Τη χειρότερη εμπειρία που είχα με ταξιτζή δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Ήταν 2 Αυγούστου, αργά το απόγευμα, η Αθήνα άδεια, και μια φίλη μου κι εγώ, φορτωμένοι με γλάστρες, πήραμε ένα ταξί από την αρχή της Αλεξάνδρας για να πάμε επίσκεψη σε μια κοινή μας φίλη που είχε μόλις γεννήσει στο Μητέρα. Ο ταξιτζής που μας πήρε ήταν 35άρης, σοβαρός, συμπαθητική φυσιογνωμία και τίποτα δεν προμήνυε ότι ήταν εντελώς διχασμένη προσωπικότητα. Καθίσαμε πίσω και επειδή περίμενε δίπλα μας μια κοπέλα που πήγαινε προς την ίδια κατεύθυνση, την πήρε κι αυτή στην κούρσα και κάθισε δίπλα του. Ξεκίνησε, αρχίσαμε να ανεβαίνουμε αργά την Αλεξάνδρας, επειδή μιλούσε στο τηλέφωνο, δυνάμωσε τη φωνή, στη συνέχεια άρχισε να ουρλιάζει, να αφηνιάζει και να βγαίνει εκτός εαυτού. Έκλεισε το τηλέφωνο αγριεμένος και βρίζοντας, και ξαφνικά άλλαξε όψη. Κι εκεί που πήγαινε με 30, πάτησε γκάζι κι άρχισε να περνάει όλα τα κόκκινα με τρελή ταχύτητα, χωρίς να υπολογίζει ότι έχει κι άλλους μαζί του. Του είπα «φίλε, κόψε, γιατί θα σε συλλάβουν» (αυτό πρόλαβα μόνο να σκεφτώ). Καμιά αντίδραση. Είχαμε αρχίσει να τρομάζουμε γιατί ήταν εκτός εαυτού και επειδή συνέχισε να τρέχει απαθής, του φώναξα «σταμάτα να κατέβουμε!». Συνέχισε να τρέχει σαν τρελός χωρίς να σταματάει σε STOP και φανάρια, κάνοντας σλάλομ ανάμεσα στα άλλα αυτοκίνητα. Η κοπέλα που ήταν μπροστά άρχισε να κλαίει και να φωνάζει «σταμάτα!», αυτός την κοίταξε και της είπε «τώρα τη βάψατε, θα σας πάρω όλους μαζί μου!». Πανικός. Με τη φίλη μου κοιταζόμασταν με τρόμο και δεν ξέραμε πώς να αντιδράσουμε. Έψαχνα να βρω τρόπο να βγούμε από το ταξί. Θυμάμαι ότι είχαμε φτάσει έξω από μια μπιραρία στην Κηφισίας όταν άρχισε να ακούγεται η σειρήνα του περιπολικού και σε ένα φανάρι στη διασταύρωση (το μόνο σημείο όπου βρήκαμε κίνηση) αποφάσισε να κόψει ταχύτητα. Σχεδόν ταυτόχρονα ανοίξαμε και την μπροστινή και την πίσω πόρτα και με φόρα πεταχτήκαμε στο πεζοδρόμιο. Αρχίσαμε να τρέχουμε προς τα πίσω κι αυτός εξαφανίστηκε στην Κηφισίας. Από την ταραχή δεν προλάβαμε ούτε νούμερο να σημειώσουμε, ούτε καν να πάρουμε τις γλάστρες που είχαμε βάλει στο πορτμπαγκάζ. Πέρασαν ώρες για να συνέλθω.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
σχόλια