Είναι γιατί εντείνεται μέσα-έξω το σέρφινγκ στην κόψη του ξυραφιού, με την υπομονή, τις αντοχές αλλά και τη νοημοσύνη όλων μας να δοκιμάζονται σε διαρκώς δυσκολότερες «πίστες». Είναι γιατί τώρα η κυβέρνηση αρχίζει να αναμετριέται ουσιαστικά με τις αρχές, τις υποσχέσεις, τις ευθύνες και τους πραγματικούς, σε θεωρητικό, τουλάχιστον, επίπεδο, αντιπάλους της. Είναι επειδή όσο μπλε και να ξοδεύει κάποιος υποκριτής θεός για να μη βλέπουμε τις κυνηγημένες από ανελευθερία, ανέχεια και πολέμους «φυτευτούς» ψυχές να χάνονται με ρυθμούς γενοκτονίας σε Αιγαίο, Λιβυκό, στη Μεσόγειο ολόκληρη, εκείνες στοιχειώνουν ανεξίτηλα τα ευρωπαϊκά ιδεώδη.
Στα «του οίκου», γίνεται καταρχάς ηλίου φαεινότερο ότι βασικό αντίπαλο δέος για την κυβέρνηση παραμένουν, προς ώρας, τα κυρίαρχα διαπλεκόμενα ΜΜΕ. Τα οποία, έχοντας επιτέλους κληθεί να πληρώσουν τον λογαριασμό των συχνοτήτων που απολάμβαναν μέχρι χθες δωρεάν, συναγωνίζονται σε παραπληροφόρηση, κινδυνολογία, χρησιμοποίηση καταστάσεων (τα φιλεργατικά ρεπορτάζ για τους μεταλλωρύχους της Χαλκιδικής θα τα ζήλευε κι η πρώιμη «Πράβδα»!) – και χυδαία, ενίοτε, στόχευση διάφορων «ενοχλητικών», όπως η Κωνσταντοπούλου, η Χριστοδουλοπούλου, ο Παρασκευόπουλος, ο Κατρούγκαλος. «Βρίσκουν και τα κάνουν», ωστόσο, εκμεταλλευόμενα τις εντελώς υπαρκτές αφορμές που τους δίνουν μια σειρά λάθη, ανακολουθίες και παλινδρομήσεις. Άλλωστε, ο πιο επίφοβος αντίπαλος της κυβέρνησης δεν είναι η απουσία «φίλιων» μέσων μεγάλης κλίμακας αλλά ακριβώς ο κακός, κάκιστος εαυτός της.
Όταν όμως αναιρείς και αυτοαναιρείσαι διαρκώς, όταν δίνεις την εντύπωση ότι ακόμα αυτοσχεδιάζεις, όταν αρχίζεις να χρησιμοποιείς ξύλινη γλώσσα μέχρι και στις καλόπιστες κριτικές, όταν αποδεικνύεσαι όχι μόνο ασυνεπής αλλά, χειρότερα, ανειλικρινής, ακυρώνεις όχι απλώς την αξιοπιστία αλλά και τον μόνο, ουσιαστικά, σύμμαχό σου, τη λαϊκή –όχι τη λαϊκίστικη– βούληση.
Από τη «μούγκα» της προέδρου της Βουλής για το επεισόδιο στο βενζινάδικο της Αιδηψού (αν έπαιξε πράγματι «μονταζιέρα», θα περιμέναμε έστω μια σχετική δήλωση, αν όχι μηνύσεις σαν αυτές που τουλάχιστον έκανε ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, απαντώντας στις κατηγορίες ότι έπαιρνε «ποσοστά» από δίκες, και από την «κόντρα» Χριστοδουλοπούλου-Πανούση (μακράν πιο αγαπημένου υπουργού των ΜΜΕ) για το μεταναστευτικό μέχρι τη δέσμευση-ρίσκο των αποθεματικών δημόσιων φορέων και ασφαλιστικών ταμείων εν όψει ελλιπούς ρευστότητας με την «επάρατη» μέθοδο της πράξης νομοθετικού περιεχομένου, οι αφορμές δεν λείπουν. Κι αντί η κυβέρνηση να αξιοποιεί το μοναδικό της όπλο, που είναι η ευρεία, ακόμη, λαϊκή συναίνεση, όχι μόνο διστάζει να προβεί σε ριζοσπαστικές επιλογές αλλά δείχνει να προσανατολίζεται σε συντηρητικότερες. Παράδειγμα η αχρείαστη, τη δεδομένη κιόλας στιγμή, επέμβαση στην κατειλημμένη πρυτανεία του ΕΚΠΑ και η ευθεία στήριξη Τσίπρα στις αστυνομολάγνες λογικές Πανούση (τις οποίες, ωστόσο, σιγοντάρουν και όσοι δυσκολεύονται πολύ να ζήσουν δίχως «μπάτσους», να τα λέμε κι αυτά). Εντάξει, υποτίθεται ότι ταυτόχρονα κάλεσε την ΕΛ.ΑΣ. να σέβεται δικαιώματα κι ελευθερίες, τους διάφορους... «Δαρείους» όμως τους ρώτησε; Παρά π.χ. την πληθωρική αστυνομική παρουσία στην πρεμιέρα της χρυσαυγίτικης δίκης στον Κορυδαλλό, ούτε οι τραμπουκισμοί σε μάρτυρες κατηγορίας-φίλους του Παύλου Φύσσα αποτράπηκαν, ούτε οι θύτες αναζητήθηκαν. Ή μήπως ενοχλήθηκε η εισαγγελία όταν το Πρώτο ναζι-Θέμα «κάρφωσε» τους μάρτυρες κατηγορίας;
Στο εξωτερικό «μέτωπο», με τους δανειστές να το «τερματίζουν», εμμένοντας μαφιόζικα σε αποτυχημένες συνταγές, και τη ρευστότητα επείγον ζητούμενο, η κυβέρνηση προσπαθεί να προσεταιριστεί άλλοτε τη μονίμως αναξιόπιστη Μόσχα (που, επιπλέον, καμία προκαταβολή για τον υποσχόμενο αγωγό δεν κατέβαλε, παρά τις εδώ διαβεβαιώσεις) κι άλλοτε την Ουάσινγκτον, που όμως ξαφνικά θυμήθηκε πόσο κινδυνεύει από τον κατά 90% παράλυτο Σάββα Ξηρό. Αντί, ωστόσο, να απειλείς ότι θα γεμίσεις την Ευρώπη... τζιχαντιστές σε περίπτωση μη συμφωνίας, καταπώς έκανε ο «σύντροφος» Πάνος, είναι σίγουρα προτιμότερο να πιέσεις για μια ριζική αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής στο μεταναστευτικό, να επενδύσεις στην απειλή «ελληνοποίησης» της ίσαμε χτες «σκληρής» Φινλανδίας και στη βαθιά ενόχληση ακόμα και των Γάλλων με τον ανοικονόμητο χερ Σόιμπλε, που έφτασε να χαρακτηρίσει «δυστυχία»(!) μια δημοκρατία χωρίς εκπτώσεις.
Θα πρέπει, το κυριότερο, να πείσεις «εχθρούς» αλλά και «φίλους» για τις δικές σου αγαθές προθέσεις, κάτι που η κυβέρνηση δεν έχει καταφέρει ούτε στο εσωτερικό: Καλά και «άγια» τα πρώτα νομοσχέδια για ανθρωπιστική κρίση, φυλακές, ΕΡΤ, προστασία πρώτης κατοικίας κ.λπ. Όταν όμως αναιρείς και αυτοαναιρείσαι διαρκώς, όταν δίνεις την εντύπωση ότι ακόμα αυτοσχεδιάζεις, όταν αρχίζεις να χρησιμοποιείς ξύλινη γλώσσα μέχρι και στις καλόπιστες κριτικές, όταν αποδεικνύεσαι όχι μόνο ασυνεπής αλλά, χειρότερα, ανειλικρινής, ακυρώνεις όχι απλώς την αξιοπιστία αλλά και τον μόνο, ουσιαστικά, σύμμαχό σου, τη λαϊκή –όχι τη λαϊκίστικη– βούληση. Μπορείς, φυσικά, να παραμείνεις στην εξουσία και δίχως αυτή, αλλά πώς και για πόσο; Εκτός κι αν αποφάσισες να επενδύσεις στις αξίες, προτεραιότητες και φοβίες του μέσου μικροαστού, καθώς κάνανε οι αποτυχημένοι σου προκάτοχοι. Αλλά, τότε, αγώνες, ελπίδες κι οράματα θα καταντήσουν «μια στοίβα σπασμένες εικόνες όπου χτυπάει ο ήλιος», ενώ εσύ ακόμα θα ρωτάς, αντάμα με τον ποιητή, πότε τελικά θ' ανθίσει «κείνο το λείψανο», η Έρημη τούτη Χώρα.
σχόλια