Σμαραγδένια νύχτα

Σμαραγδένια νύχτα Facebook Twitter
2

 

Σμαραγδένια νύχτα Facebook Twitter

Σάββατο βράδυ, μεγάλη παρέα, μαζευόμαστε σπίτι μιας φίλης μετά το μεθύσι για να ποιούμε ένα τελευταίο. Η ώρα 5. Άλλοι πεσμένοι στο πάτωμα με μαξιλάρια αγκαλιά, άλλοι στο ψυγείο να τρώνε σκέτο ζαμπόν, άλλοι στο μπάνιο αγκαλιά με τη λεκάνη. Και εγώ.. εγώ ξεραμένος στην άκρη του κρεβατιού. Στην άλλη η Σ. Και οι δύο πιωμένοι. Πιάνουμε κουβέντα, γελάμε, πειραζόμαστε. Πέφτω πάνω της "για πλάκα". Τα πρόσωπα μας έρχονται κοντά. Όλα παγώνουν.

—Να σου δώσω ένα φιλί;

 Όχι, μου λέει, με δισταγμό αλλά ταυτόχρονα και με μια δόση γλύκας. Μα μέσα σε αυτό το όχι κρύβονται όλα τα ναι του κόσμου. Το βλέπω στα μάτια της. Και μέσα σε αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα σκεφτόμαστε τα πάντα, σκεφτόμαστε τους φίλους που αράζουν στο δίπλα δωμάτιο και μας περιμένουν να σηκωθούμε για να "σπάσουμε". Σκεφτόμαστε τον/την πρώην, σκεφτόμαστε πως είμαστε λιώμα και πως ίσως αύριο το πρωί το μετανιώσουμε. Μα τι σημασία έχουν όλα αυτά τώρα; Τώρα δε πρέπει να σκεφτόμαστε τίποτα. Είναι εκείνα τα δευτερόλεπτα που το μυαλό πατάει το off, και η καρδιά σου λέει «φίλα την ρε!». Και φιλιόμαστε. Και ότι ακολουθεί είναι τόσο όμορφο, διότι απλά έχουμε πατήσει off σε όλα. Ακούμε φίλους να έρχονται, πεταγώμαστε στις δύο άκρες του κρεβατιού και κάνουμε πως κοιμόμαστε.

—Ξυπνήστε ρεε! Πάει 6 η ώρα! Πάμε σπίτια μας!.

—Άλλο λίγο και θα σηκωθούμε. 

 Η πόρτα κλείνει. Μαύρο σκοτάδι, αλλά τα μάτια μας μπορούνε και κοιτάζονται. Σκεφτόμαστε το ίδιο πράγμα. Το νιώθω. Και οι δύο το νιώθουμε. Ερχόμαστε κοντά. Φιλιόμαστε ξανά, αγκαλιαζόμαστε. Η πόρτα έχει ανοιγοκλείσει πολλές φορές από τότε, κανείς μας όμως δεν έχει δώσει σημασία, ούτε καν τα παιδιά. Σταματάμε. Η καρδιά της χτυπάει σαν τρελή. Της αρέσει να της χαϊδεύω τα μαλλιά, την ηρεμεί. Πέφτει στο στήθος μου και αποκοιμιέται. Και κάθε φορά που ανοίγει η πόρτα κάνω κι εγώ πως κοιμάμαι γιατί δε θέλω σε κανέναν να μιλήσω. Δε θέλω να χαλάσει αυτό που ζω. Είναι ακόμα όλα στο off, και είναι όλα τόσο ήρεμα.

—Πάμε; Την κοιτάζω..

—Πάμε.. της λέω, και της δίνω ένα φιλί. Και μετά δε μιλάει κανείς. Και τότε αρχίζουν οι σκέψεις. Ανοίγουμε την πόρτα. "Άντε ρε σεις! Πάμε, αργήσαμε!" λένε τα παιδιά. Όλοι κάνουμε τους ανήξερους. Ακόμα και η Σ. Μα όλοι.  Εξάλλου, έτσι δε γίνετε κάθε φορά; Άσχημο όμως αυτό. Πολύ. Μπαίνουμε στο ταξί. Κανείς δε μιλάει. Υποτίθεται πως όλοι κοιμόμαστε. Κανείς όμως δε κοιμάται. Όλοι κάτι σκεφτόμαστε. Πώς να μην σκέφτεσαι εξάλλου νύχτες σαν κι αυτές; Όλοι έχουμε κάτι να θυμηθούμε. Πρώην, νυν, τι έγινε πριν μισή ώρα, αυτόν/αυτήν που κοιταζόμασταν στο μπαράκι, τι θα φάμε, πώς θα ξυπνήσουμε αύριο να πάμε σχολή. Είναι περίεργες εκείνες οι πρωινές ώρες, πολλά περνάνε από το κεφάλι σου.

Φτάνω σπίτι. Ούτε σκέψη να βγάλω τα ρούχα. Ξερός στο κρεβάτι. Κάποιες τελευταίες σκέψεις μέχρι να με πάρει ο ύπνος. Η μυρωδιά της στο πουκάμισο μου. Η γεύση της στο στόμα μου. Είναι η ώρα που είσαι κάπου ενδιάμεσα στο on και στο off. Αποφασίζω να κοιμηθώ.

Δύσκολο πρωινό το επόμενο. Κλασικός πονοκέφαλος. Φτιάχνω καφέ. Ανοίγω laptop. Μπαίνω fb. Ειδοποιήσεις από χθεσινές φωτογραφίες που δε θυμάμαι να έχουν τραβηχτεί. Μηνύματα από φίλους που έστησα στο μπαρ γιατί έφυγα βιαστικά. Μηνύματα από τους υπόλοιπους κουτσομπόληδες που ήταν εκεί μαζί εχτές. Πάω προς τα κάτω ψάχνοντας μηνύματα από την Σ. Τίποτα. Κοιτάζω το κινητό. Τίποτα και εκεί. Πλέον είναι όλα στο on.

Το παίρνω απόφαση. Θα μείνουμε φίλοι όπως ήμασταν. Σαν να μην έγινε πότε τίποτα. Εξάλλου, έτσι δε γίνετε κάθε φορά; Γίνονται όλα σε ένα βράδυ. Γεννιούνται έρωτες, όνειρα, ελπίδες, και το επόμενο πρωί τίποτα δεν ισχύει. Άσχημο αυτό. Πολύ. Ντύνομαι και ξεκινάω για τη σχολή. Και δεν ξέρω τι θα γίνει αν την δω. Θα κοιταχτούμε; Θα μιλήσουμε; Ή θα κάνουμε σαν δύο άγνωστοι;

2

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

2 σχόλια