«Δεν το ονοματίζω τούτο το χαρτί διαθήκη για τον λόγο ότι δεν έχω τίποτα να διαθέσω. Ό,τι βιος είχα το έχω δώσει στο Κόμμα, στο Κόμμα στο ΚΚΕ, με τα γνωστά σύμβολά του, τη μαρξιστική - λενινιστική ιδεολογία του, το πρόγραμμά του και τις αρχές του. Πολιτικά, δεν έχω επίσης τίποτα να αφήσω. Ό,τι είχα το έδωσα με τη συγκεκριμένη δράση μου. Να αφήσω πολιτικές ορμήνιες δεν το θεωρώ σοβαρό. Θέλω να επιστρέψω και να ταφώ στον τόπο που γεννήθηκα, στο Παλιοζογλώπι, και συγκεκριμένα στον Αηλιά, για να 'χω αγνάντιο. Ο τάφος να είναι απλός, μόνο να φραχτεί για να μη με ξεχώσουν τα αγρίμια. Δεν θέλω λόγους και στεφάνια. Αυτά να εκφραστούν με βοήθεια στο Κόμμα. Σεπτέμβρης 1994. Γεια σας. Χαρίλαος Φλωράκης».
Θα αρκούσε να αντιπαραθέσει κάποιος τη «διαθήκη» του Χαρίλαου Φλωράκη, αυτό το περίφημο, ολιγόλογο, βαθιά πολιτικό και συγκλονιστικά προσωπικό κείμενο που το '94 συγκίνησε ακόμα και τους πολιτικούς «εχθρούς» του, ακόμα και όσους είχαν αμφισβητήσει ή θα αμφισβητούσαν την προσωπικότητα και το Κόμμα του. Να το αντιπαραθέσει πού; Μα, στον ανατριχιαστικό, επί της ουσίας αντι-αριστερό τρόπο σκέψης του νεαρού και προφανώς ανιστόρητου γραμματέα του Κ.Σ. της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ. Βέβαια, ο Ιάσων Σχινάς-Παπαδόπουλος είχε ένα βολικό και αρκετά «λαϊκίστικο» ατού στα χέρια του: ότι τις αποκαλύψεις για τον πρόσφατο διορισμό στο Δημόσιο του αδελφού του, της μητέρας και της φίλης του έκανε το διαρκώς αμφιλεγόμενων κινήτρων, και γι' αυτό εξαιρετικά ευάλωτο στην κατά καιρούς κριτική, «Πρώτο Θέμα». Έτσι, ο 28χρονος γραμματέας θεώρησε ενδεχομένως ότι η εισαγωγή της απάντησής του στην καταγγελία της εφημερίδας («Τους Ρουφιάνους δεν τους φοβηθήκαμε ποτέ. Κατάλαβες, Πρώτο Φλέμα;») θα ενεργοποιήσει τα αριστερά αντανακλαστικά έναντι της εφημερίδας που έχει υποπέσει κατά καιρούς σε ασυγχώρητα ατοπήματα. Και πράγματι, τα αριστερά αντανακλαστικά ενεργοποιήθηκαν. Όχι όμως όπως θα ευχόταν ο νεαρός. Αλλά όπως θα ευχόταν η Αριστερά σε μια σπάνια επίδειξη ομόνοιας και κοινής λογικής. Διότι, όπως αναμενόταν, η πιο αμείλικτη κριτική ήρθε εξ αριστερών.
Και τι δεν έκανε ο νεαρός; Δεν κατόρθωσε να εξηγήσει πώς μία τόσο κοινή και απολύτως αναγνωρίσιμη για την Αριστερά διαδρομή χρησιμεύει στην περίπτωση της δικής του οικογένειας ως πιστοποιητικό φρονημάτων διορισμού στο Δημόσιο.
Ο 28χρονος, με ένα θυμικό κάπως ανεξέλεγκτο και ίσως με την κεκτημένη και εν προκειμένω επιπόλαιη ταχύτητα της «θητείας» του τους τελευταίους μήνες στην επιχειρηματολογία του κόμματός του (το οποίο χρησιμοποιεί ως φάρμακο διά πάσαν νόσον και μαλακίαν το επιχείρημα της «μονταζιέρας», ακόμα κι όταν η κριτική είναι εμπεριστατωμένη και τεκμηριωμένη), έσπευσε να «μετοχοποιήσει» τους σεβαστούς προφανώς αγώνες της οικογένειάς του.
Τι έκανε, λοιπόν; Έγραψε ένα ιδιαιτέρως φορτισμένο αφήγημα, διαδρομή στα πρόσωπα και τους αγώνες μίας Αριστερής οικογένειας. Και, δυστυχώς, δεν τιθάσευσε ούτε στιγμή τον εαυτό του για να σκεφτεί πως ό,τι έγραψε ο ίδιος, στην πρώτη του τόσο σκληρή δημόσια έκθεση με τον νέο του ρόλο, δεν είναι καθόλου πρωτότυπο. Διότι εβδομήντα χρόνια από τον Εμφύλιο δεν υπάρχει ελληνική οικογένεια χωρίς ανάλογα τραύματα. Και εκατοντάδες είναι εκείνοι που έχουν συγγενική σχέση διαρκείας με τέτοιες βιωματικές ιστορίες αριστερού πρόσημου: παππούδες αγωνιστές, συγγενείς εκτελεσμένοι από τους Χίτες, λεπτομέρειες βίαιες και αιματοβαμμένες, ηρωικές επιλογές απλών και άγνωστων ανθρώπων, δάκρυα, αγώνες, βασανιστήρια, διαψεύσεις, οράματα, πορείες, ξύλο, δακρυγόνα, κρατητήρια, εξορίες, ξανά αγώνες, ξανά ξύλο, ξανά οράματα, ξανά διαψεύσεις...
Και τι δεν έκανε ο νεαρός; Δεν κατόρθωσε να εξηγήσει πώς μία τόσο κοινή και απολύτως αναγνωρίσιμη για την Αριστερά διαδρομή χρησιμεύει στην περίπτωση της δικής του οικογένειας ως πιστοποιητικό φρονημάτων διορισμού στο Δημόσιο. Και πώς να το κατορθώσει, δηλαδή; Είναι επιχείρημα πλήρους αποκατάστασης και βολέματος μια οικογενειακή μικρο-ιστορία ενταγμένη στο ανιδιοτελές και ηρωικό αριστερό έπος που έφτιαξαν κυρίως ανώνυμοι ιδεολόγοι και αγωνιστές; Σαφώς και δεν είναι. Όπως δεν είναι καν αριστερό επιχείρημα. Είναι ΠΑΣΟΚ. Κι έχει και ημερομηνία εκκίνησης. Το 1986 και την περίφημη ρήση του Ανδρέα Παπανδρέου για το «δωράκι» του τότε διευθύνοντος συμβούλου της ΔΕΗ. Διότι αυτή η φράση («είπαμε να κάνει ένα δωράκι στον εαυτό του, αλλά όχι και 500 εκατ.») ήταν η δημόσια και κυνική αποδοχή των κινήτρων και των προοπτικών που μπορεί να έχει η κομματική ταύτιση. Ο ασκός του Αιόλου, βεβαίως, είχε ήδη ανοίξει και πολύ αμφιβάλλω ότι έκλεισε ποτέ.
σχόλια