθούν σε κομματάκια χαρτιού και να μετρήσουν κυριολεκτικά τα πάντα σε αέρια μορφή. «Αναπτύξαμε από την αρχή ένα τεράστιο εύρος εφαρμογών και μοντέλων ανάλυσης δεδομένων, όπως η δυνατότητα να μετρά κανείς την ποιότητα και την υγεία του εδάφους, τη φρεσκάδα των τροφίμων, τη διαδικασία της αποκατάστασης ενός ασθενούς, τη μόλυνση της ατμόσφαιρας», εξηγεί ο Μιχαήλ. «Συνειδητοποιήσαμε πως η τεχνολογία που είχαμε κατασκευάσει είχε αμέτρητες προεκτάσεις, γιατί είχαμε φτιάξει αισθητήρες τόσο φτηνούς και εύχρηστους που δεν χρειάζονταν φόρτιση και μπορούσαν να τοποθετηθούν σε διάφορα μέρη και να συλλέγουν ασταμάτητα χημικά δεδομένα», συμπληρώνει.

Τη σύλληψη της ανατρεπτικής ιδέας και τη δημιουργία στα εργαστήρια των πρώτων αισθητήρων δεν άργησε να ακολουθήσει ο ενθουσιασμός των καθηγητών και στελεχών του κορυφαίου βρετανικού πανεπιστημίου και χάρη στη στήριξή τους η BlakBear ξεκίνησε, δειλά δειλά, να παίρνει σάρκα και οστά ως μια start-up επιχείρηση. «Τα πρώτα μας χρήματα τα πήραμε μέσω ενός διαγωνισμού καινοτομίας του Imperial», θυμάται ο Μιχαήλ. «Μέχρι και σήμερα έχουμε κρατήσει αυτή την πρώτη επιταγή. Οι άνθρωποι του πανεπιστημίου μάς έκαναν παράλληλα και μερικά χρήσιμα μαθήματα σχετικά με το πώς να παρουσιάσουμε την ιδέα μας στην αγορά, πώς να πατεντάρουμε την τεχνολογία που εφηύραμε, πώς να κινηθούμε νομικά στα πρώτα μας εταιρικά βήματα. Πρόκειται για μαθήματα ζωής των οποίων τη σημασία βλέπουμε μέχρι σήμερα, όταν κυνηγάμε τις επενδύσεις», συμπληρώνει.

Blackbear: Οι αυτοκόλλητοι αισθητήρες που μετρούν κυριολεκτικά τα πάντα Facebook Twitter
Τα βασικά πλεονεκτήματα της BlakBear, σύμφωνα με τον συνιδρυτή της, είναι η ευελιξία και το μεράκι της ομάδας. (Φωτ.: Ναταλία Τσάλλη)

Η BlakBear ξεκίνησε το επιχειρηματικό της ταξίδι με μια σειρά από μικρούς χάρτινους αυτοκόλλητους αισθητήρες, λίγο μικρότερους σε μέγεθος από μια πιστωτική κάρτα, οι οποίοι μετρούσαν με ακρίβεια τα επίπεδα της μόλυνσης του αέρα. Η ευφυΐα της κατασκευής τους ήταν η εξής: οποιασδήποτε μπορούσε να τους κολλήσει στο κινητό του κι έτσι να μετατραπεί αυτομάτως σε συλλέκτη δεδομένων, βολτάροντας απλώς στην πόλη του. Σχεδόν αμέσως οι αισθητήρες μαγνήτισαν τα βλέμματα του κόσμου. 

«Βρεθήκαμε ξαφνικά σε αμέτρητα expositions και παρουσιάσεις, κληθήκαμε στο δημαρχείο του Λονδίνου για να μιλήσουμε για το πώς μπορούμε να μετρήσουμε τη μόλυνση στην πόλη, μέχρι και ο αμερικανικός στρατός έφτασε να μας παίρνει τηλέφωνο για να μάθει λεπτομέρειες», θυμάται ο Μιχαήλ γελώντας. «Αυτό οφείλεται κυρίως στην τεράστια και χρήσιμη προβολή που είχαμε σε βρετανικές εφημερίδες αλλά και σε διεθνή κανάλια, και εκεί ο ρόλος του Imperial ήταν κομβικός. Το ενδιαφέρον στον τομέα ήταν ήδη μεγάλο, αλλά το πανεπιστήμιο συνέβαλε τρομερά με το κύρος και το δίκτυό του, όπως και με την εσωτερική ομάδα δημοσιογράφων που έχει για να προωθεί την έρευνα και την τεχνολογία που παράγει», συμπληρώνει.

Η συμβολή του βρετανικού πανεπιστημίου στην ολοκλήρωση των διδακτορικών της ομάδας το 2020 υπήρξε πολύτιμη, όμως ο Μιχαήλ και η ομάδα του θέλησαν να ανεξαρτητοποιηθούν από αυτό και να δουλέψουν αυτόνομα στην BlakBear. «Όσο βοηθητικά και αν είναι τα πανεπιστήμια στην Αγγλία, οι ρυθμοί της αγοράς είναι πιο γρήγοροι», αναφέρει ο 30χρονος start-upper. «Ο στόχος, άλλωστε, δεν ήταν να πούμε απλώς πως καινοτομούμε αλλά να εισαγάγουμε κάτι στην αγορά, να το πουλήσουμε, ώστε να έχει μεγάλο αντίκτυπο».

Έτσι, λοιπόν, την τελευταία τριετία η BlakBear ακολουθεί το μονοπάτι της νεοφυούς επιχείρησης και, όπως συμβαίνει συχνά με τις start-ups, δεν άργησε να έρθει αντιμέτωπη με το απαραίτητο βήμα της μετάβασης. «Παρατηρήσαμε πως, παρότι υπήρχε μεγάλο ενδιαφέρον για τη μέτρηση της μόλυνσης, αυτό μας ωθούσε να δουλέψουμε πολύ με κυβερνητικούς οργανισμούς. Αποφασίσαμε πως δεν ήταν ο ευκολότερος τρόπος να χτίσεις μια εταιρεία. Ειδικά όταν η ζήτηση παραμένει χαμηλή, δεν βλέπεις το μέλλον σου ως εταιρεία πολύ φωτεινό», εξηγεί ο Μιχαήλ. «Αντίθετα, όποτε αναφερόμασταν στις εφαρμογές των αισθητήρων μας στον τομέα των τροφίμων, π.χ. στην ανάλυση του χώματος, στη μέτρηση της φρεσκάδας ή της αλλοίωσης του φαγητού, στην πρόβλεψη της καρποφορίας μιας σοδειάς, η ζήτηση ήταν εκθετικά μεγαλύτερη. Δεν άργησαν να μας προσεγγίσουν εταιρείες όπως η Heinz ή μεγάλα βρετανικά σούπερ-μάρκετ που μας είπαν κατευθείαν “φέρτε τους αισθητήρες σας, τους θέλουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται”. Αυτό, λοιπόν, ήταν που μας έκανε να αλλάξουμε πορεία και να στρέψουμε την BlakBear προς τα τρόφιμα».

Blackbear: Οι αυτοκόλλητοι αισθητήρες που μετρούν κυριολεκτικά τα πάντα Facebook Twitter
Οι αισθητήρες της BlakBear ξεκίνησαν σταδιακά να βρίσκουν νέα εφαρμογή στα ράφια των σούπερ-μάρκετ και στις καλλιέργειες των αγροτών.

Η στροφή της νεοφυούς επιχείρησης που εδρεύει στο Λονδίνο προς την κατεύθυνση του food industry αποδείχθηκε μια εύλογη και ιδιαίτερα προνοητική κίνηση. Από τις αλλαγές που προκάλεσε η πανδημία στον τομέα των σούπερ-μάρκετ μέχρι την επισιτιστική κρίση και τις αναταράξεις στην αλυσίδα τροφίμων που επέφερε η εισβολή στην Ουκρανία, η δυνατότητα να ποσοτικοποιεί κανείς εύκολα και άμεσα τη φρεσκάδα του φαγητού έγινε περιζήτητη. Έτσι, οι αισθητήρες της BlakBear ξεκίνησαν σταδιακά να βρίσκουν νέα εφαρμογή στα ράφια των σούπερ-μάρκετ και στις καλλιέργειες των αγροτών. «Βοήθησε και το γεγονός πως ακολουθούσαμε στενά τη ζήτηση των μεγάλων εταιρειών στον χώρο των τροφίμων αλλά και την τεχνολογική πρόοδο της εποχής που με τη σειρά της μας οδηγεί όλο και περισσότερο στην άνοδο του Internet of Things. Όλα αυτά μας δημιούργησαν την πεποίθηση πως το αυτοκολλητάκι μας μπορεί να κάνει ακόμα περισσότερα πράγματα απ’ ό,τι είχαμε αρχικά φανταστεί», αναφέρει ο Μιχαήλ. «Βλέπεις, πάντα, από τα πρώτα μας εργαστηριακά βήματα, ήμασταν ανοιχτοί σε αλλαγές κατευθύνσεων, δεν κλείναμε πόρτες». 

Από αυτήν ακριβώς την ανοιχτότητα της BlakBear σε νέες ιδέες και νέες εφαρμογές προέκυψε και το νεότερο πειραματικό προϊόν της, ένα ταπεράκι για προσωπική χρήση εξοπλισμένο με αισθητήρα που ενημερώνει τον καταναλωτή για τη φρεσκάδα ή την αλλοίωση του φαγητού που περιέχει. «Το τάπερ προέκυψε από μια συνεργασία με μια μάρκα κουζινικών και ένα σούπερ-μάρκετ που ενδιαφέρθηκε και μας χρηματοδότησε ώστε να ασχοληθούμε ερευνητικά με αυτό το προϊόν. Μόλις το ολοκληρώσαμε», αναφέρει ο συνιδρυτής της εταιρείας. «Είμαι πολύ περήφανος γιατί η κακή διαχείριση των τροφίμων ή το λεγόμενο food waste είναι ένα γιγάντιο πρόβλημα, το 50% του φαγητού που αχρηστεύεται προέρχεται από το σπίτι των καταναλωτών. Δεν γνωρίζουμε τι συμβαίνει αφού το προϊόν φύγει από τα ράφια των σούπερ-μάρκετ, και προσπαθούμε να αλλάξουμε και αυτό με την BlakBear».

Η ακούραστη ομάδα της BlakBear αναζητά συνεχώς νέες εφαρμογές για τους αυτοκόλλητους αισθητήρες της, ωστόσο μαζί με την αδιάκοπη ερευνητική προσπάθεια έρχονται και οι συνήθεις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ένας νέος επιχειρηματίας. Εν έτει 2022 παίρνουν τη μορφή του υπερπληθωρισμού και της χαμηλής αυτοπεποίθησης στην αγορά, συνθήκες που δημιουργούν δυσκολίες στην άντληση κεφαλαίου. «Βρισκόμαστε σε μια τρικυμία, μια παγκόσμια αβεβαιότητα που δημιουργεί προβλήματα» αναφέρει ο Μιχαήλ, συμπληρώνοντας ωστόσο πως τόσο οι κρατικές χρηματοδοτήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου όσο και ο επιτυχημένος πρώτος γύρος επενδύσεων που κλείνει σύντομα έχει εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα και το εξελικτικό πλάνο της BlakBear για την επόμενη διετία. «Πάντοτε προχωρούσαμε επιχειρηματικά και ταυτόχρονα τεχνολογικά, εστιάζοντας πάντα στην έρευνα και στην ανάπτυξη. Αυτό αποδεικνύεται καλό, γιατί οι επενδυτές που μας προσεγγίζουν ενδιαφέρονται πρωτίστως για την τεχνολογία μας».

Blackbear: Οι αυτοκόλλητοι αισθητήρες που μετρούν κυριολεκτικά τα πάντα Facebook Twitter
Η ακούραστη ομάδα της BlakBear αναζητά συνεχώς νέες εφαρμογές για τους αυτοκόλλητους αισθητήρες της, ωστόσο μαζί με την αδιάκοπη ερευνητική προσπάθεια έρχονται και οι συνήθεις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ένας νέος επιχειρηματίας. (Φωτ.: Ναταλία Τσάλλη)

«Η μεγαλύτερη πρόκληση», συνεχίζει ο Μιχαήλ, «είναι ίσως πως ενώ οι αισθητήρες μας θα μπορούσαν να έχουν τεράστιο αντίκτυπο στο κίνημα της βιωσιμότητας, πολύ πιθανοί πελάτες ή οργανισμοί που αυτοπροωθούνται ως βιώσιμοι δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για τους αριθμούς, δεν θεωρούν τη βιωσιμότητα ως κομμάτι της στρατηγικής τους, όπως άλλα ποσοτικά πράγματα, αλλά ως ένα κουτάκι που πρέπει να τσεκάρουν. Ευτυχώς, παρατηρούμε πως τα πράγματα αλλάζουν».

Το ταξίδι της BlakBear από τα εργαστήρια του Imperial στα ράφια των κορυφαίων βρετανικών σούπερ-μάρκετ είναι ήδη συναρπαστικό και πολλά υποσχόμενο, ένα τρανό παράδειγμα της απίθανης καινοτομίας που προκύπτει όταν η επιχειρηματικότητα και η ακαδημαϊκή έρευνα συναντιούνται και συνδυάζονται. Ως παράγοντες της επιτυχίας της start-up, που πλέον κλείνει τα πέντε χρόνια ζωής και δύο χρόνια λειτουργίας ως ανεξάρτητη επιχείρηση, ο Μιχαήλ ξεχωρίζει τη στήριξη που έλαβε από το οικοσύστημα του Ηνωμένου Βασιλείου σε επίπεδο χρηματοδότησης και επένδυσης, δεδομένου ότι το σύγχρονο βρετανικό πανεπιστήμιο λειτουργεί και ως επιταχυντής για τις νέες και ανατρεπτικές ιδέες. Ωστόσο, βασικά πλεονεκτήματα της BlakBear, σύμφωνα με τον συνιδρυτή της, είναι η ευελιξία και το μεράκι της ομάδας. «Ακριβώς επειδή ήμασταν μια ομάδα επιστημόνων, νομίζω ότι καταφέραμε να προσαρμόζουμε συνεχώς το προϊόν μας στις ανάγκες της αγοράς και των πελατών που ενδιαφέρονταν γι’ αυτό», καταλήγει ο 30χρονος start-upper. «Εάν δεν μπορείς εσύ να βρεις ολοένα και περισσότερες εφαρμογές για την τεχνολογία σου, δεν θα βρει κανένας άλλος. Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα του επιχειρείν. Δεν αρκεί μονάχα η εφεύρεση, πρέπει να έχεις αναπτύξει τουλάχιστον είκοσι λύσεις και προτάσεις εφαρμογής, ώστε να δουλέψει τελικά η μία».

Θέματα
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

 «Να σταματήσει πια η πιο ανήθικη πράξη, η εγκατάλειψη σε τροχαία, να χαρακτηρίζεται πλημμέλλημα»

Radio Lifo / «Να σταματήσει πια η εγκατάλειψη σε τροχαία να χαρακτηρίζεται πλημμέλημα»

Η Ντίνα Καράτζιου συζητάει με τον Μανώλη Σταυρουλάκη του δραστήριου συλλόγου «SOS τροχαία εγκλήματα» για τον φόρο αίματος στους δρόμους, το τραύμα της απώλειας, αλλά και για τα σημαντικά ζητήματα που σχετίζονται με την οδική ασφάλεια, για τα οποία ο νέος ΚΟΚ που βρίσκεται σε διαβούλευση δεν δίνει λύσεις.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
«Μερικοί άνθρωποι έχουν εθισμό με τα αληθινά εγκλήματα»

Αληθινά εγκλήματα / «Μερικοί άνθρωποι έχουν εθισμό με τα αληθινά εγκλήματα»

Υπήρξε αστυνομικός ρεπόρτερ επί δεκαετίες και στο αρχείο του μετρά πάνω από 400 υποθέσεις. Ο Νίκος Τσέφλιος, δημιουργός της πιο πετυχημένης ελληνικής σειράς podcasts true crime «Αληθινά Εγκλήματα», εξηγεί πώς ερευνά και δημιουργεί τα επεισόδια της σειράς.
ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
«Μαμά, μπαμπά, θα χωρίσετε;» - Πόσο οδυνηρό μπορεί να γίνει για το παιδί ένα διαζύγιο;

Radio Lifo / «Μαμά, μπαμπά, θα χωρίσετε;» - Πόσο οδυνηρό μπορεί να γίνει για το παιδί ένα διαζύγιο;

Πώς ανακοινώνουμε έναν χωρισμό στα παιδιά; Υπάρχει κατάλληλη εποχή; Κατάλληλος τρόπος; Χρειάζεται από δίπλα ένας ψυχολόγος; Η Τζούλη Αγοράκη σε μια εκ βαθέων συζήτηση με τον ψυχολόγο και οικογενειακό σύμβουλο Μάνθο Κατσούνα και τη Μάρθα Ιωακειμίδη, μητέρα τριών παιδιών με δυο διαζύγια.
ΤΖΟΥΛΗ ΑΓΟΡΑΚΗ
Θα είναι οι AI influencers το επάγγελμα του μέλλοντος;

Άκου την επιστήμη / Θα είναι οι AI influencers το επάγγελμα του μέλλοντος;

Οι αλγόριθμοι και ο διαδικτυακός μας εαυτός. Ο κοινωνιολόγος του Διαδικτύου και πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής και Τεχνοηθικής, Χαράλαμπος Τσέκερης, εξηγεί στον Γιάννη Πανταζόπουλο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο γυναικοκτόνος ντιτζέι που προσπάθησε να παραπλανήσει τις Αρχές μέσω Facebook

Αληθινά εγκλήματα / Ο γυναικοκτόνος DJ που προσπάθησε να παραπλανήσει τις Αρχές μέσω Facebook

Tα ίχνη αίματος στο πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου, που είχε καρφωθεί σε κολώνα έξω από το Πολύκαστρο κινητοποίησαν τους αστυνομικούς που επιλήφθηκαν του τροχαίου ατυχήματος. Τι είχε συμβεί; O Νίκος Τσέφλιος ερευνά και αφηγείται το χρονικό μιας γυναικοκτονίας που συγκλόνισε την Καστοριά το 2011.
THE LIFO TEAM
Στα γραφεία του Metal Hammer

Lifo Videos / «Πάμε κόντρα στον άνεμο»: Στα γραφεία του Metal Hammer που έκλεισε τα 40

Ο Κώστας Χρονόπουλος, ο Χάκος Περβανίδης και ο Βασίλης Μάζαρης, συντάκτες αλλά πρωτίστως οπαδοί του περιοδικού, διηγούνται την ιστορία του μακροβιότερου ελληνικού μουσικού εντύπου, το οποίο κυκλοφορεί ανελλιπώς στα περίπτερα από το 1984 (!), μετρώντας 481 τεύχη.
«Υπάρχουν πολλοί «τρελοί» γιατροί στο ΕΣΥ που προσφέρουν στο λαό που τους σπούδασε»

Radio Lifo / «Υπάρχουν γιατροί στο ΕΣΥ που προσφέρουν στον λαό που τους σπούδασε»

Η Καλλιόπη Αθανασιάδη είναι η μοναδική γυναίκα θωρακοχειρουργός στην Ελλάδα και υπηρετεί στον Ευαγγελισμό. Τον τελευταίο χρόνο καλύπτει μόνη της το μεγαλύτερο νοσοκομείο της χώρας, σε μία ειδικότητα που είναι αναγκαία σε πολλά και διαφορετικά περιστατικά. Αφήνοντας μία λαμπρή καριέρα στο εξωτερικό, επέστρεψε στην Ελλάδα για να υπηρετήσει στο ΕΣΥ. Η Ντίνα Καράτζιου μιλά μαζί της σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Η μυστηριώδης εξαφάνιση του 40χρονου οικοδόμου στο Καματερό

Αληθινά εγκλήματα / Η μυστηριώδης εξαφάνιση του 40χρονου οικοδόμου στο Καματερό

Ο Λάκης δεν συνήθιζε να λείπει νύχτα απ’ το σπίτι, αλλά η Αθηνά δεν είχε λόγο να αμφισβητήσει τα λόγια του φίλου του. Έβαλε τα δύο αγοράκια τους για ύπνο και ξάπλωσε κι αυτή. O Νίκος Τσέφλιος ερευνά και αφηγείται την εξαφάνιση ενός οικοδόμου, το Πάσχα του 1975.
THE LIFO TEAM
Τι συμβαίνει με την εξαγορά ιστορικών ιδιωτικών σχολείων από διεθνή επενδυτικά funds;

Radio Lifo / Τι συμβαίνει με την εξαγορά ιστορικών ιδιωτικών σχολείων από διεθνή επενδυτικά funds;

Τι αλλάζει στο τοπίο της ιδιωτικής εκπαίδευσης και στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών; Και γιατί οι ίδιοι εκφράζουν φόβους ότι δημιουργείται ένα παράλληλο εκπαιδευτικό σύστημα που θα αντικαταστήσει το δημόσιο; Η Ντίνα Καράτζιου συζητά με τον Γιώργο Χριστόπουλο, πρόεδρο της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδος, για τις σημαντικές εξελίξεις στο χώρο της παιδείας.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Είναι, τελικά, η woke αντζέντα απειλή για το «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια»;

Radio Lifo / Είναι τελικά η woke ατζέντα απειλή για το τρίπτυχο «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια»;

Τι είναι το «woke» και τι δεν είναι; Γιατί εξακολουθεί να διχάζει; Βρισκόμαστε σε πόλεμο ταυτοτήτων και πολιτισμών; Και αν είσαι woke, είσαι αριστερός; Ο Γιάννης Πανταζόπουλος συζητά με τη Λασκαρίνα Λιακάκου και τον Θοδωρή Αντωνόπουλο για τις διαστρεβλώσεις που ακολουθούν την κουλτούρα της αφύπνισης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Υπόθεση Μονσελά: Δολοφόνος από οίκτο;

Αληθινά εγκλήματα / Υπόθεση Μονσελά: Δολοφόνος από οίκτο;

Γιατί φορούσε ωτοασπίδες η 40χρονη οδοντίατρος Γιόλα Βαγενά όταν βρέθηκε νεκρή στην άσφαλτο, σε ένα σημείο κοντά στη Βραυρώνα τον Ιανουάριο του 1994; Την υπόθεση ερευνά και αφηγείται ο δημοσιογράφος Νίκος Τσέφλιος.
THE LIFO TEAM