Απευθύνομαι σε σένα φίλε μου. Που ποτέ δε θα μάθεις την αλήθεια για το φίλο που αντικρύζεις όταν πίνουμε παρέα τον καφέ μας. Σε σένα, που ξέρεις πόσο σε αγαπώ και πόσο στο πλάι σου στέκομαι ακατάπαυστα. Που θεωρείς ότι είμαι ένας νορμάλ (αλήθεια ποιος μπορεί να καθορίσει τι είναι το «νορμάλ»;) άνθρωπος, λίγο πιο τρελός από το συνηθισμένο μεν, αλλά φυσιολογικός με τα όλα του δε. Με την ώριμη προσωπικότητα, τον ευρύ κοινωνικό κύκλο-με καλούς φίλους και απλούς γνωστούς-, με μια συνηθισμένη δουλειά και μια οικογένεια μεσαίας τάξης. Που νομίζεις ότι με ξέρεις τόσο καλά, αλλά κατά βάθος, πολύ βάθος η αλήθεια είναι διαφορετική από αυτό που πιστεύεις.
Σε σένα με μια φαινομενικά κάπως στρωμένη κοινωνική ζωή, με τις σπουδές, τον κοινωνικό περίγυρο, μια ζωή που φαινομενικά τα έχεις όλα. Και καλά κάνεις. Αλλά κάθε τι διαφορετικό και που παρεκκλίνει από το «νορμάλ» πρότυπο που έχεις στο μυαλό σου, είναι κατακριτέο. Καλυμμένο βέβαια, καθώς το κοινωνικό «πρέπει», το κοινωνικό σου πρεστίζ και οι καλοί σου τρόποι δεν επιτρέπουν να παραδεχτείς ξεκάθαρα πως είσαι λιγότερο ή περισσότερο ρατσιστής και ομοφοβικός.
Έτσι, θεωρείς πως με γνωρίζεις πολύ καλά, καθώς κατά τα άλλα είμαι «ανοιχτό βιβλίο». Μαντεύεις όμως λάθος. Αυτή είναι η μισή αλήθεια. Κρίνεις έμμεσα τις πράξεις και τη ζωή μου, καθώς παρεκκλίνουν από το πρότυπο της ηλικίας των 25-30 ετών που έχεις στο νου σου και που μεγάλωσες σύμφωνα με αυτό. Που να μάθαινες και το υπόλοιπο λοιπόν...
Ότι ανήκω στην κοινότητα των LGBT. Πως όλους τους προηγούμενους μήνες που με ρωτούσες πώς είμαι και πώς είναι η ζωή μου, σου απαντούσα πως όλα είναι καλά και χαμογελούσα αόριστα. Δεν έμαθες ποτέ τους λόγους που μπορεί έσφυζα από ζωή, να χόρευα μέσα στο δρόμο από τη χαρά μου, που χαμογελούσα όλη την ώρα. Ο λόγος προφανής: είχα ερωτευτεί για πρώτη φορά στη ζωή μου τόσο ολοκληρωτικά και αληθινά. Έναν άνθρωπο του ίδιου φύλου. Τι σημασία έχει; Αυτά που έζησα μέσα σε έξι μήνες δεν τα είχα ζήσει ποτέ ξανά σε όλα τα 25 χρόνια της ζωής μου. Κανένας άνθρωπος δε με έκανε να νιώσω όπως εκείνη. Πως αγάπησα τόσο, για πρώτη φορά. Ολοκληρωτικά. Και εσύ δεν έμαθες ποτέ τίποτα.
Ούτε όταν είχα την πρώτη μου σοβαρή και αληθινή σχέση, ούτε την αρχή ούτε κατά τη διάρκεια ούτε το τέλος. Πολλές φορές ρώτησες γιατί δεν είμαι καλά και γιατί έσβησε κάθε ίχνος χαμόγελου από το πρόσωπο μου, επί μήνες. Η απάντηση ήταν εξίσου αόριστη.
Θα με ρωτήσεις-δικαιολογημένα- γιατί δε το λες φωναχτά ή ντρέπεσαι για αυτό που είσαι; Θα σου απαντήσω κατηγορηματικά ΟΧΙ. Δε μετάνιωσα ποτέ τίποτε όσον αφορά αυτό το θέμα. Η απάντηση είναι πως όσοι «έπρεπε» να το ξέρουν, το ήξεραν. Με στήριξαν από την πρώτη στιγμή, με «έσπρωξαν» στο να τολμήσω, να προσπαθήσω, να ενεργήσω. Δε το μετάνιωσα ποτέ. Δεθήκαμε με εκείνους, όσο ποτέ άλλοτε. Τους αγάπησα ακόμα περισσότερο. Και ξέρεις πολύ καλά, πως οι φίλοι μου είναι η ζωή μου και τι σημαίνουν για μένα. Ήξερα πως δε θα με βγάλουν από τη ζωή τους, ούτε θα με κατακρίνουν ή θα απομακρυνθούν σιγά σιγά. Αντιθέτως.
Δε σημαίνει πως όλοι τους καταλάβαιναν ή είχαν την ίδια βαθιά κατανόηση σε ό, τι ήταν αυτό που μου συνέβαινε. Κι όμως ήταν εκεί για μένα, σε κάθε μου βήμα. Ακοίμητοι φρουροί και «στηρίγματα». Άλλοι λιγότερο άλλοι περισσότερο.
Εσύ όμως δε το έμαθες. Και δε θα το μάθεις. Γιατί ξέρω πως δε μπορείς να το αντέξεις. Το δίλημμα ανάμεσα στη φιλία μας και στα «πιστεύω» σου θα ήταν μεγάλο. Γιατί κατά βάθος ξέρουμε και οι δύο πως τίποτε δε θα είναι ίδιο μετά για σένα. Και τι θα διαλέξεις... Κι όμως. Δεν είμαι εξωγήινος. Είμαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, με χαρίσματα και ελαττώματα, όπως όλοι. Δεν έχω αλλάξει, είμαι η ίδια. Ίσως έχω αλλάξει προς το καλύτερο. Γιατί ανακάλυψα την βαθύτερη μου ταυτότητα. Και αυτό με απελευθέρωσε κάνοντας με πιο θετική προς τους άλλους ανθρώπους.
Εσύ ωστόσο δε θα τα μάθεις όλα αυτά ποτέ. Γιατί στη γυάλα που ζεις, δε χωράνε τέτοιοι άνθρωποι σαν εμένα. Γιατί ακόμα και στο γάμο σου, όταν μας προσκαλείς να έρθουμε «διπλές» με το έτερον μας ήμισυ, ξέρω πως θα είμαι «μονή» ακόμα και αν θα είμαι «διπλή». Δε με πειράζει. Όπως και αυτή η βαθύτερη ανησυχία σου για το ότι τα χρόνια περνάνε και μένω μόνη, πλησιάζοντας αργά αργά τα 30 δίχως επίσημο και σταθερό σύντροφο και πως το έργο της «αποκατάστασης» μου θα γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο, είναι δικό σου θέμα. Εγώ κλείνω τα μάτια και ονειρεύομαι εκείνο το ταξίδι που όταν γύρισα με ρώτησες πώς πέρασα και σου απάντησα «πολύ καλά». Σε εκείνο το ταξίδι λοιπόν έδωσα το ωραιότερο πρώτο φιλί της ζωής μου... Το έμαθαν μόνο όσοι ήξερα πως θα μου χαρίσουν ένα μεγάλο και ειλικρινές χαμόγελο αγάπης, με τη δική μου ευτυχία.
Εσύ όμως δε θα το μάθεις ποτέ...
Λ.
σχόλια