Πόσο βίαιο μπορεί να γίνει ένα κρεμμύδι ;
Το φαινόμενο που μαστίζει το νοητικό των Ελλήνων πολιτών κατά τους τελευταίους μήνες, είναι η παντελής σύγχυση λέξεων και εννοιών. Η κοινωνικοπολιτική κρίση έχει αναδείξει με ανάγλυφο τρόπο το πνευματικό έλλειμμα και τη μορφωτική ανεπάρκεια της πλειοψηφίας, καθιστώντας τελικά σαφές ότι η ανυπαρξία κριτικής σκέψης είναι το θεμέλιο της χαώδους σημερινής πραγματικότητας. Οι Έλληνες συλλήβδην, καλούνται να διαχειριστούν το οριακό κοινωνικό γίγνεσθαι, είτε ως πρωταγωνιστές, είτε ως εμμέσως ενδιαφερόμενοι, αλλά αδυνατούν εκ των πραγμάτων να αντιμετωπίσουν το τέρας της κοινωνικής παραδοξότητας λόγω των ελαττωματικών γνωστικών τους εργαλείων.
Η έννοια της βίας είναι αυτή που έχει υποστεί πιο ανηλεή κακοποίηση από κάθε άλλη, το τελευταίο διάστημα. Χιλιάδες ανθρώπων έσπευσαν να ερμηνεύσουν τη βία κατά το δοκούν, συνδυάζοντας την ημιμάθειά τους και τα πληγωμένα τους αισθήματα με το υποκειμενικό, φιλολογικό τους φλέγμα, αδιαφορώντας πλήρως για μια μικρή λεπτομέρεια. Την κυριολεξία.
Οι Έλληνες του 2012, προσπαθώντας να δικαιολογήσουν την τυφλή και άκριτη εκτόνωση της συσσωρευμένης τους οργής, προβαίνουν σε μια ανερμάτιστη διαστολή του πνεύματος του όρου της βίας, για να χωρέσουν μέσα σ’ αυτή κάθε υποψία δυσαρέσκειας που ανακύπτει στη ζωή τους. Η βία ως έννοια αρχίζει να εκφυλίζεται, γιατί ο μέσος Έλληνας έχει αποφασίσει πως ό, τι τον προσβάλλει ηθικά, ψυχολογικά ή πρακτικά αποτελεί εκδήλωση βίας εναντίον του. Δεν είναι όμως έτσι.
Η βία αποτελεί ασφαλώς μια έννοια που διακρίνεται σε ποιοτικές κατηγοριοποιήσεις και ποσοτικές διαβαθμίσεις, γεγονός που διασφαλίζεται και τυπικά από τις διδαχές του ποινικού δικαίου. Μπορούμε λοιπόν, να μιλήσουμε για σωματική, ψυχολογική ή για ψυχοσωματική βία, αλλά δεν μπορούμε να εξισώνουμε τις διάφορες μορφές της και να παίζουμε με τις κλίμακές της ανάλογα με τις ανάγκες και τα προσωπικά μας φρονήματα. Είναι αυτονόητο δε, ότι είναι εντελώς αδόκιμο να εφευρίσκουμε μορφές βίας, για να δικαιολογήσουμε ή να νομιμοποιήσουμε την ανάγκη μας για αντίδραση απέναντι σ’ αυτό που μας πλήττει.
Το βασικό χαρακτηριστικό της πραγματικής βίας είναι η κατάλυση της ελεύθερης βούλησης (εννοείται πως η επιφύλαξη νόμου και οι παρεμφερείς έννοιες εξαιρούνται της παραπάνω αρχής). Η κακή κυβερνητική πολιτική και η λήψη άδικων μέτρων δεν συνιστούν άσκηση βίας και μια τέτοια καταχρηστική αντίληψη μπορεί να οδηγήσει σε ολέθρια κοινωνική ανευθυνότητα και αυθαιρεσία. Η φαυλότητα της μνημονιακής πολιτικής, την οποία τόσο βολικά ο λαός χαρακτηρίζει βία σε βάρος του, είναι μια κατάσταση που διαμορφώθηκε με τη συναίνεσή του, όπως αυτή εγγράφεται πολιτικά, βάσει των επιμέρους χαρακτηριστικών της έμμεσης δημοκρατίας. Μια πρακτική που χαίρει εκλογικής νομιμοποίησης (και μάλιστα πρόσφατης) δεν αποτελεί εκδήλωση βίας, όσο χυδαία κι αν είναι. Η αντίφαση που προκύπτει από την διάσταση βούλησης και ενέργειας του εκλογικού σώματος αποτελεί σίγουρα μια προβληματική πτυχή της πολιτικής συνείδησης των εκλογέων, αλλά δεν τυποποιεί φαινόμενο βίας. Ο λαός επιλέγει αυτούς που τον κυβερνούν. Η διάψευση των προσδοκιών του δεν είναι βία σε βάρος του. Είναι απλώς εσφαλμένη κρίση.
Μου φαίνεται εντελώς περιττό να επισημάνω τους κινδύνους που ενέχει μια τόσο υποκειμενική θεώρηση της βίας σε επίπεδο κοινωνικής συμπεριφοράς. Παρεκκλίνοντας από τη γραμματική προσέγγιση μιας τόσο λεπτής έννοιας, οδηγούμαστε αναπόδραστα σε ένα ζοφερό κοινωνικό πεδίο, όπου κάθε πράξη είναι οιονεί βίαιη και κάθε αντίδραση εν δυνάμει δικαιολογημένη.
Οι νεοέλληνες είναι τώρα περισσότερο από ποτέ εγκλωβισμένοι στην παραδοσιακή και τόσο προσφιλή τους ψυχολογία (αυτο)θυματοποίησης, η οποία αποτελεί οχυρό έναντι της σκληρής πραγματικότητας αλλά και ισχυρό όπλο κατά της κοινής λογικής.
σχόλια