Δεν έχει σημασία πού σε τοποθετούν, αλλά πού στέκεσαι
Για τον ληγμένο διαχωρισμό «έντεχνου» και λαϊκού τραγουδιού
ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ και του αυτοπροσδιορισμού, οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να καταλαβαίνουν ότι περισσότερο από τα βάζα σημασία έχει ο ανθός. Δεν έχει νόημα η εξουσιαστική κατάταξή σου σε κάποιο σχήμα ή ρόλο, αλλά πώς εσύ νοιώθεις το σώμα σου, πώς εσύ διαθέτεις το πνεύμα σου. Δεν έχει σημασία πού σε τοποθετούν, αλλά πού στέκεσαι.
Έχει πλάκα, ότι σε αυτό το κλίμα μιας νέας ανοιχτότητας (η λέξη δεν υπάρχει, αλλά δεν θα πείραζε να δημιουργηθεί), ο διαχωρισμός λαϊκού και «έντεχνου» παραμένει ισχυρός... Στην Ελλάδα ακούμε ακόμη τα τραγούδια και τα κατατάσσουμε βάσει ενός όλως αυθαίρετου ποιοτικού πλεονεκτήματος, που συγγενεύει εν πολλοίς με το διαβόητο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς (που τόσο κακόπαθε επί Σύριζα).
Η χρόνια χάλκευση οδηγεί σε τραγέλαφο: νωθρά εκτρώματα θεωρούνται ok, επειδή έχουν ευσεβιστική ενορχήστρωση, λυγμικές φωνές και αγωνιστική ρητορική· καταπληκτικά τραγούδια με σύγχρονο ρίγος και γνησιότητα θεωρούνται παρακατιανά επειδή ακούγονται σε μέρη του γλεντιού ή δεν έχουν την ευλογία της έντεχνης νομενκλατούρας.
Όλο αυτό είναι άδικο και κυρίως ξεπερασμένο (κάποτε είχε νόημα, ενδεχομένως). Οφείλεται σε συμφεροντάκια ίσως, διχασμούς της ετεροκανονικότητας, ή ακόμη στην πνευματική ανασφάλεια των «εντέχνων». Οφείλεται κυρίως στην τελικά ανεδαφική έπαρση της μεταπολιτευτικής αριστεράς να θεωρεί εαυτήν κάτι ανώτερο άμα τη εμφανίσει, τρώγοντας από τα έτοιμα των πατεράδων της. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι αυτό ανοιχτόμυαλη αντιμετώπιση ενός τραγουδιού, για αυτό που είναι, στα νέα δεδομένα που τα χαρακτηρίζει η απομάγευση, ο αυτοπροσδιορισμός και η ρευστότητα.
Ας χαλαρώσουμε κι ας πούμε την αλήθεια- όσο αμήχανο κι αν είναι αρχικά…