Χούλι & Ντέρτι

Χούλι & Ντέρτι Facebook Twitter
1

Την πιο ζεστή μέρα του καλοκαιριού τρώω φασολάκια και βλέπω «True Blood» σ' ένα χωριό έξω απ' την Αθήνα. Με φέτα.

Μερικοί άνθρωποι θεωρούν τα Σεπόλια Αθήνα – εγώ πάλι, ό,τι είναι πέρα από την Τεχνόπολη, το Χίλτον, του Γκύζη, το βλέπω χωριό. Κι ας έχουν, τα Σεπόλια, μετρό – που χρησιμοποίησα μόλις.

Ο Χούλι μού βγάζει φαγιά, ποτά, καρπούζι. Αλλάζει κανάλια να βρει αυτό που θα μ' αρέσει. Όλες οι ίντσες της τηλεόρασης για πάρτη μου – όχι ότι αυτές είναι οι ίντσες που μ' ενδιαφέρουν. Είναι ερωτευμένος. Δεν εξηγείται αλλιώς. Αν έπαιζε ο Ολυμπιακός όμως...

Από κει βγαίνει το Χούλι. Από τον Χούλιγκαν του Ολυμπιακού. Επειδή πάει στο γήπεδο φανατικά – όχι ότι είναι Χούλιγκαν όντως. Είναι αυτός ο γλυκός μουσικομανής νταγλαράς δίχως ίχνος βίας, μόνο κάνα μπατσάκι αν χρειαστεί – αν το μπούτι το καλέσει. Χούλιγκαν κι επειδή όταν με γνώρισε, πριν από κάτι μήνες, με ακολούθησε και με άρπαξε στις τουαλέτες του μπαρ, σ' ένα χολιγουντιανό χουλιγκάνικο φιλί με το 'να χέρι στη μέση μου – το άλλο στο μαλλί μου.

Αυτό ήταν.

Με τον καιρό, το Χούλιγκαν γλύκανε κι έγινε Χούλι.

Σήμερα φοράει ξενερωτικό πιτζαμάκι γαλάζιο με σαγιονάρα∙ αλλά πάλι μοιάζει ροκ σταρ, με το μαλλί να ξεχειλίζει από το λαστιχάκι στο σβέρκο και στο φαρδύ γυμνό στέρνο. Στην οθόνη οι βρικόλακες οξειδώνονται, φασώνονται, καρφώνονται, τσιμεντώνονται, ξεριζώνουν καρδιές. Κι εγώ θέλω: να χώσω το χέρι στο στήθος του, ν' αγκαλιάσω την καρδιά του που επιταχύνεται κάτω από τ' αυτί μου.

Στα γόνατά του, πάνω στην κούνια, με ταΐζει πεπόνι. Απίστευτο: αθηναϊκό μπαλκόνι με κούνια. Κούνια έκτου ορόφου. Κούνια μπέλα, έπεσε η κοπέλα, μες στην αγκαλιά του, πήρε τα φαγιά του. Φάε ακόμα λίγο πεπόνι, λέει.

Δροσερό αεράκι και μέσα: τα μητρικά ερκοντίσια δουλεύουν στο ρελαντί – σήμερα, έτσι για αλλαγή, τα γουστάρω. Τα ερκοντίσιον είναι της μαμάς του που λείπει στα νησιά, όπως κι ολόκληρο το σπίτι. Μητρικά ερκοντίσιον, φασολάκια μαμάς και νανουριστικές τηλεοπτικές ίντσες, αποβλακώστε με. Σπίτι μου δεν έχω καν τηλεόραση. Κανείς δεν είναι τόσο φτωχός: δεν θέλω να έχω. Θέλω να ζω, όχι να παρακολουθώ στην οθόνη τις ζωές των άλλων. Ωστόσο, καθώς ο Χούλι με χαϊδολογάει ολούθε χαλαρώνω και ξέρω ότι οι ενδορφίνες που παράγει το χάδι είναι αληθινή ζωή, όχι πιξελαρισμένη. Μία ώρα εδώ δεν έχουμε αλλάξει κουβέντα – μόνο μου φέρνει φαγιά, ποτά και χειρίζεται το τηλεκοντρόλ με τον νου στον πλησίον. Έτσι κρατάνε οι γάμοι: οι ίντσες της οθόνης σε κάνουν να ξεχνάς τις άλλες ίντσες. Τα χάδια. Την κουβέντα. Λιώνω στο φως της τηλεόρασης, με αγκαλιάζει μια υπέροχη ηρεμία – κι όταν ο Χούλι αυξάνει τις ίντσες του, μέσα στο πιτζαμάκι, από τη μια στιγμή στην άλλη, δεν είμαι έτοιμη γι' αυτό – είμαι τεμπέλα. «Μα, δεν θα δούμε τη σειρά σου; Η Σούκι φαίνεται αναστατωμένη» λέω. «Κι εσύ θα είσαι σε λίγο» απλώνει χερούκλες σε κομβικά σημεία – χάνουμε όλο το επεισόδιο, μπλέκουμε σε ένα οικείο σύμπλεγμα όλο εξάρσεις, υφέσεις και περίπου τρεις σχηματισμούς γνωστούς εδώ και μήνες. Χέρια και δέρματα ανακατώνονται, μαλλιά σγουραίνουν. Τους γείτονες ενοχλούν ήχοι εκτός τηλεοράσεως. Βρίσκομαι δίχως γυαλιά οράσεως. Σωματικά υγρά ανταλλάσσονται που δεν είναι ιδρώτας, ενώπιον κορνιζαρισμένων φωτογραφιών της μάνας του που κοιτάει βλοσυρά ως πολύ νέα, πολύ ωραία, πολύ πολύτεκνη.

Θυμάμαι τη χθεσινή μου κουβέντα με τον κβαντοφυσικό για την ανταλλαγή ηλεκτρονίων. Μόλις συντελέστηκε σε μεγάλη κλίμακα, σκέφτομαι. Μόλις ανταλλάξαμε ηλεκτρόνια: είμαι λίγο Χούλι. Και είναι λίγο Ντέρτι. Έτσι με λέει. Ντέρτι. Από το Ντέρτι Ντάνσινγκ. Και το ντέρτι. Και την «Dirty Diana» του Michael Jackson – την άκουσα τελικά στο γιουτιούμπ, ήταν μοιραία. Έτσι με βλέπει ο Χούλι;

Πάντως με αφήνει να διαλέγω τον σχηματισμό των πίξελ της οθόνης, το ηχητικό σάουντρακ της βραδιάς, υπό μορφή προεπιλεγμένου διαλόγου. Ίσως επειδή πρώτη φορά έρχομαι σπίτι του. Μου το 'χε ζητήσει ξανά, αλλά έλεγα «Δεν βγαίνω από την Αθήνα». «Μα, τα Σεπόλια έχουν μετρό». «Όχι για μένα» έλεγα, κι έτσι ερχόταν πάλι να με βρει στο κέντρο της πόλης. Σήμερα, όμως, ήθελα θαλπωρή προαστίων. Έτρεξα με το μετρό, με μια τσάντα που περιείχε κουτάκι φακών επαφής και γυαλιά μυωπίας. Όταν έφτασα σπίτι του έψαχνα το λάπτοπ – δεν είχε. Δεν είχε ούτε ντέσκτοπ. Όταν έφτασε σπίτι μου έψαχνε την τηλεόραση – δεν είχε. Μόνο μια πορτοκαλί σέβεντις που χρησιμεύει ως τραπεζάκι για το φωτιστικό. Είχε πάθει σοκ. Κι εγώ επίσης. Σε κάθε δωμάτιο, στο μητρικό του, έχει τηλεόραση. Στην κουζίνα. Στο σαλόνι. Στα υπνοδωμάτια. Τζίζους! Πόσες τηλεοράσεις χρειάζεται ένα σπίτι; Τι κάνουν δύο τέτοιοι άνθρωποι μαζί; Ανταλλάσσουν ηλεκτρόνια. Και κάρμα. Αυτό κάνουν. Μπροστά σε όλες τις τηλεοράσεις του σπιτιού. Και είναι μπόλικες.

«Θες μια τηλεόραση;» λέει.

«Θέλω μια βεράντα» λέω καθώς μου δείχνει την τρίτη βεράντα του σπιτιού που είναι γεμάτο μπαλκόνια.

Ουρανός Σεπολίων. Χημικός αττικός ουρανός που πάντα φέγγει.

«Από δω θα πέσουμε» δείχνει το υψοφοβικό μπαλκόνι του έκτου και γελάω. Έχω υψοφοβία.

«Θα σου κρατάω το χέρι» λέει σοβαρά – μετά, χαμογελάει. Ο Χούλι δεν έχει κατάθλιψη, μόνο μουσικομανία.

Το μόνο μέρος απ' όπου μπορεί να πηδήξει είναι η σκηνή σε συναυλία των SLAYER. Stage-diving, ναι. Μπαλκόνι-diving, όχι. Τσιρίζω καθώς με τραβάει σύρριζα στα δαντελένια κάγκελα που εκτείνονται πολλά μέτρα κάθετα πάνω από το σκοτεινό πάρκο. Πανικός έκτου ορόφου.

«Δηλαδή, δεν θα πάμε για μπάντζι τζάμπινγκ» λέει.

«Από δω το στερεοφωνικό. Δεξιά το περιοδικό, το φωτιστικό. Απέναντι οι Red Hot Chili. Έτσι είμαι όταν με παίρνεις τηλέφωνο. Εσύ μας έλειπες!» λέει.

Και ο Άγιος που δεσπόζει πάνω από τους Red Hot Chili και τον Ολυμπιακό, στην άκρη της ντουλάπας;

«Της μάνας μου, ξέμεινε. Ο Άγιος Νικόλαος, νομίζω».

Το χέρι του αποκοιμιέται στη μέση μου.

Ξημερώνει. Πέρασα το βράδυ γράφοντας στο φοβερό τραπέζι της κουζίνας, πάνω στο καρό τραπεζομάντιλο της μαμάς, δίπλα στο βάζο με τα λουλούδια που αργοπεθαίνουν. Ο Χούλι κοιμήθηκε λίγες ώρες: τώρα έχει δουλειά. «Μείνε δω πέρα, κοιμήσου. Άραξε. Θα γυρίσω. Στασό δεν έχει ο κώλος σου» λέει μια φράση που δεν έχω ξανακούσει. Η μάνα μου λέει κάτι παρόμοιο, «Στάσου και λίγο στον κώλο σου».

Δεν νυστάζω. Δεν ξέρω τι να κάνω σ' ένα σπίτι χωρίς πισί. «Έχει παγωτό στο ψυγείο. Και καρπούζι» λέει επειδή ξέρει ότι είμαι κοιλιόδουλη κι επειδή θέλει να με βρει εδώ όταν γυρίσει.

Του σκάω ένα ζουμερό φιλί. Κολλάω πάνω του στο ασανσέρ για έξι ορόφους: Δώσ' μου λίγη ακόμα αγάπη∙ λίγη ακόμα ανταλλαγή ηλεκτρονίων. Έτσι γίνεται με τους ανθρώπους: ανταλλάσσουν ανέμελα ατάκες, σωματικά υγρά, κάρματα και ηλεκτρόνια ώσπου μια μέρα ούτε που ξέρουν πώς βρέθηκαν παντρεμένοι στα Σεπόλια.

Στο σπίτι τον νοσταλγώ πριν κοιμηθώ. Το βράδυ, ο ουρανός μοιάζει αρκετά με τον ουρανό των Σεπολίων.

Διάφορα
1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Δ. Πολιτάκης / Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Μπορεί να έχει άμεση ανάγκη κάποιου είδους ανάπλασης η Πλατεία Εξαρχείων, το τελευταίο που χρειάζεται όμως είναι ένα μίζερο χριστουγεννιάτικο δέντρο με το ζόρι.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Β. Βαμβακάς / Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Οποιοσδήποτε απολογισμός της είναι καταδικασμένος στη μερικότητα, αφού έχουν συμβεί άπειρα γεγονότα που στιγμάτισαν τις ζωές όλων μας ‒ δύσκολο να μπουν σε μια αντικειμενική σειρά.
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΜΒΑΚΑ
Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Β. Στεργίου / Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Αντί να βλέπουμε τη χώρα σαν άδεια πισίνα όπου πρέπει να γυρίσουν τα ξενιτεμένα της μυαλά για να γεμίσει, ας αλλάξουμε τα κολλημένα μυαλά σ' αυτόν εδώ και σε άλλους τόπους.
ΤΗΣ ΒΙΒΙΑΝ ΣΤΕΡΓΙΟΥ

σχόλια

1 σχόλια
Ενδιαφέρον ετυμολογικό σημείωμα: Σεπόλια <- Σωπόλεια <- Εξωπόλεια δηλαδή έξω από την πόλη. Ηταν μεσαιωνικό χωριό έξω από τα τείχη των Αθηνών, γνωστό για τα μποστάνια του. Τα Πατήσια, που ίσως ταυτίζονται με τη παλαιότερη τοποθεσία Παραδείσια, ήταν και αυτά γεμάτα κήπους