Η αλληλογραφία μου με τη Melanie, τη γυναίκα που τραγούδησε πρώτη στο Woodstock

Η αλληλογραφία μου με τη Melanie, τη γυναίκα που τραγούδησε πρώτη στο Woodstock Facebook Twitter
2

Ήταν Παρασκευή, Δεκαπενταύγουστος του κοσμογονικού έτους 1969, δέκα λεπτά πριν από τις 11 το βράδυ, όταν στη σκηνή του Γούντστοκ διαδέχτηκε τον μεγάλο Ravi Shankar μια νεαρή κοπέλα με μια κιθάρα και ιδιαίτερη φωνή. Το όνομά της Melanie Safka ή σκέτο Melanie, 22 ετών τότε, κόρη ενός Ουκρανού μετανάστη στις ΗΠΑ και μιας τραγουδίστριας της τζαζ με ιταλικές ρίζες.

Η Melanie είχε πάει στο φεστιβάλ του Γούντστοκ μαζί με τη μητέρα της, που τη συνόδευε παντού άλλωστε. Χώρισαν μόνο όταν ένα ελικόπτερο την πήρε για να τη μεταφέρει στον συναυλιακό χώρο, καθώς το πεδίο ήταν απροσπέλαστο από τα πλήθη των ανθρώπων ‒ μέχρι σήμερα το «καταγεγραμμένο» κοινό του φεστιβάλ του Γούντστοκ ανέρχεται στις 500.000!

Είχε προηγηθεί μια μεγάλη νεροποντή στις 10 που ανάγκασε τον Ravi Shankar να παίξει με δυσφορία και τους διοργανωτές να ψάχνουν για τον επόμενο περφόρμερ, μια και τα μεγάλα ονόματα δύσκολα θα εμφανίζονταν υπό τέτοιες συνθήκες.

Η Melanie ήταν μάλλον η εύκολη λύση: πριν από λίγους μήνες είχε κυκλοφορήσει το πρώτο της άλμπουμ στα πρότυπα της ακουστικής folk μπαλάντας, διασκευάζοντας εξαιρετικά το «Mr. Tambourine man» του Bob Dylan, ενώ ανήκε στο δυναμικό της Buddha Records, ενός νεοσύστατου σχετικά αμερικανικού δισκογραφικού label.

Όταν η Melanie προσπέρασε βρεγμένα καλώδια και λάσπες για να πάρει τη θέση της στο stage, τα έχασε με το μέγεθος του κοινού που απλωνόταν μπροστά της διψασμένο για μουσική. Δεν ήταν εύκολο πράγμα να πέσει κατευθείαν στα βαθιά!

Ξεκίνησε να τραγουδάει το «Lay down (candles in the rain)», όταν συνέβη κάτι μαγικό: κεριά (candles) μπορεί να μην υπήρχαν, άρχισαν όμως να ανάβουν σπίρτα και αναπτήρες και η νύχτα να φωτίζεται! Το στοίχημα έμοιαζε να έχει κερδηθεί εξαρχής! Οι δεκάδες χιλιάδες χίπις αφέθηκαν στις εύθραυστες ερμηνείες της σε τραγούδια απόλυτα ταυτισμένα με τα ιδεώδη τους ‒ το «Momma Momma», το «Beautiful people» και το «Birthday of the sun» είναι κομμάτια που επίσης καταγράφηκαν στις δισκογραφημένες εκδόσεις από το φεστιβάλ τις δεκαετίες που ακολούθησαν.

Διότι η Melanie μπορεί να μη συμπεριλήφθηκε στο τρίωρο ντοκιμαντέρ ‒άρα δεν έφτασε και η εικόνα της στα πέρατα του κόσμου‒, σύντομα όμως κατάφερε να πάρει τη δική της σημαντική θέση ανάμεσα στις γυναίκες folk τροβαδούρους των ’60s, σαν την Καναδέζα Joni Mitchell, την Αγγλίδα Sandy Denny και τις Αμερικανίδες Judy Collins και Joan Baez ‒ η τελευταία μαζί με τη Melanie και τον Arlo Guthrie, τον γιο του θρυλικού Woody, ήταν οι τρεις folk καλλιτέχνες που έκλεισαν την πρώτη μέρα του φεστιβάλ, παίζοντας μέχρι τα ξημερώματα της επομένης, δηλαδή του Σαββάτου 16 Αυγούστου 1969.

Η αλληλογραφία μου με τη Melanie, τη γυναίκα που τραγούδησε πρώτη στο Woodstock Facebook Twitter
Melanie Safka
Η αλληλογραφία μου με τη Melanie, τη γυναίκα που τραγούδησε πρώτη στο Woodstock Facebook Twitter

Ξεκίνησε να τραγουδάει το «Lay down (candles in the rain)», όταν συνέβη κάτι μαγικό: κεριά (candles) μπορεί να μην υπήρχαν, άρχισαν όμως να ανάβουν σπίρτα και αναπτήρες και η νύχτα να φωτίζεται! Το στοίχημα έμοιαζε να έχει κερδηθεί εξαρχής! Οι δεκάδες χιλιάδες χίπις αφέθηκαν στις εύθραυστες ερμηνείες της σε τραγούδια απόλυτα ταυτισμένα με τα ιδεώδη τους.

Αυτό είναι, κατά πρώτον, ένα εν συντομία ιστορικό της συμμετοχής της τραγουδοποιού Melanie στο πιο διάσημο ροκ φεστιβάλ που έγινε ποτέ. Τη Melanie, λοιπόν, την «κουβαλούσα» μέσα μου πολλά-πολλά χρόνια, μαζεύοντας τα βινύλιά της συνήθως από το Μοναστηράκι και καμιά φορά από το εξωτερικό. Την «ξαναβρήκα» σε μία επίσκεψή μου στο σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι το 2008!

Συγκεκριμένα, είχα την τύχη να διαβάσω μια επιστολή του Χατζιδάκι από τις ΗΠΑ, το 1971, προς τον σκηνοθέτη Δημήτρη Βερνίκο. Στην επιστολή αυτή ο Χατζιδάκις διηγούνταν το εξής καταπληκτικό περιστατικό: είχε πάει σε μια συναυλία της Melanie, κάπου στη Νέα Υόρκη. Τον εντυπωσίασαν μονομιάς οι νέοι που ανέβαιναν τον λόφο με κεριά στα χέρια και η όλη κατάσταση που παρέπεμπε σε θρησκευτική τελετή. Απόλυτα αξιόπιστη η μαρτυρία του Έλληνα συνθέτη, αν υποτεθεί πως τα κεριά είχαν γίνει πλέον κάτι σαν φετίχ των χίπις αναφορικά με το τραγούδι «Lay down (candles in the rain)» της Melanie!

Η συναυλία ξεκίνησε και ο Χατζιδάκις παρακολουθούσε αποσβολωμένος τη Melanie να αποδίδει το υλικό της. Σε κάποια φάση, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν κρατήθηκε κι έκανε αυτό που έλεγε η καρδιά του: πλησίασε το stage και ξάπλωσε φαρδύς-πλατύς στα πόδια της, μένοντας εκεί με κλειστά μάτια μέχρι το τέλος του προγράμματος και δίχως κανείς να τον εμποδίσει, ούτε φυσικά η Melanie, που φαινόταν σαν να έδινε τη συναυλία για πάρτη του εκείνη την ώρα!

Η ανάγνωση της επιστολής του Χατζιδάκι μ’ αυτό το event από τα χρόνια του στην Αμερική με έκανε να αναζητώ μια συνέντευξη τη Melanie την τελευταία δεκαετία. Τη γούσταρα που τη γούσταρα δηλαδή, ένας λόγος παραπάνω αν ο Μάνος Χατζιδάκις είχε υποκλιθεί και ο ίδιος στην υψηλού επιπέδου τραγουδοποιία της. Αρχές του 2015 έστειλα μήνυμα στο official site της και ο διαχειριστής από την Ολλανδία με ενημέρωσε πως η Melanie παίρνει όλα τα μηνύματα και συνήθως απαντάει. Μου ευχήθηκε καλή τύχη.

Πραγματικά, στα μέσα εκείνης της χρονιάς, μερικούς μήνες αργότερα, έλαβα το πρώτο e-mail από την αγαπημένη τραγουδοποιό. Δεν επρόκειτο για ένα ξερό μήνυμά της εν είδει απάντησης αλλά για μια κανονική επιστολή της. Ενθουσιάστηκα! Το ίδιο λαλίστατη αποδείχτηκε η Melanie και στις επόμενες επιστολές της, συνολικά δεκαπέντε, που μου έστελνε μέχρι και πριν από έναν μήνα, στις 23 Ιουλίου.

Σε μια δική μου επιστολή την είχα ενημερώσει πως έχουμε κι εμείς τη δικιά μας Melanie, τη Λήδα Χαλκιαδάκη των Λήδα - Σπύρος, στέλνοντάς της μάλιστα δύο εξώφυλλα ‒ πόσο έμοιαζαν μεταξύ τους! Αποφάσισα κάπως αυθαίρετα να ανοίξω αυτή την ενδιαφέρουσα αλληλογραφία με αφορμή τη φετινή 48η επέτειο από το φεστιβάλ του Γούντστοκ.

Ό,τι θα διαβάσετε περιέχει ερωτήσεις μου που γράφτηκαν τώρα για να βάλουν σε μια τάξη τις ιστορίες της και τη ροή του λόγου της, καθώς κάθε φορά η ίδια έβαζε κι ένα διαφορετικό θέμα στην επικοινωνία μας. Προσπάθησα να βρω το προσωπικό τηλέφωνο της Melanie μέσω του φίλου της, του Αμερικανού συγγραφέα και μουσικογράφου Steven Jay Griffel, θέλοντας να την ενημερώσω γι’ αυτήν τη μορφή που θα πάρουν οι συζητήσεις μας στο LIFO.gr, μα δεν τα κατάφερα.

Ούτως ή άλλως, η Melanie, καθ’ όλη τη διάρκεια του Αυγούστου, βρίσκεται on the road για συναυλίες, επομένως ελάχιστο χρόνο θα διέθετε για να δώσει ακόμη μία συνέντευξη για το Γούντστοκ. Με την ελπίδα ή, μάλλον, με τη σιγουριά ότι θα της αρέσει το αποτέλεσμα, σας παραδίδω τον λόγο μιας ξένης καλλιτέχνιδας που φαίνεται να μην παρεκκλίνει καθόλου από τα πασιφιστικά χίπικα ιδεώδη της νιότης της. Love (η λέξη με την οποία πάντα κλείνει τις επιστολές της)!

 

—Τον περασμένο Φεβρουάριο γίνατε 70 ετών. Τι νιώθετε, άραγε, βλέποντας τον εαυτό σας στα 22 και στα 23 σας ως παιδί των λουλουδιών;

Να σας πω την αλήθεια, δεν μου άρεσε ποτέ η μύτη μου. Όταν ήμουν 19 έβλεπα τη μύτη μου και ήθελα να τη μαζέψω. Το 1968, το ’69 και στα ’70s έζησα τελικά μ’ αυτήν τη μύτη. Μετά, παραήμουν πολυάσχολη για να το σκέφτομαι. Ήταν σα να ’χεις ένα παλιό αυτοκίνητο που στην αρχή δεν το γουστάρεις, μα που το συνηθίζεις, αφού σε πάει όπου θες. Άλλοι στη θέση μου πιθανώς να άλλαζαν τη μύτη τους, όπως πολλοί κάνουν σήμερα. Υπήρχαν χιλιάδες άλλα πράγματα που ήθελα να αλλάξω κι έτσι πήγαινα όπου με οδηγούσαν οι ανάγκες μου. Για να σας πάω στο σήμερα, στις 2 Αυγούστου θα δώσω μια συναυλία στο «Poisson Rouge» και μια εξαιρετική καρτουνίστρια, η Sara Lautman, έφτιαξε τις αφίσες και τα φλάιερ. Όταν είδα τα σχέδια, σκέφτηκα: «Πού πήγε η μύτη μου;». Μετά είπα «αρκετά!». Και τώρα χαίρομαι που κράτησα τελικά εκείνο το «παλιό αυτοκίνητο»! 

—Υπήρξατε η πρώτη που γράψατε vegan τραγούδι διαμαρτυρίας, το περίφημο «I don’t eat animals» του 1970. Ποιο ζώο αγαπάτε περισσότερο και γιατί;

Όταν η Mushu με κοιτάει στα μάτια, ξέρω ότι ξέρει και μιλάμε με τον τρόπο που μόνο οι άνθρωποι και οι γάτες μπορούν. Μάλιστα, είναι πιο καλή σ’ αυτό απ’ ό,τι εγώ. Δεν εισπράττω αγάπη από την πλευρά της και αυτό μπορεί ν’ ακούγεται κάπως, αλλά πιστεύω ότι τα πάντα είναι είδη άλλων ειδών που εμπεριέχουν την αγάπη ή τη συγγένεια, λόγου χάριν. H Mushu ήταν αγριόγατα κι αυτό που είχαμε ζέσταινε τις καρδιές μας. Δυσκολευόμουν ακόμη και να βάλω το δηλητήριο στους ώμους της για να σκοτώσω τους ψύλλους, διότι, ξέρετε, είχαμε γεμίσει ψύλλους κάποτε.

Είχαμε μιαν άλλη γάτα, την Duvel, που την είχαμε αφήσει μόνη στο σπίτι, επειδή ήμασταν σε περιοδεία. Ένας γείτονας πήγαινε και τη φρόντιζε. Γυρίσαμε σπίτι στις τέσσερις το πρωί, εγώ, o Beau Jarred (σ.σ. ο γιος της Melanie) και οι βαλίτσες μας. Ήμασταν πτώματα. Παρατήρησα περίεργη συμπεριφορά στην Duval, είχε «κοσμήσει» όλες τις γλάστρες με τις «δουλειές» της. Η άμμος της ήταν απείραχτη! Μετά άκουσα να γίνεται χαμός επάνω, στο δωμάτιο του Beau Jarred. Ξάπλωσε στο κρεβάτι του και άρχισαν να του επιτίθενται ψύλλοι από παντού και να τον τσιμπάνε στα πόδια. Welcome home! Για μια εβδομάδα τινάζαμε χαλιά και καθαρίζαμε τα πάντα, έλεγα πως θα πεθαίναμε από βουβωνική πανώλη!

Μου εξήγησαν πως ο μόνος τρόπος για να γλιτώνουμε κάθε φορά που ο καιρός καλυτερεύει και οι γάτες βγαίνουν έξω είναι αυτό το δηλητήριο που βάζεις στους ώμους τους για να πεθαίνουν όποια ζωύφια τις πλησιάζουν. Καλύτερα, βέβαια, να τους δίνεις από το στόμα λίγο ξίδι από μηλίτη, όπως στα σκυλιά.

Η Mushu τώρα ζει ελεύθερη μέσα κι έξω ‒ καλύτερα από το να μην έχεις καθόλου τη συντροφιά μιας γάτας. Ανήκουμε η μία στην άλλη, αν κι εγώ τη σκέφτομαι πιο πολύ απ’ ό,τι εκείνη εμένα. Με γοητεύει, να ένα ακόμα στοιχείο της αγάπης. Γάτες, λοιπόν! Αυτό είναι το πιο αγαπημένο μου ζώο και οι άνθρωποι πρέπει να τις αγαπήσουν. Μου είπατε ότι κι εσείς έχετε γάτες, θα ήθελα να μου στείλετε φωτογραφίες τους. 

Η αλληλογραφία μου με τη Melanie, τη γυναίκα που τραγούδησε πρώτη στο Woodstock Facebook Twitter
Η προσέλευση των θεατών αναμενόταν στις 60.000, ωστόσο στο χώρο παρευρέθηκαν περίπου 500.000 άνθρωποι, οι περισσότεροι εκ των οποίων ανήκαν στο κίνημα των χίπις.

—Αγαπητή Melanie, γιατί οι άλλοι πιστεύουν σ’ εμάς κι εμείς δεν πιστεύουμε ούτε στον εαυτό μας;

Επειδή ζούμε τη ζωή μας μέσα από την εμπειρία των αποτυχιών και των απογοητεύσεών μας. Τις εσωτερικεύουμε. Φυσικό είναι κάθε νέα αποτυχία να μοιάζει μεγαλύτερη από την προηγούμενη. Οι άλλοι δεν έχουν το παρελθόν μας ούτε την ίδια πορεία ζωής μ’ εμάς, βλέποντας τελικά αυτό που είμαστε, ένα υπέρλαμπρο άστρο. 

—Δώστε μου έναν ορισμό για τη ζωή βάσει των θρησκειολογικών σας αναζητήσεων.

Υπολογίστε καλύτερα τι είναι η ζωή. Όταν έχεις ένα σώμα κι ένα πνεύμα και όλες τις πιθανές εκδοχές συνεργασίας τους, τα πράγματα δεν είναι πάντα εύκολα. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι 55 ή 60 ετών και θεωρούν τον εαυτό τους γέρο, ενώ εγώ τους θυμάμαι στα ’60s να είναι μια δεκαετία μικρότεροί μου, παιδιά, να κάθονται κάτω για ν’ ακούσουν από μένα το «Peace will come». Να το πιστεύουν και να ονειρεύονται, γεμάτοι προσδοκίες, δίχως να ξέρουν πού πηγαίνουν. 

—Ο χρόνος πού σας οδηγεί;

Ο χρόνος και η ηλικία μου με συμφιλίωσαν με πράγματα που αγνοούσα και που ποτέ δεν θα έβλεπα διαφορετικά. «Θα είμαι η μόνη που θα χτυπήσω το σύστημα και θα ζήσω για να μιλήσω γι’ αυτό» ‒ λόγια μιας γριάς γυναίκας! «Μοιάζω με γυναίκα με παρελθόν;», ρώτησα κάποτε και μου απάντησαν, «όχι, Melanie, δεν έχεις αλλάξει καθόλου, μοιάζεις ίδια ακριβώς». Δεν μου αρέσει να απογοητεύω τους ανθρώπους και χαίρομαι που βλέπουν σ’ εμένα αυτό που θέλουν να δουν. Έτσι, γίνομαι η περσόνα της Melanie σαν από μαγικό τρικ και, πιστέψτε με, όλο αυτό οφείλεται στις καλύτερες των προθέσεών μου.

—Υπήρξατε παντρεμένη με τον μουσικό παραγωγό Peter Schekeryk από το 1970 μέχρι και τον θάνατό του, το 2010. Φτιάξατε μια μεγάλη οικογένεια με τρία παιδιά, συνθήκη μάλλον σπάνια από την άποψη της ισορροπίας για μία καλλιτέχνιδα του Γούντστοκ.

Καταλαβαίνω τι λέτε, αλλά μας ένωσε μάλλον η τέχνη της μουσικής οικογενειακώς. Νοσταλγώ τις μέρες εκείνες που δίναμε καμιά φορά παραστάσεις όλοι μαζί, όταν τα παιδιά ήταν μικρά. Ο Beau Jarred δεν έχει πάψει να με εκπλήσσει και να με εμπνέει. Η Jeordie είναι το μικροσκοπικό θηρίο μου, το ξωτικό μου, που ζει στην Αριζόνα και φτιάχνει τα τραγούδια της τις νύχτες. Αν σας αρέσω εγώ, θα σας αρέσει κι εκείνη! Η Leilah ζει στο Νάσβιλ, ασχολείται με την οικογένεια, την καριέρα, τα τραγούδια της και τα βιβλία της ‒ είναι συγγραφέας παιδικών έργων. Σίγουρα, κάτι θα κάνουμε πάλι όλοι μαζί.

Η αλληλογραφία μου με τη Melanie, τη γυναίκα που τραγούδησε πρώτη στο Woodstock Facebook Twitter
Η αλληλογραφία μου με τη Melanie, τη γυναίκα που τραγούδησε πρώτη στο Woodstock Facebook Twitter
Η αλληλογραφία μου με τη Melanie, τη γυναίκα που τραγούδησε πρώτη στο Woodstock Facebook Twitter
Η αλληλογραφία μου με τη Melanie, τη γυναίκα που τραγούδησε πρώτη στο Woodstock Facebook Twitter

 

—Σας αρέσει να εισπράττετε την αγάπη των φαν σας;

Υπάρχουν τόσες στιγμές με τους φαν που χρωματίζουν την καρδιά μου και διατηρούν αναλλοίωτο τον χρόνο και την ποιότητά του. Από την πρώτη στιγμή που θεατές ήθελαν να με δουν αμέσως μετά από μία παράστασή μου ‒μιλάω για τότε που είχα τον χρόνο με το μέρος μου‒ δημιουργήθηκαν ιστορίες, οι οποίες σήμερα είναι απλώς μνήμες. Να, λοιπόν, πώς σήμερα δεν έχω τον χρόνο αλλά την Ιστορία με το μέρος μου!

Η τελευταία συνάντηση με φαν μου ήταν με ένα κοριτσάκι, την Allison, που πάσχει από σύνδρομο Down. Ήρθε και μου τραγούδησε σαν δώρο ένα τραγούδι μου και πιστεύω ότι δεν έχω εισπράξει ποτέ άλλοτε τέτοιο μήνυμα από την τέχνη που ασκώ εδώ και πενήντα χρόνια. Αισθάνομαι βαθύτατο σεβασμό για όλες τις επαφές που έκανα με ανθρώπους μέσω της μουσικής.

—Ποιο τραγούδι σας θα ξεχωρίζατε;

Δύσκολη, πολύ δύσκολη ερώτηση αυτή, χωρίς μία και μοναδική απάντηση! Το πρώτο τραγούδι που μου έρχεται τώρα στο μυαλό είναι το «Crazy Love» που γράψαμε μαζί με τον γιο μου, τον Beau Jarred. Είναι αυτό που βλέπω να το τραγουδούν πολλοί διαφορετικοί άνθρωποι ερήμην μας. Μετά ακολουθεί το «Brand new key», αγαπημένο τραγούδι για αμέτρητους λόγους, που επίσης σήμαινε κάποτε πολλά για τους άλλους. Έπειτα, το «Lay down (candles in the rain)»! Και, φυσικά, το «I tried to die young», έτσι, σαν μια δικαιολογία για όλους όσοι αποφασίσαμε να επιβιώσουμε. 

—Θυμάστε έναν ευτραφή κύριο να έχει ξαπλώσει κάποτε στα πόδια σας ενόσω τραγουδούσατε; Επρόκειτο για τον βραβευμένο με Όσκαρ Έλληνα συνθέτη Μάνο Χατζιδάκι. Δεν ζει πια.

Όχι, λυπάμαι. Το παράξενο θα ήταν να το θυμόμουν. Εκείνη την εποχή, ξέρετε, το κοινό προέβαινε σε ακραίες αντιδράσεις. Τα πάντα επιτρέπονταν κατά έναν τρόπο. Μπορούσες να γίνεις μάρτυρας περιστατικών αγάπης, αλλά και βίας, με ή χωρίς τη συμμετοχή σου. Ωστόσο, κάθε φορά που τραγουδούσα το «Lay down (candles in the rain)» οι άνθρωποι ξάπλωναν κατάχαμα με αναμμένα κεριά, έκαναν έρωτα και όχι πόλεμο, ακούγοντας όλους εμάς που τους τραγουδούσαμε.

—Θα ήθελα να μου πείτε πόσο εξοικειωμένη είστε με τις νέες τεχνολογίες. Είναι άλλο να γράφεις με μια κιθάρα ή με την μπάντα σου και άλλο με τα σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα. Συμφωνείτε;

Νιώθω απέραντη ευγνωμοσύνη που μεγάλωσα με τα τραγούδια των Cole Porter, Gershwin, Lerner & Loewe, τραγούδια με μελωδία και αληθινά λόγια, που μου φαίνονταν cheesy στην εφηβεία μου, σήμερα όμως αισθάνομαι την ανάγκη να τους αποτίσω τον δικό μου φόρο τιμής.

Η αλληλογραφία μου με τη Melanie, τη γυναίκα που τραγούδησε πρώτη στο Woodstock Facebook Twitter
Woodstock

—Δεν είστε η μόνη. Ο Bob Dylan και ο Paul McCartney, καλλιτέχνες της «σειράς» σας, όλο αυτό κάνουν τελευταία.

Σήμερα αποτίνεις φόρο τιμής σε «προγράμματα» όπως τα «Garage Band» και «Maximo». Το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να πατάς ένα κουμπί. Ή ένα κλειδί στο keyboard που σου παίζει ολόκληρη ορχήστρα. Και φυσικά να φτιάχνεις tracks για να γίνουν στη συνέχεια αυτό που λέμε «hit records»! Αυτό που δεν μπορεί να κάνει το κομπιούτερ είναι να φτιάξει μια μελωδία ή έναν στίχο που θα επιτρέπει το βαθύ κοίταγμα σε ένα άλλο σύμπαν. Υπό αυτή την έννοια, ακόμα έχω δουλειά να κάνω.

—Είστε καλλιτέχνιδα υπεράνω εποχών εσείς. Ποια εποχή του χρόνου σάς ενδιαφέρει περισσότερο;

Όταν βρισκόμουν στην Καλιφόρνια, ο καλοκαιρινός καύσωνας συνεχιζόταν μέχρι και τον Σεπτέμβρη, ακόμα και τον Οκτώβρη θα έλεγα. Μου έλειψε το φθινόπωρο μέσα στον χρόνο αλλά και στην καρδιά μου. Κάποιοι από την οικογένειά μου είναι μακριά. Κάποιοι εδώ. Και κάποιοι έχουν «φύγει».

Πέρσι τα Χριστούγεννα πήγα στην Αριζόνα κι έκατσα στο ίδιο μέρος αφότου ο Peter (σ.σ. ο σύζυγος της Melanie) μας άφησε. Το διασκέδασα με το να περιποιούμαι τα δέντρα και να γράφω. Η Jeordie, η κόρη μου, μου έφερνε κεράκια και γλυκά. Το τραπέζι ήταν στρωμένο με όλα τα καλά. Εμένα όμως με έτρωγε το εξής: Ποιος θα έρθει; Ποιος θα είναι εδώ; Ποιος θα κάτσει γύρω απ’ το τραπέζι και ποιος θα λείπει; Και το μεγάλο ερώτημα: θα περάσουν ειρηνικά τα Χριστούγεννα για όλους;

—Δίνετε ιδιαίτερη σημασία, βλέπω, στο πνεύμα των Χριστουγέννων, κάτι με το οποίο δεν έχει ιδιαίτερη σχέση η δική μου ελληνική κουλτούρα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν σας καταλαβαίνω.

Εμένα αυτή η όμορφη μελαγχολία τους με πιάνει απ’ την καρδιά ως το λαρύγγι για να καταλήξει σε δάκρυα στα μάτια μου. Και, νομίζω, ναι, αυτή είναι η δική μου χριστουγεννιάτικη στιγμή, όταν πέρσι τραγούδησα χριστουγεννιάτικα τραγούδια στο Valley Bar στο Φοίνιξ. Αν ήσασταν εκεί, θα ανακαλύπτατε και τα δικά σας τραγούδια. 

—Κλείνοντας, ας μιλήσουμε για το φεστιβάλ του Γούντστοκ. Μείνατε καθ’ όλη τη διάρκεια του τριημέρου ή σας πήρε η μάνα σας και φύγατε το Σάββατο;

Το Γούντστοκ είναι μια ιστορία που καλό θα ήταν να μείνει ανείπωτη. Η μητέρα μου έχει πεθάνει, δεν έχω καμία ανάμνηση. Δεν είμαι σε θέση να περιγράψω τα γεγονότα που ακολούθησαν αμέσως μετά, μιλάω ειλικρινά. Έκανα μάλλον μια γρήγορη έξοδο από το φεστιβάλ, με τον φόβο ότι θα χανόταν όλη αυτή η εμπειρία, όλο αυτό που βίωσα, αν έμενα παραπάνω. Οι άλλοι τώρα θυμούνται λεπτομέρειες που εγώ δεν θυμάμαι. Η θεία μου, η Jeannie, ισχυρίζεται ότι ήταν εκεί, η αδερφή μου επίσης. Σαφώς και ήξερα ότι η μητέρα μου με είχε πάει εκεί, το μόνο σίγουρο όμως είναι ότι φύγαμε γρήγορα από το Γούντστοκ, και όχι με ελικόπτερο! 

 

 

—Θυμάστε με ποια κιθάρα παίξατε στο Γούντστοκ;

Όταν έγινα 16 ετών ο πατέρας μου μού χάρισε μια Goya. Όταν υπέγραψα με την Columbia Records και πήγα στη Νέα Υόρκη, στο εργοστάσιο της Goya μου έδειξαν όλες τις λεπτομέρειες κατασκευής της κιθάρας. Με είχαν ρωτήσει κιόλας αν ενέκρινα τις κιθάρες τους! Τους απάντησα «ναι» και μου χάρισαν μία με νάιλον χορδές. Στο Γούντστοκ, όμως, είχα παίξει μ’ εκείνη την πρώτη κιθάρα που μου είχε χαρίσει ο πατέρας μου. 

—Πίσω από τα τραγούδια υπάρχει και μια ιστορία. Είναι γνωστό πως το «Lay down (candles in the rain)» το γράψατε επηρεασμένη από τον Ινδό Meher Baba, κάτι σαν θρησκευτικό ηγέτη των «παιδιών των λουλουδιών» που πέθανε το ’69, τη χρονιά του Γούντστοκ. Εγώ θέλω να σας ρωτήσω για ένα άλλο τραγούδι, το «Johnny Βoy». Ήταν πραγματικό πρόσωπο;

Αν και με φέρνετε ελαφρώς σε αμηχανία, η απάντηση είναι «ναι», υπήρχε ένα αγόρι που το έλεγαν Johnny και ήταν ο φίλος μου ‒ πλατωνικά. Γυρνάγαμε μαζί τα καλοκαιρινά θέατρα, κρύβαμε ένα μπουκάλι κρασί στα δέντρα και τα βράδια το πίναμε, κοιτάζοντας τ’ αστέρια. 

—Τελικά, μας τα έχετε πει όλα με τα τραγούδια σας;

Σωστό αυτό, πολλά από τα δικά μου ερωτήματα απαντιούνται στα τραγούδια μου. Υποθέτω, λοιπόν, ότι σας έχω πει τα πάντα με τα τραγούδια μου.

—Ποια ήταν με δυο λόγια η επίδραση της εμπειρίας του Γούντστοκ στη ζωή σας;

Διαφωτιστική, στο μέσα και στο έξω μου.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 15.8.2017

Σαν Σήμερα
2

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Η δεκαετία του '60, όπως την έζησα. Από τον Διονύση Σαββόπουλο

Μουσική / Η δεκαετία του '60, όπως την έζησα. Από τον Διονύση Σαββόπουλο

Ήταν η δεκαετία που επέτρεψε στους ανθρώπους να ονειρευτούν. Ο Διονύσης Σαββόπουλος περιγράφει, ειδικά για τη LIFO, το κλίμα της παραφοράς (κρασί, τριαντάφυλλα και επανάσταση) και σε αντιδιαστολή τη στεναχώρια της Ελλάδας που ασφυκτιούσε, πυρακτωμένη, ανάμεσα στο μυστρί του Πατακού και το συρτάκι του Δαλιανίδη.
AΠΟ ΤΟΝ M.HULOT ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗ
Τάμα στην Παναγιά της Κλιμακτηρίου: Η Μαντόνα στα 60

Πρόσωπα / Τάμα στην Παναγιά της Κλιμακτηρίου: Η Μαντόνα στα 60

Σε λίγες μέρες, ανήμερα της Παναγίας σχεδόν, της «ονομαστικής» της εορτής δηλαδή, η Βασίλισσα της Ποπ κλείνει αισίως τα εξήντα, προκαλώντας (ξανά) μια σειρά από κρίσιμα ερωτήματα στις παρέες
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σοπέν

Πέθανε Σαν Σήμερα / «Κύριοι, ιδού μια μεγαλοφυΐα!»: Πώς ο Σοπέν άνοιξε νέα εποχή στη μουσική για πιάνο

Σαν σήμερα, στις 17 Οκτωβρίου 1849, πεθαίνει από φυματίωση στο Παρίσι ο Πολωνός Φρεντερίκ Φρανσουά Σοπέν, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του Ρομαντισμού και κορυφαίος πιανίστας.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ